Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἀπόστολος Φίλιππος, 14 Νοεμβρίου
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος ἀνῆκε στὸν χορὸ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδᾶ της Γαλιλαίας. Ἦταν, δηλαδή, συμπολίτης τῶν αὐταδέλφων Ἀποστόλων Ἀνδρέα καὶ Πέτρου. Ὅταν τὸν κάλεσε ὁ Χριστὸς στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα ὄχι μόνον ἀνταποκρίθηκε στὸ κάλεσμα, ἀλλὰ ἔσπευσε γεμᾶτος χαρὰ καὶ ἐνθουσιασμὸ νὰ ἀναγγείλη τὸ χαρμόσυνο γεγονὸς καὶ στὸν φίλο τοῦ Ναθαναήλ, λέγοντάς του ὅτι «εὑρήκαμεν Ἰησοῦν». Ὅταν ὁ Χριστὸς μιλοῦσε στοὺς μαθητές Του, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος Του, καὶ τοὺς ἔδινε τὶς τελευταῖες συμβουλὲς καὶ παρακαταθῆκες, ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος τοῦ ζήτησε νὰ τοὺς δείξη τὸν Θεὸν Πατέρα: «Κύριε δεῖξον ἡμῖν τὸν Πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν». Τότε ὁ Χριστὸς τὸν ἐρώτησε: «Τόσον χρόνον εἶμαι μαζί σας, καὶ δὲν μὲ ἐγνώρισες Φίλιππε;». Καὶ στὴν συνέχεια τοῦ εἶπε τοὺς ἀποκαλυπτικοὺς ἐκείνους λόγους: «Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει δὴ ἐμένα, ἔχει δὴ καὶ τὸν Πατέρα• καὶ πὼς ἐσὺ λέγεις, "δεῖξε μας τὸν Πατέρα"; Δὲν πιστεύεις ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατέρας εἶναι ἐν ἐμοί; Τὰ λόγια ποὺ σᾶς λέγω, δὲν τὰ λέγω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου ἀλλ’ ὁ Πατέρας ποὺ μένει ἐν ἐμοὶ αὐτὸς κάνει τὰ ἔργα. Πιστεύετέ με ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατέρας εἶναι ἐν ἐμοὶ• ἀλλοιὼς ἕνεκα αὐτῶν τῶν ἔργων πιστεύετέ με».
Τὸ ὄνομα τοῦ Ἀποστόλου Φιλίππου ἀναφέρεται στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις, ὅπως π.χ. στὸ περιστατικὸ μὲ τοὺς Ἕλληνες ποὺ ἀνέβηκαν γιὰ νὰ προκυνήσουν στὰ Ἱεροσόλυμα. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀξίζει, ἴσως, νὰ σημειωθῇ ὅτι, κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας, οἱ Ἕλληνες αὐτοὶ δὲν ἦσαν εἰδωλολάτρες. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἀνέβηκαν στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ προσκυνήσουν, ἀλλὰ δὲν ἦσαν καὶ περιτετμημένοι. Ἦσαν μονοθεϊστὲς καὶ τηροῦσαν κάποιες ἠθικὲς διατάξεις τοῦ ἰουδαϊκοῦ νόμου, οἱ ὁποῖες συμφωνοῦσαν μὲ τὸν ἔμφυτο φυσικὸ νόμο. Ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Μικρὰ Ἀσία καὶ εἶχε ὡς ἀκολούθους καὶ βοηθοὺς τὸν Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο καὶ τὴν κατὰ σάρκα ἀδελφή του Μαριάμνη. Ἐτελειώθη μὲ μαρτυρικὸ θάνατο στὴν Ἰεράπολη τῆς Συρίας. Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ καρφώθηκε πάνω σὲ ξύλο καὶ ἐνῷ προσευχόταν παρέδωκε τὴν ψυχή του στὰ χέρια τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα:
Ὁ Χριστός, ὅπως εἴδαμε πιὸ πάνω, ἐρώτησε τὸν Ἀπόστολο Φίλιππο: «Τόσον χρόνον εἶμαι μαζί σας, καὶ δὲν μὲ ἐγνώρισες Φίλιππε;». Εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναφερόταν στὴν ὑπαρξιακὴ καὶ ὀντολογικὴ γνώση, ἡ ὁποία εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἀπέκτησαν αὐτὴν τὴν γνώση τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Αὐτὸ συμβαίνει σὲ κάθε ἐποχὴ μὲ τοὺς ἀληθινοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τοὺς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι Τὸν γνωρίζουν, ὅταν βιώνουν τὴν προσωπική τους Πεντηκοστή, δηλαδή, ὅταν φθάνουν στὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Φυσικὰ αὐτὸ γίνεται ἀφοῦ καθαρθῇ ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὰ πάθη, μετὰ ἀπὸ ἐπίμονο καὶ ἐπίπονο ἀγῶνα καὶ φωτισθῇ ὁ νοῦς ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη γίνεται μὲ τὴν μετοχὴ στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν μακροχρόνια ἄσκηση, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖ μεγάλη ὑπομονὴ καὶ βαθειὰ ταπείνωση. Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἀσκητὴς λέγει ὅτι «γνῶσις ἀληθὴς ὑπάρχει ἡ τῶν θλιβερῶν ὑπομονὴ• καὶ τὸ μὴ αἰτιᾶσθαι τοὺς ἀνθρώπους ἐπὶ ταῖς ἑαυτοῦ συμφοραῖς». Δηλαδή, ἀληθινὴ γνώση εἶναι ἡ ὑπομονὴ στὰ θλιβερὰ γεγονότα τῆς ζωῆς καὶ τὸ νὰ μὴ θεωρῇ κανεὶς ὡς αἰτία γιὰ τὶς συμφορές του τοὺς συνανθρώπους του. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ πραγματικὰ νὰ γνωρίση τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ ὅποιος τὸν ἐγνώρισε, ὑπομένει τὶς δοκιμασίες καὶ τοὺς πειρασμοὺς τῆς ζωῆς ἀγόγγυστα καὶ μὲ δοξολογικὴ διάθεση. Βέβαια, ὑπάρχουν διάφοροι βαθμοὶ γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Ἡ τέλεια γνώση ταυτίζεται μὲ τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Τὰ θεμέλια γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ τίθενται μὲ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, ἡ ὁποία θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁ πρῶτος βαθμὸς θεωρίας.
Ὁ ὑπαρξιστὴς Σὰρτρ ὑποστήριζε ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ἡ κόλασή μας, ἐνῷ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας λένε ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι ἡ ζωή μας. «Εἶδες τὸν ἀδελφόν σου, εἶδες τὸν Θεόν σου». Ἀντίθετα, ἐμεῖς γινόμαστε πολλὲς φορές, μὲ τὴν συμπεριφορά μας, ἡ κόλαση τῶν ἄλλων. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ καὶ ἀγωνίζεται νὰ φθάση στὴν ἀληθινὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, προκειμένου νὰ ἐξακολουθῇ νὰ παραμένη στὴν σωστὴ προοπτική, δὲν θὰ πρέπη νὰ θεωρῇ τοὺς ἄλλους ὡς αἰτία τῶν συμφορῶν του, ἀλλὰ μόνον τὸν ἑαυτό του, μὲ τὰ λάθη, τὰ πάθη, τὶς ἀδυναμίες καὶ τὶς ἁμαρτίες του. Στὴν συνέχεια, ὅμως, ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἀσκητὴς θέτει καὶ τὰ κριτήρια τῆς ἀληθινῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν διακρίνουν ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ τὴν ψεύτικη γνώση. Καὶ αὐτὰ εἶναι ἡ πραότητα, ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἀγάπη. «Τοσοῦτον ἡ ἑκάστου γνῶσις ἀληθὴς τυγχάνει, ὅσον αὐτὴν πραότης καὶ ταπείνωσις καὶ ἀγάπη βεβαιοῦσιν». Ὅταν δὲν ὑπάρχουν τὰ παραπάνω χαρακτηριστικά, τότε κινεῖται κανεὶς στὰ ὅρια τῆς πλάνης καὶ ἡ γνώση του δὲν εἶναι ἀληθής.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ πρέπη, ἴσως, νὰ διευκρινισθῇ τὸ τί εἶναι ἡ πραότητα, ἐπειδὴ ὑπάρχει σὲ πολλοὺς ἡ ἐντύπωση ὅτι πρᾶος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν θυμώνει ποτέ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ συγχέεται πολλὲς φορὲς τὸ φυσικὸ χάρισμα τῆς ἠρεμίας, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἡ ἀποχαύνωση μὲ τὴν πραότητα. Στὴν πραγματικότητα, «ἡ πραότητα εἶναι μία ἀμετακίνητη κατάσταση τοῦ νοῦ, ποὺ παραμένει ἡ ἴδια καὶ στὶς τιμὲς καὶ στὶς περιφρονήσεις». (Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος). Ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὰ παραπάνω χαρακτηριστικά, ἤτοι ἀπὸ τὴν πραότητα, τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη, καθὼς καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι ὑπομένει ἀγόγγυστα καὶ μὲ δοξολογικὴ διάθεση τὰ λυπηρὰ γεγονότα τῆς ζωῆς καὶ θεωρεῖ ὡς αἰτία τῶν συμφορῶν του μόνον τὸν ἑαυτό του καὶ κανέναν ἄλλον.–
- Προβολές: 2874