Ναυπάκτου Ἱερόθεος: «Τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον»
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Ἱερὸς Μητροπολιτικὸς Ναὸς Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Πατρῶν (24-3-2009)
Κατὰ τὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στὸν ὁμώνυμο Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Πατρῶν, χοροστάτησε καὶ ἐκήρυξε τὸν θεῖο λόγο ὁ Μητροπολίτης μας κ. Ἰερόθεος, κατόπιν εὐγενοῦς προσκλήσεως τοῦ οἰκείου Ποιμενάρχου κ. Χρυσοστόμου.
Ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἰερόθεος, εὐχαρίστησε τὸν Μητροπολίτη κ. Χρυστόστομο γιὰ τὴν πρόσκληση καὶ τὸν συνεχάρη γιὰ τὴν ποιμαντικὴ διακονία τοῦ στὴν Μητρόπολή του καὶ τὸ ἄοκνο ἔργο τοῦ, ὅπως φαίνεται στὸ πρόγραμμα ποῦ καθορίζει καὶ ἐπιτελεῖ, καὶ τοῦ εὐχήθηκε δύναμη στὸ ἔργο του. Στὴν συνέχεια τῆς ὁμιλίας του ἀναφέρθηκε στὴν μεγάλη ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.
Βασικὰ σχολίασε μὲ σύντομο τρόπο τὸ χωρίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον». Αὐτὸ τὸ ἀντιμετώπισε μέσα ἀπὸ δύο συγκεκριμένα σημεῖα.
Τὸ πρῶτον ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ μοναδικὸ νέο πρόσωπο στὴν ἱστορία μετὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου. Δηλαδή, ὁ Θεὸς δημιούργησε τὰ νοερὰ πνεύματα, τοὺς ἀγγέλους, ἔπειτα τὸν αἰσθητὸ κόσμο καὶ τέλος τὸν ἄνθρωπο ποῦ εἶναι ἡ περίληψη ὅλης τῆς δημιουργίας. Ἀπὸ τότε ὅλα ἐπαναλαμβάνονται, δὲν ὑπάρχει τίποτε καινούριο. «Τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ἀφοῦ ἡ θεία φύση ἑνώθηκε μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ὑπόσταση εἶναι ὁ Λόγος, τὸ Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Τὸ δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι καὶ ὁ τρόπος τῆς συλλήψεως τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ νέον μέσα στὴν ἀνθρωπότητα. Μετὰ τὴν πτώση τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας ἡ σύλληψη καὶ ἡ γέννηση κάθε ἀνθρώπου συνδέεται μὲ τὴν ἡδονὴ καὶ τὴν ὀδύνη. Κάθε γυναῖκα συλλαμβάνει μὲ ἡδονὴ καὶ γεννᾶ μὲ ὠδίνες καὶ ὀδύνη, ποῦ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως.
Ὅμως, ἡ σύλληψη καὶ ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ὑπερέβη αὐτὴν τὴν σχέση ἡδονῆς καὶ ὀδύνης. Ἡ Παναγία συνέλαβε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου ἄνευ σπορᾶς καὶ ἑπομένως χωρὶς ἡδονή, κυοφόρησε ἀκόπως καὶ ἐγέννησε τὸν Χριστὸ χωρὶς ὠδίνες καὶ ὀδύνη. Βέβαια, ἀργότερα δίπλα στὸν Σταυρὸ δοκίμασε καὶ αὐτὴ τὴν ὀδύνη, ἐπειδὴ δὲν τὴν δοκίμασε στὴν γέννηση. Πάντως, ἡ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Χριστοῦ χωρὶς ἡδονὴ καὶ ὀδύνη εἶναι τὸ νέον ποῦ παρουσιάσθηκε στὴν ἀνθρωπότητα.
Αὐτὸ τὸ νέο μὲ τὶς δύο συγκεκριμένες ἐκφράσεις του μπορεῖ, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, νὰ τὸ ζήση καὶ ὁ ἄνθρωπος ποῦ συνδέεται μὲ τὸν Χριστό. Ὁ Χριστὸς εἶναι Θεάνθρωπος, οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴν δύναμή Του μπορεῖ νὰ γίνουν θεούμενοι, νὰ φθάσουν στὴν θέωση, ὅπως τὸ βλέπουμε στὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων. Ὁ Χριστὸς συνελήφθη χωρὶς νὰ προκαλέση ἡδονὴ καὶ ὀδύνη στὴν Παναγία καὶ οἱ Χριστιανοὶ μποροῦν νὰ ὑπερβοῦν, μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν δική τους ἐλεύθερη συνέργεια, τοὺς πειρασμοὺς τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς ὀδύνης.
Ἐὰν παρατηρήσουμε τὴν σύγχρονη κοινωνία θὰ διαπιστώσουμε ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ζοὺν κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία δύο μεγάλων θηρίων, δηλαδὴ τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς ὀδύνης. Μὲ τὴν ἡδονὴ ἐννοεῖται ἡ εὐδαιμονία, τὴν ὁποῖα ἀπολαμβάνει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καὶ ὅλος ὁ ἡδονιστικὸς τρόπος ζωῆς, καὶ μὲ τὴν ὀδύνη ἐννοεῖται ὁ πόνος, οἱ ἀσθένειες, ὁ θάνατος, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑποφέρει.
Κάποιος ἐπιστήμονας γράφει ὅτι ἡ ψυχανάλυση ἦταν καρπὸς τῆς Δύσεως στὴν προσπάθειά της νὰ κατανοήση πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ βιώνη τὴν ἡδονή, τὴν εὐδαιμονία καὶ τὴν εὐχαρίστηση, καὶ συγχρόνως νὰ πονάη καὶ νὰ ὑποφέρη στὴν ζωή του. Τὴν ὁλοκληρωμένη ἀπάντηση σὲ αὐτὸ τὸ θέμα δίδει ἡ πατερικὴ σοφία.
Ὁ ἄνθρωπος ὅταν δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ δὲν εἶχε ἡδονὴ καὶ ὀδύνη, ὅπως ἀναλύει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἀλλὰ αὐτὲς ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως. Ἔκτοτε ὑπάρχει μιὰ σχέση μεταξὺ ἡδονῆς καὶ ὀδύνης. Κάθε ἡδονὴ προκαλεῖ ὀδύνη καὶ ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ ξεπεράση τὴν ὀδύνη μὲ νέα ἡδονὴ προκαλεῖ νέα ὀδύνη καὶ ἔτσι γίνεται ἕνας φαῦλος κύκλος.
Ἕνα παράδειγμα ἀπὸ τὴν φορὰ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὶς ἐξαρτησιογόνες οὐσίες – ναρκωτικά. Ὁ νέος αἰσθάνεται πόνο ἀπὸ τὴν κατάσταση ποῦ ἀντιμετωπίζει στὸ περιβάλλον του, προσπαθεῖ νὰ τὸν ὑπερβῇ μὲ τὴν ἡδονὴ ποῦ φέρουν προσωρινὰ οἱ ἐξαρτησιογόνες οὐσίες, ἀλλὰ αὐτὸ ὅμως προκαλεῖ νέα ὀδύνη, γι' αὐτὸ ζὴ τὴν τραγωδία στὴν ζωή του καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ξεπεράση τὸν φαῦλο κύκλο ἡδονῆς-ὀδύνης.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὑποδεικνύουν τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον μποροῦμε νὰ ὑπερβοῦμε τὴν δυαδικὴ σχέση μεταξὺ ἡδονῆς καὶ ὀδύνης. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς διδάσκει ὅτι δύο πειρασμοὺς ἀντιμετωπίζει ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἕνας εἶναι ἐνήδονος καὶ ἑκούσιος, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος τὸν προκαλεῖ, καὶ ὁ ἄλλος εἶναι ἐπώδυνος καὶ ἀκούσιος, ἀφοῦ κανένας δὲν θέλει τὶς ἀρρώστιες, τὸν πόνο καὶ τὸν θάνατο. Πρέπει νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ τὸν ἐνήδονο πειρασμὸ καὶ νὰ ἀπευχόμεθα τὸν ἐπώδυνο, ἀλλὰ ὅταν ἔρχεται νὰ τὸν δεχόμαστε μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, γιατί ἔτσι θεραπεύεται ἡ ἑκούσια ἡδονή. Ἔτσι ἡ ἑκούσια ἀποδοχὴ μὲ πίστη τῆς ἀκούσιας ὀδύνης θεραπεύει τὴν ἑκούσια ἡδονή.
Ἑπομένως, ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου μᾶς φανερώνει τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἔναρξη τῆς θείας Οἰκονομίας, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον». Μετὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπάρχει τίποτε νέο, ὅλα εἶναι παλαιά. Ὅσοι θέλουν νὰ γίνουν νέοι, πρέπει νὰ συνδεθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ ποῦ «νεοποιεῖ τοὺς γηγενεῖς», γιατί ἔτσι ἀναγεννῶνται, ἀπαλλάσσονται ἀπὸ τὸν φαῦλο κύκλο ἡδονῆς-ὀδύνης καὶ γίνονται θεούμενοι.
Ὁ Σεβασμιώτατος ἔκλεισε τὴν ὁμιλία του μὲ τὴν προτροπὴ νὰ παρακαλέσουμε θερμὰ τὴν Παναγία νὰ μᾶς δώση αὐτὴν τὴν εὐλογία.–
- Προβολές: 2726