Γιάννη Βαρδακουλᾶ: Ἕνας Θαρραλέος Ἱερέας
Ἡ ἱστορία τῆς Πατρίδας μας εἶναι δαφνοστεφανωμένη ἀπὸ ἠρωϊκὲς πράξεις αὐταπάρνησης καὶ αὐτοθυσίας γιὰ τὴν ἐλευθερία. Αὐτὴ εἶναι ἡ τιμὴ γιὰ τὸν πολίτη Ἕλληνα, ποὺ θεωρεῖ τὴν ἐλευθερία ὡς τὸ πρώτιστο ἀγαθό. Στὴν ἔννοιά της ἔχει δώσει, στὴ διαδρομὴ τοῦ χρόνου, ἀνθρώπινο πρόσωπο δὲν τὴν ἀντιλαμβάνεται καὶ τὴν υἱοθετεῖ ὡς ἀνέλεγκτη, ὡς «ἄγαν ἐλευθερία», ποὺ δημιουργεῖ κραυγαλέες ἀνισότητες καὶ κοινωνικὲς ἐκρήξεις. Μιὰ προτροπή, ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ἀκόμη, τείνει πάντα στὸν ἐξανθρωπισμὸ τῆς φυσικῆς ροπῆς τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν ἀνεξέλεγκτο αὐτοπροσδιορισμό του.
Δὲν λείπουν ὅμως ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἱστορία καὶ οἱ περίοδες τῆς κατάπτωσης, ποὺ ἀμαυρώνουν τὴ λαμπρὴ εἰκόνα της, ἰδιαίτερα μάλιστα κατὰ τὴν περίοδο μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὸν ὀθωμανικὸ ζυγό. Καὶ γιὰ νὰ δικαιολογηθοῦμε, καταφεύγουμε, στὶς περιπτώσεις αὐτές, πάντα στὴν ἐπωδὸ τῆς «ἔξωθεν ἐπέμβασης», ποὺ ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν ὑποταγή μας αὐτή.
Τὸ σκηνικὸ αὐτὸ ἐπαναλήφθηκε καὶ κατὰ τὰ περιώνυμα «Νοεμβριανὰ» τοῦ 1916. Ἡ χώρα μας χωρίστηκε: στὴν παλαιὰ Ἑλλάδα, ποὺ ὑπάκουε στὸ Παλάτι, χωρὶς καὶ τὴ θέληση πολλῶν, τὸ ὁποῖο ἀκολουθοῦσε τὴν πολιτικὴ τῆς Γερμανίας, καὶ στὴν Ἑλλάδα τῶν νέων Χωρῶν, ὑπὸ τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο, ποὺ ἦταν ἐξαρτημένη ἀπὸ τὴν ἀγγλογαλλικὴ πολιτική. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει ἰδιαίτερα νὰ σημειωθῇ εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι οἱ ἴδιες ξένες δυνάμεις –οἱ ΑγγλοΓάλλοι-εἶχαν ἐπιβάλλει στὸν τράχηλο τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ τὸ θεσμὸ τῆς Βασιλείας, ἐνῷ τώρα, ἐξυπηρετῶντας καλύτερα καὶ ἀποτελεσματικότερα τὰ ἰδικά τους συμφέροντα στὴν περιοχή μας, πρωτοστάτησαν στὴν ἐκθρόνισή του ὡς ἀνταπόδοση στὴν ἀνυπακοὴ τοῦ Παλατιοῦ στὴ θέλησή τους....
Ἡ καθεστωτικὴ μεταβολὴ συντελέστηκε χωρὶς προσχήματα, διὰ «πυρὸς καὶ σιδήρου», μὲ τὴν πολεμικὴ σύγκρουση. Κατὰ τὴ μάχη στὴν περιοχὴ τοῦ Ρούφ –στὴν Ἀθήνα- μεταξὺ τῶν θυμάτων τῶν ἀμυνομένων κατὰ τῆς ξένης εἰσβολῆς, ὑπῆρξαν καὶ δύο Ναυπάκτιοι ἀξιωματικοί: ὁ συνταγματάρχης Δούσης καὶ ὁ νεαρὸς ἀνθυπολοχαγὸς Νίκ. Σουμπασάκος, γιὸς τῆς ἀδερφῆς τοῦ πατέρα μου, Σπυριδούλας Γ. Σουμπασάκου.
Ἡ περίοδος αὐτή, ὅπως καὶ κάθε ἐμφύλιας σύγκρουσης-μὲ τοὺς ΑγγλοΓάλλους συμπολεμούσαν κατὰ τοῦ Παλατιοῦ οἱ Βενιζελικοί, στρατιωτικοὶ καὶ πολῖτες-ἦταν πολὺ σκληρὴ σὲ ἐκδηλώσεις ἀδελφοσύνης καὶ ἀγριότητας, ἰδιαίτερα μάλιστα ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Βενιζέλος, ἐγκαταλείποντας τὴν Ἀθήνα, ἐγκαταστάθηκε στὴ Θεσσαλονίκη, σχηματίζοντας δική του Κυβέρνηση.
Στὴν παλαιὰ Ἑλλάδα ἄρχισε κῦμα τρομοκρατίας σὲ βάρος τῶν Βενιζελικῶν ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Παλατιοῦ, τοὺς Ἐπίστρατους. Συλλήψεις, ἐξορίες, κακοποιήσεις, λεηλασίες, δολοφονίες μάλιστα καὶ κατὰ γυναικῶν, ἦσαν στὴν ἡμερήσια διάταξη.
Γιὰ νὰ διαδηλώση ὁ λαός, ἑκών-ἄκων, τὴν ἀφοσίωσή του στὸ Παλάτι, διατάχθηκε νὰ πάρη μέρος στὸ κατὰ τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου «Ἀνάθεμα», ὡς ἐκδήλωση νομιμοφροσύνης του. Τέτοια ἐκδήλωση πραγματοποιήθηκε καὶ στὴν πόλη μας, ὑπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ Ναυπακτιακοῦ Συνδέσμου Ἐπιστράτων, τὰ μέλη τοῦ ὁποίου ἔφεραν μαῦρα περιβραχιόνια, λόγῳ πένθους γιὰ τοὺς πεσόντες ἀξιωματικούς. Τόπος τοῦ Ἀναθέματος ὁρίστηκε ὁ χῶρος, ὅπου ἡ σημερινὴ πλατεῖα Ἐθνικῆς Ἀντίστασης. Ὑπὸ τὸ ἄγριο βλέμμα τῶν Ἐπιστράτων, κάθε Ναυπάκτιος ἔπρεπε νὰ κουβαλήσει μιὰ πέτρα καὶ νὰ τὴ ρίξη στὸ χῶρο ἐκεῖνο, διαδηλώνοντας τὴν πίστη του στὸ Παλάτι καὶ ἀποδοκιμάζοντας τὸν «ἐπιβουλευθέντα τὴν πατρίδα Ἐλευθέριο Βενιζέλο»...
Τὴν ἐποχῇ αὐτὴ ζοῦσε στὴν πόλη μας καὶ ὑπηρετοῦσε ὡς ἱερέας ὁ Ἰωάννης Παπασιδέρης, ἀπὸ τοὺς ἀντιτιθέμενους στὸ Παλάτι. Ἀπήχθη ἀπὸ τὸ σπίτι του -ἡ σημερινὴ κατοικία τοῦ Κώστα Χωραφᾶ- σπρωχνόμενος, ἀπειλούμενος καὶ λοιδορούμενος ἀπὸ τοὺς ἔξαλλους Ἐπιστράτους, ποὺ τὸν ὁδήγησαν στὴ μικρὴ Πλατεῖα πρό του Ἀη Δημήτρη, ὅπου εἶχαν συγκεντρώσει πολυάριθμες πέτρες, γιὰ νὰ ἀναλάβη καὶ αὐτὸς μία καὶ νὰ πορευθῇ πρὸς τὸν τόπο τοῦ Ἀναθέματος. Μόλις ἔφθασε ἐκεῖ ὁ παπαΣιδέρης, ἀγέρωχος καὶ ἕτοιμος γιὰ ὅλα, ἐγκατέλειψε τοὺς Ἐπιστράτους, ἀνέβηκε στὸ Ναὸ καὶ ἄρχισε δεόμενος «ὑπὲρ τῆς εἰρήνης καὶ τῆς συμφιλιώσεως», ὅπως ἔπρεπε νὰ πράξη ὡς πολίτης καὶ ἰδιαίτερα ὡς πιστὸς λειτουργὸς καὶ συνεπὴς χριστιανός...
Ὁ ἄσπιλος αὐτὸς Λευίτης ἀφῆκε ἐποχῇ στὴ Ναύπακτο μὲ τὸ μειλίχιο, σοβαρὸ καὶ δίκαιο λόγο του καὶ τὴν ὅλη ἀφιλοκερδῆ πολιτεία του, ὅπως μοῦ τὸ μετέδωσαν.
Αὐτὰ ἀπὸ τὴν παράδοση, κατὰ τὴν ἀφήγηση παρόντων Ναυπακτίων.
Θυμᾶμαι κι ἐγὼ ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὴ θητεία μοῦ ὡς «ἀναγνώστη» στὸ Ἱερό των δύο Ναῶν τῆς πόλης μας.
Ὁ Μητροπολίτης Γερμανός, ποὺ ἐνθρονίστηκε στὸν Ἅγιο Δημήτριο τὸ 1935 ἡ 1936, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κορινθίας Δαμασκηνὸ Παπανδρέου, ἵδρυσε Σχολὴ γιὰ τὴν ἐπιμόρφωση τῶν ὑποψηφίων ἱερέων, ἐνιαύσιας διάρκειας. Οἱ ὑποψήφιοι, προϊόντος τοῦ χρόνου, χειροτονοῦνταν σιγά-σιγά διάκονοι καὶ ἱερεῖς.
Μιὰ Κυριακή, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς λειτουργίας στὸν Ἅγιο Δημήτριο μὲ τὸν Μητροπολίτη Γερμανό, ὁ διάκονος, διαβάζοντας τὸ Εὐαγγέλιο, ἔκανε λάθος, ὑπερπηδῶντας ἐκεῖνο τῆς ἡμέρας. Ὁ παπαΣιδέρης τὸ εἶπε στὸ Μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος εἶπε νὰ συνεχισθῇ. Ὁ ἱερέας διέκοψε τὸν ἀναγιγνώσκοντα τὸ Εὐαγγέλιο διάκονο καὶ τοῦ εἶπε ποιό πρέπει νὰ διαβάση, παρὰ τὴν ἀντίθετη ἐντολὴ τοῦ Μητροπολίτη, τὸ ὁποῖο καὶ ἔγινε. Ὁ διάκονος, καθοδηγούμενος ἀπὸ τὸν παπαΣιδέρη διάβασε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας, ἐνῷ ὁ ἱερέας δὲν ἔδινε προσοχὴ στὸν ἐπιτιμητικὸ λόγο τοῦ Μητροπολίτη. Ἦταν προσηλωμένος, ἀφοσιωμένος καὶ στὸ τυπικό, ποὺ δὲν ἐννοοῦσε νὰ παραβεῖ. Δὲν γνωρίζω ἂν ἔπρεπε νὰ ὑπακούσει στὸ Μητροπολίτη, κατὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κανόνες ἡ ἂν ὀρθὰ ἔπραξε. Πιστεύοντας προφανῶς ὅτι ἐκεῖνο ἦταν ἐκκλησιαστικὰ ὀρθό, ὄρθωσε τὸ ἀνάστημά του ὡς συνέπεια ἱερωμένου.
Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ τὸ ἔζησα ὄντας πλάϊ στὸ Μητροπολίτη ὡς ἀναγνώστης.
Ὁ παπαΣιδέρης κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἱερωσύνης του συνέτασσε, μὲ δική του πρωτοβουλία σὲ ἴδιο βιβλίο, τὰ ληξιαρχικὰ στοιχεῖα τῶν κατοίκων τῆς μικρῆς μας τότε πόλης, βιβλίο ποὺ ἀναζητοῦσαν οἱ ἐνδιαφερόμενοι μὲ τὸν τίτλο «του παπαΣιδέρη», γιατί μετὰ τὴ συνταξιοδότησή του τὸ παρέδωσε στὸ Δῆμο μας. Μὲ ἰδιόγραφη γραφή -πολὺ μικρὰ ἀλλὰ εὐανάγνωστα γράμματα- καταχωροῦσε, κατὰ οἰκογένεια, ὅλα τὰ στοιχεῖα ποὺ ἀφοροῦσαν σὲ γάμους, γεννήσεις, βαπτίσεις, θανάτους κλπ. Μέχρι νὰ ὀργανωθῇ ὁ Δῆμος μας μὲ τὸ μηχανογραφικὸ σύστημα, ποὺ ὁλοκληρώθηκε τὰ τελευταῖα χρόνια, τὸ βιβλίο τοῦ παπαΣιδέρη ἦταν ἡ ἐπίσημη πηγὴ κάθε πληροφορίας, σχετικὰ μὲ τὴν ἀστικὴ κατάσταση κάθε φυσικοῦ προσώπου τῆς πόλης μας.
Τὸ βιβλίο αὐτό, ὁ «παπαΣιδέρης», ἔχει δασωθεῖ ἀπὸ τὴν ἁρμόδια ὑπηρεσία τοῦ Δήμου μᾶς ὡς συμπληρωματικὴ πηγὴ πληροφοριῶν. Γιὰ τὴν ἱστορία νὰ ἀναφέρω τὰ ἀκόλουθα: Εἶχε προηγηθεῖ του παπαΣιδέρη ὁ παπαΓιάννης Βαρδακουλάς, ἱερέας καὶ δάσκαλος στὴν πόλη μας, μὲ τὸ ἴδιο χειρόγραφο βιβλίο. Τὸ βιβλίο αὐτὸ ὑπῆρχε στὸ Δῆμο μας καὶ τὸ εἶχα χρησιμοποιήσει πολλὲς φορὲς γιὰ παλαιότερες τοῦ παπαΣιδέρη πληροφορίες. Δυστυχῶς ... χάθηκε ἀπὸ τὸ Δημαρχεῖο. Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ ἀπευθύνω, ὡς Ναυπάκτιος, ἔκκληση στὸν κατέχοντα τὸ βιβλίο αὐτό, νὰ τὸ ἐπιστρέψη στὴν ἁρμόδια ὑπηρεσία τοῦ Δήμου μας μὲ ὅποιον τρόπο ἐπιθυμεῖ. Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρουσα πηγὴ ἱστορικῶν πληροφοριῶν γιὰ τὴν πόλη μας.–
- Προβολές: 2674