Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀθανασίου Ἀναστασίου: Ἀπόψεις καὶ διευκρινίσεις γιὰ τὸ ζήτημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου
Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀθανασίου Ἀναστασίου,
Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου
Δημοσιεύθηκε στὸ διαδίκτυο, τὴν 16η Νοεμβρίου 2012.
Τὸ τελευταῖο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες μίας συντονισμένης προσπάθειας συκοφαντήσεως τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου μὲ ἀφορμὴ τὸ χρόνιο πρόβλημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου.
Στὴν ἀπόφασή μας νὰ παρέμβουμε δημόσια στὸ ὅλο ζήτημα μᾶς ὁδηγεῖ ἡ ἀκλόνητη πεποίθησή μας καὶ ἡ μετὰ γνώσεως βεβαιότητά μας ὅτι ὅλα, ὅσα ἀπρεπῆ καὶ κακοήθη ἀναφέρονται εἰς βάρος τοῦ Σεβασμιωτάτου τόσο ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς μοναχοὺς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως ὅσο καὶ ἀπὸ ποικίλους ὑπερασπιστές της, ἀποτελοῦν ἀσύστολα ψεύδη καὶ συνιστοῦν κατάφωρη ἀδικία εἰς βάρος του.
Καὶ τὸ βεβαιώνουμε αὐτὸ μὲ ἀπόλυτη κατηγορηματικότητα καὶ ἐν πλήρει συνειδήσει, ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, καθὼς ἀφ' ἑνὸς μὲν γνωρίζουμε πολὺ καλά, ἐδῶ καὶ σαράντα χρόνια, τὸν Σεβασμιώτατο, ἀφ' ἑτέρου δὲ ἔχουμε ἀσχοληθεῖ ἐπισταμένως καὶ ἐπισήμως μὲ τὸ ζήτημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως ἀπὸ τὶς ἀρχὲς ἀκόμη τῆς δεκαετίας τοῦ 2000, ὡς μέλος σχετικῆς συνοδικῆς ἐπιτροπῆς καὶ ἔχουμε ἔλθει σὲ ἐπαφὲς τόσο μὲ τοὺς μοναχοὺς ὅσο καὶ μὲ τὸν Μητροπολίτη.
Θὰ ἦταν, βεβαίως, περιττὸς πλεονασμὸς νὰ ἀναφερθοῦμε στὴν προσωπικότητα καὶ τὶς ἀρετὲς τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἱεροθέου. Πρόκειται γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς κορυφαίους σύγχρονους θεολόγους μὲ διεθνῆ ἀναγνώριση καὶ κῦρος, συγγραφέα ἀναρίθμητων βιβλίων καὶ πονημάτων, ποῦ κυκλοφοροῦν σὲ ἀλλεπάλληλες ἐκδόσεις καὶ σὲ πολλὲς γλῶσσες. Ἡ θεολογία τοῦ βαθειὰ ριζωμένη στὴν ἁγιοπατερικὴ παράδοση ὀρθοτομεὶ τὸν λόγο τῆς ἀληθείας καὶ προβάλλει τὸ γνήσιο ὀρθόδοξο φρόνημα σὲ ἀντίθεση μὲ κάθε λογῆς καινοτομίες καὶ νεωτερισμούς.
Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἰερόθεος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν σεμνότητα τοῦ βίου του, τὴν ἁπλότητά του, τὴν πλήρη ἀφιλαργυρία του καὶ τὴν ἀσκητικότητά του. Εἶναι ἰδιαίτερα φιλομόναχος καὶ ἔχει ἀφιερώσει ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ θεολογικοῦ του ἔργου στὸν ἀνατολικὸ ὀρθόδοξο, ἀποστολοπαράδοτο, ἁγιοπατερικό, νηπτικό, ἡσυχαστικὸ μοναχισμό, τὸν ὁποῖο καὶ ὁ ἴδιος ἀκολουθεῖ στὴν βιοτή του.
Ἔχει ἀσχοληθεῖ ἰδιαίτερα καὶ ἔχει ἐντρυφήσει στὴν θεολογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τὴν θεολογία τοῦ ἀκτίστου φωτὸς καὶ τῆς θεώσεως καὶ τῶν τριῶν σταδίων στὴν πορεία τῶν πιστῶν πρὸς τὴν θέωση: τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη, τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ τὴν θέωση, τὸν δοξασμό. Εἶναι ἀπὸ τὴν ἵδρυσή της πνευματικὸς πατέρας τῆς ἀξιόλογης γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Πελαγίας, ἡ ὁποία ἐκδίδει τὰ ἔργα του καὶ προσφέρει σ’ αὐτὴ ὅλα τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις αὐτές, χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ καρποῦται τὸ παραμικρὸ οἰκονομικὸ ὄφελος.
Τὸ κλασικὸ στὸ εἶδος τοῦ βιβλίο του ποῦ ἀναφέρεται στὴν μονολόγιστη εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ «Μιὰ βραδυὰ στὴν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὅρους» κυκλοφορεῖ ἤδη στὴν 22η ἔκδοση! Ἔχουν κυκλοφορήσει ἐπίσης: Τὸ Μυστήριο τῆς παιδείας τοῦ Θεοῦ, Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς ἁγιορείτης, Ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμός, ὡς προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή, Ἡ Ἡσυχία καὶ Θεολογία, «Οἴδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ», Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου τοῦ ἡσυχαστοῦ καὶ θεολόγου, «Ἡ ἰατρικὴ ἐν Πνεύματι ἐπιστήμη», Ἡ πράξη τῆς ὀρθόδοξης ψυχοθεραπείας, Ἐμπειρικὴ δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π Ἰωάννου Ρωμανίδη τόμοι Α' καὶ Β' καὶ πλεῖστα ἄλλα.
Εἶναι, λοιπόν, πραγματικὰ ὀξύμωρο νὰ κατηγορεῖται ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου ὡς διώκτης τοῦ μοναχισμοῦ, καὶ μάλιστα τῆς μητροπολιτικῆς τοῦ περιφέρειας, γιὰ ἕνα ζήτημα ποῦ δὲν τὸ προκάλεσε αὐτός, ἀλλὰ προϋπῆρχε χρόνια πρὶν τὴν ἐγκατάστασή του ὡς Μητροπολίτη στὴν Ναύπακτο καὶ ταλαιπώρησε καὶ τοὺς προκατόχους του.
Καὶ εἶναι, ἐπίσης, ὀξύμωρο, ἀπαράδεκτο, ἄηθες καὶ ἀπρεπὲς νὰ κατηγορεῖται γιὰ φιλοχρηματία καὶ οἰκονομικὴ ἐπιβουλὴ εἰς βάρος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου, ποὺ δὲν ἔλαβε ποτὲ του τὸ παραμικρὸ ποσὸ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἱεροπραξία, τοὐναντίον δὲ προσφέρει ἕνα μέρος τοῦ μισθοῦ του γιὰ τὴν λειτουργία τοῦ Μητροπολιτικοῦ γραφείου.
Ἀποτελεῖ δὲ ἀσύστολο ψεῦδος ἡ κατασυκοφάντηση, ποῦ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν καλλιεργεῖται ἐκ μέρους τῆς Μονῆς καὶ μὲ κάθε μέσο (ἔντυπο καὶ προφορικὸ) εἰς βάρος τοῦ Μητροπολίτη, ὅτι ἐπιθυμοῦσε δῆθεν νὰ καρπωθεῖ μέρος τῶν ἐσόδων τῆς Μονῆς, ἐνῷ ὑπῆρχε ρητὴ διαβεβαίωση καὶ δέσμευσή του, γραπτὴ καὶ προφορική, ὅτι δὲν ἐπιθυμεῖ καμία οἰκονομικὴ εἰσφορά, ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως, ἀλλὰ ἀπὸ καμία Ἱερὰ Μονὴ τῆς περιφέρειάς του. Ὡς μέλος τῆς συνοδικῆς ἐπιτροπῆς (ἀποτελούμενης ἀπὸ τρεὶς Ἡγουμένους) γιὰ τὴν διευθέτηση τοῦ ὅλου ζητήματος, ὑπήρξαμε οἱ ἴδιοι αὐτήκοοι μάρτυρες τῶν διαβεβαιώσεων αὐτῶν τοῦ Μητροπολίτη, ποῦ δόθηκαν στὸ γραφεῖο του στὶς 25 Ἰουλίου 2000 (ἂν δὲν μᾶς ἀπατᾶ ἡ μνήμη μας) ἐνώπιον τῶν μελῶν τῆς ἐπιτροπῆς καὶ τῶν ἐκπροσώπων τῆς Μονῆς.
Οἱ ἐπίμονες καὶ πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις συκοφαντικὲς διαδόσεις ὅτι τὸ κύριο σημεῖο τριβής, διαφορᾶς καὶ ἀντιδράσεως τῆς Ἱερᾶς Μονῆς εἶναι οἱ δῆθεν ἄνομες εἰσπρακτικὲς διαθέσεις τοῦ Μητροπολίτη κ. Ἱεροθέου εἰς βάρος της εἶναι παντελῶς ἀναληθεῖς καὶ ἀστήρικτες καὶ γιὰ τὸν πρόσθετο λόγο ὅτι ἀκόμη καὶ στὴν περίπτωση ποῦ ὁ Μητροπολίτης ἐπιθυμοῦσε τὴν ἀποκόμιση οἰκονομικοῦ ὀφέλους ἀπὸ τὴν Μονή, αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ πραγματοποιηθεῖ, ἀφοῦ θὰ ἦταν κατὰ βάση παράνομο καὶ αὐτὸ τὸ γνώριζε ἡ Ἱερὰ Μονή.
Ὅπως ἡ ἴδια ἡ Ἱερὰ Μονὴ πληροφόρησε τὴν ὁρισθεῖσα ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο ἐπιτροπὴ τῶν ἡγουμένων, γνώριζε ὅτι ἡ εἰσφορὰ τοῦ 10% εἰς βάρος τῶν ἐσόδων τῶν Μονῶν δὲν προβλέπεται ἀπὸ καμία διάταξη τοῦ νόμου. Γνώριζε, ἐπίσης, ἡ Μονὴ ὅτι ἐπ’ αὐτοῦ εἶχε λάβει σαφῆ θέση τόσο ἡ Οἰκονομικὴ Ὑπηρεσία τοῦ ΟΔΕΠ (4701/310/30-1-1986) ὅσο καὶ τὸ Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν (Φ. 031/503/Α1 176/31-3-1986). Γνώριζε ὅτι ἡ ἐγκύκλιος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (3684/20-12-1988) ἦταν ἀνεφάρμοστη, ἐπειδὴ τελοῦσε ὑπὸ μὴ νόμιμες προϋποθέσεις, γι’ αὐτὸ καὶ ἀνακλήθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο μὲ τὴν ὑπ’ ἀριθμ. 2448/19-5-2000 νέα ἐγκύκλιό της.
Γνώριζε, ἐπίσης, ἡ Ἱερὰ Μονὴ ὅτι οἱ ἐπιχορηγήσεις ἐπενδύσεων καὶ ἐπιδοτήσεις ἐπιτοκίου ποῦ καταβάλλονται βάσει τοῦ ν. 1892/90 ἄρθρο 6, παρ. 8 ἀπαλλάσσονται ἀπὸ κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ἢ δικαίωμα, καθὼς καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐπιβάρυνση πρὸς ὄφελος τοῦ Δημοσίου ἢ Τρίτων. Κατὰ συνέπεια ἦταν ἀδύνατο γιὰ τὸν Μητροπολίτη νὰ εἰσπράξει ὁποιοδήποτε ποσοστὸ ἀπὸ τὴν συγκεκριμένη ἐπιδότηση, ὅπως κατὰ συρροὴν καὶ ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν καὶ μὲ ἀπερίγραπτη ἔνταση κατηγορήθηκε ἀπὸ τὴν Μονὴ καὶ τοὺς ὑπερασπιστές της ὅτι δῆθεν ἐπεδίωκε.
Εἶναι προφανὲς ὅτι ὅλη αὐτὴ ἡ πολυετὴς καὶ συκοφαντικὴ ἐκστρατεία εἰς βάρος τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἱεροθέου, ἐκ μέρους τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως καὶ τῶν ὑποστηρικτῶν της, διεξάγεται μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὸν ἀποπροσανατολισμὸ τόσο τῆς κοινῆς γνώμης ὅσο καὶ τῶν ἁρμοδίων ἐλεγκτικῶν ὀργάνων (συνοδικῶν καὶ κρατικῶν) ἀπὸ τὶς ποικίλες δυσλειτουργίες, ἰδιαιτερότητες καὶ παρατυπίες στὴν οἰκονομικὴ διαχείρηση τῆς Μονῆς. Μὲ τὸ πρόσχημα δηλαδὴ τοῦ πολυπροβαλλόμενου αἴολου ἐπιχειρήματος ὅτι δῆθεν «ὁ Δεσπότης θέλει νὰ πάρει ποσοστὰ ἀπὸ τὰ ἔσοδα τῆς Μονῆς», δικαιολογήθηκε καὶ καλύφθηκε μία ἄνευ προηγουμένου ἰδιότυπη οἰκονομικὴ ὀργάνωση καὶ διαχείρηση καὶ μία ἐπιχειρηματικὴ καὶ ἑταιρικὴ δραστηριότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου, ἡ ὁποία ἐν πολλοῖς κινεῖται ἐκτὸς τῶν θεσμίων τῆς μοναχικῆς παραδόσεως καὶ σὲ πλαίσια ἀντικανονικά, ἀντιεκκλησιολογικὰ καὶ παράνομα.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ θέλαμε νὰ σημειώσουμε καὶ νὰ ἐπισημάνουμε ἰδιαιτέρως τὴν πρακτική, ποῦ παγίως καὶ κατ’ ἐξακολούθηση ἐφαρμόζει ἡ συγκεκριμένη Ἱερὰ Μονή, μέσῳ τῶν παράκεντρων σωματείων της, μὲ τὴν συνεχῆ, πολυσχιδῆ πρακτικὴ ἐκζητήσεως δωρεῶν πανελλαδικὰ καὶ ὄχι μόνο, μὲ σκοπὸ τὴν συσσώρευση οἰκονομικῶν ἀποθεμάτων. Χαρακτηριστικὲς εἶναι οἱ ποικιλόμορφες μεθοδεύσεις καὶ ἐφαρμογὲς μὲ τὶς ὁποῖες κεντρίζεται ἢ ἀφυπνίζεται ἡ εὐαισθησία ἁπλῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν, ἐφαρμογὲς ποῦ ἀγγίζουν τὰ ὅρια τῆς παραπλάνησης. Πρέπει, ἐπίσης, νὰ τονισθεῖ ὅτι οἱ πρακτικὲς αὐτές, μὲ τὴν ἀσυνήθιστα μακρόχρονη μεθόδευσή τους, ἀκυρώνουν ἐκ τῶν πραγμάτων τὴν οὐσία ποῦ μπορεῖ νὰ καλύπτει μία συγκεκριμένη ἀναγκαιότητα. Ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 1980 ἀκόμη, μὲ πρωτοβουλία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, συστήθηκαν δύο ἀστικὲς ἑταιρεῖες -ἐκτὸς ἀπὸ μία σειρὰ ἄλλων συλλόγων καὶ σωματείων- μὲ τὴν ἐπωνυμία «Ἀδελφότης Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος» μὲ ἕδρα τὴν Ἀθήνα καὶ «Ἀδελφότης Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ναυπάκτου» μὲ ἕδρα τὴν Ναύπακτο, ποῦ ὅπως ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ Καταστατικὸ τοὺς λειτουργοῦν ἀντικανονικά, ἀντιεκκλησιαστικὰ καὶ ἀντιεκκλησιολογικά. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν ΕΠΕ (Ἑταιρεία Περιορισμένης Εὐθύνης) τὴν ὁποία συνέστησαν μέλη τῆς ἀδελφότητος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἀσκῶντας ἑταιρικὴ ἐμπορικὴ δραστηριότητα, γεγονὸς ἀσυμβίβαστο μὲ τὴν μοναχική τους ἰδιότητα.
Οὐσιαστικὰ αὐτὲς οἱ ἑταιρεῖες-δορυφόροι τῆς Μονῆς διαχειρίζονται γιὰ δεκαετίες τὴν πλειονότητα τῶν ἐσόδων τῆς Μονῆς λειτουργῶντας ἐξωθεσμικὰ καὶ παρασιτικὰ πρὸς τὴν ἴδια τὴν Μονή, τὴν ὁποία κατέστησαν οὐσιαστικὰ παράρτημά τους. Δὲν ὑπάρχει, δηλαδή, ὅπως ἐπιβάλλεται, μία μοναδικὴ καὶ ἑνιαία οἰκονομικὴ διαχείρηση τῆς Μονῆς, ὅπου θὰ εἰσέρχονται καὶ θὰ καταγράφονται ὅλα τὰ ἔσοδα ἀπὸ ἐργόχειρα, δωρεές, ἐπιδοτήσεις, ἐπιχορηγήσεις κ.ά., καθὼς καὶ οἱ σημαντικὲς δαπάνες λειτουργίας, ἀνοικοδομήσεως καὶ συντηρήσεως τῆς Μονῆς καὶ τῶν μοναχῶν. Ἀντίθετα τὰ περισσότερα ἔργα καὶ οἱ δραστηριότητες τῆς Μονῆς κατασκευάζονται καὶ κινοῦνται ἐκτὸς τῆς νομίμου διαχειρήσεως καὶ καλύπτονται ἀπὸ ἔσοδα τῶν διαφόρων παράκεντρων σωματείων τῆς Μονῆς μὲ συνέπεια τὴν ἀδιαφανῆ καὶ ἀνεξέλεγκτη δαπάνη τεραστίων χρηματικῶν ποσῶν.
Καὶ εἶναι πραγματικὰ ἀκατανόητο τὸ γεγονός, πῶς γιὰ τέτοιου εἴδους σκοπιμότητες καὶ οἰκονομικοὺς σκοποὺς καὶ ἐπιδιώξεις ἀποδυναμώνεται ἡ Ἱερὰ Μονή, ἱερὸ καὶ πνευματικὸ καθίδρυμα καθαγιασμένο καὶ προορισμένο εἰς τοὺς αἰῶνες, καὶ καθίσταται οὐσιαστικὰ παράρτημα καὶ «θυγατρικὴ» τῶν παράκεντρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σωματείων, κοσμικοῦ τύπου, ποῦ δημιουργοῦν περιουσιακὰ στοιχεῖα χρησιμοποιῶντας τὸ κῦρος καὶ τὸ ὄνομα τῆς Μονῆς.
Ὅλα αὐτὰ τὰ εἴχαμε διαπιστώσει καὶ τὰ εἴχαμε ἀναφέρει ἐπισήμως στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ τὸ Ὑπόμνημά μας τὸν Αὔγουστο τοῦ 2000, ὡς μέλος τῆς ἐπιτροπῆς ἡγουμένων ποῦ εἶχε ὁρίσει ἡ Ἱερὰ Σύνοδος.
Στὸ Ὑπόμνημά μας ἐκεῖνο κάναμε ἀναφορὰ καὶ σὲ διάφορες ἀτασθαλίες, ποῦ καταγγέλθηκαν ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη, στὴν οἰκονομικὴ διαχείριση τῆς Μονῆς καὶ τῶν δορυφορικῶν σωματείων της, ὅπως γιὰ παράδειγμα τὴν περίπτωση τῆς ἐπιστροφῆς ΦΠΑ, χωρὶς νὰ ἔχουν τηρηθεῖ οἱ κανονικὲς διαδικασίες. Σημειώναμε τότε ὅτι σὲ περίπτωση ποῦ οἱ καταγγελίες αὐτὲς τοῦ Μητροπολίτη ἦταν βάσιμες, τότε προέκυπταν σημαντικότατες συνέπειες γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονή, ὅπως καταλογισμὸς τοῦ ποσοῦ, ἐπιβολὴ προστίμου πενταπλάσιου τοῦ ποσοῦ, καθὼς καὶ ποινικὲς εὐθύνες εἰς βάρος τῶν μελῶν τοῦ Ἠγουμενοσυμβουλίου καὶ μάλιστα σὲ βαθμὸ κακουργήματος.
Δυστυχῶς οἱ καταγγελίες αὐτὲς ἐπαληθεύτηκαν, καθώς, ὅπως ἐγκύρως πληροφορούμαστε, μετὰ ἀπὸ μακροχρόνιους δικαστικοὺς ἀγῶνες ἡ Ἱερὰ Μονὴ ὑποχρεώθηκε τελικὰ στὴν ἐπιστροφὴ τοῦ παρανόμως εἰσπραχθέντος ΦΠΑ, ὕψους 1,2 ἑκατομμυρίων εὐρώ. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐπισύρει αὐτομάτως ἀστικὲς καὶ ποινικὲς συνέπειες τῶν ὑπευθύνων. Ἐπανεξετάζεται, ἐπίσης, ἀπὸ τὶς ἁρμόδιες κρατικὲς ὑπηρεσίες καὶ ἡ νομιμότητα τῆς ἐπιδοτήσεως ἑκατοντάδων ἑκατομμυρίων, ποῦ εἰσπράχθηκε ἀπὸ τὴν Μονὴ καὶ τὰ σωματεῖα της. Σὲ περίπτωση δὲ ἀνακλήσεώς της ἀνακύπτουν καὶ πάλι οἱ ἴδιες συνέπειες.
Καὶ τίθεται τὸ ἐρώτημα ἂν μπορεῖ καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ νὰ θεωρηθεῖ ὑπεύθυνος ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἰερόθεος. Ὁ Σεβασμιώτατος φταίει καὶ γιὰ τὶς παράνομες εἰσπράξεις ὑπέρογκων ποσῶν ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ καὶ τὰ σωματεῖα της;
Εἶναι φανερὸ πλέον ὅτι ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἰερόθεος, στὸν ὁποῖο ἐσκεμμένα καὶ ἄδικα ἀποδόθηκε φιλοχρηματία, ἐξουσιαστικότητα καὶ παρεμβατικότητα στὰ ἐσωτερικὰ τῆς Μονῆς καὶ ἐχθρότητα πρὸς τὸν μοναχισμό, χρησιμοποιήθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου ὡς τὸ ὑποτιθέμενο φόβητρο, ὡς τὸ τεχνητὸ προπέτασμα γιὰ τὴν συγκάλυψη ὅλων αὐτῶν τῶν παρανόμων καὶ ἀντικανονικῶν οἰκονομικῶν δραστηριοτήτων καὶ τοῦ τεράστιου ὄγκου τῶν χρηματικῶν ποσῶν ποῦ διαχειρίζονται μὲ τὴν ἀποφυγὴ τοῦ νόμιμου ἐλέγχου, ποῦ δικαιοῦται ὁ ἐπιχώριος Ἐπίσκοπος σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν νομιμότητα τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως.
Τελικὰ ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου εἶναι τὸ τραγικὸ θῦμα μιᾶς ὀργανωμένης ἐκστρατείας σπιλώσεως καὶ συκοφαντήσεώς του, μίας ὁλόκληρης ἐπιχείρησης ἀποπροσανατολισμοῦ καὶ ἐσκεμμένης ἀποδόσεως ἀδίκων εὐθυνῶν ἐκ μέρους τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως καὶ τῶν ὑπερασπιστῶν της. Καὶ εἶναι πραγματικὰ λυπηρὸ ὅτι ὅλη αὐτὴ ἡ πολυετὴς καὶ ψυχοφθόρος ἀντιδικία ὑπέβαλε ἕναν ἐπιφανῆ Ἐπίσκοπο, ἕναν ἄριστο θεολόγο, συγγραφέα καὶ ὁμιλητή, ἕναν πρᾶο καὶ ἡσυχαστικὸ ἄνθρωπο τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νήψεως στὴν δίνη τῶν ἀντεγκλήσεων, τῶν ἀνταπαντήσεων καὶ τῶν δικαστικῶν διενέξεων.
Ἀπὸ ὅλα ὅσα ἐκθέσαμε γίνεται φανερὸ ὅτι ὅλες οἱ δραστηριότητες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως καὶ τῶν παράκεντρων σωματείων τῆς τὰ τελευταῖα τριάντα χρόνια δὲν συνιστοῦν ἀγῶνα γιὰ προάσπιση τοῦ δικαιώματος αὐτοδιοικήσεως τῶν Μονῶν, ἀλλὰ ἐπίμονη ἐπιδίωξη αὐτονομίας τόσο σὲ οἰκονομικό-διαχειριστικὸ ὅσο καὶ σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο.
Τὸ αὐτοδιοίκητο τῶν Ἱερῶν Μονῶν εἶναι, βεβαίως, ἱερὸ δικαίωμα θεσμοθετημένο καὶ κατοχυρωμένο. Οἱ Ἱερὲς Μονὲς μὲ βάση τὰ θέσμια τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ἄρθρο 1, παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 καὶ τὸ ἄρθρο 2 παρ. β τοῦ Καν. 39/1972, εἶναι αὐτοδιοικούμενα καὶ αὐτοδιαχειριζόμενα ἱερὰ καθιδρύματα καὶ Νομικὰ Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Αὐτό, βεβαίως, δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι αὐτόνομα καὶ ἀνεξέλεγκτα. Σὲ περιπτώσεις ἐπιβεβαιωμένων ἀντικανονικῶν πράξεων τῶν μοναχῶν ἢ παρεκκλίσεων στὴ νομιμότητα τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῆς περιουσίας τῆς Μονῆς ἀσκεῖται ὁ προβλεπόμενος ἀπὸ τὰ ἁρμόδια ἐκκλησιαστικὰ καὶ κρατικὰ ὄργανα ἔλεγχος.
Ὅταν διαπιστώνονται τέτοιες παραβάσεις ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς θὰ πρέπει, βεβαίως, νὰ κολάζονται καὶ οἱ παραβάτες νὰ συμμορφώνονται πρὸς τὶς ὑποδείξεις τῶν ἁρμοδίων ἐκκλησιαστικῶν ἢ πολιτειακῶν ὀργάνων καὶ δικαστηρίων. Δὲν νοεῖται μοναστήρι ἢ μοναχὸς ἀνεξέλεγκτος καὶ «ἀνεπίσκοπος», ὅπως βεβαίως δὲν ὑπάρχει καὶ Ἐπίσκοπος ἀνεξέλεγκτος, ἀφοῦ ἐλέγχεται ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας του καὶ τὰ συνοδικὰ καὶ πολιτειακὰ ἁρμόδια ὄργανα.
Στὴν περίπτωση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου ἡ πολυετὴς ἐμμονή της στὴν ἄρνηση συμμορφώσεώς της σὲ ὅ,τι ἐπιβάλλουν οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ νόμοι τῆς Πολιτείας ὁδήγησε τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας νὰ παρέμβει μὲ πολλὲς καὶ ποικίλες ἀποφάσεις της, προτροπὲς καὶ παραινέσεις γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος.
Ἡ ἐξάντληση τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ἐκ μέρους τοῦ ἐπιχωρίου Ἐπισκόπου καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τόσο ἐπὶ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου ὅσο καὶ ἐπὶ τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου κ. Ἱερωνύμου Β’, δὲν στάθηκε ἱκανὴ νὰ κάμψει τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἐπιμονὴ ἐκ μέρους τῆς ἀδελφότητος τῆς Μονῆς στὶς ἴδιες λανθασμένες ἀπόψεις καὶ ἐπιλογές. «Ἐξηρεύνησαν ἀνομίαν, ἐξέλιπον ἐξερευνῶντες ἐξερευνήσεις», κατὰ τὸν ψαλμωδὸ (63, 7). Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶχε ὡς συνέπεια τὴν ἐπιβολὴ τελικὰ αὐστηρῶν καὶ ἐπώδυνων ποινῶν σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀδελφότητα ἐκ μέρους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ ὄχι τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἱεροθέου, ὅπως κακόβουλα τοῦ ἀποδίδεται.
Ἡ ἐμμονή, ὅμως, καὶ ἡ ἐπιμονὴ στὸ σφάλμα, χωρὶς τὴν ἐκζήτηση εἰλικρινοῦς καὶ ἔμπρακτης συγχωρήσεως, ἐπιφέρει τὴν λειτουργία τοῦ Πνευματικοῦ Νόμου... Πάντοτε, ὅμως, ὅσο βρισκόμαστε στὴν παροῦσα ζωή, ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ δυνατότητα μετανοίας, συγχωρήσεως καὶ ἀποκαταστάσεως. Γένοιτο!
ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ, ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΑ
- Προβολές: 2882