Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ὅσιος Διάδοχος Φωτικῆς 29 Μαρτίου
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ὁ βίος τοῦ ὁσίου Διαδόχου Φωτικῆς μᾶς εἶναι, δυστυχῶς, ἐν πολλοῖς ἄγνωστος. Αὐτὸ ποῦ γνωρίζουμε εἶναι ὅτι γεννήθηκε κατὰ τὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 5ου αἰῶνα μ. Χ. καὶ ὅτι ἔγινε Ἐπίσκοπος, τὴν περίοδο μεταξὺ τῶν ἐτῶν 451-458 σὲ Ἐπαρχία τῆς Ἠπείρου, τὴν Φωτική. Ἡ Ἐπισκοπὴ Φωτικῆς, ἡ ὁποία τοποθετεῖται στὴν σημερινὴ Παραμυθία, φέρεται ὡς σημαντικὴ γιὰ πολλοὺς αἰῶνες.
Πρόκειται γιὰ μεγάλο Θεολόγο τοῦ 5ου αἰῶνα καὶ τὸ ὅτι δὲν μνημονεύεται, παρὰ ἐλάχιστα, ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του, αὐτό, ὅπως λέγει ὁ μακαριστὸς π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, «μπορεῖ ἄνετα νὰ ἐξηγηθῇ, ἐὰν ληφθῇ ὑπ’ ὄψη ἡ ἀπομακρυσμένη γεωγραφικὴ θέση τῆς Φωτικὴς τότε, χωρὶς νὰ ἀναφερθῇ καὶ ἡ σπουδὴ τοῦ ἁγίου Διαδόχου ὅπως μείνη ἄγνωστος, σύμφωνα μὲ ἐπιθυμία του ἡ ὁποία ἐκφράζεται, ἀπὸ ταπείνωση, στὸ 13ο κεφάλαιο τῶν "100 Γνωστικῶν Κεφαλαίων"».
Ὁ Μέγας Φώτιος ἀναφέρει τὴν πληροφορία ὅτι ἀπὸ τὴν Συνοδικὴ ἐπιστολὴ τοῦ ἁγίου Σωφρονίου Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων προκύπτει ὅτι ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς ὑπῆρξεν ἕνας ἀπὸ τοὺς κυριωτέρους ἀντιπάλους τῶν μονοφυσιτῶν. Ἐπίσης, ἀναφερόμενος ὁ Μέγας Φώτιος στὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Διαδόχου, τὰ «100 Γνωστικὰ Κεφάλαια», λέγει μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Ὁ λόγος του εἶναι ἄριστος καὶ δὲν περιέχει τίποτε τὸ ἀσαφὲς γι’ αὐτοὺς ποῦ εἶναι γυμνασμένοι στὶς πράξεις ποῦ προξενοῦν πνευματικὴ τελείωση διότι ἡ διδασκαλία τῆς ἐμπειρικῆς γνώσης γίνεται μὲ εὐχέρεια». Ἀλλὰ καὶ ὁ ἱερὸς Ὑμνογράφος, στὸ «Ἀπολυτίκιο» ποὺ συνέγραψε γιὰ τὸν ὅσιο Διάδοχο, λέγει μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Τὴν τοῦ Πνεύματος χάριν οὐρανόθεν δεξάμενος, θεῖος Φωτικῆς Ποιμενάρχης ἀνεδείχθης Διάδοχε καὶ πράξει καὶ σοφία ἀληθῆ, καὶ θείων διδαγμάτων τῷ φωτὶ πρὸς ἐνθέους ἀναβάσεις τῶν ἀρετῶν, ἰθύνεις τοὺς βοῶντας σοι...».
Ὁ ὅσιος Διάδοχος ἀποδεικνύεται μέσα ἀπὸ τὰ ἔργα του ὡς κάτοχος τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὡς πεπειραμένος διδάσκαλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Σώζονται τὰ ἔργα του «Ὅρασις», «Λόγος εἰς τὴν Ἀνάληψιν» καὶ τὰ «100 Γνωστικὰ Κεφάλαια» μαζὶ μὲ τὴν «Κατήχησιν».
Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ γύρω στὸ 486.
Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Ὁ λόγος τῶν ἁγίων Πατέρων εἶναι καθαρὸς καὶ διάφανος, ὅπως εἶναι καὶ οἱ ἴδιοι, καὶ δὲν περιέχει τίποτε τὸ ἀσαφές. Προσφέρεται δὲ μὲ ἄνεση καὶ εὐχέρεια, ἐπειδὴ εἶναι ἐμπειρικὸς λόγος καὶ ὄχι στοχαστικός. Ἀντίθετα, ὁ σχολαστικός-στοχαστικὸς λόγος εἶναι στρυφνός, ἀσαφὴς καὶ συγκεχυμένος καὶ δυσκολεύει τοὺς ἀκροατὲς ἢ τοὺς ἀναγνῶστες, οἱ ὁποῖοι καταλαβαίνουν, πολλὲς φορές, ἐντελῶς διαφορετικὰ πράγματα. Δηλαδή, μπορεῖ κανεὶς νὰ καταλάβη κάτι τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο ἀπὸ αὐτὸ ποῦ κατάλαβε κάποιος ἄλλος.
Ἡ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων, στὴν πραγματικότητα, εἶναι διήγημα, ἀφοῦ περιγράφουν τὴν ἐμπειρία τους, δηλαδὴ ὅσα εἶδαν καὶ ἄκουσαν. Ἐπειδή, λοιπόν, τὰ ὅσα διδάσκουν τὰ γνωρίζουν πολὺ καλά, καὶ κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο τὰ ἔχουν χωνεμένα, γι’ αὐτὸ ὁμιλοῦν καὶ γράφουν κατὰ τρόπον ἁπλὸ καὶ κατανοητό. Καὶ ἔτσι δίνουν τὴν δυνατότητα στοὺς ἀναγνῶστες ἢ ἀκροατὲς τῶν λόγων τους, νὰ κατανοοῦν μὲ εὐκολία, ἀκόμα καὶ τὰ δυσκολότερα νοήματα.
Ὁ ἅγιος Διάδοχος ὡς γνήσιος ποιμένας τῶν λογικῶν προβάτων, ποῦ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός, συμβουλεύει τοὺς ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας, λέγοντάς τους ὅτι, πρὶν ἀπὸ κάθε ὁμιλία πρὸς τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, θὰ πρέπει νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ζητοῦν τὸν ἄνωθεν φωτισμό. Λέγει χαρακτηριστικά: «Ὁ πνευματικὸς λόγος πληροφορεῖ-χορταίνει τὴν νοερὰν αἴσθηση τῆς ψυχῆς, διότι πηγάζει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ...Είναι, λοιπόν, πρέπον νὰ περιμένη κανεὶς πάντοτε μὲ πίστη, ποῦ ἐνεργεῖται ἀπὸ τὴν ἀγάπη, τὸν φωτισμὸ προκειμένου νὰ διδάξη. Διότι τίποτε δὲν εἶναι πτωχότερο ἀπὸ τὴν διάνοια, ποῦ φιλοσοφεῖ περὶ τοῦ Θεοῦ χωρὶς τὸν φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ...Ο δὲ θεῖος φωτισμὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δυναμώνει τὴν πίστη τοῦ διδάσκοντος μὲ πίστη, μὲ τέτοιο τρόπο, οὕτως ὥστε αὐτὸς ποῦ διδάσκει νὰ γεύεται πρῶτος αὐτὸς ἀπὸ τοὺς καρποὺς τῆς γνώσεως μὲ τὴν ἐνέργεια τῆς θείας ἀγάπης».
Ἐπίσης, ὁ Διδάσκαλος τοῦ Θείου λόγου, γιὰ νὰ μπορῇ νὰ ὠφελῇ πραγματικὰ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ κατέχη, ἢ τοὐλάχιστον νὰ ἀγωνίζεται νὰ ἀποκτήση, τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν «ἄνωθεν κατερχομένην» σοφία. Ὁ ἅγιος Διάδοχος λέγει ὅτι ἡ γνώση καὶ ἡ σοφία εἶναι «Χαρίσματα τοῦ ἑνὸς Ἁγίου Πνεύματος...Η μὲν γνώση φωτίζει τὴν ψυχὴ μὲ τὴν πνευματικὴ ἐμπειρία, ἡ δὲ σοφία φωτίζει μὲ τὸν πνευματικὸ λόγο. Ἀλλὰ τὴν μὲν γνώση γεννᾶ ἡ ἀδιάλειπτος νοερὰ προσευχὴ καὶ ἡ ἄκρα ἡσυχία, χωρὶς ὁ νοὺς νὰ διασπᾶται ἐντελῶς ἀπὸ μέριμνες, τὴν δὲ σοφία παράγει ἡ χωρὶς κενόδοξο σκοπὸν μελέτη τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πρώτιστα ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δίδει τὴν σοφία».
Δεύτερον. Ἡ τελειότης, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, δὲν ἔχει τέλος, καὶ γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει ὁ «ἀγωνιστὴς τῆς εὐσεβείας» νὰ ἀγωνίζεται τὸν «ἀγῶνα τὸν καλὸν» συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως μέχρι τὸ τέλος τοῦ βίου του, προσέχοντας καὶ προσπαθῶντας νὰ μὴν ἀποκτήση πνευματικὴ αὐτάρκεια, οὕτως ὥστε νὰ λέγη «τώρα ἐγὼ καλὰ εἶμαι, μακάρι νὰ ἦσαν καὶ οἱ ἄλλοι σὰν καὶ μένα». Ἀλλὰ θὰ πρέπει, χωρὶς νὰ ἀποκάμνη ἀπὸ τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς καὶ τὶς ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, νὰ πορεύεται πρὸς τὰ ὑψηλότερα στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, «πρὸς ἐνθέους ἀναβάσεις», χωρὶς διακοπὴ στὴν προσευχὴ καὶ γενικότερα στὸν πνευματικό του ἀγῶνα. Ἐπειδὴ ὅπως λέγει ὁ ὅσιος Διάδοχος «αὐτοὶ ποῦ θέλουν νὰ ἀποβάλουν τὴν ἀκαθαρσία τοὺς δὲν πρέπει ἄλλοτε μὲν νὰ προσεύχονται, ἄλλοτε δὲ ὄχι, ἀλλὰ νὰ ἀσχολοῦνται πάντοτε μὲ τὴν προσευχή, φυλάσσοντες τὸν νοῦ, ἔστω καὶ ἂν εὑρίσκονται ἔξω ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Ναούς...Χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου ποῦ ἀγαπᾶ τὴν ἀρετὴ εἶναι νὰ ἀφανίζη μὲ τὴν ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ τὰ γήϊνα πάθη τῆς καρδίας».
Μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, τὴν μελέτη τῶν θεοπνεύστων λόγων, τὴν μυστηριακὴ ζωὴ καὶ τὴν ἄσκηση καθαρίζεται ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὰ πάθη. Καὶ κατὰ τὸν ὅσιο Διάδοχο, «ἴδιον τῆς καθαρᾶς ψυχῆς εἶναι ὁ χωρὶς φθόνο λόγος, ὁ χωρὶς κακία ζῆλος καὶ ὁ ἀδιάλειπτος ἔρωτας πρὸς τὸν Ἰησοῦν, τὸν Κύριο τῆς δόξης».–
- Προβολές: 3361