Skip to main content

Κύριο θέμα: Δύο συνεντεύξεις γιὰ τὴν Ἐκκλησία - Ἡ ἁγιότητα καὶ τὸ μαρτύριο στὴν ἐποχή μας

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἡ ἁγιότητα, ἡ ἄσκηση, ἡ διάκριση, τὸ μαρτύριο ἀποτελοῦν μεγάλο πλοῦτο τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ποῦ συγκινεῖ, ἑλκύει, μεταμορφώνει καὶ σώζει τοὺς ἀνθρώπους μέσα ἀπὸ τὸν περισπασμὸ καὶ τὸ ψέμα τοῦ κόσμου σὲ κάθε ἐποχή. Σὲ συνέντευξη ποῦ ἔδωσε ὁ Σεβασμιώτατος γιὰ δύο ἱστοσελίδες ἀπαντᾶ στὶς ἀνάλογες ἐρωτήσεις τοῦ δημοσιογράφου γιὰ τὰ θέματα αὐτά, καὶ μιλᾶ καὶ γιὰ ἄλλες πτυχὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

***

Ἐρώτηση: Σεβασμιώτατε, πολὺς κόσμος σήμερα διερωτᾶται ἐὰν ὑπάρχουν ἅγιοι. Τί λέτε;

Ἀπάντηση: Βεβαίως ὑπάρχουν ἅγιοι, ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νὰ ἀγιάζη τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλιῶς δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχη. Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ Μυστήρια καὶ μὲ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ ἀποβλέπει στὴν θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ πάθη καὶ στὴν πνευματική του ὑγεία, πρᾶγμα ποῦ εἶναι ἡ ἁγιότητα. Ὁ Θεὸς λέγει «ἅγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγὼ ἅγιὸς εἰμι» (Α' Πέτρ. α', 16). Καὶ στὴν Ἀποκάλυψη εἶναι γραμμένο: «Καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» (Ἀπ. κβ', 12). Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι Χριστιανοὶ σήμερα ἐκλαμβάνουν τὴν Ἐκκλησία ὡς θρησκευτική, ἠθικὴ καὶ κοινωνικὴ ὀργάνωση μὲ κοσμικοὺς ἢ ἐνδοκοσμικοὺς σκοπούς. Καὶ συναγωνίζονται στὴν Ἐκκλησία γιὰ παραγωγὴ κοινωνικοῦ ἢ ἠθικοῦ ἔργου. Φυσικά, γίνεται καὶ ἕνα τέτοιο ἔργο στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα, καρπὸς τῆς ἑνώσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Χριστό.

Ἔτσι, ὑπάρχουν καὶ σήμερα ἅγιοι ποῦ ἔζησαν καὶ ζοὺν μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅπως Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς, μοναχοί, λαϊκοὶ ὅλων τῶν κατηγοριῶν. Ὅμως, τὸ μεγαλύτερο πρόβλημα εἶναι ὅτι δὲν ἔχουμε ἐμεῖς τὰ ὀρθόδοξα κριτήρια νὰ τοὺς καταλαβαίνουμε, γιατί αὐτοὶ διαθέτουν ἕναν ἐσωτερικὸ κόσμο ποῦ εἶναι κρυμμένος ἀπὸ τοὺς πολλούς, καὶ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχουμε τὶς κατάλληλες προϋποθέσεις νὰ τοὺς ἀναγνωρίσουμε. Ἐκεῖνο ποῦ ἔχει ἰδιαίτερη σημασία δὲν εἶναι μόνον ὅτι ὑπάρχουν καὶ σήμερα ἅγιοι, ἀλλὰ τὸ πῶς γίνονται ἅγιοι. Ὅλες οἱ ἐπιστῆμες ἔχουν μιὰ ἰδιαίτερη μέθοδο, καὶ γιὰ νὰ γίνη κάποιος ἅγιος πρέπει νὰ ἀκολουθήση μιὰ συγκεκριμένη μέθοδο, ποῦ εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ καὶ ἡ θέωση, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ τὸ συναντᾶμε στὴν «Φιλοκαλία» καὶ στὴν διδασκαλία τῶν συγχρόνων Πατέρων, καὶ ἔκφραση τῆς ἁγιότητος εἶναι ἡ μετάνοια, ἡ ταπείνωση, ἡ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους.

Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποῦ οἱ ἄνθρωποι σήμερα διαβάζουν τοὺς βίους καὶ τοὺς λόγους συγχρόνων ἁγίων, μὲ τὴν ἁγιογραφικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου, ποῦ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν σωτηρία τους, ὅπως τοῦ π. Παϊσίου, τοῦ π. Πορφυρίου, τοῦ π. Σωφρονίου, τοῦ π. Ἐφραὶμ Κατουνακιώτη καὶ πολλῶν ἄλλων γνωστῶν καὶ ἀγνώστων, γιὰ νὰ παραμείνω στοὺς κεκοιμημένους. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ὁδηγοὶ καὶ τὰ πρότυπά μας, χωρὶς βεβαίως νὰ καταργῆται καὶ νὰ ὑπονομεύεται ὁ θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας.

 

Ἐρώτηση: Δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποῦ ἀναζητοῦν ἕναν Γέροντα μὲ ἰδιαίτερα χαρίσματα γιὰ νὰ τοὺς καθοδηγήση, κάτι τὸ ὁποῖον ἂν μὴ τί ἄλλο, εἶναι δυσεύρετο στὴν ἐποχή μας.

Ἀπάντηση: Αὐτὸ εἶναι φυσικὸ νὰ γίνεται. Γιατί οἱ ἄνθρωποι σήμερα, ὅπως καὶ σὲ κάθε ἐποχή, ἀναζητοῦν ἀνθρώπους γιὰ νὰ τοὺς δείξουν τὸν τρόπο καὶ τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας, τὴν μέθοδο ποῦ ὁδηγεῖ στὴν ἁγιότητα, στὴν ἐσωτερικὴ πληρότητα. Δὲν πρόκειται γιὰ μέθοδο λογική, τεχνική, ἠθική, ἀλλὰ γιὰ τὸν συνδυασμὸ μεταξὺ τῶν Μυστηρίων καὶ τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς. Οἱ ἄνθρωποι ἀναζητοῦν «ζωντανοὺς ὀργανισμοὺς» καὶ ὄχι ἁπλοὺς διδασκάλους καὶ ἀκαδημαϊκοὺς θεολόγους. Ὅπως ἡ βιολογικὴ ζωὴ μεταδίδεται ἀπὸ ζωντανοὺς ὀργανισμοὺς καὶ ὄχι νεκρούς, γιατί κανένας νεκρὸς ὀργανισμὸς δὲν μπορεῖ νὰ μεταδώση τὴν ζωή, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Ἕνας ποῦ ἀγαπᾶ τὸν Χριστὸ μὲ ὅλη τοῦ τὴν ὕπαρξη, δηλαδὴ ψυχοσωματικά, μπορεῖ νὰ μεταδώση τὴν ἀγάπη αὐτὴ καὶ στοὺς ἄλλους. Ὅποιος γνωρίζει τὸν δρόμο ποῦ ὁδηγεῖ σὲ μιὰ πολιτεία, μπορεῖ νὰ ὑποδείξη τὸν δρόμο καὶ σὲ αὐτοὺς ποῦ τὴν ἀναζητοῦν.

Βρίσκω τὴν εὐκαιρία νὰ πὼ ὅτι ὑπάρχουν τρεὶς ἄξονες τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως τοὺς ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Νικόλαος Καβάσιλας. Αὐτὸ φαίνεται στὰ ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, ὅπου καθαγιάζεται τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος θέτει ἱερὰ λείψανα μαρτύρων σὲ αὐτό. Ἄρα οἱ ἄξονες τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι τρείς, ἤτοι ὁ Ἐπίσκοπος, τὸ θυσιαστήριο καὶ οἱ ἅγιοι, καὶ πρέπει νὰ λειτουργοῦν σωστὰ αὐτοὶ οἱ τρεὶς ἄξονες γιὰ νὰ ὑπάρχη ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα. Ἐπίσκοπος ποῦ δὲν συνδέεται μὲ τὴν θεία Εὐχαριστία καὶ δὲν ἀναγνωρίζει τοὺς ἁγίους θεία Εὐχαριστία ἔξω ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο καὶ τοὺς ἁγίους καὶ ἀγάπη στοὺς ἁγίους χωρὶς συμμετοχὴ στὴν θεία Εὐχαριστία καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Ἐπίσκοπο δὲν συνιστοῦν ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα.

Οἱ μεγάλοι Γέροντες σέβονται τὸν Ἐπίσκοπο καὶ ὁδηγοῦν αὐτοὺς ποῦ θέλουν νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ στὴν θεία Εὐχαριστία καὶ τοὺς προετοιμάζουν γιὰ τὴν κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀναζητοῦν τέτοιους εὐλογημένους Γέροντες καὶ δέχονται τὸν καθοδηγητικό τους λόγο. Στὸ Γεροντικὸ καὶ στὰ ἀσκητικὰ κείμενα φαίνεται ὅτι ὅσοι διψοῦν τὸν Θεὸ προστρέχουν σὲ «ζωντανοὺς ὀργανισμοὺς» καὶ τοὺς ὑποβάλλουν τὴν ἐρώτηση: «Ἀββᾶ, εἰπὲ ρῆμα πῶς σωθῶ». Αὐτὸ τὸ «ρῆμα» τοῦ ἀββᾶ ἔχει δύναμη καὶ ἐνέργεια, εἶναι λόγοι τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπόσταγμα τῆς ζωῆς τοῦ ποῦ τοὺς ἀναγεννᾶ ἐν Χριστῷ.

Δυστυχῶς, ὅπως λέτε καὶ ἐσεῖς, τέτοιοι Γέροντες εἶναι δυσεύρετοι στὴν ἐποχή μας, ποῦ εἶναι ἐποχὴ ἐκκοσμικεύσεως καὶ συμβιβασμῶν στὴν πίστη καὶ τὴν ζωή, εἴτε γιατί εἶναι σπάνιοι ἢ κρυφοὶ αὐτοὶ εἴτε γιατί οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν ἢ δὲν θέλουν νὰ τοὺς ἀκολουθήσουν. Ὡστόσο, ὅποιος ἀναζητᾶ εὑρίσκει. Ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε: «Πὰς ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τὼ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Μάτθ. ζ', 8). Πολλὲς φορὲς εἶναι δίπλα μας εὐλογημένοι ἄνθρωποι καὶ δὲν τοὺς ὑποψιαζόμαστε. Καὶ εἶναι φοβερὸ νὰ φεύγουμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν, δηλαδὴ ἔρχεται ἡ ὥρα νὰ πεθάνουμε, χωρὶς νὰ ὑποψιαζόμαστε τοὺς φίλους τοῦ Χριστοῦ ποῦ μπορεῖ νὰ εἶναι κοντά μας.

 

Ἐρώτηση: Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα βλέπουμε ὅτι σὲ πολλὰ μέρη τῆς οἰκουμένης διώκεται. Ποῦ θὰ φθάσουν λέτε οἱ ἐχθροί μας;

Ἀπάντηση: Ἔχετε ἀπόλυτο δίκαιο. Ὅπου ὑπάρχει Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέχεται πειρασμοὺς καὶ διωγμούς. Εἶναι ἕνας νόμος ἀπαρέγκλητος. Τὸ βλέπουμε αὐτὸ ὁπουδήποτε ὑπάρχει Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, σὲ βορρᾶ καὶ νότο, ἀνατολὴ καὶ δύση. Μόνον ποῦ ἀλλάζει ἡ μέθοδος τοῦ διωγμοῦ σὲ κάθε χώρα. Ἄλλοτε εἶναι φανερὴ καὶ ἐπιθετικὴ καὶ θυμίζει τοὺς ἀρχαίους χρόνους τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἄλλοτε εἶναι ὕπουλη καὶ περισσότερο ἐπικίνδυνη, ὅπως εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση, δηλαδὴ ὁ συγχρωτισμὸς μὲ τὸν κόσμο. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ λαμπρὸς ἥλιος ποῦ προκαλεῖ καὶ προξενεῖ πόνο σὲ αὐτοὺς ποῦ ἔχουν ἄρρωστους ὀφθαλμοὺς καὶ πρόβλημα στὴν ὅραση. Καὶ ὅπου ὑπάρχει ἥλιος ὑπάρχει καὶ σκιά, καὶ στὴν σκιὰ ὑπάρχει καὶ σκοτάδι, στὸ ὁποῖο κυκλοφοροῦν πολλὰ αἱμοβόρα θηρία.

Ὅταν οἱ ἄνθρωποι μισοῦν τὸν Χριστό, τὴν Ἀλήθεια, τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἔχουν ἐσωτερικὸ πρόβλημα καὶ μποροῦν νὰ φθάσουν μέχρι ἀπίθανου σημείου, μέχρι τρέλλας. Εἶδα στὸ διαδίκτυο τὴν τρομακτικὴ σκηνὴ τῆς ἀποκεφαλίσεως ἑνὸς Χριστιανοῦ ἀπὸ φανατικὸ Μουσουλμᾶνο καὶ ἔπαθα σόκ. Σκέφθηκα ὅτι κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐμαρτύρησαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Μάρτυρες, ὅπως λέγει τὸ Συναξάριο «ξίφει τελειοῦται». Καὶ αὐτὸς εἶναι ἕνας ἔλεγχος γιὰ μᾶς ποῦ ἀγαπᾶμε τὴν καλοπέραση, τοὺς συμβιβασμούς, τὴν εὐμάρεια. Ἔτσι, οἱ διωγμοὶ δείχνουν τὴν ἐσωτερικὴ ἀρρώστια τῶν διωκτῶν, ἀλλὰ καὶ τὸ μεγαλεῖο τῶν Χριστιανῶν. Τὸ μέτρο τῆς ἀγάπης μᾶς στὸν Χριστὸ εἶναι πολὺ ὑψηλό. Ἡ ἁγιότητα καὶ ἡ πιστότητα στὶς εὐαγγελικὲς ἐντολὲς δὲν προσφέρεται μὲ χαμηλὰ κριτήρια ἠθικοῦ καὶ κοινωνικοῦ ἔργου, ἀλλὰ πρέπει νὰ διαθέτουν ὑψηλὲς προδιαγραφές.

Τελικά, ἡ Ἐκκλησία σήμερα πρέπει νὰ ἐτοιμάζη τὰ τέκνα της καὶ αὐτοὺς ποῦ ἀγαποῦν τὸν Χριστὸ καὶ τὴν σωτηρία τους γιὰ τὸ μαρτύριο, γιὰ νὰ γίνουν μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ. Ἡ θεολογία, ἡ ἱεραποστολή, τὸ κοινωνικὸ ἔργο ἔξω ἀπὸ τὴν αἴσθηση καὶ τὴν προοπτικὴ τοῦ μαρτυρίου δὲν ἔχει ἰδιαίτερη ἀξία. Οἱ μεγάλοι Γέροντες κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἦταν «ἀλεῖπτες», δηλαδὴ προπονητὲς μαρτύρων. Αὐτὸ κάνουν καὶ σήμερα οἱ μεγάλοι Γέροντες. Συγκινήθηκα τελευταῖα ὅταν ἔλαβα ἀπὸ μιὰ Χριστιανὴ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ἕνα μήνυμα ποῦ ἔλεγε: «Παρακαλῶ νὰ εὔχεσθε στὸν Θεὸ νὰ μᾶς δίνη δύναμη, εἰρήνη καὶ ἀνάπαυση, ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ φέρουμε τὸν σταυρό μας μὲ θάρρος καὶ σταθερὴ πίστη καὶ νὰ θεωρηθοῦμε ἄξιοι νὰ γίνουμε ἅγιοι καὶ μάρτυρες γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Πῶς νὰ μὴν ἀγαπᾶ κανεὶς αὐτὴν τὴν διάθεση γιὰ μαρτύριο!

 

Ἐρώτηση: Στὴν Συρία ἡ κατάσταση εἶναι ἔκρυθμη. Μὲ σφαγὲς ἀπειλοῦν τοὺς Χριστιανοὺς ἐκεῖ ἐὰν δὲν ἐγκαταλείψουν τὰ σπίτια τους. Ποῦ πᾶμε τελικά, μήπως αὐτὲς οἱ πολεμικὲς συγκρούσεις γενικευτοῦν;

Ἀπάντηση: Παρακολουθῶ μὲ βαθειὰ λύπη ὅσα γίνονται στὴν Συρία. Δὲν μπορῶ νὰ πὼ ὅτι εἶμαι μὲ τὸ μέρος μιᾶς πλευρᾶς, γιατί κάτι τέτοιο συνεπάγεται συμμετοχὴ στὸν φόνο, καὶ ἐπιδέχεται τὴν ἀνάλογη θεία δίκη. Πάντως, λυπᾶμαι βαθειὰ γι’ αὐτὸ τὸ τρελλὸ ποτάμι αἵματος, γιὰ τὴν ἀπώλεια τῶν ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων. Πρέπει νὰ δημιουργήσουμε ἕνα στρατόπεδο προσευχῆς γιὰ νὰ σταματήση αὐτὸ τὸ τρελλὸ λουτρὸ αἵματος καὶ νὰ ἐπέλθη εἰρήνη στὴν περιοχή.

Λυπᾶμαι καὶ γιὰ ἕναν ἰδιαίτερο λόγο, ἐπειδὴ γνωρίζω τὰ μέρη αὐτά, ἀφοῦ τὰ ἐπισκέφθηκα ἐπανειλημμένως τὴν τριετία 1988-1991, ἀλλὰ καὶ ἀργότερα πολλὲς φορές. Τὸ ἔτος 1988, μὲ πρόταση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Σεραφεὶμ καὶ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πῆγα στὸν Λίβανο γιὰ νὰ διδάξω στὴν Μπελεμέντειο Θεολογικὴ Σχολὴ «ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός», ἔχοντας ὑπηρεσιακὸ διαβατήριο ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τῆς Ἑλλάδος, γιὰ νὰ ἔχω μεγαλύτερη ἀσφάλεια. Ἐπειδὴ δὲν λειτουργοῦσε τὸ ἀεροδρόμιο τῆς Βηρυττοῦ, λόγῳ τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, πήγαινα στὴν Δαμασκὸ τῆς Συρίας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τὸ Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας μὲ κατηύθυνε στὸν Λίβανο.

Ἔτσι, παρέμενα πολλὲς μέρες στὴν Δαμασκό, ὅπου ὁμιλοῦσα σὲ Ὀρθοδόξους νέους ἐπιστήμονες καὶ φοιτητὲς ποῦ εἶχαν μεγάλη δίψα γιὰ τὸν Θεό, ἐπισκέφθηκα πολλὲς πόλεις ὅπου λειτουργοῦσα καὶ ὁμιλοῦσα μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως τὴν Χόμς, τὸ Χαλέπι, τὴν Λατάκεια κλπ. Στὴν Συρία γνώρισα φλογεροὺς ὀρθόδοξους Χριστιανούς, καλοὺς μοναχούς, ἐξαιρετικοὺς Κληρικούς. Ἐκεῖ ἀπέκτησα φίλους ἀγαπητοὺς καὶ λυπᾶμαι ποῦ βλέπω κάθε μέρα αὐτὴν τὴν ἀναταραχὴ στὴν περιοχή. Γνωρίζω Ἐπισκόπους καὶ Καθηγητές, ποῦ ἦταν φοιτητές μου στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Λιβάνου, καὶ προσεύχομαι γι’ αὐτοὺς στὸν Θεό. Βέβαια, γνωρίζω ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Ἰγνάτιος, μὲ τὸν ὁποῖο συζήτησα πολλὲς φορές, ἔχει ἐξαιρετικὲς ἱκανότητες καὶ προσπαθεῖ νὰ διαφυλάξη καὶ νὰ προστατεύση τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὁ πειρασμὸς εἶναι μεγάλος.

Πάντως, ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ ποῦ δὲν πρέπει νὰ βλέπουμε μόνο τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸ σπίτι μας, ἀλλὰ νὰ μᾶς ἀπασχολοῦν τὰ προβλήματα τῶν ἄλλων ἀδελφῶν μας ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ νὰ προσευχόμαστε γι’ αὐτούς. Βέβαια, ὁ Θεὸς διευθύνει τὴν ἱστορία, βρισκόμαστε κάτω ἀπὸ τὴν Πρόνοιά Τοῦ, καὶ ἐπεμβαίνει στὸν κατάλληλο καιρό, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ δική μας προσευχή. Ἔτσι, κάθε θεία Λειτουργία εἶναι προσευχὴ γιὰ τὴν εἰρήνη τοῦ κόσμου, τὴν εὐστάθεια τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ, τὴν παύση τῶν πολέμων. Ἅς τὸ κάνουμε αἴτημα προσευχῆς. Ἅς πονέση ἡ καρδιά μας, γιατί δυστυχῶς τὰ παγκόσμια προβλήματα εἶναι γεωπολιτικά, ἀφοῦ ὅλοι οἱ λαοὶ θεωροῦνται μικρὰ πιόνια στὴν διεθνῆ σκακέρα, ποῦ τὰ κινοῦν μερικοὶ «παγκόσμιοι παῖχτες», χωρὶς οἶκτο καὶ πόνο. Ἅς γίνη ὁ Θεὸς ἵλεως σὲ ὅλους μας.

 

Ἐρώτηση: Τὸ Ἅγιο Ὅρος μέσα σὲ ὅλα αὐτά, πολλοὶ λένε, ὅτι ἀποτελεῖ μιὰ πνευματικὴ ὄαση ποῦ ἀναπαύονται χιλιάδες κόσμου ποῦ τελευταία τὸ ἐπισκέπτονται...

Ἀπάντηση: Τὸ Ἅγιο Ὅρος εἶναι πράγματι ἕνας χῶρος εὐλογημένος, μιὰ πνευματικὴ ὄαση, ποὺ διαθέτει ἁγιασμένους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ξέρουν νὰ ἀγαποῦν, νὰ συμπαρίστανται στοὺς ἀνθρώπους, νὰ πονοῦν, νὰ πεθαίνουν γιὰ τοὺς ἄλλους, νὰ ἀναπαύουν τοὺς ταλαιπωρημένους. Νὰ μὴ σᾶς φανῇ παράδοξο ἂν σᾶς πὼ ὅτι τὸ Ἅγιον Ὅρος εἶναι ἕνας χῶρος πολέμου, ἕνας τόπος ποῦ γίνονται συρράξεις πολεμικές. Ἐννοῶ βέβαια πολέμους πνευματικοὺς ἐναντίον τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοὶς ἐπουρανίοις» (Ἐφ. στ', 12).

Οἱ Πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὅρους ἀποκτοῦν ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ πολέμου, γι’ αὐτὸ καὶ μποροῦν νὰ διδάξουν αὐτὴν τὴν πνευματικὴ πολεμικὴ μέθοδο σ’ αὐτοὺς ποῦ ἐπιθυμοῦν νὰ τὴν μάθουν. Ὅταν κανεὶς ἀγωνίζεται ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου μπορεῖ νὰ βιώση τοὺς καρποὺς τῆς θείας Οἰκονομίας, τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀποκτήση τὴν πνευματικὴ ἐλευθερία καὶ τὴν ἐσωτερικὴ πληρότητα. Ἀπὸ τὰ φοιτητικά μου χρόνια ἐπισκεπτόμουν συχνὰ τὸ Ἅγιον Ὅρος, γνώρισα ὁσίους μοναχούς, γεύθηκα τὸ εὐλογημένο ψωμί τους, ἄκουσα τὸν ἁγιασμένο λόγο τους, αἰσθάνθηκα τὴν ἀγάπη καὶ τὴν κρυφὴ ζωή τους, γνώρισα τί θὰ πὴ φυσικὸς ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, ἀγρύπνησα στὶς Μονές, στὶς Σκῆτες καὶ τὰ ἐρημητήρια, περπάτησα στὰ θαυμάσια μονοπάτια, χάρηκα τὴν παρθενικὴ φύση του καὶ γενικὰ ἔζησα ἕναν κόσμο ἀγάπης, καθαρότητος, εὐαισθησίας καὶ ἀρχοντιᾶς.

Στὸ Ἅγιον Ὅρος γνώρισα τὴν ἀλήθεια ὅτι οἱ πραγματικοὶ μοναχοὶ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὴν προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή, εἶναι «οἱ εὐαγγελικῶς ζῶντες», εἶναι οἱ σύγχρονοι Προφῆτες, Ἀπόστολοι καὶ Μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας. Πολλὲς φορὲς ἐπικαλοῦμαι τὶς πρεσβεῖες τους καὶ τὶς εὐχές τους. Τὸ Ἅγιον Ὅρος, παρὰ μερικὰ λάθη ποῦ γίνονται ἀπὸ μεμονωμένους μοναχούς, εἶναι ἕνας τόπος μυστηρίου, ποῦ φλέγεται ἀπὸ τὴν προσευχή, εἶναι μιὰ πνευματικὴ μήτρα ποῦ κυοφορεῖ καὶ γεννᾶ τέκνα τοῦ Θεοῦ, οὐρανοπολίτες. Γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ τὸ σεβόμαστε βαθειά.

(Δόθηκε στὸν δημοσιογράφο Γιῶργο Θεοχάρη, γιὰ τὸ ἠλεκτρονικὸ Περιοδικὸ «Ἁγιορείτικο Βῆμα»-agioritikovima.gr)

***

Κληρικοὶ καὶ Πολιτικὴ

Ἐρώτηση: Πρόσφατα ὁρισμένοι εἶπαν ὅτι κληρικοὶ ἐμπλέκονται σὲ πολιτικὰ ζητήματα καὶ γενικότερα στὴν πολιτική. Ὑπάρχουν ὅρια σὲ αὐτό. Ποιά εἶναι ἡ ἄποψή σας;

Ἀπάντηση: Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ πνευματικὴ μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν καὶ πρέπει νὰ παραμένη ἀνοικτὴ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτου χρώματος, φυλῆς, κοινωνικῆς καὶ πολιτικῆς τάξεως. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι δὲν κλείνεται σὲ μικρὲς στενὲς ὁμάδες ποῦ διακρίνονται ἀπὸ ἰδιαίτερη πολιτικὴ καὶ κομματικὴ ἰδεολογία. Καὶ ὅπως κάθε μητέρα δείχνει τὴν ἀγάπη της πρὸς ὅλα τὰ παιδιά της, τὰ ὁποία ἐνδεχομένως ἀνήκουν σὲ διάφορα κόμματα, τὸ ἴδιο καὶ πολὺ περισσότερο πρέπει αὐτὸ νὰ γίνεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο πρέπει νὰ κινοῦνται οἱ Κληρικοί, ὡς Πνευματικοὶ Πατέρες καὶ ὡς πνευματικὲς μητέρες τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀναζητοῦν στοργή, ἀγάπη, ἐλευθερία, νόημα ζωῆς. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἁμάρτημα ὅταν κάποιοι Κληρικοὶ χωρίζουν τοὺς ἀνθρώπους ἀνάλογα μὲ τὰ κομματικά τους κριτήρια καὶ ταυτίζωνται μὲ μιὰ κομματικὴ παράταξη. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποῦ τὸ κανονικὸ δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας ἀπαγορεύει στοὺς Κληρικοὺς νὰ πολιτεύωνται.

Βέβαια, πρέπει νὰ κάνουμε μιὰ διάκριση. Ἄλλο εἶναι ἡ πολιτικὴ ὅταν εἶναι ἐπίθετο καὶ δηλώνη τὴν ζωὴ τῆς πόλης, καὶ ἄλλο εἶναι ὅταν ἡ πολιτικὴ εἶναι οὐσιαστικὸ καὶ δηλώνη τὴν κομματικὴ πρακτική. Μὲ τὴν πρώτη ἔννοια ὁ Κληρικὸς κάνει πολιτική, ἀφοῦ ζὴ σὲ μιὰ κοινωνία καὶ συμμετέχει στὶς ἐκδηλώσεις της, ἀσχολεῖται μὲ τὸ κοινωνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο, ὄχι ὅμως μὲ τὴν δεύτερη ἔννοια, δηλαδὴ δὲν πρέπει νὰ κομματίζεται καὶ νὰ ὑποστηρίζη ἀνοικτὰ ἕναν κομματικὸ σχηματισμό. Ὅταν γίνωνται ἐκλογὲς ὁ Κληρικὸς εἶναι ἐλεύθερος νὰ ψηφίζη τὸ κόμμα ποῦ νομίζει ὅτι θὰ ἀντιμετωπίση καλύτερα τὰ κοινωνικὰ καὶ οἰκονομικὰ προβλήματα, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ προπαγανδίζη στοὺς Ἐνορῖτες του τὸ κόμμα ποῦ ἐκεῖνος ἔχει ἐπιλέξει. Μερικὰ κόμματα προσπαθοῦν νὰ προσεταιρισθοῦν τοὺς Κληρικοὺς καὶ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ οἱ Κληρικοὶ δὲν πρέπει νὰ ὑποκύπτουν σὲ αὐτὸν τὸν πειρασμό.

Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ θέλω νὰ ὑπογραμμίσω τὴν ἄποψή μου ὅτι ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ ἀπεμπλακῇ ἀπὸ τὸν σφικτὸ ἐναγκαλισμὸ μὲ τὸ Κράτος γιὰ νὰ ἀποκτήση τὴν ἐλευθερία της, νὰ διοικῇ τὰ τοῦ οἴκου της, σύμφωνα μὲ τὸ κανονικὸ δίκαιο. Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω γιατί χρειάζεται ἕνας Καταστατικὸς Χάρτης ποῦ εἶναι νόμος τοῦ Κράτους, ὁ ὁποῖος θὰ καθορίζη τόσες λεπτομέρειες γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Θὰ ἀρκοῦσε ἕνας νόμος ποῦ θὰ καθόριζε τὴν νομικὴ προσωπικότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ ἔδινε ἐξουσιοδότηση νὰ πορεύεται σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας. Ἐπίσης, δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω γιατί νὰ ὑπάρχη ἕνας νόμος τοῦ Κράτους περὶ Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστηρίων, ποῦ ρυθμίζει τόσες λεπτομέρειες, ἀκόμη καὶ τί θὰ φορὰ ὁ Κληρικός-δικαστής. Θὰ ἀρκοῦσε ἕνας νόμος μὲ λίγα ἄρθρα ποῦ θὰ καθόριζε μερικὲς βασικὲς ἀρχὲς καὶ θὰ ἄφηνε τὴν Ἐκκλησία νὰ δικάζη τοὺς Κληρικοὺς τῆς σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας, χωρὶς νὰ ἐπεμβαίνη τὸ κοσμικὸ δίκαιο.

Δυστυχῶς, ἡ ὑπάρχουσα κατάσταση σὲ μερικὰ σημεῖα εὐνοεῖ τὴν ἐπικράτηση ἑνὸς πολιτειοκρατικοῦ πνεύματος. Πρέπει νὰ τεθῇ μιὰ τάξη στὰ θέματα αὐτά, ὥστε νὰ μὴ θεωρῆται καὶ ἐκλαμβάνεται ἡ ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ὡς δέσμια τοῦ κρατικοῦ-πολιτικοῦ νόμου. Πάντως, ἐὰν ἐμεῖς οἱ Κληρικοὶ βλέπουμε τὰ πράγματα μέσα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ προοπτική, δὲν θὰ διακατεχόμαστε ἀπὸ ἀνασφάλειες καὶ δὲν θὰ χωρίζουμε τὰ κόμματα σὲ ἐχθρικὰ ἢ φιλικά, ὅπως καὶ δὲν θὰ ἐμπλεκόμαστε σὲ ἐκλογικὰ διλήμματα. Ἄλλο εἶναι τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄλλο τὸ ἔργο τῆς Πολιτείας καὶ τῶν κομμάτων. Ὅταν μιὰ Πολιτεία ἐπιδιώκη καὶ μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίση τὴν φτώχεια καὶ τὴν ἀνεργία, τότε πρέπει νὰ εἶναι εὐπρόσδεκτη, γιατί φροντίζει γιὰ τὰ συμφέροντα τοῦ λαοῦ.

(Δόθηκε στὸν δημοσιογράφο Γιῶργο Θεοχάρη, γιὰ τὴν ἱστοσελίδα-ἠλεκτρονικὸ πρακτορεῖο εἰδήσεων «Briefing News»-briefingnews.gr)

ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ

  • Προβολές: 3186