Skip to main content

Ὁ Γέρων Ἀρσένιος

 Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ο Γέρων Αρσένιος

Ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κομπούγιας, Γέροντας τοῦ Ἡσυχαστηρίου Παναγίας Γοργοεπηκόου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας. Ἡ ἐξόδιος Ἀκολουθία τελέσθηκε μέσα σὲ κατανυκτικὴ ἀτμόσφαιρα, μὲ τὴν συμμετοχὴ πολλῶν Κληρικῶν, Μοναχῶν καὶ Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι γεύθηκαν τὴν ἀγάπη του καὶ τὴν πνευματική του καθοδήγηση.

Καὶ ἄλλη φορὰ ἔχω γράψει γιὰ τὸν μακαριστὸ Γέροντα. Ἐδῶ θὰ ἤθελα ὅμως νὰ καταγράψω μερικὲς ἀπὸ τὶς ἐντυπώσεις μου γιὰ τὸ πρόσωπό του.

***

Ἐπρόκειτο γιὰ ἕναν αἰωνόβιο σχεδὸν Γέροντα ποὺ ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία 90 ἐτῶν. Ἀπὸ μικρὸς ἔζησε μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας, ἀξιώθηκε νὰ καρῇ μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ Λογγοβάρδας ἀπὸ τὸν μακαριστὸ ἅγιο Γέροντα π. Φιλόθεο Ζερβάκο, τὸν ὁποῖον σεβόταν μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Μητροπολίτη Ἀλεξανδρουπόλεως κυρὸ Ἰωακείμ, τὴν 7η Ἰανουαρίου 1945 καὶ Πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Μητροπολίτη Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας κυρὸ Χριστοφόρο τὴν 10η Νοεμβρίου 1946. Ὑπηρέτησε ὡς Ἐφημέριος, Ἱεροκήρυκας, Πνευματικὸς σὲ Ἐνορίες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, μέχρι τὴν συνταξιοδότησή του, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν συνέχισε τὴν πνευματική του διακονία, ἀθόρυβα καὶ ἀποτελεσματικά.

***

Ὁ Γέροντας δὲν ἦταν ἕνας συνηθισμένος Κληρικός, ἀλλὰ διέθετε ἔκτακτα πνευματικὰ χαρίσματα. Εἶχε συνεργασθῇ καὶ γνωρισθῇ μὲ ὅλους τοὺς παραδοσιακοὺς Κληρικοὺς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ διατηροῦσε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του τὸ «πνεῦμα» τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Τρία, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἦταν τὰ χαρακτηριστικά του γνωρίσματα.

Τὸ πρῶτον ὅτι ἦταν ὑπερβολικὰ φιλακόλουθος, ταπεινὸς καὶ ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς. Τὰ πάντα τὰ ἀνέφερε στὸν Θεὸ διὰ τῆς προσευχῆς καὶ ζοῦσε μὲ μιὰ ἁπλότητα καὶ μεγάλη ἐμπιστοσύνη στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Συγχρόνως διακρινόταν γιὰ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν σεμνότητά του. Δὲν θεωροῦσε ὅτι ἔκανε κάτι σπουδαῖο. Ἀπέφευγε τοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων καὶ θεωροῦσε πραγματικὰ τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο τῆς τιμῆς τους.

Τὸ δεύτερο χάρισμα ποὺ τὸν διέκρινε ἦταν ἡ παραδοσιακότητά τοῦ, ἀφοῦ ὁ Γέρων Ἀρσένιος ἦταν φορεὺς τοῦ παραδοσιακοῦ ἡσυχαστικοῦ μοναχισμοῦ, αὐτοῦ ποὺ εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν Γέροντά του π. Φιλόθεο Ζερβάκο. Αἰσθανόταν ἀλλεργία μπροστὰ σὲ φαινόμενα ἀκτιβιστικοῦ μοναχισμοῦ. Αὐτὸ τὸ διακρίνει κανεὶς ἐὰν ἐπισκεφθῇ τὸ Ἡσυχαστήριο, τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος συνέστησε καὶ ἐκφράζει τὸ ἐσωτερικὸ φρόνημά του. Τὰ πάντα μυρίζουν Ὀρθόδοξη Παράδοση, εὐωδιάζουν ἀπὸ τὸ φιλοκαλικὸ πνεῦμα. Ὅταν συζητοῦσε, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες στιγμές, ἦταν πάντα ἐποικοδομητικός, ὁ λόγος του ἅλατι ἠρτυμένος καὶ ποτὲ δὲν γελοῦσε. Σὲ κάποιες στιγμὲς ἁπλῶς ὑπομειδιοῦσε. Αὐτὸ δὲν ἦταν ἐπιτήδευση οὔτε ἐγωϊσμός, ἀλλὰ ἐφαρμογὴ τῶν πατερικῶν λόγων νὰ ἀποφεύγη τὴν διάχυση τοῦ νοῦ. Ἔλεγε ὅτι ὁ Χριστὸς οὐδέποτε γέλασε. Ἦταν ὅμως χαριτωμένος μέσα στὴν «σοβαρότητά» του.

Τὸ τρίτο χάρισμα ἦταν τὸ ἐκκλησιαστικό του φρόνημα. Ἀγαποῦσε ὑπερβολικὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ἀντιμετώπιζε τὴν Ἐκκλησία ἰδεολογικὰ ἡ ἰδεατά, ἀλλὰ τὴν ἔβλεπε ὡς ἕνα συγκεκριμένο Σῶμα, τοῦ ὁποίου Κεφαλὴ εἶναι ὁ Χριστός, καὶ εἰς τύπον καὶ τόπον Αὐτοῦ ὁ Ἐπίσκοπος. Σεβόταν ὑπερβολικὰ τὸν ἑκάστοτε Μητροπολίτη Ναυπάκτου, ἀλλὰ καὶ γενικὰ τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας. Προσωπικὰ ἔχω λόγους νὰ γνωρίζω λεπτομέρειες αὐτοῦ τοῦ μεγάλου χαρίσματος τὸ ὁποῖο διέθετε. Ὁ λόγος τοῦ Ἐπισκόπου ἦταν γι' αὐτὸν νόμος. Ἐὰν διαισθανόταν τὴν ἐπιθυμία τοῦ Ἐπισκόπου, τὴν ἐφήρμοζε. Ζοῦσε τὸ «πνεῦμα» τῆς ὑπακοῆς.

***

Ὁ Γέρων Ἀρσένιος ἦταν πράγματι τὸ κόσμημα τῆς πόλεως Ναυπάκτου, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος εἶχε ἀφιερώσει τὸν ἑαυτό του ψυχή τε καὶ σώματι στὴν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ νέος Κληρικὸς θυσιάστηκε γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Περιόδευε ὅλα τὰ ἄγονα χωριά της Ναυπακτίας καὶ τῆς Εὐρυτανίας σὲ δύσκολους καιρούς, πεζοπορῶντας καὶ ἱππεύοντας, ἐξομολογοῦσε χιλιάδες Χριστιανούς, ὁμιλοῦσε μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ παρρησία, λειτουργοῦσε κατανυκτικὰ καὶ μεγαλόπρεπα, ἔκαμε κατήχηση σὲ χιλιάδες νέους κλπ. Τὰ τελευταῖα χρόνια παρέμενε μέρα καὶ νύκτα στὸ Ἡσυχαστήριό του, δεχόμενος πολὺ κόσμο καὶ ἀφιερώνοντας τὸν χρόνο του στὴν ἐξομολόγηση, τὴν καθοδήγηση τῶν Χριστιανῶν, τὴν συζήτηση μαζί τους ποὺ γινόταν μὲ ἁπλὸ καὶ εὐλογημένο τρόπο.

Τὸ Ἡσυχαστήριό του ἦταν μιὰ πνευματικὴ Σιλωάμ, μέσα στὴν ὁποία πολλοὶ ἄνθρωποι ἀναγεννήθηκαν, μὲ τὴν σοφὴ καθοδήγησή του. Τὰ πολλὰ πνευματικά του παιδιά τον σέβονταν καὶ τὸν ἀγαποῦσαν ἀπεριόριστα, ὡς Πνευματικὸ Πατέρα. Δύο ἀπὸ τὰ πνευματικά του παιδιὰ εἶναι Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καὶ Μεγαλουπόλεως κ. Ἰερεμίας καὶ ὁ Μητροπολίτης Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλίας κ. Πολύκαρπος. Ὅλα δὲ ἔχουν πολλὰ νὰ καταθέσουν γιὰ τὴν εὐλογημένη καὶ χαριτωμένη ζωὴ τοῦ Γέροντος Ἀρσενίου.

***

Τὸ τελευταῖο διάστημα τῆς ζωῆς του τὸ πέρασε στὸ κρεββάτι τῆς ἀσθενείας του, τὴν ὁποία ἀντιμετώπισε μὲ μεγάλη πίστη στὸν Θεό, μὲ ἀπέραντη ὑπομονή, μὲ συνεχῆ προσευχή, προετοιμαζόμενος γιὰ τὴν ἄλλη ζωὴ καὶ τὴν συνάντησή του μὲ τὸν Χριστό. Δὲν γόγγισε, οὔτε δυσανασχέτησε, δὲν ἐξέφρασε οὔτε ἕναν μορφασμὸ πόνου καὶ δυσαρέσκειας. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ἀντιμετώπισε τὴν ἀσθένειά του ἦταν ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ἔζησε. Δηλαδή, στὸ τέλος τῆς ζωῆς του φάνηκε ὅλο τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐσωτερικῆς του καταστάσεως. Πρὶν εἰσαχθῇ στὸ Νοσοκομεῖο μὲ ζήτησε ἐπισταμένως νὰ ἐξομολογηθῇ καὶ νὰ λάβη τὴν εὐχή μου. Στὴν συνέχεια ἦταν ἀπόλυτα ἤρεμος. Μιὰ ἀπὸ τὶς τελευταῖες φορὲς ποὺ τὸν ἐπισκέφθηκα μοῦ εἶπε: «Σεβασμιώτατε, ἦλθε ὁ καιρὸς νὰ φύγω». Τοῦ ἀπήντησα: «Γέροντα, ἐμεῖς θέλουμε νὰ ζήσετε, ἀλλὰ καὶ ἂν ἐπιτρέψη ὁ Θεὸς νὰ φύγετε, ποὺ θὰ πᾶτε; Θὰ πᾶτε στὸν Χριστὸ ποὺ τὸν ἀγαπᾶτε, τὴν Παναγία καὶ τοὺς Ἁγίους, δηλαδὴ στὴν οὐράνια Ἐκκλησία». Τὸ ἄκουσε μὲ πολλὴ ἠρεμία.

Οἱ μοναχὲς τὸν διακόνησαν ὡς ἄγγελοι, ἀλλὰ εἶχαν τὴν αἴσθηση ὅτι διακονοῦσαν ἕναν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, ἕναν ἄγγελο, ἕναν ἁγνὸ Κληρικό, ποὺ εἶχε ἀφιερώσει τὰ πάντα, σῶμα, ψυχή, καρδιά, διάνοια, αἰσθήσεις κλπ., στὸν Χριστό.

Ἡ κοίμηση τοῦ Γέροντος Ἀρσενίου ἦταν μιὰ χαρμολύπη. Λύπη γιατί ἔφυγε ἀπὸ κοντά μας ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, καὶ χαρὰ γιατί ἕνα μέλος τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, πορεύθηκε πρὸς τὸν οὐρανό, καὶ ἔχουμε ἕναν πρεσβευτὴ γιὰ νὰ προσεύχεται γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων ποὺ καὶ ἐκεῖνος γνωρίζει.

***

Ὁ Γέρων Ἀρσένιος ἦταν ἀπὸ τοὺς Κληρικοὺς ἐκείνους ποὺ ὁμοιάζουν μὲ τοὺς ἐνδοκρινεὶς ἀδένες στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμό, τοὺς ὁποίους δὲν βλέπουμε, δὲν αἰσθανόμαστε, ἀλλὰ αὐτοὶ ρυθμίζουν τὴν καλὴ λειτουργία τοῦ σώματός μας. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ταπεινοί, οἱ εὐλαβεῖς, οἱ σεμνοὶ καὶ προσευχόμενοι Κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες –καὶ ὄχι οἱ θορυβοῦντες καὶ φωνασκοῦντες– εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἐνδοκρινεὶς ἀδένες, ποὺ λειτουργοῦν σωστὰ καὶ ὠφελοῦν ὅλους μας.

Κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Γέροντος Ἀρσενίου ζητήσαμε τὶς εὐχές του καὶ τὶς προσευχές του, γιὰ νὰ μᾶς ἀξιώση ὁ Θεὸς νὰ ζοῦμε ὡς εὐλαβῆ καὶ ταπεινὰ μέλη μέσα στὴν Ἐκκλησία Του, ποὺ θὰ σεβόμαστε τὴν παράδοση καὶ τὴν ζωή της.

Πάτερ Ἀρσένιε, εὔχου γιὰ ὅλους μας, τὸν Ἐπίσκοπο, τοὺς Κληρικούς, τοὺς Μοναχούς, τὶς Μοναχὲς καὶ ὅλον τὸν λαό. Καλὴ ἀντάμωση.-

  • Προβολές: 3300