Κύριο ἄρθρο: Ἡ θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης» καὶ τὸ «μποζόνιο τοῦ Χίγκς»
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἀνακοινώθηκε ὅτι ἀνακαλύφθηκε τὸ «μποζόνιο τοῦ Χίγκς», δηλαδὴ τὸ ἕως τώρα ἀόρατο σωματίδιο, ποὺ ἀντιστοιχεῖ στὸ πεδίο τοῦ Χίγκς, καὶ προσδίδει μᾶζα στὴν ὕλη. Εἶναι στοιχειῶδες σωματίδιο, δηλαδὴ δὲν ἔχει ἐσωτερικὴ δομὴ καὶ δὲν ἀποτελεῖται ἀπὸ ἄλλα συστατικὰ σωματίδια. Εἶναι ἐξαιρετικὰ ἀσταθὲς καὶ ὅταν σχηματισθῇ, καταρρέει σχεδὸν ἀκαριαῖα καὶ δίνει ἄλλα ὑποατομικὰ σωματίδια. Ἂν καὶ λέγεται καὶ γράφεται εὐρέως ὅτι τὸ «μποζόνιο τοῦ Χὶγκς» δίνει στὰ στοιχειώδη σωματίδια τὴν μᾶζα τους, αὐτὸ δὲν εἶναι ἀπόλυτα σωστό. Τὴν μᾶζα τὴν δίνει τὸ πεδίο τοῦ Χίγκς, τὸ ὁποῖο δὲν τὴν δημιουργεῖ ἐκ τοῦ μηδενός, ἀλλὰ τὴν ἐμπεριέχει ἀπὸ πρὶν ὡς ἐνέργεια. Λέγεται «μποζόνιο τοῦ Χίγκς», γιατί ὁ βρεττανὸς ἐπιστήμων Χίγκς, ποὺ ζῆ ἀκόμη, πρὶν πολλὰ χρόνια εἶχε ὁμιλήσει γιὰ τὴν ὕπαρξή του. Οἱ ἐπιστήμονες ἐδῶ καὶ μερικὰ χρόνια προσπαθοῦσαν νὰ βροὺν τὸν τρόπο τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, μὲ τὴν θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης» καὶ μὲ τὰ ἀνάλογα πειράματα ἀναζητοῦσαν νὰ βροὺν τὰ ὑποατομικὰ σωματίδια ποὺ δίνουν μᾶζα στὴν ὕλη.
1. Ἡ «Μεγάλη Ἔκρηξη»
Ἡ θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης» (Big Bang) ποὺ κυριαρχεῖ σήμερα στὴν ἐπιστήμη προσπαθεῖ νὰ ἐρμηνεύση τὸν τρόπο τῆς δημιουργίας τοῦ Σύμπαντος καὶ τοῦ κόσμου. Οἱ φυσικοὶ ἐπιστήμονες ὕστερα ἀπὸ διάφορες παρατηρήσεις «συμφωνοῦν ὅτι τὸ σύμπαν ξεκίνησε σὰν ἕνα ἄπειρα πυκνό, μηδενικῶν διαστάσεων σημεῖο καθαρᾶς ἐνέργειας» (Francis Collins, σέλ. 67).
Σὲ γενικὲς γραμμὲς ἡ θεωρία αὐτὴ εἶναι ἡ ἀκόλουθη:
«Σύμφωνα μὲ τὴν θεωρία τῆς Μεγάλης Ἔκρηξης τὸ Σύμπαν ἄρχισε ἀπὸ μία ἀρχέγονη κατάσταση πολὺ ὑψηλῆς πυκνότητος νὰ διαστέλλεται ταχύτατα, γεγονὸς ποὺ ὁδήγησε σὲ μείωση τῆς ἀρχικῆς πυκνότητας καὶ πτώση τῆς θερμοκρασίας. Σύντομα ἡ ὕλη κυριάρχησε πάνω στὴν ἀντιύλη, ἴσως σὲ μιὰ σειρὰ ἀπὸ διαδικασίες ποὺ προβλέπουν καὶ τὴν διάσπαση τῶν πρωτονίων. Στὸ στάδιο αὐτὸ πιθανὸν νὰ ἦταν παρόντες πολλοὶ τύποι στοιχειωδῶν σωματιδίων. Μερικὰ δευτερόλεπτα ἀργότερα, ἡ θερμοκρασία τοῦ Σύμπαντος μειώθηκε ἀρκετὰ καὶ ἐπέτρεψε τὸν σχηματισμὸ ὁρισμένων πυρήνων. Σύμφωνα μὲ τὴν θεωρία, δημιουργήθηκαν συγκεκριμένες ποσότητες ὑδρογόνου, ἡλίου καὶ λιθίου, οἱ ὁποῖες ἐπιβεβαιώνονται καὶ ἀπὸ τὶς σύγχρονες παρατηρήσεις. Ὕστερα ἀπὸ 1.000.000 χρόνια τὸ Σύμπαν εἶχε ψυχθῇ σὲ ἱκανοποιητικὸ βαθμό, ὥστε νὰ σχηματισθοῦν ἄτομα, ὁπότε κατέστη δυνατὸν ἡ ἀκτινοβολία νὰ ἀρχίση νὰ ταξιδεύη στὸν χῶρο. Κατάλοιπο τοῦ πρώϊμου Σύμπαντος εἶναι ἡ ἀκτινοβολία μικροκυμάτων τοῦ ὑποβάθρου (περίπου 3 βαθμῶν Κέλβιν) ποὺ ἀνακαλύφθηκε τὸ 1965 ἀπὸ τοὺς Ἄρνο Ἄλαν Πενζίας καὶ Ρόμπερτ Γούντροου Γουίλσον. Σύμφωνα μὲ τὴν θεωρία τῆς Μεγάλης Ἔκρηξης, τὸ σημερινὸ Σύμπαν, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν συνηθισμένη ὕλη καὶ ἀκτινοβολία πρέπει νὰ εἶναι ἐπίσης πλῆρες μὲ νετρίνα, στοιχειώδη σωματίδια χωρὶς μᾶζα ἢ ἠλεκτρικὸ φορτίο. Ὑπάρχει πάντα ἡ πιθανότητα νὰ ἀνακαλυφθοῦν τελικὰ καὶ ἄλλα κατάλοιπα τοῦ πρώϊμου Σύμπαντος» (Ἐγκυκλοπαίδεια Πάπυρους Larousse Britanica, τόμ. 35, σέλ. 324).
Σχετικὰ μὲ τὴν θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης», κατὰ τὸν μεγάλο ἐπιστήμονα Φράνσις Κόλλινς, ὑπάρχει ἕνα ἀναπάντητο ἐρώτημα: «ἂν τὸ Big Bang κατέληξε σ' ἕνα σύμπαν ποὺ θὰ συνεχίσει νὰ διαστέλλεται γιὰ πάντα, ἢ ἂν κάποια στιγμὴ θὰ νικήση ἡ βαρύτητα καὶ οἱ γαλαξίες θὰ ἀρχίσουν νὰ συγκλίνουν πάλι μαζὶ καταλήγοντας σὲ μιὰ "Μεγάλη Σύνθλιψη"! Πρόσφατες ἀνακαλύψεις ἀδιευκρίνιστων ποσοτήτων γνωστῶν σὰν σκοτεινὴ ὕλη καὶ σκοτεινὴ ἐνέργεια, ποὺ φαίνεται νὰ ἀποτελοῦν ἕνα πολὺ σημαντικὸ μέρος τοῦ ὑλικοῦ τοῦ σύμπαντος, κάνουν τὴν ἀπάντηση σ' αὐτὸ τὸ ἐρώτημα νὰ ἐκκρεμεῖ, ἀλλὰ οἱ περισσότερες ἐνδείξεις πρὸς τὸ παρὸν προβλέπουν μᾶλλον ἕναν ἀργὸ μαρασμό, παρὰ μιὰ δραματικὴ κατάρρευση» (σέλ. 67). Ἀκόμη, ἡ θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης» θέτει σαφῶς τὸ ἐρώτημα: «τί ἔγινε πρὶν ἀπὸ αὐτὸ καὶ ποιός ἢ τί ἦταν ὑπεύθυνος;». Αὐτὸ τὸ ἐρώτημα «ἀσφαλῶς δείχνει τὰ ὅρια τῆς ἐπιστήμης ὅσο κανένα ἄλλο φαινόμενο» (σέλ. 67-68).
Εἶναι φυσικὸ ὅτι ἡ θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης» ἀρχίζει ἕναν διάλογο μεταξὺ ἐπιστήμης καὶ θεολογίας ἢ στὴν πραγματικότητα μεταξὺ ἐπιστημόνων καὶ θεολόγων. Μερικοὶ ἐπιστήμονες φθάνουν στὸ σημεῖο νὰ ἀρνηθοῦν τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποδίδουν τὴν δημιουργία τοῦ Σύμπαντος στὴν ὕλη, ἀλλὰ ἄλλοι ἀγνωστικιστὲς ἐπιστήμονες μπροστὰ στὸ θέμα αὐτὸ ἐκφράζονται ὡς θεολόγοι, ὅπως ὁ ἀστροφυσικὸς Robert Jastrow ποὺ λέγει: «Τώρα βλέπουμε πῶς ἡ ἀστρονομία ὁδηγεῖ σὲ μιὰ βιβλικὴ ἄποψη τῆς προέλευσης τοῦ κόσμου. Οἱ λεπτομέρειες διαφέρουν, ἀλλὰ τὰ οὐσιώδη στοιχεῖα τῆς ἀστρονομικῆς καὶ βιβλικῆς περιγραφὴς τῆς Γενέσεως εἶναι τὰ ἴδια. Ἡ ἁλυσίδα τῶν γεγονότων ποὺ ὁδήγησαν στὸν ἄνθρωπο, ἄρχισαν ξαφνικὰ καὶ ἀπότομα σὲ μιὰ ὁρισμένη στιγμὴ στὸν χρόνο μὲ μιὰ λάμψη φωτὸς καὶ ἐνέργειας» (σέλ. 68). Ὁ Φράνσις Κόλλινς παρατηρεῖ: «Ὀφείλω νὰ συμφωνήσω (μὲ τὸν Jastrow). Τὸ Big Bang κραυγάζει γιὰ μιὰ θεία ἐξήγηση. Ἐπιβάλλει τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ φύση εἶχε μιὰ ὁρισμένη ἀρχή. Δὲν μπορῶ νὰ δὼ πῶς ἡ φύση θὰ μποροῦσε νὰ δημιουργήση τὸν ἑαυτό της. Μόνο μιὰ ὑπερφυσικὴ δύναμη ποὺ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο μπορεῖ νὰ τὸ ἔχει κάνει αὐτὸ» (σέλ. 68).
2. «Τὸ μποζόνιο τοῦ Χίγκς»
Ὅπως ἐλέχθη πιὸ πάνω οἱ ἐπιστήμονες προσπαθοῦν νὰ βροῦν τὸ ὑλικὸ ἐκεῖνο ποὺ ὑπῆρχε μετὰ τὴν «Μεγάλη Ἔκρηξη» καὶ μορφοποίησε τὸ Σύμπαν.
Ὁ Πίτερ Χὶγκς εἶναι Βρεττανὸς καθηγητὴς σὲ διάφορα Πανεπιστήμια τῆς Ἀγγλίας καὶ στὴν συνέχεια κατέληξε στὸ Ἐδιμβοῦργο ὅπου καὶ ζῆ σήμερα. Τὸ ἔτος 1964 διατύπωσε τὴν θεωρία τοῦ πεδίου Χίγκς, ποὺ ἔλαβε τὸ ὄνομά του, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία θεωρία τὸ πεδίο αὐτὸ διαπερνᾶ τὸ Σύμπαν δίνοντας μᾶζα στὰ στοιχειώδη σωματίδια, δηλαδὴ μὲ τὴν θεωρία αὐτὴ ἐξηγεῖ πῶς ἡ ὕλη ἀποκτᾶ μᾶζα. Ἡ θεωρία αὐτὴ τοῦ Χὶγκς ταλαιπώρησε τοὺς ἐρευνητὲς καὶ ὅπως γράφει ὁ καθηγητὴς Γεώργιος Μπαμπινιώτης ὅταν ὁ Ἀμερικανὸς φρυσικὸς Dick Teresi τὸ 1993 ἔγραψε ἕνα βιβλίο γιὰ τὸ θέμα αὐτό, ἔκανε λόγο γιὰ τὸ «ἀναθεματισμένο σωματίδιο» («Goddamn particle»). Ὅμως, ὁ ἐκδότης τοῦ ἔργου θεώρησε τὴν λέξη «ἀναθεματισμένο» ὑβριστικὴ καὶ ἀπέδωσε εὐφημιστικῶς τὸ σωματίδιο ὡς «σωματίδιο τοῦ Θεοῦ» («The God particle») (Νέα, 5-6-2012). Ἔτσι, ἐπικράτησε αὐτὴ ἡ ὀνομασία.
Τὸ 2008 λειτούργησε ὁ Μεγάλος Ἐπιταχυντὴς Ἀνδρονίων τοῦ CERN (Ὀργανισμὸς γιὰ τὴν Πυρηνικὴ Ἐνέργεια), ὅπου ἐργάσθηκαν πολλοὶ ἐπιστήμονες, ὁ ὁποῖος προκάλεσε συγκρούσεις δεσμῶν πρωτονίων μὲ ταχύτητα λίγο μικρότερη ἀπὸ τὴν ταχύτητα τοῦ φωτός, μὲ σκοπὸ νὰ ἀνακαλυφθοῦν τὰ μυστήρια τῆς σωματιδιακῆς φυσικῆς καὶ τῆς προέλευσης τοῦ Σύμπαντος. Ἔτσι, πρόσφατα, ἔγινε ἡ ἀνακάλυψη «ἑνὸς σωματιδίου ἀόρατου καὶ θνησιγενοῦς». Ἀπὸ τὶς πληροφορίες ποὺ ἔχουν δημοσιευθῇ μάθαμε ὅτι ἀπὸ τὴν διάσπαση τῶν πρωτονίων «προέκυψαν ἄλλα σωματίδια ποὺ παγιδεύονταν στοὺς ὀγκώδεις ἀνιχνευτὲς τοῦ CERN καὶ ἀπὸ τὴν μελέτη τους προέκυπταν ἴχνη τοῦ ἄφαντου σωματιδίου. Ὀπτικά, δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ τὸ ἀντικρύσει. Ζεὶ μόνο γιὰ ἕνα ἑκατομμυριοστὸ τοῦ δισεκατομμυριοστοῦ τοῦ δισεκατομμυριοστοῦ τοῦ δευτερολέπτου» (ΝΕΑ, 5-6-2012). Τὸ σωματίδιο αὐτὸ ἄφησε μερικὰ ἴχνη πίσω του καὶ φάνηκε ὅτι ὑπάρχει.
Σύμφωνα μὲ τοὺς ἐπιστήμονες εἶναι ἕνα σωματίδιο «σῆμα κατατεθὲν ἑνὸς πεδίου, ποὺ ἁπλώνεται σὲ ὁλόκληρο τὸ Σύμπαν, καὶ προσδίδει στὰ σωματίδια τὴν μᾶζα ποὺ ἔχουν». Ὅταν ἔγινε ἡ «Μεγάλη Ἔκρηξη» ὅλα τὰ σωματίδια δὲν εἶχαν μᾶζα, ἀλλὰ τὴν «ἀπέκτησαν ὅταν ἐνεργοποιήθηκε τὸ πεδίο μετὰ τὴν Μεγάλη Ἔκρηξη». Τὸ σωματίδιο τοῦ Χὶγκς «αἰχμαλωτίζει» τὰ στοιχειώδη σωματίδια καὶ τὰ καθιστᾶ βαρύτερα προσδίδοντάς τους μᾶζα. Ἔτσι, τὰ σωματίδια ἀποκτοῦν μᾶζα καὶ ξεχύνονται στὸ Σύμπαν γιὰ νὰ δημιουργήσουν τὸν κόσμο. Τὸ ἐρώτημα ποὺ τίθεται εἶναι πῶς αὐτὸ τὸ «ἀόρατο» καὶ «θνησιγενὲς» σωματίδιο μπόρεσε νὰ δημιουργήση ὅλο τὸ Σύμπαν, ἀλλὰ καὶ τόσα ὄντα –ἔλλογα καὶ ἄλογα– ποὺ κατοικοῦν στὴν γῆ καὶ ὅλες τὶς ὀμορφιές; Καὶ πῶς σὲ αὐτὸ τὸ σωματίδιο ὀφείλεται ὅλη ἡ λογικότητα τοῦ ἀνθρώπου καὶ οἱ πνευματικὲς ἀναζητήσεις τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο;
Πάντως, οἱ ἐπιστήμονες, παρὰ τὴν ἀνακάλυψη αὐτή, ἰσχυρίζονται ὅτι μένουν πολλὰ ἀκόμη σημεῖα νὰ διευκρινισθοῦν ποὺ δὲν μποροῦμε τώρα νὰ ἐξηγήσουμε στὸ Σύμπαν, ὅπως ἡ λεγόμενη «σκοτεινὴ ὕλη», ποὺ ἀποτελεῖ τὸ 25% τοῦ Σύμπαντος, οἱ μαῦρες τρῦπες καὶ οἱ «περίφημες ἔξτρα διαστάσεις». Ὁ γνωστὸς ἀκαδημαϊκὸς Δημήτριος Νανόπουλος ἰσχυρίζεται ὅτι «τὸ μποζόνιο τοῦ Χὶγκς» «ἀνοίγει τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἑρμηνεία πολύπλοκων καταστάσεων στὸ Σύμπαν», «μᾶς βοηθᾶ νὰ κατανοήσουμε περίπου τὸ 4% τοῦ Σύμπαντος», ἐνῷ «τὸ 25% τοῦ Σύμπαντος ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὴν λεγόμενη σκοτεινὴ ὕλη παραμένει ἀκατανόητο καὶ τὸ Καθιερωμένο Μοντέλο μᾶς εἶναι ἄχρηστο» (ΝΕΑ, 5-6-2012). Τὸ ὑπόλοιπο τοῦ Σύμπαντος φαίνεται ὅτι ἀποτελεῖται ἀπὸ μιὰ τελείως μυστηριώδη ὀντότητα, τὴν σκοτεινὴ ἐνέργεια.
3. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου
Εἶναι ἀνάγκη νὰ δοῦμε μὲ συντομία τὴν ἐκπληκτικὴ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου, ποὺ ὁμοιάζει κατὰ κάποιον τρόπο μὲ τὴν θεωρία τῆς «Μεγάλης Ἔκρηξης» μὲ τὴν διαφορὰ ὅτι τὴν ἑρμηνεύει μέσα ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ὅτι, δηλαδή, ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἄκτιστη ἐνέργειά Τοῦ δημιούργησε τὸν κόσμο. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἀπορρίπτει, ὅπως τὸ κάνουν ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες, τὴν αὐτόματη δημιουργία τοῦ κόσμου, γιατί ὅλα ἔγιναν μὲ τὴν δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ προῆλθαν «ἐκ τοῦ μὴ ὄντος». Τὰ πάντα δημιουργήθηκαν «οὐκ αὐτομάτῳ τινὶ συντυχία, κατὰ τινα ἄτακτον καὶ τυχαίαν φορὰ».
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς μὴ «αὐτομάτου συντυχίας» γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο γιὰ τὴν «ἀθρόαν καταβολήν». Ἔτσι ἐξηγεῖ τὸν λόγο τοῦ Μωϋσέως «ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν». Γράφει: «Ἡ οὔν ἀθρόα τῶν ὄντων παρὰ τῆς ἀφράστου δυνάμεως τοῦ Θεοῦ καταβολὴ ἀρχὴ παρὰ τοῦ Μωϋσέως, ἤγουν "κεφάλαιον" κατενομάσθη». Ἡ σύσταση τῶν ὄντων ἔγινεν ἀθρόως: «Ὅτι ἀθρόον τῆς τῶν ὄντων συστάσεως...». Μιὰ ἄλλη βασικὴ ἀρχὴ ποὺ συνδέεται μὲ τὸ προηγούμενο εἶναι ὅτι στὴν κτίση ὑπάρχει ὁ λεγόμενος «ἐγκείμενος τῆς κτίσεως λόγος». Ἀκόμη καὶ ὅταν δημιουργήθηκε τὸ Σύμπαν, πρὶν ἐμφανισθῇ κάθε μέρος, ὅλο τὸ Σύμπαν βρισκόταν στὸ σκοτάδι, γιατί «οὔπω γὰρ ἐξεφάνη τοῦ πυρὸς ἡ αὐγὴ ὑποκεκρυμμένη τοὶς μορίοις τῆς ὕλης» καὶ ἔτσι ὅλα ἦταν ἀόρατα, ἀφανῆ καὶ ἀνακατεμμένα. Ὅταν ὁ Θεὸς ἔδωσε ἐντολὴ γιὰ τὴν γένεση τοῦ κόσμου, τότε αὐτὸ τὸ πὺρ ποὺ ἐπισκιαζόταν ἀπὸ τὰ μόρια τῆς ὕλης ἐπρόβαλε καὶ ἀμέσως «τὼ φωτὶ τὰ πάντα περιηυγάζετο».
Ἔπειτα, μέσα σὲ ὅλη τὴν κτίση ὑπάρχει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο γιὰ τὸν «ἐγκείμενον τῆς κτίσεως λόγον». Σὲ κάθε ὃν ἐνυπάρχει κάποιος σοφὸς καὶ τεχνικὸς λόγος, ἔστω κι ἂν ἐμεῖς δὲν τὸν βλέπουμε ἔτσι, «πὰν τὸ γινόμενον, λόγῳ γίνεται» καὶ τίποτα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸν δὲν νοεῖται «ἄλογὸν τί καὶ συντυχικὸν καὶ αὐτόματον». Ὅταν ὁ Θεὸς εἶπε «γεννηθήτω φῶς», ἑρμηνεύεται ὅτι αὐτὸ ἀναφέρεται «εἰς τὸν ἐγκείμενον τῆς κτίσεως λόγον».
Αὐτὸς ὁ λόγος-ἐνέργεια ποὺ ἐνυπάρχει σὲ ὅλα τὰ ὄντα χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης «οἰωνεὶ σπερματικὴ δύναμις». Πρόκειται γιὰ τὴν πρώτη ὁρμὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς δημιουργία, ποὺ ὑπῆρχε «δυνάμει» στὴν κτίση, ὄχι ὅμως καὶ ἐνεργεία, διότι ἡ γῆ ἦταν ἀκόμη ἀόρατη καὶ ἀκατασκεύαστη. Ἡ ἀριστοτελικὴ ἀρχὴ τοῦ δυνάμει καὶ ἐνεργεία χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης γιὰ νὰ ἐρμηνεύση τὸ πῶς δημιουργήθηκε ἡ κτίση. Αὐτὴ ἡ σπερματικὴ δύναμη στὰ ὄντα, τὴν ὁποία ἔβαλε ὁ Θεός, ἐνεργοποιήθηκε μὲ τὴν δύναμη τοῦ λόγου Του. Γράφει: «τὴ μὲν δυνάμει τὰ πάντα ἥν ἐν πρώτῃ τοῦ Θεοῦ περὶ τὴν κτίσιν ὁρμή, οἰονεὶ σπερματικῆς τινος δυνάμεως πρὸς τὴν τοῦ παντὸς γένεσιν καταβληθείσης, ἐνεργεία δὲ τὰ καθ' ἕκαστον οὔπω ἥν». Ἔτσι, τὰ διάφορα εἴδη τῶν ὄντων ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς σπερματικῆς δυνάμεως καὶ τῆς δημιουργικῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Στὴν ἀρχὴ ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴν ἄμορφη ὕλη ποὺ δὲν ἦταν ἄκτιστη, καὶ στὴν συνέχεια μὲ τὸν δημιουργικὸ Του λόγο δημιούργησε τὶς ποιότητες καὶ ἔτσι δημιουργήθηκαν τὰ ἐπὶ μέρους εἴδη.
Μὲ αὐτὴν τὴν δύναμη καὶ σοφία ποὺ καταβλήθηκαν στὴν κτίση γιὰ τὴν τελείωση κάθε μορίου τοῦ κόσμου, «εἱρμός τις ἀναγκαῖος κατὰ τινα τάξιν ἐπηκολούθησεν». Γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ὅτι ὅλα ἔχουν προκατανοηθῇ ἀπὸ τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ «τὰ διὰ τινος ἀναγκαίας τάξεως κατὰ τὸ ἀκόλουθον ἐκβησόμενα». Γίνεται φανερὸ ὅτι ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου «ἐν ἀρχῇ» καὶ ἡ ἐπὶ μέρους δημιουργία τῶν ὄντων, ἤτοι τὸ δυνάμει καὶ ἐνεργεία, ἡ ἄμορφος ὕλη, τὰ μόρια καὶ ἡ ἐξέλιξή τους, οἱ ποιότητες ἔγιναν μὲ τὴν προσωπικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν δημιουργικὸ Του λόγο, ποὺ εἰσῆλθε εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς «ἀθρόως» στὴν οὐσία τῶν ὄντων. Ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὴν δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ προῆλθε αὐτὴ ἡ ὁρμὴ καὶ τὸ φῶς ποὺ περιέλουσε τὴν κτίση καὶ δημιούργησε τὶς ποιότητες τῶν εἰδῶν. Ἑπομένως, ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, μὲ τὴν ἄκτιστη δημιουργικὴ ἐνέργειά Του καὶ μέσα σὲ ὅλη τὴν κτίση ὑπάρχει ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ποὺ οὐσιοποιεῖ καὶ ζωοποιεῖ τὴν κτίση.
4. Ἐπιστήμονες καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας
Ἐπανερχόμενος στὴν σύγχρονη ἀνακάλυψη τοῦ «μποζονίου τοῦ Χὶγκς» θέλω νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι μερικοὶ ἀποκάλεσαν αὐτὸ τὸ σωματίδιο ὡς «σωματίδιο τοῦ Θεοῦ». Ἄλλοι ὅμως διετύπωσαν τὴν ἄποψη ὅτι κακῶς ἀποδόθηκε ὡς «σωματίδιο τοῦ Θεοῦ», ἀλλὰ ὁ καλύτερος ὁρισμὸς εἶναι «σωματίδιο θεός». Ὑφίσταται μεγάλη διαφορά. Ἄλλο νὰ ὑποστηρίζη κανεὶς ὅτι πρόκειται γιὰ ἕναν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν κόσμο, καὶ ἄλλο ὅτι αὐτὴ ἡ ἐνέργεια καὶ ἡ ὕλη εἶναι θεός. Στὴν δεύτερη αὐτὴ περίπτωση ὄχι μόνον ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στὸν ἀγνωστικισμὸ καὶ τὸν ἀθεϊσμό, ἀλλὰ ἀποδέχεται τὸν ματεριαλισμό-ὑλισμό, ὅτι δηλαδὴ ἀρχὴ τοῦ κόσμου εἶναι ἡ ὕλη.
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι προσπαθοῦσαν νὰ ἀπαντήσουν στὸ ἐρώτημα πῶς δημιουργήθηκε καὶ ὑπάρχει ὁ κόσμος καί, ὅπως λέγει ὁ Χάϊντεγκερ, ἐρωτοῦσαν «γιατί ὑπάρχουν τὰ ὄντα καὶ ὄχι τὸ τίποτα». Μποροῦμε νὰ δοῦμε δύο γενικὲς ἀπαντήσεις ποὺ δόθηκαν γιὰ τὸ θέμα αὐτό. Μερικοὶ προσωκρατικοὶ φιλόσοφοι, ὅπως οἱ λεγόμενοι Ἴωνες φυσικοὶ (Θαλῆς, Ἀναξίμανδρος, Ἀναξιμένης), ποὺ εἶναι «εἰσηγητὲς τῆς λογικῆς, ἀμυθολόγητης κοσμοερμηνείας», μιλοῦσαν γιὰ τὴν ὕπαρξη τῆς ὕλης ἀπὸ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε ὁ κόσμος, ἡ ὁποία ὕλη ἔχει μέσα της δύναμη, ὁπότε «ὕλη καὶ δύναμη εἶναι ἕνα» καὶ «ἡ ἐνέργειά της μηχανική». Ὁπότε, ὁ κόσμος, κατὰ τὴν ἰωνικὴ ἀντίληψη «εἶναι ὑλικὸς καὶ μηχανικός». Αὐτὴ ἡ «ἰωνικὴ φυσική», «ἡ φυσιολογία», ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, «ἔχει βάση τὸν ντετερμινισμὸ» (Χαράλαμπος Θεοδωρίδης). Ἄλλοι, οἱ μεταφυσικοὶ φιλόσοφοι, ὅπως ὁ Πλάτων, ἀνέπτυξαν τὴν θεωρία τῶν ἰδεῶν, ὅτι ὅλα τὰ ὄντα εἶναι ἀντίγραφα τῶν ἰδεῶν ποὺ ὑπῆρχαν στὸν νοῦ τοῦ ἀνώτατου ὄντος, τοῦ Θεοῦ, ὁ δὲ Ἀριστοτέλης ἔκανε λόγο γιὰ τὸ «πρῶτον ἀκίνητον κινοῦν».
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως καὶ στὸν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, μελέτησαν τὰ σχετικὰ μὲ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου μὲ θεολογικὸ λόγο. Ἀρνήθηκαν καὶ τὸν ὑλισμὸ καὶ τὴν μεταφυσική. Ἔτσι, στὶς δύο αὐτὲς φιλοσοφικὲς κατευθύνσεις «ἐν ἀρχῇ ἥν ἡ ὕλη» καὶ «ἐν ἀρχῇ ἥν ἡ ἰδέα», ἀντιπαρέθεσαν τὸ «ἐν ἀρχῇ ἥν ὁ Λόγος». Ὁ Θεὸς εἶναι πρόσωπο, εἶναι ἀγάπη, ἀφοῦ ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ὁ Θεὸς δὲν εἶναι οὔτε ἰδέα οὔτε ὕλη. Ἔπειτα, λέγουν ὅτι ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τὸν κόσμο «ἐξ ουκ ὄντων», «ἐκ μὴ ὑπαρχούσης ὕλης» μὲ τὸν λόγο Του ποὺ εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργειά Τοῦ, ἡ ὁποία δημιουργεῖ κτιστὰ ὄντα.
Σύγχρονοι ἐπιστήμονες χωρίζονται σὲ δύο κατηγορίες, ἑρμηνεύοντας τὶς νέες ἀνακαλύψεις. Στὴν πρώτη κατηγορία ἀνήκουν ἐκεῖνοι ποὺ ἀποδέχονται κάποια δύναμη ποὺ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο, ἡ ὁποία δημιούργησε τὸν κόσμο. Στὴν δεύτερη κατηγορία εἶναι οἱ ἀγνωστικιστὲς καὶ οἱ ἄθεοι ποὺ ἑρμηνεύουν τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου χωρὶς νὰ πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Πρόσφατα διάβασα τὶς ἀπόψεις ἑνὸς ἐπιστήμονος ποὺ ἔλεγε: «Εἴμαστε μιὰ ἀνακατανομὴ τοῦ τίποτα». Ἐπίσης ἔλεγε ὅτι ἡ «Μεγάλη εἰκόνα» «ποὺ ἔχουμε σήμερα γιὰ τὴν ἐμφάνιση κι ἐξέλιξη τοῦ σύμπαντος» σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν δαρβινικὴ ἐξέλιξη τῶν εἰδῶν «ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ πολλὰ θεμελιώδη καὶ ὑπαρξιακὰ ἐρωτήματα ποὺ τὸν ἀπασχολοῦν ἀπὸ τότε ποὺ ὑπάρχει» (Δ. Νανόπουλος). Πάντως, κατὰ τοὺς Πατέρας, οἱ ἐπιστήμονες μποροῦν νὰ ἐρευνοῦν τὸν κόσμο, νὰ ἐξετάζουν ἀπὸ τί ἀποτελεῖται, πῶς ἔγινε, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ εἰσέρχωνται σὲ ἄλλα πεδία, δηλαδὴ τῆς ὕπαρξης ἢ μὴ τοῦ Θεοῦ.
Ἄλλωστε, ἄλλο εἶναι τὸ ἔργο τῆς ἐπιστήμης καὶ ἄλλο τὸ ἔργο τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας καὶ δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχη σύγκρουση ἢ σύγχυση μεταξύ τους. Ἡ ἐπιστήμη ἐρευνᾶ τὸν κτιστὸ κόσμο, τὴν ὕλη, τὰ ἄτομα, τὰ μόρια, τὰ πρωτόνια, τὰ σωματίδια, τὸ κύτταρο, τὰ γονίδια κλπ. ἐνῷ ἡ θεολογία, ποὺ εἶναι ἐμπειρία, ἀσχολεῖται μὲ τὸ πῶς ὁ ἄνθρωπος θὰ γνωρίση τὸν Θεό-πρόσωπο μὲ τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Τοῦ. Ἡ ἐπιστήμη προχωρεῖ σὲ διάφορες ἀνακαλύψεις οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ ὠφελοῦν καὶ νὰ μὴ βλάπτουν τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δίνει ἀπαντήσεις στὶς πνευματικὲς ἀναζητήσεις τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὸ πῶς θὰ ἀποκτήση ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους του, σὲ μιὰ ἐποχὴ μάλιστα ποὺ ὄχι μόνον κηρύσσεται «ὁ θάνατος τοῦ Θεοῦ», ἀλλὰ καὶ «ὁ θάνατος τοῦ πλησίον».
Τελικά, ὅσες ἀνακαλύψεις καὶ ἂν κάνη ἡ ἐπιστήμη, ὁ ἄνθρωπος πεινᾶ καὶ διψᾶ γιὰ προσωπικὸ Θεό, γιὰ ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ ἐλευθερία, γιὰ πληρότητα πνευματική, θέλει νὰ μάθη τί ὑπάρχει πέρα ἀπὸ τὴν κτίση, τί γίνεται μετὰ τὸν θάνατο, τί εἶναι ἡ αἰώνια ζωὴ κ.ἄ. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἄλογο ὅν, ἀλλὰ ἀναπτύσσει πολιτισμό, καλλιεργεῖ τὶς πνευματικὲς ἀρχές, ἀναζητᾶ τὸν Θεὸ καὶ ἐπιδιώκει νὰ βιώση τὴν ἀγάπη Τοῦ. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ζήση χωρὶς ἐπιστήμη, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ζήση χωρὶς Θεό.
Ἑπομένως, ἡ ἐπιστήμη προσπαθεῖ νὰ δώση μιὰ ἑρμηνεία γιὰ τὴν δημιουργία καὶ τὴν σύσταση τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ ἔχει μεγάλη σημασία εἶναι ποιός δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μιὰ ἄλογη δύναμη, οὔτε ἕνα εὐδαῖμον ὅν, ἀλλὰ πρόσωπο, εἶναι ὁ Λόγος ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ μέσα σὲ ὅλη τὴν κτίση ὑπάρχουν οἱ «λόγοι τῶν ὄντων», ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ προσέλαβε σῶμα γιὰ νὰ θεώση τὸν ἄνθρωπο. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ποὺ, κατὰ τὸν σημαντικὸ ὁρισμὸ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, εἶναι «ζῶον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον καὶ πέρας τοῦ μυστηρίου τὴ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον», δὲν ἀναπαύεται σὲ μερικὲς ἀνακαλύψεις, ὅσο ὠφέλιμες κι ἂν εἶναι, ἀλλὰ ἀναζητᾶ τὸν προσωπικὸ Θεό.
(Δημοσιεύθηκε στὴν romfea.gr, Ἰούλιος 2012)
- Προβολές: 3858