Ναυπάκτου Ἱερόθεος, εἰσήγηση στὴν Ἱεραρχία: «Ἡ συνοδικὴ λειτουργία Ἱεραρχίας, Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου & Συνοδικῶν Ὀργάνων»
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν Εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου στὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ὅλα ὅσα ἀναφέρθηκαν προηγουμένως, ποὺ ἀποτελοῦν μερικὲς σύντομες βασικὲς ἐκκλησιολογικὲς καὶ εὐχαριστιακὲς βάσεις, εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ νὰ κατανοηθοῦν τὰ ἑπόμενα ποὺ εἶναι καὶ τὰ πρακτικότερα ζητήματα.
Πρέπει ἐδῶ νὰ γίνη μιὰ βασικὴ παρατήρηση. Ὁ τρόπος λειτουργίας τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ τῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων, ρυθμίζεται ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ Νομοθεσία καὶ τοὺς Κανονισμούς. Δὲν θὰ εἰσέλθω στὸ θέμα κατὰ πόσον πρέπει νὰ ἐφαρμοσθοῦν ἡ νὰ διαμορφωθοῦν διαφορετικά, ἀλλὰ θὰ τονίσω τὴν ἀτμόσφαιρα μέσα στὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ λειτουργῇ τὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας μας μέσα ἀπὸ τὶς κείμενες διατάξεις.
Κατ’ ἀρχὰς πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἔχει τὸν δικό της τρόπο συγκροτήσεως τῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων της, ὅπως προβλέπεται ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὸν τρόπο συγκροτήσεως τῶν Τοπικῶν καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἔχει ἀνάγκη νὰ μιμηθῇ ἄλλα σύγχρονα πρότυπα, γιατί, ἂν αὐτὸ γίνεται, τότε συνιστᾶ τὴν ἐκκοσμίκευση στὴν Ἐκκλησία.
Οἱ ἐνδεχόμενες προσπάθειες νὰ συγκροτηθῇ ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὸν τρόπο λειτουργίας τῶν Κρατικῶν ὀργάνων (Κοινοβούλιο, Κυβέρνηση) καὶ τὸν τρόπο διοργανώσεως τῶν ἀστικῶν κομμάτων, καὶ μάλιστα τῶν περασμένων δεκαετιῶν, ἀλλοιώνουν τὸ ὀρθόδοξο ἦθος καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ ἀποτυγχάνουν.
Δὲν εἶναι δυνατὸν ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ἔχει μιὰ μακραίωνη παράδοση, νὰ τὴν παραθεωρὴ καὶ νὰ προσλαμβάνη νέους τρόπους καὶ συνήθως κοσμικούς, κλπ. Ἀκόμη, δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νὰ ἐκλαμβάνη τὸν ἑαυτό του οἰονεὶ ὡς Πρωθυπουργὸ τῆς Ἐκκλησίας, τὴν Ἱεραρχία ὡς Κοινοβούλιο γιὰ νὰ τοῦ δίνη ψῆφο ἐμπιστοσύνης, τὴν Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο ὡς Κυβέρνηση καὶ τοὺς Μητροπολῖτες ὡς ὑπουργοὺς ἡ βουλευτές. Οὔτε πρέπει νὰ παρεμβάλλονται μεταξὺ τῶν Κανονικῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων ἄλλα κέντρα ἐξουσίας. Εἶμαι σίγουρος ὅτι αὐτὸ δὲν ἐκφράζει τὸν νῦν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο. Ὅταν ἐπικρατοῦν τέτοιες ἀπόψεις ἀποδοκιμάζονται ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ Ἱεραρχία, ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος καὶ οἱ Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς εἶναι προέκταση καὶ ἔκφραση τοῦ συλλείτουργου τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ δὲν ἐκφράζουν τὸν τρόπο ὀργανώσεως ἄλλων κοσμικῶν ὀργάνων.
Κανονικό, κεντρικὸ καὶ καθοριστικὸ ὄργανο διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατὰ τὶς καταστατικὲς διατάξεις, εἶναι ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας. Αὐτὴ ἐπιλαμβάνεται ὅλων τῶν βασικῶν θεμάτων ποὺ ἀπασχολοῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ αὐτὴ ἐκλέγει τοὺς νέους Μητροπολῖτες καὶ Ἐπισκόπους γιὰ νὰ ποιμαίνουν Κληρικούς, μοναχοὺς καὶ λαϊκούς. Συγχρόνως λειτουργεῖ καὶ ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος, ποὺ δὲν προβλέπεται μὲν ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ λειτουργεῖ σύμφωνα μὲ τὸν Συνοδικὸ Τόμο τοῦ 1850, ὅπως τὸ ζήτησε ἡ τότε Κυβέρνηση τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος, κατὰ τὸ σύστημα ποὺ «ὑπάρχει ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ὁμοδόξου Ρωσίας», ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν Πατριαρχικὴ Πράξη τοῦ 1928. Πάντως, ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος λειτουργεῖ ὡς ἐντολοδόχος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ ἐνεργεῖ στὰ ἐνδιάμεσα χρονικὰ διαστήματα μεταξὺ τῶν Ἱεραρχιῶν.
Δὲν εἶναι δυνατόν, μέσα στὶς ἀρχὲς τοῦ συνοδικοῦ καὶ ἱεραρχικοῦ πολιτεύματος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος νὰ ὑποκαθιστᾶ καὶ νὰ ὑπονομεύη τὴν Ἱεραρχία, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὰ διάφορα Συνοδικὰ Ὄργανα νὰ ἐνεργοῦν μὲ παραθεώρηση τῆς «συνοδικῆς διαγνώμης» τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ πστ ἱερὸς Κανόνας της Καρθαγένης, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν Πέμπτη Πράξη τῆς Συνόδου, ἀσχέτως του ὅτι μέχρι τότε δὲν εἶχαν ἐπικρατήσει τὰ περὶ καταστάσεως τῶν θρόνων τῶν Ἐκκλησιῶν, ἔχει μιὰ σημαντικὴ ἐκκλησιολογικὴ ἀρχὴ ὅτι «ἀμίαντον ἀεὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴν φυλάττεσθαι κατάστασιν». Αὐτὸ συνδέεται μὲ δύο τρόπους.
Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι το νὰ τηροῦν οἱ Ἐπίσκοποι τὰ ψηφισθέντα καὶ βεβαιωθέντα τῶν προηγουμένων Συνόδων, «ἵνα ἡ συναίνεσις πάντων ἡμῶν φανερωθῇ ὁμονοεῖν τοῖς συνδόξασι». Ἔ?ναι σημαντικὸ τὸ σκεπτικὸ τῆς Συνόδου: «Τότε γὰρ τῆς ὑμετέρας ἀδελφότητος ἡ ὁμόνοια λαμπροτέρα τοῦ φωτὸς ἀναδειχθήσεται».
Ὁ δεύτερος τρόπος εἶναι ὅτι «ἡ τάξις αὕτη καὶ ὑπὸ τῶν Πατέρων καὶ τῶν ἀρχαίων ἐφυλάχθη, καὶ ὑφ’ ἡμῶν κατὰ συγχώρησιν Θεοῦ φυλαχθήσεται», τὸ «μηδένα τῶν ἀδελφῶν τολμᾶν ἑαυτὸν προτιμᾶν προπετώς των πρὸ αὐτοῦ, ἀλλὰ ταῖς τῆς ἀγάπης ἀεὶ παρεσχέθη τοῖς προτέροις, ὅπερ οἱ ἐπακολουθοῦντες χαριέντως κατεδέξαντο».
Βεβαίως, ἡ μετέπειτα πράξη τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν καθιέρωση τῆς τάξεως τῶν θρόνων ἔχει θέσει τάξη στὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ βασικὴ ἐκκλησιολογικὴ ἀρχὴ στὴν βάση της εἶναι σὲ ἰσχύ.
Πάντως, σὲ περίπτωση ποὺ καταρτισθῇ νέος Καταστατικὸς Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας θὰ πρέπει νὰ ληφθῇ ὑπ' ὄψη σοβαρὰ ὁ τρόπος ποὺ λαμβάνονται οἱ Συνοδικὲς ἀποφάσεις καὶ ἡ κατὰ κανονικότερο τρόπο λειτουργία τῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων, ἤτοι νὰ καθορισθῇ μὲ καθαροὺς κανονικοὺς τρόπους ἡ σχέση μεταξὺ τῆς Ἱεραρχίας καὶ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου. Ὁ ἐν ἰσχύι Καταστατικὸς Χάρτης στὸ θέμα αὐτὸ διευκρινίζει μερικὲς ἁρμοδιότητες, ἀλλὰ καὶ ταυτολογεῖ σὲ μερικὲς ἄλλες, ὅπως πολλὲς φορὲς φάνηκε κατὰ τὶς ἔντονες συζητήσεις στὴν Ἱεραρχία, κατὰ τὸ παρελθόν.
Στὴν συνέχεια, θὰ ἐξετασθῇ μὲ συντομία ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦν νὰ λειτουργοῦν συνοδικότερα τὰ τρία συνοδικὰ ὄργανα, ἤτοι ἡ Ἱεραρχία, ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος καὶ οἱ Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς μὲ τὰ λοιπὰ Συνοδικὰ Ὄργανα, μέσα στὶς ἰσχύουσες κανονικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς διατάξεις. Μὲ ὅσα θὰ λεχθοῦν δὲν προτείνω πρὸς τὸ παρὸν ἀλλαγές, ἀλλὰ περισσότερο ἐντοπίζω τὴν ἀτμόσφαιρα ποὺ πρέπει νὰ ἐπικρατῆ στὴν Ἐκκλησία μέσα ἀπὸ τὶς ἰχύουσες αὐτὲς διαδικασίες.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως ἔχει λεχθῇ, εἶναι ὁ κανονικὸς θεσμὸς λειτουργίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἐπιλύσεως ὅλων τῶν θεμάτων ποὺ τὴν ἀπασχολοῦν, κατὰ τὸν τύπο τοῦ συνοδικοῦ συστήματος. Πρέπει, κυρίως, νὰ δίνη κανεὶς μεγάλη προσοχὴ στὸν τρόπο λειτουργίας της, ὁ ὁποῖος στὴν πραγματικότητα εἶναι (ἡ πρέπει νὰ εἶναι) ὅπως προαναφέρθηκε, ἡ προέκταση τῆς ἀτμόσφαιρας τῆς θείας Λειτουργίας καὶ ὄχι ἡ ἐπιβολὴ τῶν ὅσων γίνονται σὲ κοινοβουλευτικὲς καὶ συλλογικὲς ἀνθρώπινες συνελεύσεις.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἱεραρχίας πρέπει νὰ σέβονται τὸν προεξάρχοντα τῶν Συνεδριάσεών της, ἤτοι τὸν Ἀρχιεπίσκοπο ἡ τὸν κανονικῶς καὶ νομίμως ἀντικαταστάτη του, ὅπως γίνεται στὸν προεξάρχοντα τῆς θείας Λειτουργίας, διότι αὐτὸς ἀποτελεῖ, κατὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, τὸ κέντρο κανονικῆς συγκροτήσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ καὶ ὁ προεξάρχων τῆς Συνεδριάσεως πρέπει νὰ σέβεται τὴν γνώμη τῶν μελῶν τῆς Ἱεραρχίας, ποὺ συλλειτουργοῦν-συνδιοικοὺν μαζί του καὶ ἔχουν λόγο ἐκκλησιαστικῆς ὑπάρξεως καὶ ἔτσι λειτουργεῖ κανονικὰ ἡ «συνοδικὴ διαγνώμη».
Γενικῶς, θὰ πρέπει νὰ γίνωονται σεβαστὰ τὰ ποικίλα χαρίσματα ποὺ διακρίνουν τοὺς Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας. Γνωρίζω, ἐκτιμῶ καὶ χαίρομαι τὰ πολυποίκιλα χαρίσματα τῶν ἀδελφῶν Ἱεραρχῶν, πρεσβυτέρων καὶ νεωτέρων, ποὺ ἐκδηλώνονται ποικιλοτρόπως σὲ ὅλη τὴν λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι χαρίσματα θεολογικά, κανονικά, ἐπιστημονικά, ποιμαντικὰ κλπ. Ὅλοι ἔχουν νὰ προσφέρουν τὸν δικό τους λόγο στὴν ἀντιμετώπιση τῶν διαφόρων θεολογικῶν καὶ ποιμαντικῶν θεμάτων. Δὲν εἴμαστε ὅλοι οἱ ἴδιοι καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀναμένουμε τὸ νὰ ταυτιζόμαστε ἀπολύτως στὰ χαρίσματα καὶ τὶς ἱκανότητες, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐκτιμοῦμε τὴν ἰδιαιτερότητα κάθε χαρίσματος τῶν ἄλλων μελῶν. Ἡ παραθεώρηση τῆς ποικιλίας τῶν χαρισμάτων ποὺ δίνει ὁ Θεὸς συνιστᾶ, κατὰ τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν νέο Θεολόγο, τὴν βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ τὰ χορήγησε, καθὼς ἐπίσης ἐκεῖνος ποὺ διαβάλλει τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὶς ἀποδίδει στὸν διάβολο εἰσάγει αἵρεση στὴν Ἐκκλησία.
Τὰ θέματα τὰ ὁποῖα ἐπιλέγονται γιὰ νὰ ἐξετασθοῦν στὴν Ἱεραρχία πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὰ θέματα ποὺ συζητοῦσαν ἡ Ἀποστολικὴ Σύνοδος καὶ οἱ Τοπικὲς καὶ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι, δηλαδή, θεολογικὰ καὶ κανονικά, ποὺ ἀναφέρονται στὴν πίστη καὶ στὴν τάξη, στὸ δόγμα-ὅρο, στὴν κανονικὴ συγκρότηση καὶ στὸ ἦθος τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχει ὡριμάσει σὲ πολλοὺς Ἀρχιερεῖς ἡ γνώμη, ὅτι κατὰ τὶς Συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας ἀντὶ νὰ ἀναπτύσσονται ἀκαδημαϊκὰ θέματα, τὰ περισσότερα χάριν ἐπικοινωνιακοῦ λόγου, νὰ γίνονται ἀναλύσεις τῶν ζητημάτων ποὺ ἀπασχόλησαν κατὰ τὸ προηγούμενο διάστημα τὶς Συνοδικὲς Ἐπιτροπές. Ἔτσι, ἀφ' ἑνὸς μὲν θὰ γίνεται μιὰ πλήρης ἐνημέρωση τῆς Ἱεραρχίας γιὰ τὰ διάφορα θέματα ποὺ ἀπασχόλησαν τὶς Συνοδικὲς Ἐπιτροπές, ἀφ' ἑτέρου δὲ θὰ λαμβάνωνται συλλογικὲς καὶ εἰδικὲς ἀποφάσεις. Αὐτὸ εἶναι σύμφωνο μὲ τὶς διατάξεις τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη γιὰ τὶς Συνοδικὲς Ἐπιτροπές, ὅπως θὰ ἀναφερθῇ πιὸ κάτω.
Θὰ χρησιμοποιήσω ἕνα παράδειγμα. Γιατί νὰ γίνεται σὲ κάθε σχεδὸν Ἱεραρχία ἀπολογισμὸς τῶν οἰκονομικῶν θεμάτων –ποὺ κι αὐτὸ εἶναι ἀναγκαῖο, γιατί πρέπει νὰ ὑπάρχη διαφάνεια καὶ καλὴ διαχείριση– καὶ νὰ μὴ γίνεται συγχρόνως ἐνημέρωση τῶν Ἱεραρχῶν ἀπὸ τὴν ἁρμόδια Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ γιὰ τὰ διορθόδοξα καὶ διαχριστιανικὰ ζητήματα; Τί προέχει γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τὰ οἰκονομικὰ θέματα ἡ οἱ ποικίλοι διορθόδοξοι, διαχριστιανικοὶ καὶ διαθρησκευτικοὶ διάλογοι, ὅπου πρέπει νὰ ἐκφράζεται ἡ πίστη καὶ ἡ ζωὴ τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας;
Νομίζω ὅτι δὲν συνιστᾶ λειτουργία τοῦ Συνοδικοῦ πολιτεύματος τὸ νὰ ὑπογράφονται διαχριστιανικὰ καὶ διορθόδοξα κείμενα ἄνευ γνώσεως τῶν μελῶν τῆς Ἱεραρχίας καὶ ἄνευ Συνοδικῆς ἀποφάσεως. Σὲ μιὰ τέτοια περίπτωση δὲν δεσμεύεται ἡ Ἐκκλησία μας. Ἄλλωστε, κατὰ τὸ ἄρθρ. 4 τοῦ Ν. 590/1977 «Περὶ τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» ἔργο τῆς Ἱεραρχίας εἶναι νὰ «μεριμνᾶ διὰ τὴν τήρησιν τῶν Δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Ἱερῶν Παραδόσεων, διὰ τὴν ἑνότητα τῆς Πίστεως, ὡς καὶ διὰ τὴν Ἐκκλησιαστικὴν κοινωνίαν μετὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχείων καὶ Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καὶ ρυθμίζει τὰς σχέσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μετὰ τῶν ἑτεροδόξων».
Ἔπειτα, ἡ ἀτμόσφαιρα ποὺ θὰ ἐπικρατῆ στὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας θὰ πρέπει νὰ εἶναι λειτουργική, εὐχαριστιακή, ἄλλωστε, ὅπως ἐπανειλημμένως ἔχει ἀναφερθῇ, ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας εἶναι προέκταση τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἐπίσης, ἡ ἀντιμετώπιση τῶν θεμάτων πρέπει νὰ γίνεται μὲ θεολογικὴ γλῶσσα, γιατί ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ ὑπόθεση τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν ἡ εἶναι ἀναγκαία γιὰ τὴν ἐπεξεργασία ἑνὸς θέματος σὲ μιὰ ὁμιλία, ἀλλὰ διαποτίζει ὅλη τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀλλοίμονον ἂν ἡ Ἱεραρχία δὲν ἐκφράζεται θεολογικῶς. Ἡ ἔκθεση τῶν ἀπόψεων τῶν Ἱεραρχῶν πρέπει νὰ γίνεται μὲ εὐπρέπεια καὶ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος, πρᾶγμα ποὺ θὰ διευκολύνει τὴν λήψη τῶν ἀποφάσεων. Οἱ φωνασκίες, οἱ ἀποδοκιμασίες, τὰ χειροκροτήματα, ὁ αὐταρχικὸς τρόπος παρεμβάσεως, οἱ εἰρωνίες, οἱ συνθηματολογικοὶ λόγοι, οἱ λεγόμενες «ἀτάκες», οἱ ὑποτιμήσεις, οἱ διακοπὲς καὶ οἱ περιφρονήσεις τῶν ὁμιλητῶν κλπ. δὲν μποροῦν νὰ γίνωονται στὶς Συνεδριάσεις τῆς Ἱεραρχίας. Ἂς σκεφθοῦμε ἂν θὰ ἐπιτρέπαμε μιὰ τέτοια νοοτροπία ἐμεῖς οἱ Ἐπίσκοποι στὶς ἱερατικὲς Συνάξεις τῶν Μητροπόλεών μας.
Περισσότερο ἀπὸ ὅλα ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς ἱερουργίας θὰ πρέπει νὰ ἐπικρατῆ κατὰ τὴν ἐκλογὴ τῶν Μητροπολιτῶν καὶ Ἐπισκόπων. Καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ψηφοφορίας πρέπει νὰ ἐπικρατῆ ἱεροπρέπεια. Ἄλλωστε, κατὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, ἡ ψηφοφορία θεωρεῖται καὶ «χειροτονία» καὶ εἶναι σημαντικότερη πράξη τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν τάξη τῆς χειροτονίας τοῦ ἐκλεγέντος.
Στὴν κανονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἡ λέξη «χειροτονία» ἔχει δύο ἔννοιες. Ἡ πρώτη, ἀρχαιοτέρα ἔννοια, δηλώνει τὴν ψῆφο, τὴν ἐκλογὴ ποὺ γινόταν μὲ τὴν ἀνάταση τῆς χειρός, ὅπως λέγει ὁ ε’ Κανόνας τῆς Λαοδικείας «περί του, μὴ δεῖν τὰς χειροτονίας, ἐπὶ παρουσία ἀκροωμένων γίνεσθαι». Κατὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν ἁγιορείτη «ὁ Ζωναρὰς καὶ ὁ Βαλσαμών, ἑρμηνεύοντες τὸν παρόντα Κανόνα, λέγουσιν, ὅτι χειροτονίας ἐδῶ ὀνομάζει ὁ Κανὼν τὰς ψήφους καὶ ἐκλογὰς τῶν ἱερωμένων, αἱ ὁποῖαι ὅταν γίνωνται, δὲν πρέπει νὰ ἦναι παρόντες τινες λαϊκοὶ ἀκροώμενοι τῶν λεγομένων, ἵνα μὴ ἀκούοντές τινας κατηγορίας κατὰ τῶν ψηφιζομένων σκανδαλίζωνται καὶ παρακινοῦνται πρὸς τὴν κακίαν». Λεγόταν παλαιότερα ἡ ψηφοφορία χειροτονία, γιατί ὅπως λέγει ὁ Ζωναράς, τοὺς παλαιοὺς χρόνους «τὰ πλήθη συναγόμενα, ἐχειροτόνουν, ἤτοι ἐψήφιζον, διὰ τῆς ἐκτάσεως τῶν χειρῶν, τοὺς ἀρχιερεῖς». Ἡ δεύτερη ἔννοια τῆς χειροτονίας, ποὺ χρησιμοποιεῖται κυρίως σήμερα, δηλώνει τὴν κατὰ τὴν ἱεροτελεστία ὑπὸ τοῦ ἀρχιερέως διὰ τῶν εὐχῶν καὶ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λειτουργικὴ καὶ μυστηριακὴ πράξη, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος τείνη καὶ τοποθετῇ τὴν χεῖρα του στὴν κεφαλὴ τοῦ χειροτονουμένου, σύμφωνα μὲ τὸ ἀποστολικὸ χωρίο «χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει».
Ἔτσι, ἡ ἐκλογὴ καὶ ὁ τρόπος τῆς ἐκλογῆς πρέπει νὰ γίνεται μὲ τὸν δέοντα ἐκκλησιαστικὸ τρόπο. Οἱ ἑκατέρωθεν πιέσεις, ἡ προσπάθεια ἐπιβολῆς μιᾶς «ὁμάδος» Ἱεραρχῶν ποὺ προωθοῦν ἕναν δικό τους ὑποψήφιο, ἡ ἀκαταστασία κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ψηφοφορίας δὲν συνιστοῦν ἐκκλησιαστικὸ ἦθος.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καὶ τὰ μέλη τῆς Ἱεραρχίας μποροῦν νὰ προτείνουν, μὲ τὸ ἰσχῦον σύστημα ἐκλογῆς, ὑποψηφίους Πρεσβυτέρους γιὰ νὰ ἐκλεγοῦν Ἐπίσκοποι, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ ἐξασκοῦνται πιέσεις, οὔτε, τὸ χειρότερο, νὰ στήνονται μηχανισμοὶ ἐπικρατήσεως ἡ νὰ συμβαίνουν ποικίλες συναλλαγές. Ἐπίσης, ἐὰν ἐπικρατήση ἡ πρόταση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρῆται προσωπική του νίκη ἡ «ψῆφος ἐμπιστοσύνης» τῆς Ἱεραρχίας στὸ πρόσωπό του, ὅπως καὶ ἐὰν ἐκλεγῇ κάποιος ἄλλος, ποὺ προτείνεται ἀπὸ κάποια μέλη τῆς Ἱεραρχίας, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ ἧττα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ἀλλὰ ἀπόφαση καὶ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἐκφράζεται διὰ τῆς «συνοδικῆς διαγνώμης». Ἐκκοσμικευμένες νοοτροπίες καὶ δημοσκοπικὲς ἀναλύσεις δὲν μποροῦν νὰ ἰσχύσουν στὸ εὐλογημένο Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ συνειδητὴ ἡ ἀσυνείδητη προσπάθεια νὰ παρασυρθῇ ἡ Ἱεραρχία ἡ νὰ πιεσθῇ μὲ διαφόρους «μηχανισμοὺς» στὴν λήψη ὁρισμένων ἀποφάσεων ποὺ συμφέρουν τὸν Πρόεδρο ἡ τὰ διάφορα μέλη τῆς Ἱεραρχίας δὲν συνιστοῦν ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ ὀρθόδοξο ἦθος. Τὸ συνοδικὸ καὶ ἱεραρχικὸ πολίτευμα ἔχει διαφορετικὸ ἦθος ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἐπικρατεῖ στὰ ἀνθρώπινα πολιτεύματα. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἡ Ἱεραρχία νὰ μιμῆται τὴν ἀτμόσφαιρα ποὺ κυριαρχεῖ στοὺς χώρους τῶν Κοινοβουλίων καὶ τῶν κοινωνικῶν συλλογικῶν ὀργάνων, τὰ ὁποῖα οὕτως ἡ ἄλλως εἶναι σεβαστὰ σὲ μιὰ δημοκρατικὴ Πολιτεία, γιατί ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἕνα ἄλλο ἦθος.
Ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος λειτουργεῖ ὡς ἐντολοδόχος τῆς Ἱεραρχίας καὶ ἔτσι λαμβάνονται διάφορες ἀποφάσεις. Τὰ θέματα ποὺ ἐπιλαμβάνεται πρέπει νὰ συντονίζονται στὴν «συνοδικὴ διαγνώμη» τῆς Ἱεραρχίας καὶ οἱ ἀποφάσεις πρέπει νὰ ἀνταποκρίνονται στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἔχω συμμετάσχει σὲ τρεῖς συνοδικὲς περιόδους ὡς μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου μὲ τρεῖς διαφορετικοὺς Ἀρχιεπισκόπους, τοὺς μακαριστοὺς Σεραφεὶμ καὶ Χριστόδουλο, καὶ τώρα τὸν Ἱερώνυμο, καὶ συνεργάσθηκα καὶ συνεργάζομαι μὲ ἀξιολόγους Ἀρχιερεῖς. Αὐτὸ μὲ ἔχει διδάξει ὅτι ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος λειτουργεῖ μὲ καλύτερο τρόπο ἀπὸ τὴν Ἱεραρχία. Ἐνδεχομένως, αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι εἶναι ὀλιγοπρόσωπο ὄργανο καὶ δίνεται ἡ δυνατότητα ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων καὶ λήψεως συγκεκριμένων ἀποφάσεων μὲ ἐπαρκῆ γνώση τῶν πραγμάτων καὶ ἐνδελεχῆ συζήτηση. Εἶναι, ὅμως, ἀλήθεια ὅτι ὁ Πρόεδρος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ ἡ παρουσία πεπειραμένων Ἱεραρχῶν καθορίζουν ἐν πολλοῖς τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς Συνόδου. Ἄλλωστε καὶ οἱ τρεῖς τελευταῖοι Ἀρχιεπίσκοποι (Σεραφείμ, Χριστόδουλος καὶ Ἱερώνυμος) διακρίνονταν ἀπὸ διάφορα χαρίσματα ποὺ ἐν πολλοῖς προσδιόριζαν καὶ προσδιορίζουν τὶς συζητήσεις καὶ τὶς ἀποφάσεις. Μπορεῖ, ὅμως, ὁ τρόπος λειτουργίας τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου νὰ βελτιωθῇ ἀκόμη περισσότερο γιὰ νὰ ἀνταποκρίνεται τόσο στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καὶ στὶς σύγχρονες συνθῆκες ζωῆς.
Τὸ βασικὸ θέμα ποὺ πρέπει νὰ ἐξετασθῇ εἶναι ὁ τρόπος συζητήσεων τῶν θεμάτων τῆς Ἡμερησίας Διατάξεως. Κατὰ τὴν συνοδικὴ περίοδο τοῦ 1996-7, ποὺ ἤμουν μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, μὲ πρόταση τοῦ Σέβ. Μητροπολίτου Ἰωαννίνων κ. Θεοκλήτου, ὅλα τὰ θέματα τῆς Ἡμερησίας Διατάξεως γιὰ πρώτη φορὰ γράφονταν περιληπτικώς, ὥστε νὰ γνωρίζουμε γιὰ τὸ τί ἐπρόκειτο νὰ συζητηθῇ στὴν Σύνοδο. Μέχρι τότε τὰ θέματα ἀναγράφονταν στὴν Ἡμερησία Διάταξη μὲ γενικὸ καὶ συνοπτικὸ τρόπο. Νομίζω ὅτι καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ βελτιωθῇ ἀκόμη περισσότερο.
Πρέπει νὰ ἐξετασθῇ τὸ ἐνδεχόμενο, ἂν ὄχι γιὰ ὅλα τὰ θέματα, τοὐλάχιστον γιὰ τὰ βασικὰ νὰ ἀποστέλλεται στοὺς Συνοδικούς, πολλὲς ἡμέρες πρίν, πλήρης φάκελλος, μαζὶ μὲ τὶς ἐνδεχόμενες γνωμοδοτήσεις καὶ τὰ σχετικὰ ἔγγραφα, ὥστε νὰ προετοιμάζονται καλύτερα γιὰ τὴν συζήτηση καὶ κατὰ συνέπεια οἱ ἀποφάσεις νὰ εἶναι, κατὰ τὸ δυνατόν, τεκμηριωμένες. Ἂν δὲν γίνεται αὐτὸ καὶ ἐπικρατοῦν διάφορες μεθοδεύσεις γιὰ τὴν ἔκδοση τῶν ἀποφάσεων, τότε αὐτὸς ὁ τρόπος δὲν ἐκφράζει τὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας. Βεβαίως, αὐτὸ ἐνέχει τὸν κίνδυνο νὰ διοχετεύονται τὰ θέματα καὶ οἱ εἰσηγήσεις στὸν ἔντυπο καὶ ἠλεκτρονικὸ Τύπο, ἀλλὰ αὐτὸ ἔχει σχέση μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα ἡ μὴ αὐτῶν ποὺ ἐνεργοῦν κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο. Οὕτως ἡ ἄλλως, ὅμως, τὰ θέματα, συνήθως, διαρρέουν στὸν Τύπο.
Γιὰ μείζονος σημασίας θέματα θὰ εἶναι καλό, μαζὶ μὲ τὶς γνωμοδότησεις τῶν διαφόρων Συνοδικῶν Ὀργάνων, ἕνα μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου μὲ πρόταση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡ τῆς Συνόδου νὰ ἀναλαμβάνη τὴν εἰσήγησή τους.
Οἱ ἀνακοινώσεις τῶν ἀποφάσεων τῆς Διαρκοῦς Συνόδου γίνονται μὲ τὰ Δελτία Τύπου, ἀλλὰ εἶναι καλὸ ἕνα πεπειραμένο μέλος τῆς Συνόδου νὰ ἀναλαμβάνη νὰ δίνη τὶς σχετικὲς διευκρινίσεις, γιατί, ἂν δὲν γίνεται αὐτό, τότε θὰ ὑπάρχη παραπληροφόρηση τῆς κοινῆς γνώμης καὶ διαρροὴ διαφόρων εἰκοτολογιῶν. Ἐννοεῖται, βεβαίως, ὅτι ὁ Ἀρχιερεὺς αὐτὸς δὲν πρέπει νὰ ἀναμειγνύη τὶς προσωπικές του ἀπόψεις μὲ τὶς συλλογικὲς ἀποφάσεις, οὔτε νὰ βρίσκη ἀφορμή, λόγῳ τῆς ἐπικοινωνίας του μὲ τοὺς δημοσιογράφους νὰ προβάλλη τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀσκῇ μιὰ προσωπικὴ ἐπικοινωνιακὴ πολιτική, οὔτε νὰ ἐνεργῆ μὲ κοσμικὸ τρόπο.
Κατὰ τὸν Καταστατικὸ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος λειτουργοῦν καὶ οἱ Μόνιμες Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς οἱ ὁποῖες συνιστῶνται «πρὸς μελέτην καὶ ἐπεξεργασίαν τῶν θεμάτων τῆς ἡμερησίας διατάξεως τῶν συνελεύσεων τῆς Ι.Σ.Ι. ὡς καὶ πρὸς τὴν ὑποβοήθησιν τοῦ ἐν γένει ἔργου τῆς Δ.Ι.Σ. καὶ ἐκτέλεσιν τῶν ἀποφάσεων αὐτῶν» (ἀρθ. 10).
Πρόκειται γιὰ ἕναν σημαντικὸ συνοδικὸ θεσμό, στὸν ὁποῖο μετέχουν Ἀρχιερεῖς ἀπὸ τὴν Ἱεραρχία, Ἱερεῖς καὶ λαϊκοὶ εἰδικοὶ ἐπιστήμονες ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ σοβαρότητα πάνω σὲ διάφορα ζητήματα, τὰ ἐπεξεργάζονται, τὰ προτείνουν ἡ καὶ μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τῆς Συνόδου τὰ ὑλοποιοῦν. Αὐτὸς ὁ θεσμὸς πρέπει νὰ ἀξιοποιηθῇ ἀκόμη περισσότερο, γιατί ἐκφράζει τὸ συνοδικὸ καὶ ἱεραρχικὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας. Θεωρῶ ὅτι, ἂν οἱ Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς λειτουργοῦν ἀποδοτικά, τότε θὰ λειτουργοῦν καλὰ καὶ τὰ ὑπερκείμενα συνοδικὰ Ὄργανα, γιατί αὐτὰ εἶναι τὰ ζωντανὰ κύτταρα τοῦ ὅλου πνευματικοῦ ὀργανισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑπάρχουν, ὅμως, δύο σημεῖα ποὺ πρέπει νὰ προσεχθοῦν ἰδιαιτέρως. Τὸ ἕνα εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο συγκροτοῦνται οἱ Συνοδικὲς Ἐπιτροπές, γιὰ νὰ εἶναι ἀντιπροσωπευτικὲς τῶν διαφόρων χαρισμάτων ποὺ διακρίνουν τοὺς Ἐπισκόπους, τοὺς Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, ὥστε νὰ παράγεται σημαντικὸ ἔργο. Τὸ ἄλλο σημεῖο εἶναι το νὰ λαμβάνονται σοβαρὰ ὑπ’ ὄψη οἱ εἰσηγήσεις τους καὶ νὰ μὴ παραθεωροῦνται εὔκολα ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο. Βεβαίως, ἁρμόδια ὄργανα νὰ κρίνουν καὶ νὰ λαμβάνουν ἀποφάσεις εἶναι ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος καὶ τελικὰ ἡ Ἱεραρχία, ἀλλὰ τὰ ἀνώτερα αὐτὰ ὄργανα διευκολύνονται στὶς τεκμηριωμένες ἀποφάσεις τους, ἂν ὑπάρχουν τεκμηριωμένες κανονικῶς καὶ νομικῶς εἰσηγήσεις.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς Μόνιμες Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς ἔχουν δημιουργηθῇ μὲ ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας καὶ Εἰδικὲς Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση διαφόρων συγχρόνων θεμάτων. Θὰ πρέπει νὰ ἐξετασθῇ καὶ νὰ ἀποφασισθῇ ἂν μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς πρέπει νὰ συμπτυχθοῦν, γιατί ἀσχολοῦνται μὲ παράλληλα ἡ σχετικὰ θέματα καὶ συγχέονται οἱ ἁρμοδιότητές τους μὲ τὶς ἀνάλογες ἁρμοδιότητες τῶν Μονίμων Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν.
Ἐπὶ πλέον στὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας ὑπάγονται καὶ ἄλλοι Ἐκκλησιαστικοὶ Ὀργανισμοί, ὅπως τὰ Ἐκκλησιαστικὰ Συνοδικὰ Δικαστήρια, Ὑπηρεσιακὰ Συμβούλια, Ἐκκλησιαστικὴ Κεντρικὴ Ὑπηρεσία Οἰκονομικῶν, Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἐπικοινωνιακὴ καὶ μορφωτικὴ ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κλπ. Καὶ γι’ αὐτὰ ἰσχύουν ὅσα ἐλέχθησαν γιὰ τὶς Συνοδικὲς Ἐπιτροπές.
Πρέπει νὰ ὑπογραμμισθῇ ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, ὡς Πρόεδρος τῆς Ἱεραρχίας καὶ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἔχει μιὰ πρόσθετη εὐθύνη γιὰ τὴν καλὴ λειτουργία τῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων καὶ ἔργο του εἶναι ἀφ' ἑνὸς μὲν νὰ μὴν ἐπεμβαίνη ἄκομψα στὴν λήψη τῶν ἀποφάσεων γιὰ νὰ τὶς καθορίζη ἐν ὀνόματι τῆς δῆθεν ἑνότητος τῆς Ἱεραρχίας, ἀφ' ἑτέρου δὲ νὰ μὴν ἀφήνη νὰ δημιουργοῦνται διάφορα κενὰ ὥστε νὰ ἀναπτύσσονται ἄλλα παράκεντρα κέντρα, ἐν ὀνόματι τῆς δῆθεν ἐλευθερίας τοῦ καθενός. Ὁ χρυσὸς κανόνας εἶναι νὰ εὑρίσκεται ὁ κατάλληλος τρόπος γιὰ νὰ ἐπιτυγχάνεται ἡ ἑνότητα ἐν τῇ ἐλευθερίᾳ καὶ ἡ ἐλευθερία ἐν τῇ ἑνότητι.
- Προβολές: 2773