Παναγιώτη Μελικίδη: “Πεντηκοστιανοί” (Β) ἢ πῶς νὰ βρεθοῦμε στὸ Ὑπερῶο, χωρὶς τὸν Χριστό
Παναγιώτη Μελικίδη, Θεολόγου
(συνέχεια ἀπὸ τὸ προηγούμενο)
Ἡ αἵρεση τῶν Πεντηκοστιανῶν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀνταποκρίνεται στὸν ἠδονοθηρικὸ τρόπο ζωῆς ποὺ χαρακτηρίζει τὸν σύγχρονο κόσμο, ὁ ὁποῖος ἔχει ὡς κύρια "φιλοσοφία" τὴν ἄμεση ἐπίτευξη ὁποιουδήποτε στόχου πρὸς ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν μικρότερη δυνατὴ προσπάθεια. Ἔτσι διαπιστώνουμε τὸ γεγονὸς ὅτι συνάνθρωποί μας, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νὰ ἔζησαν σὲ Ὀρθόδοξο περιβάλλον, γοητεύονται ἀπὸ τὴν πλάνη, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἡ τελευταία τοὺς προσφέρει "πνευματικὲς ἐμπειρίες", δίχως νὰ ἀπαιτῇ ἰδιαίτερη προσπάθεια, ἀνταποκρινόμενη στὶς ἀπαιτήσεις τοῦ "κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου".
Εἶναι χαρακτηριστικοὶ οἱ λόγοι τοῦ Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ: Οἱ Εὐρωπαῖοι θέλουν νὰ κατακτήσουν τὰ χαρίσματα ποὺ ἀπόκτησαν οἱ μοναχοὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος μετὰ ἀπὸ δεκαετίες κλαυθμοῦ μὲ μιὰ συζήτηση "θεολογικοῦ" περιεχομένου. Μιὰ τάση, δηλαδή, ποὺ χαρακτηρίζει καὶ βαπτισμένους ὀρθοδόξους ποὺ ὅμως δὲν ἐφαρμόζουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἔχει παγιωθῇ ἡ τάση αὐτὴ στὴν διδασκαλία τῶν Πεντηκοστιανῶν.
Τὸ χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς
Κύριο χαρακτηριστικὸ τῆς αἵρεσης εἶναι ὅτι οἱ ὀπαδοί της ποὺ συγκεντρώνονται σὲ εὐκτηρίους οἴκους, ἀποκτοῦν τὸ χάρισμα τῆς "γλωσσολαλιάς". Δηλαδὴ οἱ κραυγὲς καὶ τὰ ἀκατανόητα λόγια ποὺ λένε θεωροῦνται ἐκδήλωση τοῦ χαρίσματος.
Σύμφωνα μὲ τὴν διήγηση τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, ἀμέσως μετὰ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν τὴν δυνατότητα νὰ ὁμιλοῦν ξένες γλῶσσες καὶ νὰ ἀκούη ὁ καθένας το εὐαγγελικὸ μήνυμα στὴν δική του διάλεκτο. Ἑπομένως τὸ χάρισμα τῆς γλωσσολαλιὰς δόθηκε γιὰ νὰ ἐπιτελεσθῇ ἡ διακονία τοῦ λόγου, νὰ ἀναγνωρίση ὁ κόσμος, μέσῳ τοῦ κηρύγματος, στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία καὶ νὰ εἰσέλθη διὰ τοῦ βαπτίσματος στοὺς σωτηριώδεις κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ εἶναι ἡ μία ὄψη τοῦ χαρίσματος. Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεος, στὸ βιβλίο του "Παρακλητικά", τονίζει καὶ μιὰ ἐπιπλέον παράμετρο στηριζόμενος τόσο στὴν Ἁγία Γραφὴ ὅσο καὶ στὴν πατερικὴ σκέψη, ὅπως ἐκφράσθηκε καὶ ἀπὸ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη: "Εἶναι τὸ χάρισμα τῆς καρδιακῆς προσευχῆς ποὺ ἀποκτοῦν ἐκεῖνοι ποὺ δέχονται τὸ Πανάγιο Πνεῦμα καὶ ἀνακαλύπτουν τὴν καρδιά, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία προσεύχονται συνεχῶς".
Τίθεται, λοιπόν, τὸ ἐρώτημα τί σχέση μπορεῖ νὰ ἔχη τὸ χάρισμα τῆς γλωσσολαλιὰς μὲ τὰ ἀκατανόητα λόγια καὶ τὶς ἄναρθρες κραυγὲς τῶν Πεντηκοστιανῶν. Οἱ Πεντηκοστιανοὶ ὑποστηρίζουν ὅτι δέχονται τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὡστόσο, ἤδη ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καταγράφεται ἡ διάκριση τῶν χαρισμάτων καὶ τῶν ἐμπειριῶν. Στὴν Β΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μας προειδοποιεῖ: "αὐτὸς γὰρ ὁ σατὰν μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτὸς" (Β΄ Κόρ. ἰα, 14). Ἑπομένως ἡ ὁποιαδήποτε πνευματικὴ ἐμπειρία δὲν εἶναι δεδομένο ὅτι προέρχεται "ἐκ Θεοῦ", ἀλλὰ ὑπάρχει περίπτωση ἡ προέλευσή της νὰ εἶναι σατανική. Μέσῳ αὐτῶν τῶν "ἐμπειριῶν" ὁ διάβολος προσπαθεῖ νὰ παραπλανήση τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἐπιφέρη τὸν θάνατο τῆς ψυχῆς ἢ ἀκόμη καὶ αὐτοῦ τοῦ σώματος, γιατί εἶναι ἀνθρωποκτόνος. Ὅταν κάποιος δεχθῇ τὴν δαιμονικὴ ἐμπειρία ὡς "θεϊκὴ" καὶ βάλη ἔστω καὶ ἕναν ὑπερήφανο λογισμὸ ὅτι εἶναι "ἅγιος" ἢ "ἔμπλεως τῆς δυνάμεως τοῦ Πνεύματος", ἤδη ἡ ψυχὴ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νεκρώνεται. Τὸ πρόσφορο ἔδαφος γιὰ νὰ τελεσφορήση ἡ πλάνη, εἶναι ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ὑπερηφάνεια ποὺ ἐκδηλώνεται πολλὲς φορὲς ὡς ἀνυπομονησία γιὰ ἀπόκτηση "πνευματικῶν" ἐμπειριῶν.
Στὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας ὑπάρχει πλούσια ἀναφορὰ στὴν ἄκτιστη δόξα, τὸ ἄκτιστο φῶς, τὴν ἐνέργεια καὶ χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, στὸ πῦρ τῆς Πεντηκοστῆς. Συγχρόνως ὅμως γίνεται λόγος γιὰ τὰ Πάθη, τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ταφὴ τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στὴν παράδοση αὐτή, ἅγιοι ἀσκητὲς στὴν πνευματική τους πορεία ἀντιμετώπισαν διάφορα "πνευματικὰ" περιστατικά, ἀλλά, ὅταν ἐπρόκειτο γιὰ σατανικὴ πλεκτάνη, διαλυόταν, γιατί οἱ πορευόμενοι στὴν ἁγιότητα καλλιεργοῦν τὴν ταπείνωση καὶ ὄχι τὴν φιλαυτία. Ὁ Γέρων Ἰσαάκ, ὁ καὶ βιογράφος τῆς ἁγιοτάτης πολιτείας τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, ἀναφέρει ἕνα τέτοιο περιστατικό. Ὅταν ὁ διάβολος πῆρε τὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ παρουσιάστηκε στὸν Γέροντα, ὁ Γέροντας ἔβαλε τὸν ἑξῆς ταπεινὸ λογισμό: "Καὶ ποιός εἶμαι ἐγὼ ὁ ἀνάξιος νὰ δῶ τὸν Χριστό;" κι ἔτσι τὸ "σινεμὰ" ποὺ πῆγε νὰ τοῦ παίξη ὁ διάβολος γιὰ νὰ τὸν παραπλανήση, διαλύθηκε. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ διάβολος εἶχε ἀντίπαλο ἕναν Ὀρθόδοξο ἀσκητὴ ποὺ ζοῦσε καὶ ἀσκοῦνταν νομίμως στοὺς κόλπους τῆς μητέρας Ἐκκλησίας, ὁπότε εἶχε τὰ "ὅπλα" νὰ ἀντιμετωπίση τέτοιους κινδύνους. Ὅσοι ὅμως ἐγκαταλείπουν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὸ βάπτισμα ποὺ δέχτηκαν, γιὰ νὰ ἀσπαστοῦν μιὰ νεοφανῆ αἵρεση ποὺ ἔχει διαιρεθῇ σὲ πολλὰ καὶ ποικίλα παρακλάδια, τί πιθανότητες ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν το καὶ σὲ ἄγγελο φωτὸς μετασχηματιζόμενο πνεῦμα τῆς πλάνης; Κύριος οἶδε.
Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ἀπὸ τὴν ἀνάλυσή μας σχετικὰ μὲ τὴ γλωσσολαλιὰ ὅτι τὰ χαρίσματα ποὺ δίνει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν δίνονται γιὰ νὰ δίνονται, ἱκανοποιῶντας τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν φιλαυτία. Ἔχουν πάντα κάποιον σκοπὸ ποὺ ἀποβλέπει στὴν οἰκοδομὴ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ δίδονται μὲ προϋποθέσεις. Οἱ φορεῖς τῶν χαρισμάτων δὲν κάνουν ἐπίδειξη δυνάμεως, ἀλλὰ διακονοῦν τοὺς ἀδελφοὺς γι' αὐτὸ τὰ διάφορα χαρίσματα εἶναι πραγματικὸς σταυρὸς καὶ ὄχι κοσμικὸ προνόμιο ἢ μέσο ἄσκησης ἐξουσίας. Στὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου μας δίδεται ἡ θεολογία τῶν χαρισμάτων: "αὐτὸς ἔδωκε... πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων, εἰς ἔργον διακονίας εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ".
(συνεχίζεται)
- Προβολές: 2627