Ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸν Ἱεροκύρηκα τῆς Ναυπάκτου: Γιὰ τὸν π. Χαράλαμπο Δέδε
Μητροπολίτου Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως κ. Ἰερεμία (Φούντα)
Δημοσιεύουμε, ὅπως ὑποσχεθήκαμε, ἀποσπάσματα τῆς γλαφυρῆς ὁμιλίας τοῦ Ναυπακτίου Σεβασμιωτάτου κ. Ἰερεμίου κατὰ τὴν ἐπετειακὴ ἐκδήλωση πρὸς τιμὴν τοῦ ἀειμνήστου Ἱεροκήρυκος Χαραλάμπους Δέδε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βομβοκοῦς τὴν 5-9-2009 (βλ. τεῦχος 158).
Τὰ ἀποσπάσματα αὐτὰ ἔχουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καὶ γιὰ τὸν λόγο ὅτι δίνουν πολλὰ στοιχεῖα γιὰ τὴν κοινωνικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ζωή της Ναυπάκτου τὴν ἐποχὴ ἐκείνη.
***
Παιδικὲς ἀναμνήσεις
1. Πήγαινα στὴν Τρίτη ἡ Τετάρτη τάξη τοῦ Α Δημοτικου Σχολείου. Πρέπει νὰ ἦταν τὸ ἔτος 1952 ἡ 1953. Ἦταν παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ ἦρθε, θυμᾶμαι, στὸ Σχολεῖο μας ἕνας Ἱερέας μὲ μεγάλη γενειάδα γιὰ νὰ μᾶς μιλήση. Τὸν βλέπαμε γιὰ πρώτη φορά. Ἦταν ὁ νέος Ἱεροκήρυκας τῆς πόλης μας, ὁ πατὴρ Χαράλαμπος. Δὲν θυμᾶμαι τί μᾶς εἶπε. Ἀκόμη ὅμως τώρα θυμᾶμαι τὴν ἐντυπωσιακὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ δημιουργήθηκε στὸ Σχολεῖο μας μὲ τὴν παρουσία τοῦ Παπούλη αὐτοῦ. Νομίζω ὅτι κάτι μας ἐδωσε, κάποιο ἔντυπο μᾶς μοίρασε. Μετὰ τὴν ὁμιλία τοῦ νέου μας ἱεροκήρυκα φύγαμε, δὲν κάναμε ἄλλο μάθημα. Μιὰ χαρὰ νοιώσαμε τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅλα τὰ παιδιὰ τοῦ Σχολείου καὶ ἦταν ἡ χαρὰ αὐτὴ διαφορετικὴ ἀπὸ τὶς ἄλλες. Νοιώσαμε σὰν νὰ ἦρθε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς στὸ Σχολεῖο μας.
Τὰ λέγω αὐτὰ τὰ λόγια κρίνοντας ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, γιατί ἐγὼ εἶχα πάθει ἤδη μέσα μου τὴν ἕλξη πρὸς τὰ θεῖα, ἀφοῦ ἡ μακαριστὴ Μητέρα μου μὲ εἶχε πάει ἀπὸ πολὺ ἀκόμη μικρότερη ἡλικία στὸν Ἅγιο Δημήτριο, γιὰ νὰ ἐξομολογηθῶ στὸν πολυθρύλητο ἐκεῖνο καὶ ἅγιο ἱερέα τοῦ Θεοῦ, τὸν παπα-Γιάννη τον Σιδέρη μὲ τὸ ὄνομα. Πάντως, ἡ πρώτη ἐκείνη ὄψη τοῦ ἱεροκήρυκα, πατρὸς Χαραλάμπους, στὸ Δημοτικό μας Σχολεῖο, ἂν καὶ δὲν εἶχα καμία-καμία συνομιλία μαζί του, μοῦ ἦταν ἀπὸ παιδὶ ἕνα δυνατὸ προσκλητήριο γιὰ τὸν Θεό. Ἀλλὰ τὴν ἐπίσκεψη αὐτὴ τοῦ τιμωμένου ἱεροκήρυκος στὸ Σχολεῖο μας, τὴν θυμόμουν ἀργότερα, ὅταν ἔγινα κληρικός, ὡς ἕνα μάθημα καὶ δίδαγμα ὅτι οἱ ἱερεῖς πρέπει νὰ ἐπισκεπτόμαστε τὰ Σχολεῖα, ἀκόμη καὶ αὐτὰ τὰ Δημοτικά.
2. Ἀλλὰ τὸ δυνατὸ καρδιακὸ χτύπημα καὶ τὴν ἀφιέρωσή μου στὸ Θεό, διὰ μέσου τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους, τὸ ἔπαθα ὅταν πήγαινα στὴν Ε Δημοτικοῦ. Ἦταν θυμᾶμαι Παρασκευή της Διακαινησίμου στὴν Ζωοδόχο Πηγή του Ξηροπηγάδου. Ὁ ἱεροκήρυκας, πατὴρ Χαράλαμπος, ὁμίλησε μετὰ τὴν λειτουργία ὑπαίθρια, στεκόμενος στὸ πεζουλάκι τοῦ Ἱεροῦ ἔξω ἀπὸ τὸ Ναό. Τὸ κήρυγμα αὐτὸ τὸ θυμᾶμαι καλά. Ἔλεγε: «Δῶστε τὴν καρδιά σας στὴν Παναγία. Ἀγαπῆστε τὴν Παναγία καὶ δῶστε τὴν καρδιὰ σᾶς σ’ Αὐτήν. Θὰ νοιώσετε χαρά, μεγάλη χαρά!». Κάπου ἐκεῖ στὸ τέλος μερικοὶ γέροντες κάπνιζαν. Καὶ ὁ ἱεροκήρυκας τοὺς εἶπε: «Ἔ! λιβάνια τοῦ Διαβόλου σβήσατε».
Τὸ κήρυγμα αὐτό, ἀγαπητοί μου, μοῦ ἔκανε τρανὴ καὶ δυνατὴ ἐντύπωση. Χτύπησε τὴν καρδιά μου. Θυμᾶμαι ὅτι πῆγα σπίτι μου, φόρεσα μιὰ μαύρη ζακέτα τῆς γιαγιᾶς μου, ἔβαλα στὸ κεφάλι μου τὸ μαῦρο μαντήλι τῆς Μάνας μου, κάνοντάς το ἐπανωκαλύμμαυχο -γιατί ἔτσι εἶχα δεῖ στὸ κήρυγμα τὸν πάτερ Χαράλαμπο-, γονάτισα σὲ μιὰ μεγάλη καὶ ὡραία εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς ποὺ μοῦ εἶχε ἀγοράσει ἡ μητέρα μου, καὶ ἔλεγα μπροστὰ σ’ Αὐτήν, κάνοντας ὑπακοὴ στὸ κήρυγμα τοῦ ἱεροκήρυκος: «Πᾶρε, Παναγία μου, τὴν καρδιά μου»! Καὶ ἔλεγα πολλὲς φορὲς τὸν ἴδιο λόγο. Ἦταν ἡ πρώτη καὶ δυνατὴ ἀφιέρωσή μου στὸν Θεό!
Τώρα, σὲ μεγάλη πιὰ ἡλικία, στέκομαι στὰ πόδια μου ἀπὸ τὴν προσευχὴ ἐκείνη, ποὺ ἔκανα τότε στὰ παιδικά μου χρόνια. Τὴν εἰκόνα, μπροστὰ στὴν ὁποία σταύρωσα τὰ χέρια μου καὶ γονατιστὸς ἔδωσα τὴν καρδιά μου στὴν Παναγία, τὴν ἔχω ἀκόμη σὰν τὸ ἀνώτερο ἀπ' ὅλα τὰ πολύτιμα ἀντικείμενά μου καὶ προσεύχομαι καὶ τώρα σ’ αὐτήν. Δὲν ξέρω πὼς μίλησε σὲ ἄλλους τὸ ὑπαίθριο ἐκεῖνο κήρυγμα τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους στὸ Ξηροπήγαδο, μοῦ φτάνει ὅμως ὅτι στὴ δική μου ψυχή μου ἦταν σάλπιγγα δυνατή, μοῦ ἦταν κεραυνὸς καὶ μὲ καθήλωσε στοῦ Γολγοθᾶ τὸ βράχο, ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ κυρίου, ἡ Παναγία Δέσποινα καὶ ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου, ὁ Ἰωάννης ὁ Θεολόγος.
3. Ἔκτοτε τὰ παιδικά μου χρόνια συνεχίζονταν. Παιχνίδια, ἀταξίες καὶ παιδικὲς πονηριὲς τὸ ἴδιο καὶ σὲ μένα, ὅπως καὶ στὰ ἄλλα παιδιά, ἀλλὰ μὲ κρατοῦσε κοντὰ στὸ Θεὸ ἐκεῖνο τὸ τάμα ποὺ ἔδωσα στὴν εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς, τάμα ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους. Ἂν καὶ μικρός, ἔνοιωθα ὅτι ἡ καρδιά μου εἶχε κλίνει στὸ Θεὸ καὶ ὅτι μιὰ μέρα θὰ γίνω κι ἐγὼ ἱερέας καὶ κήρυκας τοῦ λόγου Του. «Χριστὲ μοῦ -ἔλεγα στὴν προσευχή μου- κάνε μὲ νὰ γίνω καὶ ἐγὼ πάτερ Χαράλαμπος»! Μάλιστα θυμᾶμαι ὅτι μαθητὴς τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου τὰ καλοκαιρινὰ βράδυα στὸ Τζαμί, στὴν βρύση ποὺ συναζόταν τότε ὅλη ἡ συνοικία, ἤθελα νὰ παριστάνω τον πάτερ Χαράλαμπο. Ἀνέβαινα στὸ βάθρο τῆς βρύσης καὶ ἔκανα κήρυγμα. Ἔλεγα ὅ,τι θυμόμουν ἀπὸ τὰ κηρύγματα τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους, ἀλλὰ διάβαζα καὶ τὸ βιβλίο Παραβολὲς τοῦ Κυρίου, τοῦ πατρὸς Σεραφεὶμ Παπακώστα καὶ ἔλεγα ἀπ' ἔξω περικοπὲς ἀπὸ αὐτό. Ἔλεγα τότε θυμᾶμαι πολλὲς φορὲς καὶ τὴν λέξη «κυριολεκτικῶς», γιατί τὴν λέξη αὐτὴ τὴν ἔλεγε στὰ κηρύγματά του ὁ πατὴρ Χαράλαμπος.
4. Τὸ προσωπικό μου πλησίασμα στὸν πατέρα Χαράλαμπο εἶναι, ὅταν, μικρὸς πάλι, μαθητὴς τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, πῆγα καὶ τοῦ ζήτησα νὰ ἀγοράσω τὴν Καινὴ Διαθήκη τῆς τσέπης καὶ μάλιστα εἶπα νὰ εἶναι δερματόδετη καὶ μὲ θήκη. Τὴν εἶχα δεῖ στὸν ἴδιο καὶ ἤθελα κι ἐγὼ νὰ ἔχω μία τέτοια Καινὴ Διαθήκη. Πρέπει νὰ ἔκανε ἐντύπωση στὸν πατέρα Χαράλαμπο τὸ ὅτι ἕνα μικρὸ παιδὶ ζητάει τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ μάλιστα σὲ καλαίσθητη ἔκδοση.
Τὸ λέγω αὐτό, ὅτι δηλαδὴ πρέπει νὰ τοῦ ἔκανε ἐντύπωση τὸ αἴτημά μου, γιατί ἐκεῖνο τὸν καιρὸ εἴχαμε κάνει ὅλα τὰ Κατηχητικὰ μία ἐκδρομὴ στὴν Πάνω Δάφνη. Ἦταν καὶ ὁ μακαριστὸς Δεσπότης μας Χριστοφόρος στὴν ἐκδρομὴ ἐκείνη. Ἐπιστρέφαμε ἀπὸ τὴν ἐκδρομὴ καὶ φτάσαμε στὴν Κάτω Δάφνη. Ἀπ’ ἔξω ἀπὸ ἕνα καφενεῖο, σὰν ἕνα διάλειμμα, εἶχε καθήσει ὁ Δεσπότης, ὁ ἱεροκήρυκας πατὴρ Χαράλαμπος καὶ ἄλλοι ἱερεῖς καὶ κουβέντιαζαν. Ἐγὼ εἶχα ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὰ ἄλλα παιδιὰ καὶ εἶχα πλησιάσει πρὸς τὸ καφενεῖο, γιὰ νὰ μὲ δὴ ὁ πατὴρ Χαράλαμπος, ὁ ὁποῖος μὲ εἶχε γνωρίσει ἤδη, καὶ νὰ μὲ φωνάξη κοντά του. Ἔτσι κι ἔγινε! Μὲ φώναξε μὲ τὸ μικρό μου ὄνομα, μὲ παρουσίασε στὸ Δεσπότη καὶ εἶπε γι’ αὐτὸ ποὺ τοῦ ζήτησα, γιὰ τὴν δερματόδετη δηλαδὴ Καινὴ Διαθήκη μὲ θήκη. Γι’ αὐτὸ εἶπα ὅτι πρέπει νὰ τοῦ ἔκανε ἐντύπωση τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους τὸ παιδικό μου αἴτημα.
5. Στὴν συνέχεια ἄρχισα νὰ ἐξομολογοῦμαι στὸν πατέρα Χαράλαμπο. Θυμᾶμαι ὅτι σὲ κάποια ἐξομολόγηση, ὅταν πήγαινα στὴν Β Γυμνασίου, μοῦ εἶπε: «Παιδί μου Τάκη, νὰ γίνης ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου. Ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου νὰ γίνης, παιδί μου»! Εἶχα ἤδη μέσα μου ἀπὸ μικρότερη ἡλικία τὴν κλίση πρὸς τὴν Ἱερωσύνη, ἀλλὰ ἡ ἱεροπρέπεια καὶ ἡ σοβαρότητα μὲ τὴν ὁποία μοῦ τὸ εἶπε τότε ὁ πατὴρ Χαράλαμπος αὐτό, μὲ ἔθελγε ἀκόμη περισσότερο γιὰ νὰ γίνω ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἀποφάσισα. Τὸ προσκλητήριο αὐτὸ τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους, ἔτσι ὅπως μοῦ τὸ εἶπε τότε, τὸ ἔχω πεῖ σὲ προηγούμενα χρόνια καὶ σὲ ἄλλους ἐπαινῶντας τον. Ἀλλὰ καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀρέσκομαι νὰ ἀναφέρω στὰ κηρύγματά μου τὴν ἔκφραση «Ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου», ἐπειδὴ μὲ εἶχε ἐντυπωσιάσει, ὅταν τὴν ἄκουσα ἀπὸ τὸν πατέρα Χαράλαμπο, ὅταν μὲ καλοῦσε γιὰ τὴν ἱερωσύνη.
6. Ὡς παιδὶ ἔπειτα στὸ Ἱερὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ὁ πολυαγαπημένος μου καὶ ἀλησμόνητος ἐκεῖνος παπα-Χρήστος μὲ ἔστελνε συχνὰ στὴν οἰκία τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους γιὰ νὰ πάρω τὸ βαλιτσάκι μὲ τὰ ἄμφιά του. Μοῦ ἄρεσε ἰδιαίτερα νὰ πηγαίνω στὸ σπίτι τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους. Ἦταν τὸ ἰσόγειο τῆς οἰκίας τοῦ φωτογράφου Φλέγκα, ποὺ εἶχαν γιὸ τὸν Κωστάκη, μικρότερο ἀπὸ μένα στὴν ἡλικία. Στὸ σπίτι τοῦ ἱεροκήρυκα, ὅταν ἔμπαινα θαμπωνόμουν ἀπὸ τὸ γραφεῖο του, γιατί ἔβλεπα σ’ αὐτὸ τὰ βιβλία του, ὅλα μὲ τάξη καὶ νοικοκυριὸ τακτοποιημένα στὴν μιὰ ἡ δυὸ βιβλιοθῆκες του. Ἦταν, θυμᾶμαι, ὅλα τὰ βιβλία του ντυμένα μ’ ἕνα ἀσπρουδερὸ παχὺ χαρτί. Πάνω ἀπὸ τὸ γραφεῖο του ἔβλεπα μία φωτογραφία κάποιου ἱερέα. Φαινόταν ὁ ἱερεὺς αὐτὸς στὴ φωτογραφία τοῦ καθιστὸς καὶ τὸ βλέμμα του κοίταγε πρὸς τὸν ὁρίζοντα. Ὁ πατὴρ Χαράλαμπος μοῦ εἶπε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Ἀρχιμανδρίτης πατὴρ Εὐσέβιος Ματθιόπουλος, ποὺ ἵδρυσε τὴν Ἀδελφότητα τῆς ΖΩΗΣ. Καὶ ποὺ νὰ τόξερα ὅτι κάποια μέρα θὰ πήγαινα στὸ χωριὸ τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἱεραποστόλου καὶ ἀναγεννητοῦ τῆς πατρίδος μας, τὴν Μελισσόπετρα τῆς Γορτυνίας, γιὰ νὰ τοῦ κάνω Τρισάγιο στὸ ἴδιο του τὸ σπίτι ποὺ γεννήθηκε καὶ ὅτι θὰ μοῦ γίνη πολὺ σεβαστὸς πατήρ, ποὺ θὰ τὸν μνημονεύω σὲ κάθε μου λειτουργία.
Ἡ προσωπικότης του
Θυμᾶμαι ὅτι στὸ Ἱερὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἤθελε νὰ πατάη σὲ χαλάκι. Παρέκβαση στὸ λόγο εἶναι αὐτὸ ποῦ θὰ πὼ τώρα, ἀλλὰ εἶχε καὶ ἔχει ἀκόμη ἕνα ὡραῖο καὶ δυνατὸ δίδαγμα τὸ περιστατικό, γι’ αὐτὸ ἐπιτρέψτε μου νὰ τὸ ἀναφέρω. Στὸ Ἱερὸ λοιπὸν τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ὅπου διακονοῦσα ὡς παιδί, μαζὶ μὲ ἄλλα παιδιά, μὲ ἐκάλεσε ὁ πατὴρ Χαράλαμπος μὲ νόημα κοντά του, στὴν δεξιὰ πλευρὰ ποῦ καθόταν, καὶ μὲ τὸ δεξί του χέρι μοῦ ἔδειξε ἕνα χαλάκι, ποῦ ἦταν παραπέρα καὶ μὲ τὸ χέρι του πάλι μοῦ ἔδειξε τὰ πόδια του. Ἐγὼ δὲν κατάλαβα τί ἤθελε. Μοῦ ἐπανέλαβε τὴν ἴδια κίνηση, ἀλλὰ καὶ πάλι δὲν κατάλαβα. Μετὰ μοῦ λέει σιγανά: «Οἱ καλόγεροι, γιὰ νὰ μὴ μιλᾶνε στὴν Ἐκκλησία, συνεννοοῦνται μὲ νοήματα»! Ἤθελε νὰ μὲ διδάξη ὅτι κατὰ τὴ θεία Λειτουργία, καὶ μάλιστα στὸ Ἱερό, δὲν πρέπει νὰ μιλᾶμε.
Ἄλλοτε θυμᾶμαι ὅτι τὴν ὥρα τοῦ Ἐξάψαλμου -νομίζω αὐτὸ ἔγινε στὸν Προφήτη Ἠλία στὸ Τζαμί- καθόταν κι ἐγὼ μικρὸς ἤμουν δίπλα του. Ἀλλὰ τὸν βλέπω ἀπότομα νὰ ἐγείρεται καὶ μοῦ λέει: «Ὁ Ἑξάψαλμος θυμίζει τὴν Δεύτερη Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅταν τὸν διαβάζουν πρέπει νὰ εἴμαστε ὄρθιοι καὶ ἀκίνητοι»! Πόσο πάλι μὲ ὠφέλησε ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ ἀειμνήστου πατρός, ἀλλὰ καὶ πόσο μὲ «ἄναβε» νὰ φωνάζω καὶ νὰ διαμαρτύρομαι, ὅταν ἐλεήθηκα νὰ γίνω κι ἐγὼ ἱεροκήρυκας... Νὰ διαμαρτύρομαι γιὰ τὶς συνομιλίες καὶ τὰ πέρα-δῶθε τῶν ἐπιτρόπων καὶ τῶν νεωκόρων καὶ τῶν ἱεροψαλτῶν, ἀκόμη κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Ἐξάψαλμου. Τὸ ἔμαθα κι αὐτὸ ἀπὸ μικρός, ἀπὸ παιδὶ τοῦ Ἱεροῦ, ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Ἱεροκήρυκα, πάτερ Χαράλαμπο.
Ὡς Ἱεροκήρυκας
Κάποτε θυμᾶμαι σὲ ἑσπερινὸ κήρυγμα τῆς Κυριακῆς-πρέπει νὰ πήγαινα τότε Δευτέρα ἢ Τρίτη Γυμνασίου καὶ ἤμουν στὸ δεξιὸ Ψαλτήρι, ὅπου στὸ παραθρόνιο καθόταν ἐκείνη τὴν ὥρα ὁ καθηγητής μου Νικόλαος Βούλγαρης- ἤλεγξε ἀπὸ τὸν ἄμβωνα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τὴν περίφημη μάγισσα τῆς πόλης μας Ναούμινα, στὴν ὁποῖα ἔρχονταν πολλοὶ ἀπὸ μακρινὰ μέρη. Ἦταν μεγάλη ἡ τόλμη αὐτὴ τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους, ποῦ τὸν ἀπέδειξε ἱεροκήρυκα πιστὸ στὴν ἀποστολή του. Γιατί πάνω ἀπ' ὅλα -καὶ ἀπὸ τὴ ζωή του ἀκόμα- τὸν ἐνδιέφερε ἡ καθαρὴ πίστη τοῦ λαοῦ στὸν Θεό. Θυμᾶμαι δὲ τότε ὅτι ἔλεγαν- ἐγὼ δὲν τὸ εἶχα δεί- ὅτι τὴν ἄλλη Κυριακὴ ἦρθαν στὸ κήρυγμα οἱ συγγενεῖς τῆς μάγισσας γιὰ νὰ χτυπήσουν τὸν ἱεροκήρυκα.
Θυμοῦμαι ἀκόμη ὅτι στὰ χρόνια ἐκεῖνα κυκλοφόρησε ἕνα αἰσχρὸ περιοδικὸ γιὰ τὴν νεολαία, ποῦ εἶχε τὸν τίτλο «Χτυποκάρδι». Ὁ πατὴρ Χαράλαμπος μᾶς μίλησε στὸ Ἀνώτερο Κατηχητικὸ γιὰ τὸ περιοδικὸ αὐτό. Μάλιστα μᾶς εἶπε ὅτι ζήτησε νὰ δὴ τὸ περιοδικὸ γιὰ νὰ ξέρη τί εἶναι αὐτὸ ποῦ θὰ ἐλέγξη, καὶ εἶπε στὸν Κώστα τὸν Φλέγκα, τὸ παιδὶ τοῦ σπιτονοικοκύρη του, νὰ τοῦ τὸ φέρη. Ἀλλὰ μόλις ὁ πατὴρ εἶδε τὸ περιοδικὸ ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλο, δὲν δέχθηκε νὰ τὸ πάρη. Καὶ μᾶς εἶπε, θυμᾶμαι, στὸ Κατηχητικό: «Παιδιά, ἂν διαβάζετε τὸ περιοδικὸ αὐτό, ποῦ ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλό του δείχνει τὸ περιεχόμενό του, πῶς θὰ δῆτε μετὰ τὴν ἀδελφή σας;» Πονῶντας, λοιπόν, ὁ πατὴρ Χαράλαμπος γιατί τέτοιο περιοδικὸ κυκλοφόρησε στὴν πόλη, περιοδικὸ ψυχοφθόρο γιὰ τὴν νεολαία, πῆγε προσωπικὰ στὸ βιβλιοπωλεῖο τοῦ Δράκου καὶ τοῦ ἔκανε φασαρία καὶ τὸν ἤλεγξε, γιατί τέτοιο ἔντυπο ἔφερε καὶ πουλάει στὸ βιβλιοπωλεῖο του. Αὐτοὶ εἶναι οἱ πραγματικοὶ πατέρες, οἱ σωστοὶ ἱεροκήρυκες! Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ τὸ ἀκουσα καὶ ἀπὸ τὸν πατέρα Χαράλαμπο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν βιβλιοπώλη Ἀθανάσιο Δράκο, παραπονούμενον βέβαια αὐτὸν ἐναντίον τοῦ ἱεροκήρυκος, ποῦ τοῦ ἔκανε φασαρία.
Μικρὸς βοηθός του
Ἀπὸ μικρός, μαθητὴς τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου, ποῦ γνώρισα τὸν ἱεροκήρυκα πατέρα Χαράλαμπο, ἐνθουσιάσθηκα ἀπὸ τὸ ἔργο του καὶ ἔνοιωθα χαρά, ὅταν μποροῦσα κάπου νὰ τὸν βοηθῶ. Δὲν ζητοῦσε ὅμως καμμία ἄλλη βοήθεια, παρὰ μόνο βοήθεια σχετικὰ μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἡ βοήθειά μου σ’ αὐτὸν ἦταν τὰ διακονήματα ποῦ μοῦ ἀνέθετε ὁ ἀλησμόνητος παπα-Χρήστος, ὡς παιδὶ στὸ Ἱερὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Δηλαδὴ μὲ ἔστελνε στὸ σπίτι τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους νὰ τοῦ παίρνω τὴν τσάντα μὲ τὰ ἄμφιά του, γιὰ νὰ ἔλθη στὸν Ἅγιο Δημήτριο νὰ λειτουργήση, ἢ καὶ τὸ ἄλλο, ποῦ μοῦ ἄρεσε ἰδιαίτερα, νὰ διανέμω σ’ ὅλη τὴν πόλη τῆς Ναυπάκτου τὰ μικρὰ φέϊγ βολὰν ποῦ τύπωνε ὁ Ναὸς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καὶ καλοῦσε τὸ λαὸ στὸ κήρυγμα ποῦ θὰ ἔκανε ὁ ἱεροκήρυκας. Θυμᾶμαι ὅτι τὰ φέϊγ βολὰν αὐτὰ ἔγραφαν ἀπὸ πάνω ὡς τίτλο ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ.
Ὁ πατὴρ Χαράλαμπος μοῦ ἀνέθετε καὶ τὴν ἄλλη διακονία νὰ κάνω, ἡ ὁποία μὲ ὠφέλησε πολὺ γιὰ τὴν ἀγάπη μου στὴν ἱεραποστολή. Στὸν πατέρα Χαράλαμπο ἐρχόταν, θυμᾶμαι, κατὰ καιροὺς καὶ κάποιος θεολόγος, διάφορος κάθε φορά, ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὴν ἱεραποστολικὴ Ἀδελφότητα τῶν Ἀθηνῶν, στὴν ὁποῖα ἀνῆκε. Τὸν ἐπισκέπτη τοῦ θεολόγο τὸν ἔφερε καὶ στὸ μάθημα τοῦ Ἀνωτέρου Κατηχητικοῦ Σχολείου καὶ μάλιστα στὸ τέλος τὸν καλοῦσε γιὰ νὰ ὀμιλήση σὲ μᾶς. Μοῦ ἄρεσε πολὺ αὐτὸ τότε, γιατί κλειστοὶ ἐμεῖς στὴν πόλη τῆς Ναυπάκτου, ἀκούγαμε μὲ τὰ λόγια τοῦ θεολόγου καὶ ἀπὸ παραπέρα, ἀπὸ τὴ μεγάλη πόλη τῶν Ἀθηνῶν, μορφωμένους ἀνθρώπους νὰ μιλᾶνε γιὰ τὸν Θεό. Μᾶς ἔκανε ἐντύπωση αὐτό.
Οἱ ἐπισκέπτες αὐτοὶ θεολόγοι ἔρχονταν καὶ γιὰ τὸ ἄλλο σπουδαῖο ἔργο, γιὰ νὰ γράψουν συνδρομητὲς στὸ περιοδικὸ τῆς Ἀδελφότητος. Κάποιος ὅμως ἔπρεπε νὰ τοὺς βοηθῇ στὴν περιοδεία τους στὰ σπίτια, ἀλλὰ καὶ στὰ περίχωρα τῆς Ναυπάκτου καὶ ὡς τέτοιον ὁ πατὴρ Χαράλαμπος χρησιμοποιοῦσε κάποια ἐποχὴ ἐμένα. Πολὺ μὲ ὠφέλησε προσωπικὰ ἐμένα τὸν νεαρὸ τότε ἡ διακονία αὐτή. Πρῶτα-πρῶτα τὸ θεωροῦσα μεγάλη μου τιμὴ τὸ ὅτι νεαρὸς ἐγὼ νὰ εἶμαι κοντὰ σὲ ἕναν θεολόγο τοῦ Πανεπιστημίου, κήρυκα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἦταν δὲ καὶ ἡ ἐμφάνιση τῶν θεολόγων αὐτῶν ἱεροπρεπής, ὥστε σοῦ ἐπέβαλλαν καὶ μὲ τὴν ἐμφάνισή τους τὸν σεβασμό. Μάλιστα, ἅς πὼ καὶ αὐτό, ὅτι ἤθελα νὰ τοὺς μιμοῦμαι καὶ ἐξωτερικά, ὅσο μποροῦσα, καὶ γι’ αὐτὸ ἀπ' αὐτὴ τὴν ἡλικία, ποῦ γνώρισα τοὺς σεμνοὺς αὐτοὺς καὶ λαϊκοὺς θεολόγους, τὸ καλοκαίρι δὲν φοροῦσα ποτὲ κοντὸ μανίκι.
Γιὰ τοὺς θεολόγους αὐτούς, ποῦ τοὺς συνόδευα στὶς ἐπισκέψεις τους στὰ σπίτια γιὰ τὴν ἐγγραφὴ συνδρομητῶν τοῦ θρησκευτικοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἀδελφότητος, μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ἡ προθυμία τους νὰ ἐπισκεφθοῦν ὅλα τὰ σπίτια καὶ ὁ καλός τους τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο μιλοῦσαν καὶ ἔπειθαν γιὰ νὰ ἐγγραφοῦν συνδρομητὲς τοῦ περιοδικοῦ. Δὲν θυμᾶμαι ὀνόματα. Στὸ νοῦ μου ἔρχεται τὸ ὄνομα Βασίλειος Ρήτης, ἀλλὰ ἰδιαίτερα ὡς περιοδεύοντα θεολόγο θυμᾶμαι κάποιον Γρηγόριο Χαραλαμπίδη. Μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση αὐτὸς ὁ θεολόγος, γιατί κάποτε περπατήσαμε πολὺ γιὰ νὰ πᾶμε σὲ ἕνα χωριό, -δὲν θυμᾶμαι ποιό- ἔξω ἀπὸ τὴν Ναύπακτο καὶ ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὸ χωριὸ μοῦ εἶπε: «Ξέρεις τί πάει νὰ πή, μὲ αὐτὸ ποῦ κάνουμε ἐμεῖς, σ’ αὐτὸ τὸ μικρὸ χωριὸ νὰ πηγαίνη κάθε ἑβδομάδα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ»!
Τὸν ἁπλὸ καὶ καρδιακὸ αὐτὸ λόγο αὐτοῦ τοῦ θεολόγου τὸν θυμόμουν τακτικά, χρόνια ἀργότερα, ὅταν ἀξιώθηκα νὰ γίνω κι ἐγὼ ἱεροκήρυκας σὲ χωριά. Καὶ ἤθελα νὰ πηγαίνω σὲ ὅλα τὰ χωριὰ καὶ στὰ πιὸ μικρά, γιατί ὁ θεολόγος Γρηγόριος Χαραλαμπίδης, ὁ ἀπεσταλμένος βοηθὸς τοῦ πατρὸς Χαραλάμπους, μοῦ φύτεψε κάποια εὐλογημένη μέρα αὐτὸν τὸν πόθο στὴν καρδιά μου μὲ τὸν λόγο του: «Ξέρεις τί πάει νὰ πὴ σ’ αὐτὸ τὸ μικρὸ χωριὸ νὰ πηγαίνη κάθε ἑβδομάδα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ»! Ὁ θεολόγος αὐτὸς εἶναι σήμερα ὁ πεφημισμένος ἱεροκήρυκας τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ἐκλεκτὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου καὶ πνευματικὸς πατέρας πολλῶν ψυχῶν, ὁ Ἀρχιμανδρίτης πατὴρ Γρηγόριος Χαραλαμπίδης. Δὲν ἔχω ἐπικοινωνία μαζί του, ἀλλὰ τὸν εὐχαριστῶ τώρα, μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, γιατί καταδέχθηκε τότε, κατὰ τὴν περιοδεία τοῦ στὴν πατρίδα μου, νὰ μὲ πάρη μαζὶ τοῦ καὶ πρὸ παντὸς τὸν εὐχαριστῶ γιὰ τὸ σεμνό του ἦθος, μὲ τὸ ὁποῖο μὲ δίδαξε κατὰ τὴν περιοδεία τοῦ ἐκείνη καὶ γιὰ τὸν πόθο ποῦ μοῦ φύτεψε στὴν καρδιά μου, ὥστε γιὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ νὰ εἴμαστε πρόθυμοι νὰ πηγαίνουμε μὲ κόπο (γιατί περπατῶντας τότε πήγαμε στὸ χωριὸ) καὶ στὸ πιὸ ἀκραῖο χωριό.
Τὴν σημερινὴ ἐποχὴ ἀρχίζουν νὰ ἐκλείπουν τοιοῦτοι ἄρχοντες ἱεροκήρυκες, γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ προβάλλουμε αὐτούς, τοὺς παλαιοὺς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, σὰν τὸν πατέρα Χαράλαμπο, οἱ ὁποῖοι καὶ ἀπὸ τὴν μορφή τους ἀκόμη ἦταν αἰδέσιμοι. Τὸν παρακαλῶ μὲ τὴν ἐξομολογητική μου αὐτὴ κατάθεση νὰ μὲ συγχωρῇ σὲ ὅ,τι τὸν ἐλύπησα, γιατί μετανοῶ πραγματικὰ γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἱκετεύω νὰ μοῦ δίνη τὴν εὐχή Του, γιὰ νὰ βιώσω τὴν μετάνοια, νὰ λειτουργῶ μὲ καθαρότητα τὸν Κύριο καὶ νὰ ἐργάζομαι μὲ ζῆλο, ὅπως αὐτός, στὸν θεῖο λόγο, στὴν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τὴν θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Ἕνα παλαιὸ ἆσμα τοῦ Κατηχητικοῦ ἔλεγε: «Κι ὁ Θεὸς π’ ἀδιάκοπα μᾶς βλὲπ’ ἀπὸ ψηλά, ἅς μᾶς ἑνώσει κάποτε ὅλους μαζὶ ξανά»! Στὴν Βασιλεία Τοῦ τὴν ἐπουράνιο, ΑΜΗΝ!
- Προβολές: 3553