Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Προφῆτις Ἄννα Θυγάτηρ Φανουήλ, 3 Φεβρουαρίου
Πρωτοπρεσβυτἐρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ἡ προφῆτις Ἄννα ἦταν σημαντικὴ προσωπικότητα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἦταν θυγατέρα τοῦ Φανουὴλ ἀπὸ τὴν Φυλὴ Ἀσὴρ καὶ ἀξιώθηκε τῆς ὑψίστης τιμῆς νὰ δὴ τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸ Δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, σεσαρκωμένο. Οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔβλεπαν τὸν Θεὸ Λόγο ἄσαρκο, ἀφοῦ ὅλες οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Θεοῦ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη εἶναι ἐμφανίσεις τοῦ ἀσάρκου Λόγου, προφήτευσαν τὴν ἐνανθρώπησή Του καὶ τὸν ἀνέμεναν.
Ἡ προφῆτις Ἄννα ἀξιώθηκε νὰ δὴ τὸν Χριστὸ ὅταν τὸν ἔφερε ἡ Παναγία μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσὴφ στὸν Ναό, σαράντα ἡμερῶν βρέφος, σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὅταν δὲ ὁ δίκαιος Συμεὼν δέχθηκε στὴν ἀγκάλη του τὸν Χριστό, ὅπως τὸν εἶχε πληροφορήσει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅτι δηλαδὴ δὲν θὰ ἀποθάνη πρὶν νὰ δὴ τὸν Χριστό, καὶ εἶπε τὸ «νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σοῦ ἐν εἰρήνῃ...», τότε ἡ προφῆτις Ἄννα ἄρχισε νὰ ὑμνῇ καὶ νὰ δοξολογῇ τὸν Θεὸ μὲ δυνατὴ φωνὴ καὶ μιλοῦσε γιὰ τὸ «παιδὶ» σὲ ὅλους, ὅσοι ἀνέμεναν λύτρωση στὴν Ἱερουσαλήμ. Ὅπως λέγει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, ἡ προφῆτις Ἄννα, γεμάτη κατάνυξη καὶ πνευματικὴ ἀγαλλίαση, ὑμνοῦσε τὸν Χριστὸ καὶ ἀναφερόταν στὰ γεγονότα ποὺ θὰ συμβοῦν στὴν ζωή Του, ἐμεγάλυνε δὲ καὶ τὴν Θεοτόκο. «Ἱερῶς ἀνθωμολογεῖτο, Ἄννα ὑποφητεύουσα ἡ σώφρων καὶ ὁσία καὶ πρεσβυρὰ τῷ Δεσπότη ἐν τῷ ναῷ διαρρήδην, τὴν Θεοτόκον δὲ ἀνακηρύττουσα, πᾶσι τοῖς παροῦσιν ἐμεγάλυνεν».
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σχολιάζοντας τὸν παραπάνω ὕμνο λέγει, μεταξὺ τῶν ἄλλων, καὶ τὰ ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτα:
1. Ὅτι «αὐτὴ ἡ Ἄννα, ἡ θυγατέρα τοῦ Φανουήλ, γεμάτη ἀγαλλίαση προσευχόταν καὶ ὑμνοῦσε τὸν Θεὸ δυνατὰ καὶ τὴν ἄκουγαν οἱ παρόντες σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν Ἄννα τὴν μητέρα τοῦ προφήτου Σαμουήλ, ἡ ὁποία προσευχόταν μὲ σιωπή».
Εἶναι ἀποδεκτὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ δύο αὐτὰ εἴδη προσευχῆς. Δηλαδή, ὅταν προσευχόμαστε κατ’ ἰδίαν ἔχουμε τὴν δυνατότητα νὰ προσευχόμαστε σιωπηλά, ἤτοι μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας. Ἐνῷ στὶς λατρευτικὲς Συνάξεις, ἤτοι στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες καὶ στὴν θεία Λειτουργία, οἱ ὕμνοι καὶ οἱ προσευχές, ψάλλονται καὶ ἀναγινώσκονται δυνατὰ καὶ εἰς εὐήκοον πάντων, οὕτως ὥστε νὰ συμμετέχουν ὅλοι οἱ παρόντες.
2. Ὅτι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τὸ προφητεύω καὶ ἄλλο τὸ ὑποφητεύω. Προφητεύω σημαίνει ὅτι ἀναφέρομαι σὲ γεγονότα τὰ ὁποῖα θὰ συμβοῦν στὸ μέλλον, μετὰ ἀπὸ μεγάλο χρονικὸ διάστημα, ἐνῷ ὑποφητεύω θὰ πῇ ὅτι κάνω λόγο γιὰ γεγονότα περασμένα ἡ παρόντα ἡ γιὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα θὰ συμβοῦν μετὰ ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα.
Ἡ προφῆτις Ἄννα ὅταν ἀξιώθηκε νὰ δὴ τὸ «σωτήριον τοῦ Θεοῦ» ἦταν ὀγδόντα τεσσάρων ἐτῶν. Παντρεύτηκε στὴν νεανική της ἡλικία, ἀλλὰ ἔζησε μὲ τὸν ἄνδρα της μόνον ἑπτὰ χρόνια καὶ μετὰ ἔμεινε χήρα. Ὅλα τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς της, μέχρι τὰ βαθειά της γεράματα, τὰ ἀφιέρωσε στὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ περνοῦσε τὸν χρόνο τῆς ζωῆς της στὸν ναὸ μὲ προσευχὲς καὶ νηστεῖες «λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν».
Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία τῆς προφήτιδος Ἄννης μας δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα.
Ἡ ὁποιαδήποτε διακονία στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ γενικότερα στὴν Ἐκκλησία ὅταν γίνεται ἐλεύθερα καὶ πρὸ παντὸς μὲ ἀγάπη καὶ μεράκι ἀποτελεῖ πηγὴ ἔμπνευσης, εὐλογίας καὶ πνευματικῆς ἀγαλλίασης. Ἐπειδή, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν αἰσθάνεται καταπιεσμένος, ἀλλὰ ὅ,τι κάνει τὸ κάνει πρὸς δόξαν Θεοῦ, μόνον καὶ μόνον γιατί τὸ θέλει καὶ τὸ ἀγαπᾶ, δηλαδὴ τὸ πράττει μὲ τὴν καρδιά του, μὲ εὐχάριστη διάθεση χωρὶς δυσανασχέτηση καὶ γογγυσμό, τότε ἑλκύει την Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία κατέρχεται στὴν καρδιά του καὶ τοῦ προξενεῖ γλυκύτητα, χαρά, εἰρήνη καὶ πνευματικὴ ἀγαλλίαση. Ἰδιαίτερα, ὅταν ἔχη συνηθίσει νὰ προσεύχεται κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὅποιας διακονίας του, τότε ὁ χρόνος τῆς ζωῆς του ἁγιάζεται καὶ ὁ ἴδιος αἰσθάνεται ἐσωτερικὴ πληρότητα καὶ πνευματικὴ χαρά. Μὲ τὴν εὐχάριστη ἐσωτερικὴ διάθεση, καὶ τὸ ὑποχρεωτικὸ γίνεται προαιρετικό. Ὅταν κανεὶς θεωρῇ τὴν διακονία του μέσα στὴν Ἐκκλησία ὡς ἔργο εὐλογημένο καὶ ὄχι ὡς καταναγκαστικὸ ἔργο, τότε ὁ λογισμός του παραμένει καθαρὸς καὶ ἡ ψυχή του γεμάτη εἰρήνη. Ἄλλωστε, εἶναι παρατηρημένο ὅτι ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἀγάπη, τόσο λιγότερη εἶναι ἡ κούραση ποὺ αἰσθάνεται κανεὶς καὶ τόσο μεγαλύτερη ἡ ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ ἡ χαρά.
Ἡ προφῆτις Ἄννα ἐξακολουθοῦσε νὰ διακονῇ στὸν Ναὸ μέχρι τὰ βαθειά της γεράματα, χωρὶς νὰ λογαριάζη κόπους καὶ κούραση, ἐπειδὴ ἀγαποῦσε πολὺ τὸν Θεό. Ἀποτέλεσμα δὲ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ἡ ἐσωτερικὴ πληρότητα καὶ ἡ νοηματοδότηση τῆς ζωῆς. Αὐτὸ θὰ πρέπη νὰ παραδειγματίση ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μὲ τὸ παραμικρὸ κουραζόμαστε, δυσανασχετοῦμε, αἰσθανόμαστε καταπίεση καὶ βασανιζόμαστε ἀπὸ λογισμοὺς φυγῆς καὶ ἐγκατάλειψης τῆς προσπάθειας καὶ τοῦ ἀγῶνα. Δὲν γνωρίζουμε, δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι πὼς νὰ ἀξιοποιοῦμε τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας καὶ τὸν σπαταλοῦμε ἄσκοπα, λὲς καὶ θὰ μπορούσαμε νὰ τὸν ξαναβροῦμε. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι λίγος καὶ μετρημένος καὶ πρέπει νὰ τὸν ἀξιοποιοῦμε μὲ ἔργα ἀγάπης καὶ θυσιαστικῆς διακονίας καὶ μὲ προσευχή. Ὁ Μ. Βασίλειος μᾶς λέγει ὅτι ἐὰν χάσουμε χρήματα μποροῦμε νὰ βροῦμε ἄλλα, ἐνῷ «χρόνον ἐὰν ἀπωλέσωμεν, ἄλλον εὑρεῖν οὐ δυνάμεθα» καὶ ὅτι «προσευχῆς καιρὸς ἔστω ἅπας ὁ βίος».
Εἶναι πράγματι εὐχάριστο τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπάρχουν καὶ στὶς μέρες μας ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι παρὰ τὸ προχωρημένο της ἡλικία τους διαθέτουν νεανικὸ ζῆλο καὶ ἀξιοποιοῦν τὸν ἐλεύθερο χρόνο τους κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο, μὲ τὸ νὰ θέτουν ἐθελούσια τὸν ἑαυτό τους στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ «πλησίον». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ χαριτώνονται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀποτελοῦν γιὰ τὸ περιβάλλον ποὺ ζοῦν, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ τοὺς συναναστρέφονται, ὄαση πνευματικὴ στὴν ἔρημο τῆς σημερινῆς ἄφιλης κοινωνίας καὶ πηγὴ ἔμπνευσης, χαρᾶς καὶ εὐλογίας.
- Προβολές: 3212