Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Προφήτης Μαλαχίας, 3 Ἰανουαρίου
Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ὁ Προφήτης Μαλαχίας καταγόταν ἀπὸ τὴν φυλή του Λευΐ καὶ ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα π.Χ. Γεννήθηκε μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἰουδαίων ἀπὸ τὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία. Τὸ ὄνομά του σημαίνει «ὁ ἀγγελιοφόρος μου ἢ ὁ ἄγγελός μου». Ἐργάσθηκε στὴν Ἱερουσαλὴμ μετὰ τοὺς Προφῆτες Ἀγγαῖο καὶ Ζαχαρία, καὶ αὐτὸ συμπεραίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἐργασίες γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ εἶχαν ὁλοκληρωθῆ καὶ εἶχαν ἀρχίσει νὰ προσφέρονται οἱ θυσίες.
Τὸ βιβλίο γράφηκε πιθανῶς μεταξὺ τῶν ἐτῶν 433-400 π.Χ. καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ τέσσερα κεφάλαια καὶ ἕξι αὐτοτελεῖς λόγους. Ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν λαὸ Τοῦ, ἐπιπλήττει τὴν ἀπιστία, μέμφεται τὴν ἀσεβὴ διαγωγὴ τοῦ ἱερατείου τῆς ἐποχῆς του καὶ καταφέρεται κατὰ τῶν μικτῶν γάμων καὶ τῶν διαζυγίων. Προαναγγέλλει τὴν ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὁ ὁποῖος θὰ προετοιμάση τὸν δρόμο τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ προπαρασκευάση τὸν λαὸ γιὰ νὰ Τὸν δεχθῇ, καθὼς ἐπίσης ἀναφέρεται καὶ στὴν μέλλουσα κρίση.
Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸν ἀγρὸ τῶν προγόνων του.
Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Ὅταν κανεὶς θέλη νὰ προσφέρη στὸν Θεὸ κάποιο δῶρο, αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ὅ,τι καλύτερο, ἐπειδὴ ἔτσι φανερώνεται ἡ ἀγάπη του καὶ ὁ σεβασμός του. Βέβαια, ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὰ δῶρα μας, ἀλλὰ ἐὰν ἐμεῖς θέλουμε νὰ τοῦ ἀφιερώσουμε κάτι, αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ εἶναι τὸ πιὸ ἐκλεκτό, καὶ μάλιστα καλὸν θὰ εἶναι νὰ ἔχη γίνει ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἰδίους μὲ κόπο καὶ μεράκι. Αὐτό, ὅμως, ποῦ ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Θεὸς εἶναι πρωτίστως καὶ κυρίως ὁ ἑαυτός μας, καὶ γι’ αὐτὸ μᾶς λέγει ὅτι «οὐ ζητῶ τὰ ὑμῶν, ἀλλὰ ὑμᾶς». Δηλαδή, ζητᾶ νὰ τοῦ προσφέρουμε τὴν καρδιά μας, γιὰ νὰ τὴν κάνη κατοικητήριο καὶ θρόνο Τοῦ, καὶ γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ τὴν καθαρίσουμε ἀπὸ τὰ πάθη.
Οἱ ἱερεῖς τῆς ἐποχῆς τοῦ Προφήτου Μαλαχία βεβήλωσαν τὸ θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ πρόσφεραν μολυσμένους ἄρτους, καθὼς καὶ ἄρρωστα καὶ κατεστραμμένα ζῶα, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Προφήτης τοὺς μεταφέρει τὸ μήνυμα τοῦ Θεοῦ, ποῦ εἶναι συγχρόνως καὶ παράπονο, ἀλλὰ καὶ κλήση σὲ μετάνοια. Καὶ τονίζει τὰ παρακάτω ἀξιοπρόσεκτα: «Τὰ χείλη τοῦ ἱερέως πρέπει νὰ φυλάττουν καὶ νὰ ἐκφράζουν πάντοτε τὴν ἀληθῆ γνώση. Διότι οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ στόμα του ἀναζητοῦν νὰ μάθουν τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ ἱερεὺς εἶναι ἀγγελιοφόρος τοῦ Θεοῦ τοῦ Παντοκράτορος. Ἐσεῖς, ὅμως, σήμερα παρεξεκλίνατε ἀπὸ τὴν εὐθεῖα ὁδό, ἐσκανδαλίσατε πολλοὺς καὶ τοὺς ἐκάματε ἀδυνάτους στὴν γνώση καὶ τὴν τήρηση τοῦ Νόμου». Τοὺς καλεῖ δὲ νὰ διορθωθοῦν, ἀφοῦ ἄλλωστε ὁ παρὼν βίος εἶναι καιρὸς μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς στὴν ὁδὸ τῶν Θείων ἐντολῶν. «Προσέξατε τὴν καθαρότητα τοῦ πνεύματός σας... Μετανοῆστε καὶ ἐπανέλθετε πρὸς ἐμὲ καὶ ἐγὼ θὰ ἐπανέλθω προστάτης πρὸς ἐσᾶς, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ». Καὶ φυσικὰ ὅποιος στηρίζει τὴν ἐλπίδα τοῦ στὸν Θεὸ καὶ παραμένει κάτω ἀπὸ τὴν προστασία Τοῦ δὲν ἔχει νὰ φοβηθῇ τίποτε, καμμιὰ κρίση καὶ κανέναν πειρασμό, ἐπειδὴ λαμβάνει Χάρη καὶ δύναμη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι παραμένει ἤρεμος, γαλήνιος, εἰρηνικὸς καὶ χαρούμενος.
Σήμερα, ὅπως εἶναι γνωστόν, τὰ δῶρα ποῦ προσφέρονται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς γιὰ τὴν πραγματοποίηση τῆς ἀναιμάκτου θυσίας εἶναι κυρίως τὸ πρόσφορο καὶ τὸ νάμα. Καί, ἀσφαλῶς, θὰ πρέπει νὰ εἶναι προσεγμένα. Δηλαδή, τὸ πρόσφορο θὰ πρέπει νὰ εἶναι ζυμωμένο στὸ σπίτι μὲ προσοχὴ καὶ προσευχὴ καὶ τὸ νάμα νὰ εἶναι γνήσιο καὶ ἀνόθευτο. Ἀλλὰ καὶ τὸ κερὶ στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς θὰ πρέπει νὰ εἶναι γνήσιο, δηλαδὴ μελισσοκέρι.
Δεύτερον. Ὁ Θεὸς εἶναι προστάτης τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν, καὶ γενικότερα ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀδύνατοι κατὰ κόσμον, καὶ ὅποιος τοὺς ἀδικεῖ θὰ δώση λόγο στὸν Ἴδιο τὸν Θεό. Αὐτὸ τονίζεται πολλὲς φορὲς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀπὸ τὸν Θεό, διὰ στόματος τῶν Προφητῶν. Διὰ τοῦ Προφήτου Μαλαχία, ὁ Θεὸς προειδοποιεῖ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δείχνουν σκληρότητα καὶ ἀσπλαχνία πρὸς τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά, ἀλλὰ καὶ ὅλους ἐκείνους τοὺς ἐργοδότες οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦν τοὺς ἐργαζομένους, καθὼς καὶ ἐκείνους ποῦ ὁρκίζονται ψευδῶς στὸ ὄνομὰ Τοῦ, ἀλλὰ καὶ τοὺς μάγους καὶ τοὺς μοιχούς: «Θὰ σᾶς ὁδηγήσω», τοὺς λέγει, «σὲ δίκη καὶ κρίση καὶ θὰ εἶμαι ταχὺς μάρτυρας κατηγορίας ἐναντίον τῶν μάγων, τῶν μοιχαλίδων, τῶν ψευδομαρτύρων καὶ ἐκείνων ποῦ ἀποστεροῦν τὴν ἀμοιβὴ τοῦ ἡμερομισθίου τοῦ ἐργάτου, καθὼς καὶ ἐκείνων ποῦ δὲν μὲ φοβοῦνται καὶ καταδυναστεύουν τὴν χήρα καὶ γρονθοκοποῦν τοὺς ὀρφανοῦς».
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ λεχθῇ ὅτι καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὁ Χριστός, ὄχι μόνον ἀγάπησε τοὺς «ἐλαχίστους» τοῦ κόσμου τούτου, ἤτοι τοὺς φτωχοὺς καὶ ἀδυνάτους, ἀλλὰ καὶ ταύτισε τὸν ἑαυτό του μὲ αὐτούς. Μάλιστα, συνέδεσε καὶ τὸν τρόπο συμπεριφορᾶς πρὸς αὐτοὺς μὲ τὸν τρόπο συμπεριφορᾶς πρὸς Αὐτὸν τὸν Ἴδιο. Ὅπως εἶναι γνωστὸν ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στὴν μέλλουσα κρίση, ὁ Χριστὸς ἐπαίνεσε τοὺς δικαίους γιὰ τὴν ἀγάπη ποῦ ἔδειξαν πρὸς τὸ πρόσωπό Τοῦ, καὶ ὅταν ἐκεῖνοι τὸν ἐρώτησαν μὲ ἀπορία: «πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾶς καὶ σοῦ δώσαμε φαγητό, πότε σὲ εἴδαμε νὰ διψᾶς καὶ σοῦ δώσαμε νερό, πότε σὲ φιλοξενήσαμε καὶ πότε σὲ ἐπισκεφθήκαμε στὴν φυλακὴ» κ.λ.π., ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπάντησε καὶ τοὺς εἶπε ὅτι «ἐφ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε». Καὶ στὴν συνέχεια, ἤλεγξε τοὺς ἁμαρτωλοὺς γιὰ τὴν ἔλλειψη ἀγάπης πρὸς Αὐτὸν καὶ ὅταν ἐκεῖνοι διαμαρτυρήθηκαν καὶ τοῦ εἶπαν πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾶς καὶ δὲν σοῦ δώσαμε φαγητό, δὲν σὲ φιλοξενήσαμε κ.λ.π., ὁ Χριστὸς τοὺς εἶπε: «ἐφ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε». Καὶ ὅπως γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, οἱ πρῶτοι θὰ χαίρονται αἰώνια, οἱ δὲ δεύτεροι θὰ βασανίζονται καὶ θὰ ὑποφέρουν αἰώνια.
Ἀγάπη, σεβασμὸς καὶ ὑπακοὴ στὸν Θεό, σημαίνει ἀγάπη, σεβασμὸς καὶ ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμούς. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ παίζη μὲ τὸ αἰώνιο μέλλον τοῦ καὶ κυρίως μὲ τὰ θεῖα, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς «οὐ μυκτηρίζεται», ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ εἶναι «φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος».
- Προβολές: 3114