Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: «Ἐν ἀγαλλιάσει...» στὸν καιρὸ τῆς χρηματοπιστωτικῆς κρίσης
Πρωτοπρεσβύτερου π. Θωμᾶ Βαμβίνη
Τί σχέση ἔχει ἄραγε ἕνας Ἑσπερινὸς ἢ ἕνας Ὄρθρος μὲ τὴν μεγάλη χρηματοπιστωτικὴ κρίση, ποῦ γεννήθηκε μέσα στὰ πλαίσια τῆς παγκοσμιοποιημένης ἐλεύθερης ἀγορᾶς καὶ τῆς ἀσυδοσίας τοῦ ἰδιωτικοῦ κεφαλαίου;
Ἐκ πρώτης ὄψεως, καμμία. Εἶναι δυνατόν, ὅμως, νὰ συνδεθοῦν αὐτὰ τὰ ἀσύνδετα μεταξύ τους πράγματα μέσα στὸν νοῦ τοῦ πιστοῦ, ὁ ὁποῖος παρακολουθεῖ τὶς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας βομβαρδισμένος ἀπὸ τὴν οἰκονομικὴ εἰδησεογραφία τῶν ἡμερῶν. Συνδέονται ὄχι μόνο γιατί ἁπλῶς συνυπάρχουν οἱ εἰδήσεις μαζὶ μὲ τὰ νοήματα τῶν ὕμνων καὶ τῶν εὐχῶν μέσα στὸν ἴδιο νοῦ, ἀλλὰ γιατί μέσα στὶς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, στὴν κοινὴ λατρεία καὶ προσευχὴ τῶν μελῶν της, ἀνοίγονται οἱ ὁρίζοντες ἑνὸς κόσμου τελείως ἀνάστροφου ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς καθημερινῆς μας ἐμπειρίας. Ἑνὸς κόσμου ποῦ ζὴ στὴ γῆ καὶ διαχειρίζεται τὰ βιωτικὰ θέματα μὲ τὸ νοῦ ἀγκυροβολημένο στὸν οὐρανὸ κι ὄχι στὴν ἀξία τοῦ χρήματος, στὶς τιμὲς τῶν προϊόντων, στὸ κυνήγι τῆς «δανεικῆς εὐημερίας».
Ἡ ἀξία αὐτοῦ τοῦ ἀνάστροφου κόσμου τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας καὶ διδασκαλίας θὰ φανὴ καλύτερα, ἂν δοῦμε κατ’ ἀρχὴν σύντομα τὴν τραγικὴ πλευρὰ τῆς χρηματοπιστωτικῆς κρίσης καὶ κατόπιν ὁρισμένα νοήματα ἀπὸ δύο εὐχὲς ποῦ διαβάζονται ἀπὸ τὸν Ἱερέα, ἡ μιὰ στὸν Ὄρθρο καὶ ἡ ἄλλη στὸν Ἑσπερινό, μέσα ἀπὸ τὶς ὁποῖες φαίνονται ἀφ' ἑνὸς μὲν ὁ προσανατολισμὸς τοῦ φυσικοῦ –κατὰ τὴν Ἐκκλησία– ἀνθρώπου, ἀφ' ἑτέρου δὲ οἱ ἀδιέξοδοι ἀτραποὶ τῶν «πεποιθότων» στὰ χρήματα καὶ τὰ κτήματα.
Ἀπὸ τὴν εἰδησεογραφία τῶν τελευταίων ἡμερῶν πληροφορούμαστε, ὅτι «πέντε ἑκατομμύρια νοικοκυριὰ στὶς Η.Π.Α. ἔχασαν τοὺς τελευταίους 14 μῆνες τὰ σπίτια τους καὶ φιλοξενοῦνται σὲ σπίτια συγγενῶν ἢ φιλικῶν τους προσώπων, εἴτε ζοὺν σὲ τροχόσπιτα. Πολλοὶ κατέφυγαν σὲ ἱδρύματα γιὰ ἀπόρους... Τὰ ἄδεια σπίτια ἔχουν κατασχεθῇ ἀπὸ τὶς τράπεζες –οἱ ὁποῖες ἄλλες ἔκλεισαν, ἄλλες βρίσκονται στὰ πρόθυρα τῆς πτώχευσης– καὶ κανένας δὲν τὰ ἀγοράζει ἢ δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἀγοράση» (Τὸ Βῆμα, 5.10.2008). Κοντὰ στὰ ἑκατομμύρια τῶν ἀστέγων Ἀμερικανῶν πρέπει νὰ προστεθοῦν οἱ πολλὲς χιλιάδες Εὐρωπαίων, ὑπαλλήλων κυρίως σὲ τράπεζες καὶ μεγάλες ἐπιχειρήσεις, ποῦ ξαφνικὰ βρέθηκαν χωρὶς δουλειὰ καὶ μὲ τελείως ἀβέβαιο τὸ ἐργασιακό τους μέλλον.
Ὅλη αὐτὴ ἡ κατάσταση δὲν βλάπτει μόνο τὸ σῶμα τῶν ἀστέγων καὶ τῶν ἀνέργων, τραυματίζει κυρίως τὴν ψυχή τους. Μέσα στὶς σύγχρονες φιλελεύθερες κοινωνίες ὁ ψυχικὸς παράγοντας συνδέεται πολὺ στενὰ μὲ τὴν οἰκονομία, ἀφ' ἑνὸς μὲν γιατί «ἡ οἰκονομία κυριαρχεῖται ἀπὸ αὐτοεκπληρούμενες προσδοκίες», ἀφ' ἑτέρου δὲ γιατί ὁ εὔκολος πλουτισμός, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀκούσια φτώχεια σκληραίνουν τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν κάνουν εὔκολη στὸ μῖσος καὶ τὴν ἀδικία.
Ὅλοι οἱ ἀναλυτὲς τῶν οἰκονομικῶν θεμάτων δίνουν μεγάλη σημασία στὴν ψυχολογία τῶν ἐπενδυτῶν καὶ τῶν καταναλωτῶν. Ἡ «καλὴ ψυχολογία» τους ἔχει καλὰ ἀποτελέσματα στὴν οἰκονομία. Ὅμως, στὶς μέρες μας ζοῦμε τὴν «κακὴ ψυχολογία» τῶν ἐπενδυτῶν, ποῦ διέψευσε τὸ μοντέλο τῆς ἐλεύθερης –μᾶλλον ἀσύδοτης– ἀγορᾶς.
Πέρα ἀπὸ τὶς στενὰ οἰκονομικὲς συνέπειες τῆς κρίσης, πρώτιστο ἐνδιαφέρον, γιὰ τὴν ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν οἱ πνευματικὲς ἐπιπτώσεις. Ἡ ἀκούσια φτώχεια, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπερβολικὸ χρέος εἶναι βάρος δυσβάστακτο πάνω στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Χρειάζεται μεγάλη ψυχικὴ καὶ πνευματικὴ ὡριμότητα, γιὰ νὰ ἀντέξη κανεὶς αὐτὸ τὸ βάρος. Συνήθως μέσα σὲ τέτοιες καταστάσεις οἱ ἀνθρῶποι πνιγόμαστε ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση, ποῦ ὁδηγεῖ ὁρισμένους σὲ παράλογες, ἀκραῖες ἐνέργειες. Ὑπῆρχαν εἰδήσεις γιὰ αὐτοκτονίες, ἀκόμη καὶ γιὰ τὸν φόνο ἀπὸ κάποιον πατέρα ὅλης τῆς οἰκογένειάς του, ποῦ συμπληρώθηκε μὲ τὴν δική του αὐτοκτονία.
Μιλῶντας μὲ τὴν δική μας ἐκκλησιαστικὴ γλῶσσα λέμε ὅτι ὁ ξαφνικὰ ἄστεγος, ὁ φτωχὸς καὶ ὑπερχρεωμένος, γενικὰ ὁ πιεσμένος ἀπὸ τέτοιου εἴδους δυσχέρειες, ὅταν δὲν διαθέτη πνευματικὰ κεφάλαια στὴν ψυχή του, χάνει τὴν εἰρήνη του, σκοτίζεται ἡ καρδιά του, ἀγριεύει, παραθεωρεὶ τὴν δικαιοσύνη –δὲν ἐμπιστεύεται τὴν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη καὶ δὲν μπορεῖ νὰ βάλη στὸν νοῦ τοῦ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ– δὲν κατανοεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἢ δὲν τὸν ἑλκύουν, ζὴ βασανιστικὲς ἡμέρες, ὁ ὕπνος του εἶναι ταραγμένος καὶ τὸ ξύπνημά του γεμᾶτο στενοχώρια.
Αὐτὲς οἱ σκληρὲς ψυχικὲς καταστάσεις εἶναι μέσα στὴν ποιμαντικὴ μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποτελοῦν βασικὸ θέμα τῶν προσευχῶν της. Ὑπάρχει ἡ φιλανθρωπικὴ μέριμνα, ἡ ὑλικὴ βοήθεια, ἀλλὰ καὶ ἡ πνευματικὴ ἐνίσχυση. Κύρια μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς, ἡ κάθαρση καὶ ὁ φωτισμός της, ποῦ συνδέονται στενὰ μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν.
Ἡ εἰρήνη καὶ ἡ ἀγάπη τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν πολεμοῦνται ἀπὸ τὶς δυσχερεῖς περιστάσεις τοῦ βίου, γι’ αὐτὸ τὰ αἰτήματα τῶν προσευχῶν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀνάλογα. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν συχνὰ ἐπαναλαμβανόμενη προτροπὴ γιὰ δέηση «ὑπὲρ τοῦ ρυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καὶ ἀνάγκης», στὴν γ' εὐχὴ τοῦ Ὄρθρου ἀναγνωρίζοντας ὅτι «τὰ προστάγματα» τοῦ Θεοῦ εἶναι φώς, στὴν συνέχεια ζητοῦμε: «Δίδαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τὴν δικαιοσύνην σου, τὰς ἐντολάς σου καὶ τὰ δικαιώματά σου». Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ μᾶς διδάξη ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, μυστικὰ μέσα στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας, τὴν δικαιοσύνη Του, τὶς ἐντολές Του, τὰ δικαιώματά Του. Ἡ ἀνάγνωση καὶ ἡ ἀκοὴ τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀρκοῦν. Χρειάζεται «χάριτι» νὰ βεβαιώνεται ἡ καρδιά. Ἡ γνώση τοῦ μυαλοῦ, κυρίως ὅταν ἡ ψυχὴ εἶναι ταραγμένη, ὅταν ζὴ τὶς ἀδικίες τῶν ἀνθρώπων ἢ ὅταν σέρνεται ἀπὸ τὴν πλεονεξία στὸ εὔκολο κέρδος, δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβη «τὰ δικαιώματα» τοῦ Θεοῦ, τὰ ὁποῖα ὁ Θεὸς κρατᾶ κρυμμένα ἀπὸ τὸν ἰδιοτελῆ καὶ ἐμπαθῆ ἄνθρωπο, γιατί συνθλίβουν τὴν ψυχή του ἔχουν βάρος ποῦ δὲν μπορεῖ νὰ σηκώση.
Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία, στὴν ἴδια εὐχὴ συνεχίζει τὰ αἰτήματά της: «φώτισον τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν διανοιῶν ἡμῶν, μήποτε ὑπνώσωμεν ἐν ἁμαρτίαις εἰς θάνατον». Ὑπάρχει θανατηφόρος πνευματικὸς ὕπνος. Εἶναι ἡ ἀδράνεια τοῦ ἀνθρώπου, ποῦ κυριεύθηκε ἀπὸ τὴν ποικιλόμορφη ἁμαρτία. Χρειάζεται, λοιπόν, νὰ ἀνοίξουν τὰ μάτια τῆς διάνοιας, νὰ «φωτισθοῦν» ἀπὸ τὸ Φὼς τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ κινηθῇ πνευματικὰ ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό, ὅμως, δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ὅσο ἡ ψυχὴ εἶναι σκοτισμένη, πνιγμένη ἀπὸ ἐνοχὲς ἢ ἀπὸ δραστηριότητες καὶ στεναχώριες θανατηφόρες. Γι’ αὐτὸ στὴ συνέχεια ζητοῦμε νὰ «ἀπελάση» «πάντα ζόφον ἀπὸ τῶν καρδιῶν ἡμῶν». Ζητοῦμε ἀκόμη νὰ μᾶς χαρίση τὸν «Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης», τὸν Χριστό, καὶ νὰ κρατήση ἀνεπηρέαστη τὴν ζωή μας μὲ τὴν «σφραγῖδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Εἶναι σαφὴς ἡ ἀναφορὰ στὴν ἐνεργοποίηση τῆς χάριτος ποῦ λάβαμε μὲ τὰ μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος, μὲ τὰ ὁποῖα «ντυθήκαμε» τὸν Χριστὸ καὶ δεχθήκαμε τὴν σφραγῖδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ διατήρηση αὐτῆς τῆς χάριτος ἀπαιτεῖ νὰ πορευόμαστε «εἰς ὁδὸν εἰρήνης». Σ’ αὐτὴν τὴν ὁδὸ ζητοῦμε νὰ «κατευθύνη» ὁ Θεὸς «τὰ διαβήματά μας». Κατάληξη τῆς εὐχῆς εἶναι ἡ ἀγαλλίαση ποῦ προϋποθέτει ἡ προσευχή. «Δὸς ἡμῖν –προσευχόμαστε– τὸν ὄρθρον καὶ τὴν ἡμέραν ἐν ἀγαλλιάσει, ἵνα σοὶ τὰς ἑωθινὰς ἀναπέμπωμεν εὐχάς».
Ἡ πρωϊνὴ προσευχή –καὶ κάθε προσευχή– θέλει εἰρηνικὴ καρδιά, γεμάτη ἐλπίδα, χωρὶς ὀργὲς καὶ πικρίες. Ὅμως, δυστυχῶς, οἱ ἀφορμὲς τῶν ταραχῶν ὑπάρχουν. Τὸ θέμα εἶναι νὰ ἀφομοιώσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Νὰ ἀποκτήσουμε σχέση μὲ τὸ πρόσωπό Του. Γι’ αὐτὸ στὴν ζ' εὐχὴ τοῦ «Λυχνικοῦ», τὴν τελευταία εὐχὴ ποῦ διαβάζει ὁ Ἱερέας, καθὼς λέγεται ὁ προοιμιακὸς ψαλμὸς στὸν Ἑσπερινό, ζητοῦμε νὰ μᾶς δοθῇ ἡ ἔμπνευση καὶ ἡ δυνατότητα νὰ «μνημονεύουμε» κατὰ τὴν νύχτα τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν μελέτη τῶν ἐντολῶν Τοῦ νὰ καταυγάζουμε τὸν νοῦ μας, ὥστε νὰ σηκωθοῦμε «ἐν ἀγαλλιάσει» κι ὄχι μὲ ραθυμία καὶ βαρειὰ καρδιά, γιὰ νὰ δοξολογήσουμε τὴν ἀγαθότητά Του, «προσάγοντες» δεήσεις καὶ ἱκεσίες στὴν εὐσπλαχνία Του.
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἄνοιγμα γιὰ τὸν ἀνάστροφο κόσμο –τὸν κρυμμένο παράδεισο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ– στὸν ὁποῖο μᾶς εἰσάγει ἡ ὀρθόδοξη λατρεία, «ἐν παντὶ καιρῷ» καὶ στὸν καιρὸ τῆς ἀχαλίνωτης ἀνόδου τῶν Χρηματιστηρίων καὶ στὸν καιρὸ τῆς μεγάλης χρηματοπιστωτικῆς κρίσης.
- Προβολές: 3588