Ἡ θεία Λειτουργία, πρότυπο ἱεραρχικῆς συνοδικότητας τῆς Ἐκκλησίας
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν Εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου στὴν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Ὄκτ. 2009).
Ὅπως εἶναι γνωστόν, ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία θεώσεως, ποὺ σημαίνει ὅτι ὅσοι εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ πορεύονται πρὸς τὴν θέωση. Δὲν πρόκειται γιὰ μιὰ στάσιμη κατάσταση, ἀλλὰ γιὰ μία συνεχῆ κίνηση, μιὰ διαρκῆ πορεία, τὴν ὁποῖα ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς θὰ ἀποκαλέση «στάσιν ἀεικίνητον» καὶ «κίνησιν στάσιμον»: «Στάσιν ἀεικίνητον λαβοῦσα τὴν ἀπέραντον τῶν θείων ἀπόλαυσιν, καὶ κίνησιν στάσιμον τὴν ἐπ' αὐτοῖς ἀκόρεστον ὄρεξιν». Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κατεστημένος θεσμός, ἀλλὰ μιὰ στρατεία ἐν Χριστῷ, μιὰ πορεία πρὸς τὴν μέθεξη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία Βασιλεία καὶ βιώνεται ἀπὸ τὸ παρὸν καὶ θὰ ἔλθη στὸ μέλλον στὴν πληρότητά της.
Κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ τρόπος τελέσεως τῆς θείας Εὐχαριστίας εἰκονίζει τὸ τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ δείχνει ποιός εἶναι ὁ ἀπώτερος σκοπός της.
Στὴν «Μυσταγωγία» τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ διαφαίνεται ποιός εἶναι ὁ χαρακτῆρας καὶ ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς θείας Εὐχαριστίας. Πάντως, ἡ ἐκκλησιολογία δὲν μπορεῖ νὰ ἐξετάζεται ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν εὐχαριστιολογία.
Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι πράγματι ἡ «Σύνοδος οὐρανοῦ καὶ γῆς». Τὸ χωρίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι πολὺ χαρακτηριστικό:
«Ὧ τῶν τοῦ Χριστοῦ δωρημάτων! Ἄνω στρατιαὶ δοξολογοῦσιν ἀγγέλων κάτω ἐν ἐκκλησίαις χοροστατοῦντες ἄνθρωποι τὴν αὐτὴν ἐκείνοις ἐκμιμοῦνται δοξολογίαν. Ἄνω τὰ Σεραφὶμ τὸν τρισάγιον ὕμνον ἀναβοᾶ κάτω τὸν αὐτὸν ἡ τῶν ἀνθρώπων ἀναπέμπει πληθῦς κοινὴ τῶν ἐπουρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων συγκροτεῖται πανήγυρις μία εὐχαριστία, ἕν ἀγαλλίαμα, μία εὐφρόσυνος χοροστασία. Ταύτην γὰρ ἡ ἄφραστος τοῦ Δεσπότου συγκατάβασις ἐκρότησε, ταύτην τὸ Πνεῦμα συνέπλεξε τὸ ἅγιον, ταύτης ἡ ἁρμονία τῶν φθόγγων τὴ πατρικὴ εὐδοκία συνηρμόσθη ἄνωθεν ἔχει τὴν τῶν μελῶν εὐρυθμίαν, καὶ ὑπὸ τῆς Τριάδος, καθάπερ ὑπὸ πλήκτρου τινός, κινουμένη, τὸ τερπνὸν καὶ μακάριον ἐνηχεὶ μέλος, τὸ ἀγγελικὸν ἆσμα, τὴν ἄληκτον συμφωνίαν. Τοῦτο τῆς ἐνταῦθα σπουδῆς τὸ πέρας, οὗτος ὁ τῆς συνελεύσεως ἡμῶν καρπός».
Τὸ κεντρικὸ σημεῖο αὐτοῦ τοῦ Χρυσοστομικοῦ χωρίου εἶναι τὸ «μία εὐχαριστία, ἕν ἀγαλλίαμα, μία εὐφρόσυνος χοροστασία» ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, κεκοιμημένων καὶ ζώντων. Στὴν πατερικὴ παράδοση δὲν ἐρείδεται ἀκριβῶς ἡ δυτικὴ διάκριση τῆς Ἐκκλησίας σὲ στρατευομένη καὶ θριαμβεύουσα, ἀφοῦ μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ μία εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία στὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ καὶ οἱ ζῶντες ἅγιοι βεβαιώνουν τὸν θρίαμβο τοῦ Χριστοῦ καὶ μετέχουν ἀναλόγως σὲ αὐτόν, ποῦ εἶναι ἡ νίκη τους πάνω στὸν θάνατο, τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν διάβολο. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ τὰ ζῶντα μέλη τῆς Ἐκκλησίας μετέχουν τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τοῦ θριάμβου τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἰεραρχικότητα τῶν χαρισμάτων καὶ τῶν διακονιῶν αὐτῶν ποῦ μετέχουν στὴν θεία Λειτουργία διακρίνεται σὲ πολλοὺς βαθμούς. Εἶναι οἱ κατηχούμενοι, οἱ φωτιζόμενοι καὶ οἱ φωτισθέντες πιστοὶ οἱ λαϊκοὶ διαφόρων πνευματικῶν καταστάσεων, ἤτοι καθαιρόμενοι, φωτιζόμενοι καὶ θεούμενοι οἱ Κληρικοὶ διαφόρων βαθμῶν, ἤτοι Ἐπίσκοποι, Πρεσβύτεροι, Διάκονοι καὶ οἱ διαφοροτρόπως ὑπηρετοῦντες στὴν θεία Λειτουργία, ἤτοι ὑποδιάκονοι, ἀναγνῶστες, ψάλτες, ὑπηρετικὸ προσωπικό. Ὅλοι μετέχουν στὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἀλλὰ διαφοροτρόπως, ὁπότε ὑφίσταται συνοδικότητα καὶ ἰεραρχικότητα.
Οἱ λαϊκοὶ συμμετέχουν στὴν θεία Λειτουργία προσευχόμενοι καὶ κοινωνοῦντες τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ οἱ ἱεροψάλτες ψάλλουν ἐξ ὀνόματος τοῦ λαοῦ οἱ διάκονοι ἀπευθύνουν τὶς δεήσεις στὸν Θεὸ ὑπὲρ τοῦ λαοῦ οἱ Πρεσβύτεροι προσφέρουν τὴν ἀναίμακτη μυσταγωγία, μὲ τὴν ἄδεια τῶν Ἐπισκόπων τους, καὶ οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι οἱ προεστῶτες τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως.
Καίτοι οἱ παρευρισκόμενοι στὴν θεία Λειτουργία μετέχουν τοῦ μεγάλου Μυστηρίου, οἱ Κληρικοὶ πλαισιώνουν τὸ Θυσιαστήριο καὶ προσεύχονται, ὅμως, ὁ Προεστὼς τῆς θείας Εὐχαριστίας προσφέρει τὴν ἀναίμακτη θυσία, αὐτὸς ἀπευθύνει τὴν εὐχὴ τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς, ποῦ εἶναι προσευχὴ στὸν Πατέρα νὰ ἀποστείλη τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ νὰ μεταβάλη τὸν ἄρτο καὶ οἶνο σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Ἔτσι, γίνεται συλλείτουργο, ἀλλὰ διακρίνονται ἰδιαίτερες κατηγορίες πνευματικῶν χαρισμάτων καὶ διακονιῶν. Ἀκόμη καὶ τότε ποῦ συλλειτουργοῦν Κληρικοὶ τοῦ ἰδίου βαθμοῦ, ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς λειτουργοὺς προσφέρει τὴν ἀναίμακτη θυσία καὶ οἱ ἄλλοι μετέχουν τοῦ Μυστηρίου. Ἡ τέλεση τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας προϋποθέτει προεξάρχοντα. Ὁπότε, ἡ συνοδικότητα λειτουργεῖ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἰεραρχικότητα.
Αὐτὴ ἡ διάκριση τῶν χαρισματικῶν διακονιῶν στὴν θεία Λειτουργία φαίνεται καὶ στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου, στὸ ὁποῖο παρουσιάζεται τὸ ὅραμα τῆς οὐράνιας Ἐκκλησίας καὶ τῆς οὐράνιας θείας Λειτουργίας ποῦ εἶδε ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης καὶ βεβαίως, ὅπως ἀναφέρθηκε προηγουμένως, συνδέεται μὲ τὴν ἐπίγεια θεία Λειτουργία.
Στὸ ὅραμα αὐτὸ τῆς οὐράνιας θείας Λειτουργίας βλέπουμε τὸν «ὅμοιον υἱῷ ἀνθρώπου...», εὑρισκόμενο μεταξὺ τῶν ἑπτὰ λυχνιῶν (Ἀπ. α', 12 κ.εξ.) τὸν ἐπὶ τοῦ θρόνου καθήμενο, καὶ τοὺς εἰκοσιτέσσερεις Πρεσβυτέρους καθημένους σὲ θρόνους «κυκλόθεν τοῦ θρόνου» τὰ τέσσερα ζῶα ἐν μέσῳ τοῦ θρόνου, καὶ τὴν λατρεία ποῦ προσφέρουν στὸν καθήμενο ἐπὶ τοῦ θρόνου οἱ εἰκοσιτέσσερεις Πρεσβύτεροι καὶ τὰ λειτουργικὰ ζῶα (Ἀπ. δ', 1 κ.εξ.) «τὸ ἀρνίον τὸ ἐστηκὸς ὡς ἐσφαγμένον» «ἐν μέσῳ τοῦ θρόνου καὶ τῶν τεσσάρων ζώων καὶ ἐν μέσῳ τῶν πρεσβυτέρων» καὶ τὴν λατρεία τους στὸ ὡς ἐσφαγμένον ἀρνίον (Ἀπ. ε', 6 κ.εξ.) τὸ Θυσιαστήριο καὶ «ὑποκάτω τοῦ θυσιαστηρίου τὰς ψυχὰς τῶν ἐσφαγμένων διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ» (Ἀπ. στ', 9 κ.εξ.) «τὸν ὄχλον πολὺν» «ἐστῶτες ἐνώπιον τοῦ θρόνου καὶ ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου» (Ἀπ. ζ', 9 κ.εξ.) τὸν λιβανωτὸ καὶ τὸν καπνὸ τῶν θυμιαμάτων (Ἀπ. ἡ', 3 κ.εξ.) τὸ ἆσμα τῶν λελυτρωμένων (Ἀπ. ἰδ', 1 κ.εξ.) τὸν ὕμνον ἀλληλούϊα (Ἀπ. ἰθ', κ.εξ.) τὸ «δεῖπνον τοῦ γάμου τοῦ ἀρνίου» (Ἀπ. ἰθ', 9 κ.εξ.) τὸν καινὸ οὐρανὸ καὶ τὴν καινὴ γῆ καὶ τὴν ἁγία πόλη Ἱερουσαλὴμ (Ἀπ. κα', 1 κ.εξ.).
Ὅλη αὐτὴ ἡ ἀποκαλυπτικὴ ἐμπειρία εἶναι καὶ οὐράνια Λειτουργία καὶ πρότυπο τῆς ἐπίγειας θείας Λειτουργίας, μεταξὺ δὲ αὐτῶν ὑπάρχει μιὰ πνευματικὴ ὄσμωση. Ἀλλὰ τόσο οἱ εὐχὲς ὅσο καὶ ἡ διάταξη τῆς θείας Λειτουργίας δείχνουν μιὰ συνοδικὴ καὶ ἱεραρχικὴ πορεία καὶ ἀνάβαση πρὸς τὸ ὕψος τοῦ ὅρους Σινᾶ, τοῦ Γολγοθᾶ καὶ τοῦ καινοῦ μνημείου τῆς Ἀναστάσεως.
Ἡ θεία Λειτουργία ὄχι μόνον εἰκονίζει, ἀλλὰ καὶ ἐκφράζει τὴν Θαβώρεια ἐμπειρία καὶ μετέχει αὐτῆς. Στὸ ὅρος Θαβὼρ στὸ μέσον βρισκόταν ὁ Χριστὸς μέσα στὸ ἄκτιστο Φώς, τὸ ὁποῖο προχεόταν ἔσωθεν, ἀφοῦ καὶ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι πηγὴ τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς οἱ Προφῆτες παρευρίσκονταν ἔνθεν καὶ ἔνθεν τοῦ Χριστοῦ συνομιλοῦντες μαζὶ Τοῦ καὶ οἱ τρεὶς Μαθητὲς ἔπεσαν πρηνεῖς, γιατί, ἐνῷ ζητοῦσαν τὴν κατασκευὴ κτιστῶν σκηνῶν γιὰ τὸν Χριστό, τὸν Μωϋσὴ καὶ τὸν Ἠλία, βρέθηκαν οἱ ἴδιοι κάτω ἀπὸ τὴν ἄκτιστη σκηνή, τὴν νεφέλη τὴν φωτεινή, τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅλες αὐτὲς οἱ πνευματικὲς καταστάσεις θυμίζουν τέλεση θείας Λειτουργίας.
Ἐπίσης, μὲ αὐτὴν τὴν ἀποκαλυπτικὴ ἐμπειρία τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου δημιουργήθηκε καὶ ὁ ἐπίγειος κτιστὸς Ναός, ὅπως ἄλλωστε τὸ βλέπουμε καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Μωϋσή, ὁ ὁποῖος μὲ βάση τὴν ἀχειροποίητη καὶ ἄκτιστη σκηνὴ ποῦ εἶδε στὸ ὅρος Σινᾶ κατασκεύασε τὴν κτιστὴ σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου καὶ ἀργότερα κατασκευάσθηκε ὁ Ναὸς τοῦ Σολομῶντος, ἀλλὰ καὶ ὁ χριστιανικὸς Ναός, μὲ τὴν διαίρεση σὲ Νάρθηκα, κυρίως Ναὸ καὶ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἤτοι Ἱερὸ Βῆμα.
Ἑπομένως, στὴν θεία Λειτουργία, στὸν τρόπο τελέσεώς της, ἀλλὰ καὶ στὸν χῶρο ποὺ τελεῖται, βλέπουμε τὴν συνοδικὴ καὶ ἱεραρχικὴ δομὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος.
- Προβολές: 2811