Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Νομοσχέδιο γιὰ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Δικαιοσύνη

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Δημοσιεύθηκε στὸ Βῆμα τῆς Κυριακῆς, 12-11-2006)

Στὴν πρόσφατη Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συζητήθηκε τὸ νομοσχέδιο σχετικὰ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ δικαιοσύνη, τὸ ὁποῖο καταρτίσθηκε ἀπὸ τὴν εἰδικὴ Ἐπιτροπὴ ποὺ συγκρότησε τὸ Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων καὶ ψηφίσθηκε ἀπὸ τὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ ἑπόμενη πράξη εἶναι νὰ ἀποσταλῇ στὸ Ἑλληνικὸ Κοινοβούλιο πρὸς ψήφιση. Ἡ βασικὴ καινοτομία τοῦ νομοσχεδίου αὐτοῦ εἶναι ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ θεσμοῦ του Ἐκδίκου – Πρωτεκδίκου. Πρόκειται γιὰ θέσπιση «οἰονεὶ εἰσαγγελέως» στὴν ἀπόδοση τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης. Τὸ ὅλο σκεπτικὸ τοῦ νομοσχεδίου εἶναι ὅτι γίνεται διάκριση μεταξὺ εἰσαγγελικῆς καὶ δικαστικῆς ἀρχῆς, κατὰ ἀπομίμηση τῆς πολιτικῆς δικαιοσύνης. Αὐτὸ ἔγινε γιὰ νὰ ἐκσυγχρονισθῇ ἡ ἀπόδοση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου, ἀλλ' ὅμως δημιουργεῖ διάφορα ἐκκλησιαστικὰ καὶ κανονικὰ προβλήματα.

Κατ' ἀρχὰς ὁ ἔκδικος, ἡ ἐκκλησιοέκδικος ὑφίσταται μὲν στοὺς κανόνας καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἔχει διαφορετικὴ σημασία. Γενικὰ ὁ ἔκδικος εἶναι ὁ συνήγορος τῆς Ἐκκλησίας ποὺ προστατεύει τοὺς πτωχοὺς ἀπὸ τὴν αὐθαιρεσία τῶν πλουσίων καὶ παρεμβαίνει στὴν πολιτικὴ διοίκηση γιὰ θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν Ἐκκλησία. Δὲν ἔχει καμμιὰ σχέση μὲ τὸν θεσμὸ τοῦ εἰσαγγελέως, ὅπως παρουσιάζεται στὸ νομοσχέδιο. Ἐπὶ πλέον δὲν ἔχει καμμία θέση ὁ εἰσαγγελεὺς στὴν ἀπόδοση τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης, γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἔκδικος ὡς «ὁ οἰονεὶ εἰσαγγελεὺς» δὲν συμβαδίζει μὲ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.

Γιὰ νὰ γίνη αὐτὸ κατανοητὸ θὰ πρέπη νὰ σημειωθῇ ὅτι οἱ ἀποφάσεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν δικαστηρίων δὲν εἶναι ποινὲς μὲ τὴν κοσμικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου, ἀλλὰ θεραπευτικὲς ἐνέργειες-πράξεις. Δηλαδή, ἡ ἀργία, ἡ ἀκοινωνησία, ἡ καθαίρεση στὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἑρμηνεύονται δικανικά, ἀλλὰ ἰατρικά, διότι θεραπεύουν τὸν ἄνθρωπο καὶ προστατεύουν τὸν ὅλο ὀργανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν παραδεχόμαστε τὴν ἀρχὴ τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, ὅπως ἀνέπτυξε τὴν θεωρία αὐτὴ ὁ Ἄνσελμος Καντερβουρίας, ἔχοντας ὑπ' ὄψη του τὶς ἀρχὲς τοῦ φεουδαλιστικοῦ συστήματος περὶ ἀποκαταστάσεως τῆς τάξεως στὴν κτίση καὶ τῆς ἱκανοποιήσεως τοῦ «φεουδάρχη Θεοῦ», ἀλλὰ πιστεύουμε στὴν ἀρχὴ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς θεραπείας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστός, ὅπως τὸν παρουσιάζει σὲ ἕναν λόγο του ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶναι ἰατρός-θεραπευτής. Στὴν ἀναγνώριση τοῦ ἀνθρώπου ὅτι εἶναι «ἁμαρτωλὸς καὶ ἀκάθαρτος» ὁ Χριστὸς ἀπαντᾶ: «Μὴ σοὶ μελέτω, ἰατρὸς εἰμί».

Ἔπειτα, κατὰ τὴν νομολογία τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας τὰ ἐκκλησιαστικὰ δικαστήρια νοοῦνται ὡς πειθαρχικὰ συμβούλια καὶ ὄχι ὡς δικαστήρια, σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ Συντάγματος, τὸ ὁποῖο ἀπαιτεῖ μονίμους ἐξειδικευμένους δικαστὲς ποὺ ἀπασχολοῦνται μόνον μὲ τὸ ἔργο τῆς ἀποδόσεως τῆς δικαιοσύνης. Ὅμως τὰ ἐκκλησιαστικὰ δικαστήρια δὲν μποροῦν νὰ ἐξισωθοῦν μὲ τὰ ποινικά, ὅπως τὸ προϋποθέτει ἡ σχετικὴ νομοθεσία, διότι οὔτε μόνιμοι δικαστὲς ὑπάρχουν, οὔτε διέπονται ἀπὸ τὸν νόμο περὶ πολιτικῆς δικαιοσύνης.

Τὸ ἐρώτημα, λοιπόν, ποὺ τίθεται εἶναι: Τὰ ἐκκλησιαστικὰ δικαστήρια εἶναι δικαστήρια μὲ τὴν σημασία ποὺ ἀποδίδει τὸ Σύνταγμα καὶ οἱ νόμοι ἡ εἶναι πειθαρχικὰ συμβούλια; Ἐὰν εἶναι ἐκκλησιαστικὰ δικαστήρια, τότε δὲν ἔχει ἁρμοδιότητα ὁ «οἰονεὶ εἰσαγγελεύς» - ἔκδικος, διότι κατὰ τὴν ἀπονομὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης προέχει ἡ θεραπεία καὶ ὄχι ἡ ποινή. Ἐὰν εἶναι πειθαρχικὰ συμβούλια, τότε καὶ πάλι δὲν ἔχει ἁρμοδιότητα ὁ «οἰονεὶ εἰσαγγελεύς» - ἔκδικος, διότι σὲ κανένα πειθαρχικὸ συμβούλιο δὲν προϋποτίθεται ἡ παρουσία εἰσαγγελέως.

Προφανῶς τὰ ἐκκλησιαστικὰ δικαστήρια δὲν εἶναι οὔτε δικαστήρια μὲ τὴν πολιτικὴ σημασία τοῦ ὅρου, οὔτε πειθαρχικὰ συμβούλια μὲ τὴν διοικητικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου. Εἶναι ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐφαρμόζουν τοὺς ἱεροὺς Κανόνες σὲ παρεκτροπὲς Κληρικῶν γιὰ τὴν θεραπεία τους καὶ τὴν προφύλαξη τῶν ἄλλων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση εἶναι, θὰ λέγαμε, sui generis δικαστήρια, τὰ ὁποῖα ἀπὸ πλευρᾶς ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου συνδέονται μὲ τὸ τρίτο (3) ἄρθρο τοῦ Συντάγματος, στὸ ὁποῖο γίνεται λόγος ὅτι ἡ Ἐκκλησία «γνωρίζει κεφαλή της τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ὑπάρχει ἀναπόσπαστα ἑνωμένη δογματικὰ μὲ τὴ Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ μὲ κάθε ἄλλη ὁμόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ• τηρεῖ ἀπαρασάλευτα, ὅπως ἐκεῖνες, τοὺς ἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνες καὶ τὶς ἱερὲς παραδόσεις». Ἑπομένως, δὲν ἔχει καμμία θέση στὰ ἐκκλησιαστικὰ δικαστήρια ὁ «οἰονεὶ εἰσαγγελεύς» - ἔκδικος - πρωτέκδικος.

Στὶς ἡμέρες μας γίνεται πολὺς λόγος γιὰ τὸν χαλαρὸ ἡ τέλειο «χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας» ἡ καλύτερα γιὰ τὴν ὁριοθέτηση τῶν σχέσεων μεταξὺ ἐκκλησιαστικῆς καὶ πολιτικῆς διοίκησης. Ἕνα ἀπὸ τὰ σημεῖα στὰ ὁποῖα θὰ ἑστιασθῇ ἡ συζήτηση γιὰ τὴν διακριτότητα τῶν ρόλων, ὅταν αὐτὴ γίνη, εἶναι ὁ νόμος περὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης. Θὰ τεθῇ τὸ ἐρώτημα: Γιατί νὰ ὑπάρχη νόμος ποὺ ψηφίζεται ἀπὸ τὸ Κοινοβούλιο γιὰ τὴν ἀπόδοση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου, βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων, καὶ νὰ μὴ ἀφήνεται ἡ Ἐκκλησία νὰ ρυθμίζη ἐλεύθερα τὰ τοῦ οἴκου της;

Εἶναι, λοιπόν, εὐκαιρία μὲ ἀφορμὴ τὸν ἐκσυγχρονισμὸ τῆς ἀποδόσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης νὰ προσεχθῇ ἰδιαίτερα τὸ θέμα αὐτό. Ἔτσι ἀντὶ νὰ ψηφισθῇ ἕνας νέος λεπτομερὴς νόμος ποὺ νὰ παραπέμπη στὴν ἀρχὴ τῆς «νόμῳ κρατούσης πολιτείας», θὰ πρέπη, κατὰ τὴν γνώμη μου, νὰ ψηφισθῇ ἕνας νόμος μὲ ἐλάχιστα ἄρθρα διὰ τῶν ὁποίων θὰ ἐξουσιοδοτῆται ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας, νὰ συγκροτήση ἐκείνη ἕναν Κανονισμό, βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων, γιὰ τὴν ἀπονομὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου.

Σὲ μιὰ τέτοια περίπτωση δὲν ἔχει καμμιὰ θέση ὁ «οἰονεὶ εἰσαγγελεύς» - ἔκδικος, ἀφοῦ αὐτὸ δὲν συμβιβάζεται μὲ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν μετάνοια, διότι ὅπως προείπαμε, στὴν θεραπευτικὴ προοπτικὴ τῆς μετανοίας δὲν συμβιβάζεται καμμία δικανικὴ νοοτροπία περὶ ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης. Πὼς εἶναι δυνατὸν ὁ φιλάνθρωπος Θεός, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης, καὶ ἡ Ἐκκλησία ὡς τὸ πνευματικὸ θεραπευτήριο νὰ χρειάζωνται ἕναν «οἰονεὶ εἰσαγγελέα» ποὺ νὰ ἀσκῇ ποινικὴ δίωξη;

Ἕνας φεουδάρχης Θεὸς δὲν ἔχει καμμιὰ σχέση μὲ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία, ἀλλὰ παραπέμπει στὸν δυτικὸ μεσαίωνα.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 3364