Skip to main content

«Οίδα άνθρωπον ἐν Χριστῶ» - Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, τοῦ ἡσυχαστοῦ καὶ θεολόγου

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Τὴν στιγμὴ ποὺ γράφονται αὐτὲς οἱ γραμμές, τυπώνεται τὸ νέο βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου κ. Ἱεροθέου μὲ τίτλο «Οἴδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ» καὶ ὑπότιτλο «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, τοῦ ἡσυχαστοῦ καὶ θεολόγου», τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται στὸν μεγάλο Γέροντα τῆς ἐποχῆς μας, τὸν Ἄρχιμ. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, ὅπως τὸν ἔζησε ὁ συγγραφέας καὶ διδάχθηκε ἀπὸ αὐτόν.

«Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ»  Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου, του ησυχαστού και θεολόγουΤὸ νέο βιβλίο ποὺ θὰ κυκλοφορήση τὸν Ὀκτώβριο, προλογίζεται ἀπὸ τὸν Παναγιώτατο Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο. Τὸν πρόλογο τοῦ Πατριάρχου, καθὼς καὶ ἐκτενέστερη παρουσίαση θὰ δημοσιεύσουμε στὸ ἑπόμενο τεῦχος. Ἐδῶ δημοσιεύεται ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Σεβασμιωτάτου γιὰ τὸ νέο βιβλίο.

Εἰσαγωγή

Σήμερα, διαπιστώνει κανεὶς ὅτι πολλοί, ἀναλύοντας θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ θέματα, βρίσκονται σὲ κάποια πνευματικὴ καὶ θεολογικὴ σύγχυση. Ἄλλοι διακρίνονται γιὰ μία στεῖρα ἠθικολογικὴ ἀνάλυση τῶν θεολογικῶν καὶ πνευματικῶν θεμάτων, ἄλλοι ἐμποτίζονται ἀπὸ τὴν σχολαστικὴ ἀντίληψη τῶν πραγμάτων καὶ ἄλλοι ἁπλῶς ὁμιλοῦν στοχαστικά. Νομίζω ὅτι ὁ στοχασμὸς καὶ μάλιστα ὁ θεολογικὸς στοχασμός, ὅταν στερῆται τῆς ἐμπειρίας, προξενεῖ μεγάλο κακὸ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Στὰ κείμενα, ποῦ κατὰ καιροὺς ἔχω συντάξει γιὰ διάφορα θεολογικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ θέματα, προσπάθησα νὰ ἀποφύγω τέτοιες παγιδεύσεις. Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία πολλοὶ βλέπουν τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων μέσα ἀπὸ λογικές, ἠθικολογικὲς καὶ ψυχολογικὲς ἀναλύσεις.

Ἔτσι, λοιπόν, θεωρῶ μεγάλη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεὸ ποῦ μὲ ἀξίωσε νὰ συναντήσω στὴν ζωή μου μερικὲς μεγάλες πατερικὲς καὶ ἀσκητικὲς φυσιογνωμίες, ποῦ μοῦ ἀποκάλυψαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

Ὁ ἀείμνηστος ἁγιορείτης Μοναχὸς π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὅταν διάβασε τὸ βιβλίο μου Τὸ Πρόσωπο στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, μοῦ ἔγραψε μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Εἶχες σκανδαλώδη εὔνοια ἀπὸ τὸν Θεό». Ἐννοοῦσε, ὅπως φαινόταν χαρακτηριστικὰ σὲ ὅλο τὸ κείμενο τῆς ἐπιστολῆς του, ὅτι ὁ Θεὸς μὲ εὐεργέτησε, διότι γνώρισα τὴν ὀρθόδοξη θεολογία ἀπὸ εὐλογημένους Γέροντες καὶ θεολόγους καὶ μποροῦσα νὰ τὴν ἐκφράσω, ἂν καὶ ζοῦσα μέσα σὲ ἕναν κυκεῶνα θεολογικῆς συγχύσεως.

Ἔκφραση τῆς «σκανδαλώδους εὐνοίας τοῦ Θεοῦ» εἶναι ὅτι γεννήθηκα σὲ ἕνα πτωχὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον, ἀλλὰ μὲ πλούσια ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία καὶ ζωή. Ἀπὸ τὴν γέννησή μου μὲ ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ἀποκτήσω πνευματικὴ κληρονομιὰ μεγάλης ἀξίας. Ἔπειτα, ἀξιώθηκα νὰ σπουδάσω τὴν Θεολογία μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς Θεσσαλονίκης, ὅπου κυριαρχοῦσαν οἱ ἀναλύσεις τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Στὴν συνέχεια γνώρισα μεγάλους ἀσκητὲς τοῦ Ἁγίου Ὅρους, μέσα στὸ κατανυκτικὸ κλίμα τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μετανοίας. Ἀργότερα, ἀξιώθηκα νὰ εἰσέλθω στὴν Ἱερωσύνη ἀπὸ Ἐπίσκοπο, τὸν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας κυρὸ Καλλίνικο, ποῦ ἀγαποῦσε πραγματικὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ ζοῦσε ἀσκητικὰ καὶ μοναχικά. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Ἱερωσύνης μου κοινοβίασα στὴν Μητρόπολη μὲ Ἐπίσκοπο ποῦ ἦταν διάφανος σὲ ὅλη του τὴν ζωή, ποῦ διακρινόταν ἀπὸ μεγάλο ἔρωτα, ἀγάπη καὶ φλογερὸ ζῆλο γιὰ τὸν Θεό, τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν ἄνθρωπο.

Ὁπωσδήποτε μέσα στὴν «σκανδαλώδη εὔνοια τοῦ Θεοῦ» συγκαταλέγεται καὶ ἡ γνωριμία μου μὲ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὴν Ρωσία, ἀνδρώθηκε πνευματικὰ στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ τὸν τελευταῖο καιρὸ τῆς ζωῆς του ἔζησε στὸ Essex τῆς Ἀγγλίας, ὅπου εἶχε συστήσει Μοναστήρι καὶ μετάγγισε τὴν πνευματική του πεῖρα καὶ ὡριμότητα στοὺς μαθητὲς τοῦ ποῦ τὸν πλησίασαν γιὰ νὰ μυηθοῦν στὰ βαθύτερα στοιχεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Θεωρῶ μεγάλη εὐλογία τοῦ Θεοῦ ποῦ γνώρισα αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, ποῦ στὴν πραγματικότητα ἦταν ἕνας ἐπίγειος ἄγγελος. Ἔτσι τὸν γνώρισα καὶ αὐτὴν τὴν μαρτυρία μπορῶ νὰ προσφέρω.

Τὸ βιβλίο αὐτὸ εἶναι ἔκφραση τῆς βαθυτάτης εὐγνωμοσύνης μου στὸν Θεὸ καὶ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο. Τὸ ἔγραψα μὲ μεγάλο πόθο, ἀπέραντη ἀγάπη καὶ βαθυτάτη κατάνυξη. Ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου Οἴδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ εἶναι φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ ἀναφέρεται σὲ δική του ἀποκαλυπτικὴ ἐμπειρία, τὴν ὁποία παρουσιάζει σὲ τρίτο ἑνικὸ πρόσωπο. Αὐτὴ ἡ φράση χρησιμοποιεῖται ἐδῶ γιὰ δύο λόγους.

Ὁ πρῶτος, διότι καὶ ὁ Γέροντας Σωφρόνιος εἶχε παράλληλη ἐμπειρία μὲ αὐτὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ θὰ μποροῦσε νὰ χρησιμοποιήση καὶ ἐκεῖνος αὐτὴν τὴν ἀποστολικὴ φράση. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο γιὰ ἔκσταση μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὄχι τὴν στωϊκὴ ἔννοια, ὅταν γράφη: «οἴδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ... εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἴδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἴδα, ὁ Θεὸς οἶδεν» (Β΄ Κόρ. ἰβ΄, 2). Στὴν συνέχεια γράφει ὅτι ὁ «τοιοῦτος ἄνθρωπος» ἡρπάγη «ἕως τρίτου οὐρανοῦ». Ἀπὸ τὶς διάφορες ἑρμηνεῖες εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὅτι ὁ πρῶτος οὐρανὸς εἶναι ἡ πρακτικὴ φιλοσοφία (κάθαρση τῆς καρδιᾶς), ὁ δεύτερος οὐρανὸς ἡ φυσικὴ θεωρία (φωτισμός του νοὸς) καὶ ὁ τρίτος οὐρανὸς ἡ θεολογία (ἡ θέα τοῦ Θεοῦ). Ἔπειτα, κάνει λόγο γιὰ ἁρπαγὴ τοῦ «σὲ μυστικότερα θεάματα», ἤτοι ἀπὸ τὸν τρίτο οὐρανὸ ἡρπάγη στὸν «παράδεισον», ὅπου «ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, α οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄ Κόρ. ἰβ΄, 4). Πρόκειται γιὰ ἀνώτερο βαθμὸ θεωρίας, ὅπου ἄκουσε τὰ ἄρρητα (ἄκτιστα) ρήματα, τὰ ὁποῖα δὲν μποροῦν νὰ μεταφερθοῦν πλήρως μὲ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα.

Τὴν ἀποκαλυπτικὴ αὐτὴ ἐμπειρία ἔζησε καὶ ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, ὅπως θὰ διαπιστώση ὁ ἀναγνώστης διαβάζοντας τὸ βιβλίο αὐτό. Ἔζησε τὴν ἔκσταση, ἡρπάγη στὸν τρίτο οὐρανὸ καὶ στὸν Παράδεισο καὶ βίωσε πολλὲς ἐμπειρίες τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Καὶ ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ του Σύρου ὅτι ὀλίγοι καταξιώνονται αὐτῆς τῆς μεγάλης ἐμπειρίας. Γράφει: «εἰς ἐκ χιλίων εὑρίσκεται, καταξιωθεῖς φθάσαι μετὰ πολλῆς παραφυλακὴς εἰς τὴν καθαρὰν προσευχήν, καὶ διαρρῆξαι τὸν ὅρον τοῦτον, καὶ τυχεῖν ἐκείνου τοῦ μυστηρίου. Διότι πολλοὶ τῆς καθαρᾶς προσευχῆς οὐδαμῶς ἠξιώθησαν, ἀλλ’ ὀλίγοι. Πρὸς δὲ τὸ μυστήριον ἐκεῖνο, καὶ μετ’ ἐκείνην καίπερ ἂν ὁ φθάσας, μόλις εὑρίσκεται γενεὰ καὶ γενεὰ τὴ χάριτι τοῦ Θεοῦ».

Ὁ δεύτερος λόγος, ποῦ χρησιμοποιεῖται τὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ χωρίο στὸν τίτλο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, εἶναι ὅτι ἀξιώθηκα νὰ δῶ στὸ πρόσωπο τοῦ Γέροντα Σωφρονίου ἕναν «ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ». Εἶδα, ἄκουσα καὶ γεύθηκα λόγο ζωῆς, ὀσμὴ ἀθανασίας. Ὅταν τὸν πλησίαζα, αἰσθανόμουν ὅτι βρισκόμουν μπροστὰ σὲ μιὰ μεγάλη μορφὴ σὰν τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, σὰν τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο, σὰν τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, τοὺς ὁποίους καὶ ἐκεῖνος ἀγαποῦσε πάρα πολύ. Κατὰ καιρούς, ὅταν βρισκόμουν κοντά του, ἄφηνα τὴν σκέψη μου, χωρὶς ὅμως φαντασία καὶ στοχασμό, νὰ διεισδύη στὴν ἤρεμη μορφή του καὶ τὴν πυρφόρα ὕπαρξή του.

Δὲν μπορῶ νὰ κάνω ἀναλυτικότερη περιγραφὴ αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Πῶς εἶναι δυνατὸν μὲ τὴν σκέψη νὰ εἰσέρχεται κανεὶς στὴν ζωὴ κάποιου, νὰ ἀναπλάθη τὴν μορφή του καὶ τὴν προσωπικότητά του, καὶ ὅμως αὐτὸ νὰ γίνεται χωρὶς φαντασία καὶ στοχασμό; Δὲν μπορῶ καὶ ἐγὼ νὰ τὸ ἐξηγήσω.

Ἐκεῖνο ποῦ σκέπτομαι εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ προσέγγιση εἶναι θέμα πνευματικῆς ἐμπειρίας. Τί αἰσθάνεται τὸ ἔμβρυο ὅταν βρίσκεται στὴν μήτρα τῆς μάνας του καὶ προετοιμάζεται νὰ εἰσέλθη στὴν ἀνθρώπινη κοινωνία; Τί αἰσθάνεται τὸ βρέφος ὅταν προσκολλημένο στὸν μαστὸ τῆς μάνας τοῦ ρουφάη τὸ μητρικὸ γάλα; Τί αἰσθάνεται κανεὶς ὅταν διαβάζη ἕνα πατερικὸ κείμενο, ὅπως τοῦ ἁγίου ?σαὰκ τοῦ Σύρου καὶ τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου καὶ γλυκαίνεται ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή του, σὲ σημεῖο ποῦ παραλύει τὸ σῶμα του, ἀδρανοποιεῖται, ὄχι ὅμως ἀπὸ τεμπελιά, ἀλλ’ ἀπὸ τεράστια κινητικότητα, ποῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἑρμηνευθῇ; Ὅσα θὰ ἀκολουθήσουν εἶναι κατάθεση μιᾶς προσωπικῆς μαρτυρίας γιὰ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο, ἢ καλύτερα εἶναι μιὰ προσεκτικὴ καὶ πνευματικὴ προσέγγιση στὴν μεγάλη πατερικὴ μορφὴ τοῦ Γέροντα Σωφρονίου.

Στὸ πρῶτο μέρος τοῦ βιβλίου γίνεται προσπάθεια νὰ παρουσιασθῇ ἡ μεγάλη μορφὴ τοῦ Γέροντος, κυρίως ἀπὸ τὰ δικά του κείμενα ποῦ μᾶς ἄφησε ὡς πλούσια κληρονομιά. Διαβάζοντας κατὰ καιροὺς τὰ κείμενα αὐτά, ἀντιλαμβανόμουν ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος κινεῖται μεταξὺ τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου καὶ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἔχοντας παρόμοιες μὲ αὐτοὺς ἐμπειρίες καὶ χαρίσματα. Ἐμπειρίες παρόμοιες μὲ τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου κατέγραψε στὸ βιβλίο του Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθὼς ἐστι, ὅπως ἔκανε καὶ ἐκεῖνος στὰ ἔργα του. Συγχρόνως ἔκανε διάλογο μὲ τὴν σχολαστικὴ ἀκαδημαϊκὴ θεολογία στὴν δημοσιευθεῖσα ἀλληλογραφία μὲ τὸν Μπάλφουρ στὸ βιβλίο μὲ τίτλο Ἀγῶνας Θεογνωσίας, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μὲ τὸν σχολαστικισμό της ἐποχ?ς του. Ἔτσι, σκιαγραφῶντας τὴν πνευματικὴ μορφὴ τοῦ Γέροντος Σωφρονίου στὸ πρῶτο αὐτὸ μέρος τοῦ βιβλίου, χρησιμοποίησα κυρίως λόγους τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου καὶ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.

Στὸ δεύτερο μέρος τοῦ βιβλίου προσπάθησα νὰ περιγράψω ἐκεῖνα ποῦ ἔμαθα καὶ ἔζησα κοντὰ τοῦ κατὰ τὶς ἐπισκέψεις μου στὸ Μοναστήρι τοῦ Essex. Βέβαια, προηγουμένως περιγράφεται ὅλο τὸ κλίμα ποῦ ζοῦσα ἐκεῖνον τὸν καιρό, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ μεγάλες μου ἀναζητήσεις. Μόνον ἔτσι μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθῇ καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ποῦ μοῦ ἄνοιξε αὐτὸν τὸν θαυμάσιο καὶ μεγάλο θησαυρό. Πρόκειται πράγματι γιὰ μιὰ εὕρεση σὲ μιὰ ὀδυνηρὴ ἀναζήτηση. Καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλω νὰ κάνω μιὰ ξηρὴ περιγραφὴ καὶ παρουσίαση τῶν λόγων ποῦ κατὰ καιρούς μου ἔλεγε, θὰ προσπαθήσω νὰ τὰ βάλω μέσα στὸ ὅλο κλίμα ποῦ συναντοῦσα ἐκεῖ κατὰ τὶς ἐπισκέψεις μου. Ἄλλωστε, δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀπομονώση κανεὶς τὸν λόγο κάποιου ἁγίου ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ περιβάλλον στὸ ὁποῖο ζῆ, καὶ μάλιστα περιβάλλον ποῦ αὐτὸς δημιούργησε. Πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι πολλὰ ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Γέροντα ἀναφέρονται σὲ θέματα πνευματικῆς ζωῆς καὶ σὲ Πνευματικοὺς Πατέρες ποῦ καθοδηγοῦν Χριστιανούς. Ὠφελοῦν ὅμως ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Βέβαια, ἀναγνωρίζω ὅτι εἶναι μεγάλος πειρασμός το νὰ παρουσιάζη κανεὶς μιὰ μεγάλη μορφὴ σὲ ἀναφορὰ μὲ τὸ δικό του πρόσωπο καὶ τὴν δική του κατάσταση. Θὰ ἦταν καλὸ νὰ ἀποξενωθῇ τελείως ὁ ἑαυτός μας ἀπὸ τέτοιες περιγραφές. Ὁμολογῶ, ὅμως, ὅτι, ὅταν ξεκίνησε αὐτὸ τὸ ἔργο, δὲν ἤθελα νὰ κάνω μιὰ ἀπρόσωπη βιογραφία καὶ ἀνάλυση. Τέτοιες μεγάλες καὶ ζωντανὲς προσωπικότητες δὲν ἀναλύονται μὲ τὰ στοιχεῖα τοῦ ἱστοριογράφου. Ὁπότε, ἀναγκαστικὰ εἰσέρχονται καὶ προσωπικὰ στοιχεῖα, γιὰ τὰ ὁποῖα ζητῶ τὴν εὐμενῆ κρίση τῶν ἀναγνωστῶν καὶ τὴν κατανόησή τους.

Ἔτσι, λοιπόν, κατέληξε νὰ πάρη αὐτὴν τὴν μορφὴ τὸ βιβλίο αὐτό, ποῦ ἀναφέρεται στὸν Γέροντα Σωφρόνιο, κυρίως στὸ δεύτερο μέρος του. Ὅμως, ὁ ἀναγνώστης πρέπει νὰ τὸ μελετήση ἀφαιρετικά, δηλαδή, νὰ τὸ διαβάζη ἔχοντας στραμμένη τὴν προσοχή του μόνον στὴν μεγάλη μορφὴ τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, ἀγνοῶντας τὸ πρόσωπο μὲ τὸ ὁποῖο συνομιλοῦσε ἐκεῖνος.

Ἄλλωστε, αἰσθάνομαι ἔντονα –?καὶ τὸ γράφω αὐτὸ μὲ εἰλικρίνεια καὶ ἁπλότητα?– ὅτι αὐτὴ ἢ μεγάλη εὔνοια τοῦ Θεοῦ νὰ γνωρίζω τέτοιους ἀνθρώπους, ὅπως τὸν Γέροντα Σωφρόνιο, πιθανὸν νὰ ἐνεργήση κολαστικά. Πολὺ συχνὰ ζῶ ἔντονα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεός μου ἀποκάλυψε πολλὰ καὶ ἔδωσε πολλὲς δωρεές, γιὰ νὰ ἀνταποκριθῶ σὲ αὐτές. Μὲ ἀπασχολεῖ πολὺ τὸ χωρίο: «ἐκεῖνος δὲ ὁ δοῦλος, ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλὰς» (Λούκ. ἰβ΄, 47).

Ὅσοι ὠφεληθῆτε ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση αὐτοῦ τοῦ βιβλίου, παρακαλῶ, δοξάσετε τὸν Θεό, ἐπειδὴ ἀναδεικνύει καὶ στὶς ἡμέρες μας τέτοιες μεγάλες πατερικὲς φυσιογνωμίες, ἀλλὰ καὶ προσευχηθῆτε, ὥστε ἡ συνάντησή μου μὲ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο καὶ τὰ ὅσα ἐκεῖνος μοῦ ἀποκάλυψε, τοὐλάχιστον, νὰ μὲ βοηθήσουν ὡς τὸ τέλος τῆς ζωῆς μου, νὰ ἔχω «χριστιανὰ τέλη, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν την ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ».

Ἔγραφα στὴν Ναύπακτο την

11η Μαρτίου 2007, ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Σωφρονίου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

 

 

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

  • Προβολές: 3510