Skip to main content

Ἡ πρώτη ἐγκύκλιος τοῦ Μητροπολίτου Χριστοφόρου (+1958)

Στὰ ἀρχεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου διασώζεται ἀρχειακὸ ὑλικὸ (ἔγγραφα, ἐπιστολές, ἐγκύκλιοι, κείμενα κλπ.) ἀπὸ παλαιότερες ἐποχὲς καὶ ἀειμνήστους Μητροπολῖτες της Ναυπάκτου, ὄχι ὅμως στὴν ποσότητα καὶ τὸ βάθος χρόνου ποὺ θὰ ἔπρεπε στὴν μεγάλη ἱστορικὴ συνέχεια τῆς Μητροπόλεώς μας. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι πενιχρὰ σὲ σχέση μὲ τὴν ἱστορία της. Πέρα ἀπὸ τὰ διάφορα βιβλία γάμων καὶ διαζυγίων ποὺ φθάνουν μέχρι τὸν 19ο αἰῶνα, τὰ ἔγγραφα ποὺ ἀφοροῦν τὴν ὅλη ζωὴ τῆς Μητροπόλεως ἀρχίζουν κατὰ κύριο λόγο μετὰ τὸν πόλεμο (1945), ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Χριστοφόρο καὶ ἔπειτα.

Ἀπὸ τὸ ἀρχειακὸ αὐτὸ ὑλικὸ θὰ ἐπιλέγουμε κατὰ καιροὺς ὁρισμένα ἐνδιαφέροντα, κατὰ τὴν γνώμη μας, κείμενα, τὰ ὁποῖα θὰ δημοσιεύουμε γιὰ τοὺς ἀναγνῶστες τῆς Ε.Π. ποὺ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὰ ἀρχεῖα, τὴν ἱστορία –ἐκκλησιαστικὴ καὶ γενική– τὴν λαογραφία, τὰ πρόσωπα κλπ.

Η πρώτη εγκύκλιος του Μητροπολίτου Χριστοφόρου (+1958)

Ἀρχίζουμε τὶς δημοσιεύσεις αὐτὲς μὲ τὴν πρώτη ποιμαντορικὴ ἐγκύκλιο τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας κυροῦ Χριστοφόρου.

Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Χριστοφόρος (κατὰ κόσμον Γεώργιος Ἀλεξανδρόπουλος) ἐξελέγη Μητροπολίτης Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας στὶς 24 Ὀκτωβρίου 1945 καὶ ἐνθρονίσθηκε στὶς 18 Νοεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους. Γεννήθηκε στὸ Ἀγρίνιο (19--). Ἡ μητέρα του καταγόταν ἀπὸ τὸν Πλάτανο Ναυπακτίας. Στὸ Ἀγρίνιο τελείωσε τὴν μέση ἐκπαίδευση καὶ σπούδασε Θεολογία καὶ Φιλοσοφία στὴν Ἀθήνα. Ἐργάσθηκε στὴν Ἐκπαίδευση ὡς Καθηγητὴς στὸν Πλάτανο, τὸ Ἀγρίνιο, στὸ Ἱεροδιδασκαλεῖο Κορίνθου καὶ στὸ Μεσολόγγι. Ἐκάρη μοναχὸς τὸν Μάρτιο τοῦ 1942 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀμπελακιωτίσσης καὶ χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπὸ τὸν τότε Μητροπολίτη Ναυπακτίας Γερμανὸ (Γκούμα). Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε μετὰ ἀπὸ μία μέρα ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος ἐκτιμῶντας τὰ χαρίσματά του τὸν διόρισε Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. Τὸ 1945 ἐξελέγη καὶ ἐνθρονίσθηκε Μητροπολίτης Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας. Τὰ πρῶτα χρόνια τῆς Ἀρχιερατείας του συνέπεσαν μὲ τὰ σκληρὰ χρόνια τοῦ ἐμφυλίου πολέμου. Ὑπηρέτησε μὲ ζῆλο τὴν Ἐκκλησία καὶ ἄφησε μνήμη καλοῦ, ἀγαθοῦ καὶ ἐναρέτου Ἱεράρχου. Κοιμήθηκε στὶς 31 Μαρτίου 1958.

Ἡ πρώτη του ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος συνετάγη δύο μέρες μετὰ τὴν ἐνθρόνισή του. Ἀναφέρεται στὰ χριστιανικὰ καθήκοντα τοῦ λαοῦ καί, ὅπως ἦταν φυσικό, στὸ κακὸ τοῦ πολέμου, ἀλλὰ καὶ στὴν μεταπολεμικὴ σκληρότητα καὶ τὰ δεινὰ ποὺ κληροδότησε. Καλοῦσε δὲ τοὺς Χριστιανοὺς (τοὺς ἀπανταχοῦ Ναυπακτίους καὶ Εὐρυτάνες) σὲ ἐν ἀγάπῃ συνεργασία, σὲ «ἠθικὴ» ἀνάταση καὶ ἀνάσταση ἀπὸ τὴν καταστροφή.

Α.Κ.

Ναύπακτος τῇ 20ῃ Νοεμβρίου 1945

Χριστοφόρος ἐλέῳ Θεοῦ Μητροπολίτης τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας

Ἀναλαμβάνοντες ἤδη τὰ καθήκοντα τοῦ Μητροπολίτου Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας, τὰ ὁποῖα ἐνεπιστεύθη εἰς Ἡμᾶς ἡ χάρις τοῦ Παναγίου καὶ Τελεταρχικοῦ Πνεύματος, ἐκδηλωθεῖσα κανονικῶς διὰ παμψηφίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, προαγόμεθα ἐν φίλτρῳ πατρικῷ, ὅπως καταρχόμενοι διά της παρούσης ἐπικοινωνήσωμεν μεθ’ ὑμῶν καὶ ἐπικαλεσθῶμεν ἐφ’ ὑμᾶς τὴν εὐλογίαν τοῦ Κυρίου.

Οὕτω πόθῳ ἁγίῳ ταύτην τὴν πατρικὴν Ἡμῶν ἀναπέμποντες τῷ Ὑψίστῳ ὑπὲρ πάντων Ὑμῶν δέησιν, πρῶτον μὲν ὑπενθυμίζομεν τὸ ὑπὸ τῶν Ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας Κανόνων καὶ θεσμῶν ὑπαγορευόμενον καθῆκον, ὅπως κατὰ τὰς προσευχάς σας καὶ καθ’ ὅλας τὰς ἱερᾶς μυσταγωγίας καὶ τελετὰς μνημονεύητε τοῦ ὀνόματος Ἡμῶν, παρακαλοῦντες τὸν Θεόν, ἵνα διὰ τοῦ φωτισμοῦ Του, τοῦ ἁγιασμοῦ Του καὶ τῆς ἐνισχύσεώς Του, καταστήση Ἡμᾶς ἄξιον πνευματικὸν Σᾶς πατέρα, ἐν παντὶ καὶ πάντοτε δοξάζοντα, ψυχικὴ ἁγνότητι, λόγοις καὶ πράξεσιν τὴν Ἁγίαν Τοῦ Ἐκκλησίαν καὶ ἀνταποκρινόμενον εἰς τὰς χρηστὰς ἐλπίδας καὶ τὰς ἀναγκαίας χρείας πάντων ὑμῶν τῶν πνευματικῶν μου τέκνων.

Ἔπειτα προτρεπόμεθα καὶ παρακαλοῦμεν πάντας, ἵνα περιπατῆτε καὶ πολιτεύησθε ἐπαξίως τῆς διὰ τοῦ βαπτίσματος χριστιανικῆς ὑμῶν κλήσεως, ὡς τέκνα φωτός, ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ ἀρετὴ καὶ ταπεινοφροσύνη, καὶ σεμνότητι καὶ ἀγάπη καὶ μελετᾶτε μὲν τὰς Ἁγίας Γραφάς, τὰς μόνας δυναμένας σοφῖσαι ὑμᾶς εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, φοιτᾶτε δὲ ἀνελλιπῶς εἰς τοὺς Ἱεροὺς Ναούς, προσκαρτεροῦντες τὴ προσευχὴ καὶ ἁγιαζόμενοι διὰ τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων καὶ δὴ διὰ τῆς ἐγκαίρου καὶ τακτικῆς ἐξομολογήσεως εἰς τοὺς πνευματικοὺς ὑμῶν πατέρας, εἰλικρινῶς μετανοοῦντες καὶ ἀξίως κοινωνοῦντες τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, πρὸς τροφὴν τῆς ψυχῆς καὶ σωτηρίαν, ἔτι δὲ πλουτοῦντες εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν καὶ ἐπιλαμβανόμενοι ἀεὶ τῆς φιλαλληλίας καὶ τῆς διακονίας του πλησίον.

Γνωρίζομεν, ὅτι καὶ σεῖς, ὅπως καὶ ὅλος ὁ Ἑλληνικὸς Λαός, δοκιμάζεσθε ἐν θλίψεσιν ψυχικαῖς καὶ στερήσεσιν ὑλικαῖς καὶ ἄλλαις κακουχίαις πολλαῖς, τὰς ὁποίας κατέλιπεν ἡμῖν ὁ ἀπαίσιος πόλεμος καὶ ἡ ἀπάνθρωπος κατοχή. Οὕτως ἐπέτρεψεν ὁ Κύριος, ἵνα δοκιμασθῶμεν, καὶ τὸ θέλημα Αὐτοῦ σεβαστόν. Καί, κατὰ τὴν περίοδον τοῦ τρομεροῦ πολέμου καὶ τῆς φρικαλέας κατοχῆς, ἠδυνάμεθα μὲ ἀγῶνας καὶ ἀντιστάσεις καρτερικῶς νὰ ἀναμένωμεν κάποτε τὸ τέρμα τοῦ πολέμου, τοῦ ὁποίου σκοπός, ὡς ἐλέγετο, ἦτο ὁ καθορισμὸς μιᾶς νέας τοῦ Κόσμου ζωῆς, ζωῆς ἀπαλλαγμένης πλέον ὁριστικῶς ἀπὸ ἀδικίας, ἀπὸ πτωχείαν καὶ ἀπὸ φόβους. Ἂλλ’ ὅμως, ἐνῷ ὁ πόλεμος ἔληξε βεβαίως ἀπὸ πολλοῦ, τὰ δεινὰ ὅμως, ὡς ἀνεμένομεν, δὲν ἐσταμάτησαν. Ζῶμεν δυστυχῶς ἀκόμη ὑπὸ τὸ κράτος τῶν ἀδικιῶν, τῶν ἐκδικήσεων, τῶν διαιρέσεων, τῆς πτωχείας καὶ τοῦ φόβου, ζῶμεν ἐφιαλτικά. Καὶ ὁ λόγος εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστός: ὅτι μὲ τὸν πόλεμον τὸν ὑλικὸν ἐκερδήθη μόνον ἡ στρατιωτικὴ Νίκη, μὲ τὸν πόλεμον ὅμως τὸν πνευματικόν, ὁ ὁποῖος συνεχίζεται, δὲν ἐκερδήθη ἡ ἠθικὴ Νίκη. Ἡ Νίκη ἕως τώρα ὑπῆρξε μόνον στρατιωτική, διὰ νὰ εἶναι ὅμως πλήρης πρέπει νὰ γίνη καὶ ἠθική. Ἀκριβῶς δέ, ἐπειδὴ ἡ Νίκη τοῦ δικαίου καὶ τῆς ἀγάπης, τῆς συγγνώμης καὶ τῆς φιλαλληλίας, τοὐτέστιν ἡ ἠθικὴ Νίκη, δὲν ἐκερδήθη ἀκόμη, διὰ τοῦτο καὶ οἱ καπνοὶ τοῦ καταπαύσαντος ὑλικοῦ πολέμου δὲν διελύθησαν, τὰ δὲ Ἔθνη, καὶ αὐτὰ ἀκόμη ποὺ ἐνίκησαν στρατιωτικῶς, δὲν ἠδυνήθησαν ἀκόμη νὰ προσανατολισθοῦν μὲ τοὺς καινούργιους δρόμους ποὺ ἄνοιξαν τόσαι ἕως τώρα θυσίαι, μὲ τοὺς δρόμους τῶν ἠθικῶν καὶ πνευματικῶν τοῦ ἀνθρώπου κατακτήσεων, εἰς τοὺς ὁποίους καλεῖται καὶ πρέπει σήμερον νὰ βαδίση ὁ κόσμος. Τοὐναντίον μάλιστα βλέπομεν καθημερινῶς νὰ ἀνακύπτουν προβλήματα σοβαρὰ καὶ μεγάλα. Καὶ ὅμως εἶναι ἀνάγκη, διότι ἄλλως θὰ καταστραφῶμεν ὡς παράφρονες αὐτόχειρες, εἶναι ἀνάγκη ἀπὸ τὸ χάος καὶ τὰ ἐρείπια νὰ προέλθη καὶ μάλιστα συντόμως, ὁ νέος κόσμος, ὁ χωρὶς μῖσος, χωρὶς ἁμαρτίας, χωρὶς ἐγωϊσμόν, χωρὶς κακὰς ἕξεις καὶ ἀθεράπευτα πάθη κόσμος, ὁ νέος κόσμος, ὁ φωτιζόμενος καὶ ζωογονούμενος ἀπὸ τὴν ἀγάπην, ἡ ὁποία πάντοτε συγχωρεῖ, εὐσπλαγχνίζεται, δικαιώνει, βοηθεῖ καὶ οἰκοδομεῖ πύργον εὐτυχίας ποὺ ὑψώνει τὸν ἄνθρωπον μέχρι τοῦ Θρόνου τοῦ Θεοῦ.

Γνωρίζομεν τί ἐκληροδότησεν εἰς ἡμᾶς ὁ τελευταῖος τρομερὸς παγκόσμιος πόλεμος, καὶ ἡ ἀπαισία τῶν βανδάλων κατακτητῶν τῆς ἐνδόξου καὶ εὐγενοῦς Πατρίδος μας τυραννία, γνωρίζομεν τὴν δυστυχίαν, τὴν πεῖναν, τὰς καταστροφάς, τὰς λεηλασίας, τὰς δηώσεις, καὶ τὸν ἐκ πάντων τούτων ψυχικὸν κλονισμὸν ποὺ ὑπέστημεν, γνωρίζομεν τὴν θλιβερὰν θέσιν, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκονται σήμερον τὰ πνευματικά μας τέκνα, τὰ συνιστῶντα τὸν μεγαλόψυχον τῶν Ναυπακτίων καὶ Εὐρυτάνων Λαόν, γνωρίζομεν τὰ χαλάσματα καὶ τὰ ἐρείπια ποὺ εἶναι σωρευμένα εἰς πολλὰ μέρη τῆς Ναυπακτίας καὶ ἰδία της Εὐρυτανίας, γνωρίζομεν τί τεράστιον ἔργον συγγνώμης, συναδελφώσεως, ἐργασίας καὶ συνεργασίας πρὸς ἀνασυγκρότησιν καὶ πρόοδον, εὑρίσκεται ἐνώπιόν μας. Εἰς τὸ ἔργον αὐτό, Ἡμεῖς μὲν μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ θὰ προσφέρωμεν τὸν ἑαυτόν μας, ζητοῦμεν ὅμως καὶ τὴν συνδρομὴν ὅλων τῶν πνευματικῶν μας τέκνων πάσης ἡλικίας καὶ ἰδιότητος. Καλοῦμεν λοιπὸν εἰς συνεργασίαν ὅλους τοὺς Ναυπακτίους καὶ Εὐρυτάνας, ὅλους ἀνεξαιρέτως καὶ ἐν τῷ μέτρῳ τῶν δυνάμεών των ἰσοτίμως, ὅλους ἀκόμη καὶ τοὺς ἐν Ἀθήναις, μεθ’ ὤν ἐπεκοινώνησα ἤδη ἐπὶ χρησταῖς ἐλπίσι, καθὼς καὶ τοὺς ἐν τῇ λοιπῇ Ἑλλάδι καὶ τὴ Ἀμερικὴ καὶ ταῖς ἄλλαις ἠπείρους τῆς γῆς εὑρισκομένους, καλοῦμεν ὅλους ἡνωμένους, σὰν ἀδέλφια ἀγαπημένα τῆς ἰδίας πνευματικῆς οἰκογενείας, ὅλους μαζὶ σφιχταγκαλιασμένους, νὰ προχωρήσουν εἰς τὴν ἀνασυγκρότησιν καὶ εἰς τὴν κατάκτησιν τῶν πνευματικῶν καὶ ὑλικῶν ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ προσδιορίσουν τὴν νέαν, τὴν μεταπολεμικήν, ζωὴν τοῦ Κόσμου.

Ὅθεν πατρικῶς προτρεπόμεθα καὶ παρακαλοῦμεν ὅλα τὰ πνευματικά μας τέκνα, τὰ ἐγγὺς καὶ τὰ μακράν, διὰ τὸ γενικὸν τοῦ τόπου καὶ τὸ μερικὸν ἑκάστου καλόν, νὰ ἀγαπηθῆτε καὶ νὰ συνεργασθῆτε, οὕτω δέ, νὰ βοηθήσητε καὶ Ἡμᾶς τὸν πνευματικὸν Σᾶς πατέρα, οἵτινες ἕνα καὶ μόνον πόθον ἔχομεν, καὶ μὲ αὐτὸν καὶ μόνον ἐρχόμεθα πρὸς δόξαν Θεοῦ νὰ ἐργασθῶμεν, τὸν πόθον, ὅπως ἀξιωθῶμεν νὰ ἴδωμεν Ὑμᾶς τὰ πνευματικά μας τέκνα ἠγαπημένα, εὐχαριστημένα, εὐημεροῦντα, προκόπτοντα εἰς πᾶν ἀγαθὸν καὶ ἐν Κυρίῳ ὑψούμενα καὶ δοξαζόμενα.

Καὶ πιστεύομεν εἰς τοῦτο, διότι ἡ μυροβόλος ἀπὸ τὰς ἀρετὰς τῶν τέκνων της, ἀπὸ τὰς δάφνας τῆς δόξης τῶν ἠρωϊκὼν παιδιῶν της, ἀπὸ τοὺς λιβανωτοὺς τῶν Μονῶν, τῶν Προσκυνημάτων καὶ τῶν Ναῶν της, καὶ ἀπὸ τὴν σπιτικὴν ἁγνότητα τῶν οἰκογενειῶν τῆς Ναυπακτιακὴ καὶ Εὐρυτανικὴ Γῆ, παρ’ ὅλας τὰς ἐγκαταλείψεις, οὐδέποτε ἔπαυσε καὶ οὔτε θὰ παύση νὰ δίδη τὸ ἐκλεκτότερον ἀνθρώπινον ὑλικὸν εἰς τὴν Πατρίδα καὶ εἰς τὸν κόσμον, δὲν θὰ παύση νὰ κατοικῆται ἀπὸ τοὺς εὐγενεστάτους ἀγωνιστὰς τῆς ζωῆς, οἵτινες, ὅπως ἕως χθὲς ἐλάμπρυναν τὴν ἐθνικήν των ἱστορίαν καὶ ἐτίμησαν τὴν ἰδιαιτέραν των Πατρίδα καὶ παντοῦ ὅπου εὑρέθησαν ἐπρωτοστάτησαν εἰς πᾶν καλόν, οὕτω καὶ σήμερον θὰ μεγαλουργήσουν εἰς τὰ μεταπολεμικὰ ἔργα τῆς ἀνασυγκροτήσεως καὶ τῆς προόδου, εἰς τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς χαρᾶς, τοὐτέστιν εἰς τὰ καθαρῶς χριστιανικὰ ἔργα, μὲ τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ χαρακτηρίζεται πλέον ἡ νέα μας ζωή, συμφώνως ἄλλως τε καὶ πρὸς τὰς τεθείσας, ἔπειτα ἀπὸ τὰς ἐκ τοῦ πολέμου σκληρᾶς δοκιμασίας, βασικὰς εἰς τὴν ἀνθρωπότητα ἀρχάς, διὰ τῶν ὁποίων θὰ προέλθη καὶ θὰ ζήση ὁ καινούργιος καὶ σταθερὰ εὐτυχισμένος κόσμος.

Καὶ ἐνταῦθα τοῦ λόγου γενομένου καὶ περὶ τῶν ἐν τῇ Ἀμερικῇ καὶ τὴ ἄλλη ξένη εὑρισκομένων Ναυπακτιέων καὶ Εὐρυτάνων, τῶν ξενητευμένων αὐτῶν πνευματικῶν μας τέκνων, ἀπευθύνομεν πρὸς αὐτοὺς ἐγκάρδιον τὸν πατρικόν μας ἀσπασμὸν καὶ ὑπενθυμίζομεν εἰς αὐτοὺς τοὺς ὡραίους ἐθνικοὺς καὶ ἠθικοὺς τίτλους τιμῆς, μὲ τοὺς ὁποίους περιβάλλονται μακρὰν τῆς Πατρίδος τῶν ὑπάρχοντες, καὶ τοῦτο, ἵνα παρρησιασμένως πρὸς πάντας, παντοῦ καὶ πάντοτε, ἐμφανίζουν τὴν ἔνδοξον καὶ ἔντιμον Μητέρα των Ἑλλάδα, ἡ ὁποία μικρὰ μὲν καὶ πτωχή, ἀλλὰ μεγάλη εἰς ἀγῶνας καὶ πλουσία εἰς θυσίας καὶ τιμᾶς, ὅπως καὶ ἄλλοτε οὕτω καὶ τώρα κατὰ τὸν τελευταῖον πόλεμον ἐχάρισε τὴν Νίκην εἰς τοὺς ἐλευθερωτὰς τοῦ κόσμου, καὶ διερμηνεύουν τὸν πόνον τῆς εὐεργέτιδος καὶ μητροπόλεως τῶν Ἐθνῶν τῆς γῆς Πατρίδος των, ὅταν βλέπη ἀχαρίστους τινάς, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ στραγγαλίσουν τὸ δίκαιόν της καὶ νὰ ἀφήσουν μόνην καὶ ἀβοήθητον μὲ τὰς πληγάς, τῶν, καὶ παρ’ αὐτῶν ἀκόμη τῶν ἰδίων, ὑμνηθέντων κατορθωμάτων της. Παρακαλοῦμεν ἐπίσης τὰ εἰς τὴν Ἀμερικὴν καὶ ἀλλαχοῦ εὑρισκόμενα πνευματικά μας τέκνα, ὅπως μὴ λησμονοῦν ποτέ, καὶ πρὸ παντὸς σήμερον, τὰς εἰδικὰς ὑποχρεώσεις των καὶ πρὸς τὴν ἰδιαιτέραν των Πατρίδα, τὴν Ναύπακτον καὶ τὴν Εὐρυτανίαν, ὅπου οἱ γονεῖς των καὶ οἱ συμπολῖται των πεινοῦν καὶ γυμνητεύουν, ἄστεγοι δὲ καὶ ἐκ τῶν κακουχιῶν ἄρρωστοι ὑπάρχοντες, καὶ τῶν ὀρεινῶν μερῶν, καὶ δὴ τοῦ Καρπενησίου καὶ τῆς περιφερείας του, εἰς τὴν στάχτην καὶ τὰ χαλάσματα ποὺ ἄφησαν οἱ βάνδαλοι κατακτηταί, κατακείμενοι καὶ εἰς τὰ σκληρὰ τοῦ ψύχους καὶ τῶν χειμερινῶν κακοκαιριῶν κτυπήματα ἐκτεθειμένοι, θρηνοῦν τὴν συμφοράν των, στηρίζοντες τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας των μόνον εἰς τὴν ἀδελφικὴν συμπόνοιαν καὶ εἰς τὴν βοήθειαν, τὴν ταχεῖαν μάλιστα, διότι κατόπιν διὰ πολλοὺς ποὺ δὲν ἀντέχουν πλέον θὰ εἶναι ἀργά, βοήθειαν ποὺ περιμένουν ἀπὸ τοὺς ἰδικούς των.

Τὰ Γραφεῖα τῆς Μητροπόλεως, αἱ Μοναί, τὰ Ἐκκλησιαστικὰ Ἱδρύματα καὶ οἱ Ναοὶ πρέπει νὰ γίνουν, καὶ θὰ γίνουν, Κέντρα ἁγιασμοῦ τῶν ψυχῶν καὶ μιᾶς τοιαύτης συντονισμένης πνευματικῆς ἐργασίας καὶ κοινωφελοῦς δράσεως.

Καὶ καταλήγων παρακαλῶ ἀπὸ καρδίας μέσης τὸν Πανάγαθον καὶ Παντοδύναμον Θεόν, ὅπως μᾶς ἀξιώση νὰ ἴδωμεν περὶ ἡμᾶς ὅλους τοὺς Ναυπακτίους καὶ Εὐρυτάνας, ὅπως ὁ εὐτυχισμένος πατέρας τὰ παιδιά του, ὅλους μὲ ἀγάπην καὶ φιλάδελφον παλμὸν ἐργαζομένους καὶ συνεργαζομένους, οὐ μόνον διὰ τὸ ἑαυτῶν, ἀλλὰ καὶ διά το τοῦ ἑτέρου, τοῦ συμπολίτου του, ἕκαστος συμφέρον, ὅλους τοὺς περὶ τὸν πατέρα Σᾶς ἐργαζομένους καὶ μεθ’ ἡμῶν συνεργαζομένους χριστιανικά, διὰ νὰ δημιουργήσουν ὅλοι μαζὺ τὴν ζωὴν τῆς χαρᾶς, τῆς εὐημερίας καὶ τῆς προόδου, δηλαδὴ τὴν καινούργιαν, τὴν μεταπολεμικὴν Ναυπακτιακὴν καὶ Εὐρυτανικὴν ζωήν.

Εὐχόμεθα δὲ ἐκθύμως εἰς ὅλους τους ἐνταῦθα, ὡς καὶ ἀνὰ τὸ Πανελλήνιον καὶ τὸ ἐξωτερικὸν διαμένοντας εὐλογημένους Χριστιανούς μας, ὅπως ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν κατευθύνη πάντοτε τὰ διαβήματα Ὑμῶν εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν καὶ εὐλογῇ πάντας Ὑμᾶς καὶ τοὺς Ὑμετέρους Οἴκους καὶ τὰ θεοφιλῆ ἔργα Ὑμῶν.

Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετὰ πάντων Ὑμῶν. Ἀμήν.

Διάπυρος πρὸς Θεὸν εὐχέτης

Ὁ Μητροπολίτης Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας

Χριστοφόρος

  • Προβολές: 2577