Γεγονὸς καὶ Σχόλιο: «Μεταξὺ φρίκης καὶ Ἀφρικῆς»
Τὸ διάστημα ποὺ στὴν Ἑλλάδα γινόταν λόγος γιὰ τὸ ἀσφαλιστικὸ καὶ τὶς περικοπὲς τῶν συντάξεων τῶν ἐργαζομένων, καὶ ἄρχιζε τὸ Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου στὴν Νότια Ἀφρική, δημοσιεύθηκε αὐτὴ ἡ φράση, ποὺ τέθηκε ὡς ἐπικεφαλίδα στὸ σχόλιο αὐτό. Τὸ «μεταξὺ φρίκης καὶ Ἀφρικῆς», σημαίνει ὅτι βρισκόμαστε σὲ μιὰ περίοδο κατὰ τὴν ὁποῖα ἀπὸ τὴν μιὰ πλευρὰ βιώνουμε τὴν φρίκη ἀπὸ τὴν περικοπὴ τῶν συντάξεων καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ ποδοσφαιρόφιλοι «ἀπολαμβάνουν» ἕνα παγκόσμιο ποδοσφαιρικὸ θέαμα.
Ἂν δὴ κανεὶς προσεκτικὰ τὴν φράση αὐτὴ θὰ διαπιστώση ὅτι ἡ λέξη «φρίκη» παραπέμπει στὸν ἄρτο, καὶ γενικότερα στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, καὶ ἰδιαίτερα στὴν ἔλλειψή τους, καὶ ἡ λέξη «Ἀφρικὴ» αὐτὴν τὴν περίοδο παραπέμπει στὸ θέαμα. Καὶ τὰ δύο αὐτὰ μαζὶ μᾶς θυμίζουν τὴν γνωστὴ φράση ποὺ πολλοὶ λένε ὅτι «ὁ λαὸς θέλει ἄρτον καὶ θεάματα».
Καὶ τὰ δύο αὐτὰ συνδέονται μὲ τὰ βασικὰ πάθη τῆς φιληδονίας καὶ τῆς φιλαργυρίας. Ζοῦμε σὲ μιὰ κοινωνία τοῦ θεάματος καὶ τῆς καταναλώσεως ποὺ δημιουργεῖ πολλὰ ἀρνητικὰ ἀποτελέσματα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλες τὶς διαπροσωπικὲς καὶ κοινωνικὲς σχέσεις του.
Ἐν τὼ μεταξὺ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου πεινᾶ καὶ διψᾶ γιὰ δικαιοσύνη, καὶ μὲ τὴν στενή της ἔννοια, ποὺ σημαίνει τὴν ἐπικράτηση τῆς ἰσορροπίας ἀπὸ κάθε ἄποψη στὶς κοινωνίες μας, ἀλλὰ καὶ στὴν εὐρύτερη-πνευματικὴ ἔννοια ποὺ σημαίνει τὴν κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀναπαύεται μόνον μὲ τὸν ἄρτο καὶ τὸ θέαμα. Μόλις τελειώσει ἡ ἀπόλαυσή τους, τότε ἀρχίζουν ἀδυσώπητα ἐρωτήματα, ἐσωτερικὴ ἀνασφάλεια καὶ ὑπαρξιακὸ κενό. Στὴν πραγματικότητα, ὅπως τονίζουν οἱ ὑπαρξιστὲς φιλόσοφοι, ὁ ἄνθρωπος ψάχνει νὰ βρὴ κάτι ἄλλο πέρα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τοῦ προσφέρει ἡ σύγχρονη κοινωνία μὲ ὅλα τὰ θέλγητρά της.
Ἀπὸ πλευρᾶς θεολογικῆς λέμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀναζητᾶ καὶ ἕναν ἄλλον ἄρτο, ποὺ εἶναι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς, «ὁ καταβὰς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ» (Ἰωάν. στ', 41), καὶ ἕνα ἄλλο ὕδωρ, τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος προσφέρονται στὴν θεία Εὐχαριστία πρὸς βρώση καὶ πόση. Γι’ αὐτὸ καὶ λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν θεία Κοινωνία τῶν Τιμίων Δώρων ἀπευθύνουμε στὸν Θεὸ τὴν Κυριακὴ προσευχή, τὸ «Πάτερ ἡμῶν», μέσα στὸ ὁποῖο ὑπάρχει καὶ ἡ αἴτηση: «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον». Ἐπίσης, ὁ ἄνθρωπος ἀναζητᾶ τὸ πραγματικὸ θέαμα, τὴν θέα τοῦ Θεοῦ, τὴν συνάντηση καὶ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ὅπως τὸ λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης «ὀψόμεθα αὐτὸν (τὸν Θεὸ) καθὼς ἐστι» (Α' Ἰωάν. γ', 2). Δὲν εἶναι καθόλου παράδοξο ὅτι ἀπὸ τὴν λέξη Θεὸς στὴν πατερικὴ θεολογία προέρχεται ἡ λέξη θέωση ποὺ συνδέεται καὶ μὲ τὴν θέα-θεωρία.
Ὁ Χριστὸς στὴν παρότρυνση τοῦ διαβόλου νὰ μετατρέψη τοὺς λίθους σὲ ψωμὶ ἀπάντησε: «οὐκ ἐπ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ» (Μάτθ. δ', 4). Καὶ στὴν προτροπὴ τοῦ διαβόλου νὰ πέση ἀπὸ τὸ πτερύγιο τοῦ Ναοῦ καὶ νὰ προξενήση ἕνα θέαμα ἀπάντησε «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου» (Μάτθ. δ', 7). Καὶ τὰ δύο αὐτὰ ἀναφέρονται στὸν ἄρτον καὶ τὸ θέαμα.
Ἂν ὁ ἄνθρωπος, πολὺ δὲ περισσότερο ὁ Χριστιανός, περιορίζεται καὶ ἐξαντλεῖται στὴν ἀναζήτηση τοῦ ἐπίγειου «ἄρτου» καὶ τοῦ προσωρινοῦ «θεάματος», τότε στὴν πραγματικότητα ζῆ μεταξὺ «φρίκης καὶ Ἀφρικῆς». Καὶ γίνεται τὸ ἑξῆς γεγονός. Ἡ ὕπαρξη καὶ τῶν δύο αὐτῶν τοῦ δημιουργοῦν μιὰ πρόσκαιρη ἡδονὴ καὶ χαρά, ἀλλὰ μόλις τελειώσουν, τότε ἀρχίζει ἡ ὀδύνη καὶ ὁ πόνος. Στὴν πραγματικότητα καὶ τὰ δύο αὐτὰ λειτουργοῦν σὰν ψυχοναρκωτικὰ τὰ ὁποῖα ξεκουράζουν γιὰ λίγο τὸν ἄνθρωπο, ποὺ βρίσκεται σὲ μιὰ ἀπέραντη φυλακὴ τῶν αἰσθητῶν καὶ τῶν ἀσθήσεων.
Πρέπει νὰ ἱκανοποιήσουμε τὴν πεῖνα γιὰ ἄρτο καὶ γιὰ θεάματα μὲ πραγματικὴ τροφὴ ποὺ δὲν ἔχει ἀρχὴ καὶ τέλος καὶ μένει στὸν αἰῶνα. Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς δημιούργησε, μᾶς ἀναδημιούργησε καὶ θέλει νὰ μείνουμε αἰώνια ἑνωμένοι μαζί Του.
Ν.Ι.
- Προβολές: 2951