Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ἡ αἵρεση στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅ,τι μιά βαριά ἀρρώστια στό ἀνθρώπινο σῶμα. Ἕνα καρκίνωμα πού ἄi aεν ἐκδιωχθεῖ θέτει σέ κίνδυνο τήν πνευματική ὑγεία τῶν μελῶν της. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία, τό πραγματικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀπό ἄγαπη καί φιλανθρωπία, διά τῶν ὑγειῶν μελῶν της, τῶν ἁγίων, πολεμᾶ τίς αἱρέσεις, ὅπως τό ἀνοσοποιητικό σύστημα ἕνος ὑγιοῦς ὀργανισμοῦ τόν ἰό πού προκαλεῖ τήν ἀσθένεια. Τούς αἱρετικούς ὅμως δέν τούς θεωρεῖ ἐχθρούς της, ἀφοῦ ἄλλωστε ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει ἐχθρούς, ἀλλά ἄρρωστα μέλη της, τά ὁποῖα ἀγαπᾶ καί προσπαθεῖ νά θεραπεύση.
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀγωνίστηκε ὅσο λίγοι γιά τήν διαφύλαξη τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως πού προσπαθοῦσαν νά ἀλλοιώσουν οἱ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι τόν πολέμησαν μέ λύσσα. Μέ συκοφαντίες καί κάθε λογής μηχονορραφίες κατάφεραν, πολλές φορές, νά τόν ἐξορίσουν καί νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τό ποίμνιό του. Ἀξιοσημείωτο εἶναι τὸ ὅτι ἀπό τά σαρανταέξι χρόνια πού ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, τά δεξαέξι τά πέρασε στήν ἐξορία. Ἀλλά καί ἀπό ἐκεῖ δέν ἔπαψε νά μάχεται ὑπέρ τοῦ ποιμνίου του καί ἐναντίον τῆς αἱρέσεως.
Ἡ αἵρεση δημιουργεῖ φατρεῖες καί σχίσματα, καμματιάζει καί διαιρεῖ. Ὁ ἅγιος Πέτρος Ἀλεξανδρείας εἶχε τήν εὐλογία νά δή τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος ὅμως φοροῦσε ἕνα χιτώνα ξεσχισμένο. Στήν ἐρώτηση τοῦ ἁγίου, ποιός σου ἔσχισε τόν χιτώνα, ὁ Χριστός ἀπάντησε: “Ἄρειος ὁ ἄφρων”. Ἡ λέξη αἵρεση παράγεται ἀπό τό ρῆμα αἱρέω πού σημαίνει ἐκλέγω. Οἱ αἱρετικοί ἐπιλέγουν ἕνα κομμάτι τῆς ἀλήθειας πού τούς βοηθᾶ νά στηρίξουν τίς ἀπόψεις τους καί ἀπορρίπτουν τήν ἀλήθεια στό σύνολό της. Αὐτό δημιουργεῖ πολλά προβλήματα, διότι ὅταν ἀλλοιώνεται ἡ πίστη χάνεται ὁ ὀρθός τρόπος ζωῆς. Ὁ τρόπος θεραπείας ἀπό τά πάθη, ἡ μέθοδος καθάρσεως τῆς καρδιᾶς, διά τῆς ὁποίας ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στήν γνώση τοῦ Θεοῦ, “μακάριοι οἱ καθαροί τή καρδία ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται”, ἀφοῦ ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ ταυτίζεται μέ τήν ἀληθινή γνώση.
Ὁ Ἄρειος ὑποστήριζε ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός, ἀλλά κτίσμα τοῦ Θεοῦ “δημιουργηθέν ἐν χρόνω” καί ἑπομένως, ὅπως ὅλα τα κτίσματα, ἔχει ἀρχή καί τέλος. Ἄν εἶναι ἀλήθεια ὅμως αὐτό, τότε ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά σώση τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ μόνο ὁ Θεός ἔχει αὐτή τήν δυνατότητα. Ἐμεῖς ὅμως γνωρίζουμε ἀπό τήν ἁγία Γραφή, ἀλλά καί ἀπό τήν πείρα τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ὁ Χριστός σαρκώθηκε γιά νά σώση καί νά θεώση τόν ἄνθρωπο.
Στήν πρώτη οἰκουμενική σύνοδο, ἡ ὁποία καταδίκασε τίς διδασκαλίες τοῦ Ἀρείου, συμμετεῖχε, σέ νεαρή ἡλικία (γύρω στά 26), καί ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, Διάκονος τότε, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας καί μέ ἀτράνταχτα ἐπιχειρήματα κατέδειξε τήν πλάνην καί τό ψεῦδος τῶν διδασκαλιῶν τοῦ Ἀρείου. Ἀλλά καί ἀργότερα ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας μέ δυνατό λόγο, προφορικό καί γραπτό, διατύπωσε μέ σαφήνεια τίς ἀλήθειες τίς ὁποῖες οἱ αἱρετικοί διέστρεφαν. Ὅτι, δηλαδή, ὁ Χριστός δέν εἶναι κτίσμα, ἀλλά “ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τέλειον γέννημα τοῦ Πατρός, γέννημα δέ ὄχι κατά θέλησιν, ἀλλά κατά φύσιν. Δέν προῆλθε διότι τό ἠθέλησεν ὁ Πατήρ, ἀλλά διότι εἶναι μέσα εἷς τήν φύσιν τοῦ Πατρός νά γεννᾶ τόν Υἱόν καί μέσα εἰς τήν φύσιν τοῦ Υἱοῦ νά γεννᾶται. Τοῦτο ἀκριβῶς συνιστᾶ τήν διαφοράν αὐτοῦ ἀπό τά κτίσματα. Εἶναι εἰκών καί ὁμοίωσις τοῦ Πατρός, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἁπλῶς κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν, ἄναρχος καί Αὐτός, ὅπως ὁ Πατήρ”.
Ἡ Ἐκκλησία σέ λίγους ἀνθρώπους ἔχει δώσει τήν προσωνυμίαν Μέγας. Μεταξύ αὐτῶν ἔξεχουσα θέση κατέχει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος. Πολύ πετυχημένα εἶναι τά παρακάτω πού ἔχουν γραφεῖ γι’ αὐτόν: “Σπανίως τό ἐπωνύμιον Μέγας ἐκάλυψε τόσον οὐσιαστικόν περιεχόμενον ὅσον εἰς τήν περίπτωσιν τοῦ Ἀθανασίου Ἀλεξανδρείας. Μέγας εἰς τόν ζῆλον, μέγας εἰς τήν ἀγάπην, μέγας εἰς τήν ἁγιότητα, μέγας εἰς τήν ὀρθοδοξίαν. Μέ αὐτά τά προσόντα τοῦ εἶναι τώρα τόσον ζωντανός εἰς τήν συνείδησιν τοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος ὅσον ἦτο καί ὅταν ἐζοῦσε σωματικώς”. Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τόν ἐπιμνημόσυνο λόγο του στόν μέγαν Ἀθανάσιον, ἀρχίζει μέ τήν χαρακτηριστική φράση, “Ἀθανάσιον ἐπαινῶν, ἀρετήν ἐπαινέσομαι”. Πράγματι ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ἀρετῆς, ἀφοῦ αὐτή εἶναι καρπός ἀληθινῆς κοινωνίας μέ τόν ζῶντα Τριαδικό Θεό.
Ἡ μνήμη τοῦ τελεῖται τήν 18ην Ἰανουαρίου μαζί μέ τήν (μνήμη) τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ἤ τήν 2αν Μαΐου (ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του).
- Προβολές: 3394