Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἁγία μάρτυς Ἀγνή, 21 Ἰανουαρίου
Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ἡ ἁγία Ἁγνὴ ἦταν ὄντως ἁγνή, καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Ἔζησε τοὺς πρώτους xριστιανικοὺς χρόνους. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη καὶ ἦταν γόνος οἰκογένειας εὐγενῶν. Ἐκήρυττε τὴν πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ μὲ ἔνθεο ζῆλο καὶ χωρὶς τὸν παραμικρὸ φόβο, παρὰ τὸ ὅτι ζοῦσε σὲ περίοδο σκληρῶν διωγμῶν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν ἀπερίγραπτη ἡ χαρά της ὅταν ἔβλεπε τοὺς καλοπροαιρέτους νὰ ἀσπάζονται τὴν ἀληθινὴ πίστη. Ὁ ἱεραποστολικὸς ζῆλος της καὶ τὰ πνευματικὰ κατορθώματά της δὲν ἄργησαν νὰ γίνουν γνωστὰ μὲ ἀποτέλεσμα νὰ συλληφθῇ καὶ νὰ ὁδηγηθῇ μπροστὰ στὸν εἰδωλολάτρη ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν δαιμονικὴ ἔμπνευση, ὅταν τὴν εἶδε νὰ ὁμολογῇ μὲ παρρησία τὴν πίστη της στὸν Χριστό, νὰ τὴν κλείση σὲ πορνεῖο γιὰ νὰ τὴν ἐξευτελίση.
Ἀλλὰ ἡ ἁγία μὲ τὴν θεοπειθὴ προσευχή της προκάλεσε σεισμὸ στὸν χῶρο αὐτὸν καὶ ὅσοι τόλμησαν νὰ τὴν πλησιάσουν γιὰ νὰ τὴν διαφθείρουν ἔπεσαν κάτω νεκροί. Τότε οἱ δυστυχισμένες ἐκεῖνες γυναῖκες ποῦ ζοῦσαν ἐκεῖ τὴν ἔδιωξαν τρομαγμένες καὶ ὁ ἄρχοντας γεμᾶτος ὀργὴ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὴν κάψουν ζωντανή. Οἱ στρατιῶτες τὴν ἔριξαν στὴν φωτιὰ καὶ ἔτσι «ἐτελειώθη ἐν πυρί». Ἡ ἁγνὴ καὶ ἄμωμη ψυχή της πέταξε στὰ οὐράνια σκηνώματα, τὸ δὲ ἀπανθρακωμένο σκήνωμά της τὸ περισυνέλεξαν εὐσεβεῖς Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ μεγάλη εὐλάβεια.
Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα.
Σὲ μιὰ ἐποχὴ σὰν τὴν δική μας, στὴν ὁποία ὑπάρχει κρίση ἀξιῶν καὶ προτύπων καὶ πολλοὶ εἰρωνεύονται ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐπιλέγουν νὰ ζήσουν μὲ ἁγνότητα καὶ καθαρότητα, ἡ ἁγία Ἁγνὴ μὲ τὸ φωτεινὸ παράδειγμά της ἔρχεται νὰ προκαλέση σεισμό, γιὰ νὰ ταρακουνήση καὶ νὰ ξυπνήση ὑπνώττουσες συνειδήσεις, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ τονώση τὸ φρόνημα ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἐπέλεξαν νὰ βαδίσουν τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς, ἤτοι τῆς γνήσιας εὐαγγελικῆς ζωῆς.
Στὸ Εὐχολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μετὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ γάμου, ὑπάρχει «εὐχὴ ἐπὶ λύσιν στεφάνων τὴ ὀγδόη ἡμέρα», ἡ ὁποία ἀναγινώσκεται ἀπὸ τὸν ἱερέα ἐνώπιον τῶν νεονύμφων τὴν ὄγδοη ἡμέρα ἀπὸ τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου τους ἢ στὸ τέλος τοῦ μυστηρίου, ἀνάλογα μὲ τὴν τάξη ποῦ ἰσχύει στὶς κατὰ τόπους Ἐκκλησίες. Στὴν εὐχὴ αὐτὴ λέγονται μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Kύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὸν στέφανον εὐλογήσας, καὶ τοὺς παρόντας στεφάνους ἐπιτίθεσθαι παραδοὺς τοῖς νόμῳ γάμου συναπτομένοις ἀλλήλοις, καὶ μισθὸν ὦσπερ ἀπονέμων τὸν τῆς σωφροσύνης, ὅτι ἁγνοὶ εἰς τὸν παρὰ σου νομοθετηθέντα γάμον συνήφθησαν». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι οἱ νεόνυμφοι ἔλαβαν τὰ στεφάνια ἀπὸ τὸν Θεό, διὰ τοῦ ἱερέως, ὡς ἀνταμοιβὴ γιὰ τὸν ἀγῶνα τὸν ὁποῖο διεξήγαγαν καὶ γιὰ τὸν κόπο τὸν ὁποῖο κατέβαλαν προκειμένου νὰ διαφυλαχθοῦν ἁγνοὶ μέχρι τὴν ὥρα τοῦ γάμου. Ἄλλωστε, σὲ ὅλους τοὺς ἀγῶνες, οἱ νικητὲς εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ στεφανώνονται. Βέβαια, ἡ Ἐκκλησία δείχνει συγκατάβαση καὶ στεφανώνει ὅλα τὰ ἀνδρόγυνα κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα τὰ στεφάνια ἀνήκουν μόνον στοὺς νικητές.
Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸν τρόπο ζωῆς ποὺ διδάσκει καὶ ἐμπνέει, ἤτοι τῆς ἁγνότητας καὶ τῆς καθαρότητας, ἔχει σκοπὸν νὰ προφυλάξη τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἰδιαίτερα τοὺς νέους ἀπὸ ποικίλους πειρασμούς, πικρίες καὶ θλίψεις, ποὺ ἔχουν τὴν πηγή τους στὴν ζωὴ τῆς ἀκρασίας. Αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς ἐβίωσαν οἱ Ἅγιοι, ἀλλὰ ἀγωνίζονται νὰ βιώσουν καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ποθοῦν τὸν προσωπικό τους ἁγιασμό. Καὶ σίγουρα, αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς δὲν δεσμεύει τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία, ἀλλὰ ἀντίθετα τὴν διασφαλίζει, ἀφοῦ ἀληθινὰ ἐλεύθερος εἶναι αὐτὸς ποῦ κυριαρχεῖ ἐπάνω στὰ πάθη του καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποῦ κατεξουσιάζεται ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἑπομένως ἔχει ἀπεμπολήσει τὴν ἐλευθερία του.
Στὶς ἡμέρες μας, τὸ ποσοστὸ τῶν νέων ἀνθρώπων ποῦ προσέρχονται στὸν γάμο μὲ τὶς κατάλληλες προϋποθέσεις, δηλαδὴ μὲ ἁγνότητα καὶ καθαρότητα, εἶναι μᾶλλον μικρό, ὡστόσο ὅμως τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι ἐνθαρρυντικὸ καὶ παρηγορητικό, ἐπειδὴ ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ στὴν ὁποία κυριαρχεῖ ἡ ἐλευθεριότητα καὶ ἡ ἔκλυση τῶν ἠθῶν. Ἄλλωστε, σὲ κάθε ἐποχὴ ὅσοι ἐπιλέγουν τὸν βίο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς τελειότητας εἶναι αὐτοὶ ποῦ διαθέτουν πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ λεβεντιά. Καὶ αὐτοὶ εἶναι πάντοτε οἱ λίγοι, ὡστόσο ὅμως ἀποτελοῦν τὴν «μικρὰν ζύμην», ἡ ὁποία «ὅλον τὸ φύραμα ζημοί».
Ὅσοι ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ προσπαθοῦν νὰ βαδίσουν τὴν ὁδὸ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, αὐτοὶ χαίρονται ἀληθινὰ τὴν ζωή τους. Βέβαια, ἡ ὁδὸς αὐτὴ ὀνομάζεται στενὴ καὶ τεθλιμμένη, ἀλλὰ κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ ἀλάνθαστοι ἑρμηνευτὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὁ ἄνθρωπος τὴν αἰσθάνεται ἔτσι, ἐπειδὴ ὅταν εὑρίσκεται στὴν ἀρχὴ καὶ τὸ μέσον τῆς ὁδοῦ εἶναι ὑποδουλωμένος στὰ πάθη του καὶ κυρίως στὸ καταστροφικὸ πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. Ὅταν, ὅμως, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν προσωπικό του ἀγῶνα κατανικήση τὰ πάθη τοῦ καὶ ἀποκτήση ταπείνωση, καὶ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γνωρίση ἀληθινὰ τὸν Θεό, τότε ἡ ὁδὸς τῶν θείων ἐντολῶν γίνεται εὐχάριστη καὶ προξενεῖ πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση. Καὶ ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Διάδοχος, Ἐπίσκοπος Φωτικής, ἡ ταπείνωση ἀποκτᾶται μὲ δύο τρόπους. Ὅταν κανεὶς εὑρίσκεται στὴν ἀρχὴ καὶ τὸ μέσον τῆς ὁδοῦ, τότε ταπεινώνεται ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς πτώσεις του στὴν ἁμαρτία καὶ δοκιμάζει πόνο καὶ θλίψη. Ὅταν, ὅμως, προχωρήση στὸ τέλος τῆς ὁδοῦ, ἤτοι ὅταν ὠριμάση πνευματικὰ καὶ γευθῇ τὴν θεία γνώση, τότε ἡ ταπείνωση γίνεται γι’ αὐτὸν τρόπος ζωῆς καὶ τοῦ προξενεῖ μεγάλη χαρά.
Σήμερα, δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἔχουν ξεχάσει νὰ χαμογελοῦν καὶ δὲν χαίρονται ἀληθινὰ τὴν ζωή τους. Ἔχουν χάσει τὴν ἐλπίδα τους καὶ ἔχουν μαραζώσει, ἐπειδὴ δὲν γνωρίζουν «τὴν ὁδὸν τὴν ἀπάγουσαν εἰς τὴν ζωὴν» ἢ τὴν ἐγκατέλειψαν καὶ ἐγκλωβίστηκαν μέσα στὴν φυλακὴ τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν αἰσθησιακῶν ἀπολαύσεων καὶ γι’ αὐτὸ δοκιμάζουν ἀπαράκλητο πόνο. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ αὐτὴν τὴν φυλακὴ πραγματοποιεῖται συνήθως μετὰ ἀπὸ δυνατὸ ἐσωτερικὸ σεισμό, ὁ ὁποῖος γκρεμίζει ὅλα τὰ σαθρὰ καὶ παλαιὰ καὶ δημιουργεῖ τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἀπόδραση καὶ τὴν βίωση τῆς «καινῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς», ἤτοι τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας, τῆς τέλειας χαρᾶς καὶ τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης.–
- Προβολές: 3270