Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: “Ἐπανίδρυση” τοῦ Λυκείου
Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Ἡ “Ἐκπαιδευτική Μεταρρύθμιση”, πού ἤδη ἔγινε νόμος τοῦ κράτους, σύμφωνα μέ τούς ἐμπνευστές τῆς εἶναι μιά προσπάθεια ἀλλαγῆς τοῦ Λυκείου, τό ὁποῖο ἀπό ἕνας ἁπλός προθάλαμος τῶν Ἀνωτάτων Ἐκπαιδευτικῶν Ἱδρυμάτων ἐπιδιώκεται νά ἀποκτήση αὐτονομία καί πληρότητα. Στό Λύκειο διδάσκονται πολλά καί ἐνδιαφέροντα μαθήματα, πού προσφέρουν μεγάλο εὖρος γνώσεων, σέ ὑψηλή γιά τήν ἡλικία τῶν μαθητῶν ἐπιστημονική στάθμη. Ὅμως ἡ πικρή διαπίστωση πολλῶν εἶναι, ὅτι τό Λύκειο μέ τίς Δέσμες καί τίς Γενικές Ἐξετάσεις ἔχει οὐσιαστικά μετατραπεῖ σέ σχολεῖο τεσσάρων μόνο μαθημάτων, τά ὁποῖα μάλιστα διδάσκονται ἔξω ἀπό αὐτό. Ἔτσι δέν πραγματοποιεῖ τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς του, δέν προσφέρει αὐτό πού ἔχουν ὁρίσει οἱ παλαιότερες νομοθεσίες. Αὐτό τό γεγονός ἐπέβαλε τά νέα μέτρα - τήν “ἐπανίδρυση”, ὅπως λέγεται, τοῦ Λυκείου ὡς αὐτόνομης σχολικῆς βαθμίδας - ὥστε ὅλα τα μαθήματα πού διδάσκονται σ’ αὐτό νά κινοῦν τό “ὑποχρεωτικό” ἐνδιαφέρον τῶν μαθητῶν, οἱ ὁποῖοι μέ τόν τρόπο αὐτό θά ἀποκτοῦν πληρέστερη μόρφωση.
Εἶναι πρόωρο νά ἐκφράση κανείς κριτικές παρατηρήσεις γιά τά νέα μέτρα. Οἱ πρῶτες ἐντυπώσεις πάντως εἶναι θετικές, παρά τό ὅτι γιά πολλούς ἀπό τούς παράγοντες τῆς ἐκπαίδευσης οἱ ἀλλαγές πού γίνονται ἀποτελοῦν “ἀνοικτό” πρόβλημα, τοῦ ὁποίου δέν γνωρίζουν μέ σαφήνεια οὔτε τίς προϋποθέσεις οὔτε τούς στόχους. Εἶναι μιά “μεταρρύθμιση” (ἄλλοι μιλοῦν γιά ἁπλή ρύθμιση) πού ἐπιβάλλεται ἄνωθεν, χωρίς νά ἔχη ἐξασφαλιστεῖ ἡ κοινωνική ἀποδοχή της, πού θά διευκόλυνε τήν ὑλοποίησή της.
Ἕνα σημεῖο πού πρέπει νά ἐπισημανθῆ εἶναι ὅτι τό πρόβλημα τοῦ Λυκείου κατανοεῖται καί ἀντιμετωπίζεται ὡς ἕνα τεχνικό ἐκπαιδευτικό πρόβλημα καί ὄχι ὡς πρόβλημα παιδείας. Ἡ ἀλλαγή ἐξαντλεῖται στήν εἰσαγωγή ἑνός νέου “μοντέλου” διδασκαλίας καί σέ ἑνός νέου τρόπου ἀξιολόγησης τῆς διδακτικῆς πράξης καί τῶν μαθητῶν, πού καταλήγει στήν ἀντικατάσταση τῶν Γενικῶν Ἐξετάσεων μέ ἄλλη διαδικασία εἰσαγωγῆς στά Α.Ε.Ι. καί Τ.Ε.Ι. Δέν γίνεται λόγος γιά τό περιεχόμενο τῶν μαθημάτων τοῦ Λυκείου, ἀλλά γιά τόν τρόπο πού προσφέρονται στούς μαθητές καί τόν τρόπο πού ἀξιολογοῦνται τά ἀποτελέσματα τῆς διδακτικῆς πράξης. •Ἴσως ἐξαίρεση ἀποτελεῖ ἡ μετατροπή τῆς Χριστιανικῆς Ἠθικῆς σέ θρησκειολογία καί ἡ τοποθέτησή της στά ἐπιλεγόμενα μαθήματα.
Μέ προσεκτική μελέτη τῆς “μεταρρύθμισης” τοῦ Λυκείου διαπιστώνει κανείς μιά ἐσωτερική ἀντίφαση ἀνάμεσα στή “νέα” διδακτική καί τήν “νέα” ἀξιολόγηση. Στήν μιά τονίζεται ὁ προσωπικός χαρακτήρας τῆς γνώσης - ὁ μαθητής καλεῖται νά συμμετέχη προσωπικά στό κτίσιμό της - ἐνῶ στήν ἄλλη ἡ γνώση ἀντικειμενοποιεῖται, μετατρέπεται σέ οὐδέτερο ἀντικείμενο γιά χρήση καί ἀσκεῖται ὁ μαθητής στίς γρήγορες - αὐτόματες ἀπαντήσεις, χωρίς νά ὑποχρεώνεται πάντα νά μετατρέπη τά συμπεράσματά του σέ λογικές προτάσεις. Οἱ ἐρωτήσεις ἀντικειμενικοῦ τύπου πού εἰσάγονται στήν ἀξιολόγηση (πολλαπλῆς ἐπιλογῆς, ἀντιστοίχισης, τῆς μορφῆς “Σωστό - Λάθος” κ.α.) εἶναι μιά ἄσκηση στή χρησιμοθηρική ἐκμετάλλευση τῆς γνώσης, ἡ ὁποία μᾶς εἶναι, βέβαια, ἀπαραίτητη γιά νά ἐπιβιώσουμε στήν κοινωνία τοῦ σύγχρονου δυτικοῦ κόσμου, ἀλλά μόνη της δέν ἱκανοποιεῖ τήν πνευματική δίψα τοῦ ἀνθρώπου. Ἰδιαίτερα ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες δέν ἐνδιαφερόμαστε μόνο γιά τήν χρήση τοῦ κόσμου, ἀλλά καί γιά τήν ὀντολογία του. Καί ἀκόμη, ὡς Χριστιανοί, κινούμαστε πέρα ἀπό τήν ἀρχή τοῦ κόσμου, πρός Αὐτόν πού εἶναι ἡ αἰτία του. Γιά κάθε τί πού ὑπάρχει, ἐκτός ἀπό τήν χρήση, μᾶς ἐνδιαφέρει καί τό τί εἶναι στή φύση του καί τό ποιός εἶναι ὁ κατασκευαστής του. Αὐτά ὅμως δέν εἶναι θέματα ἐκπαιδευτικῶν νόμων, εἶναι θέματα μιᾶς ὁλοκληρωμένης παιδείας.
Πάντως τό ἀπόσταγμα ὅλης της ὑποθέσεως εἶναι ὅτι ἡ ἐπιτυχία τῆς “μεταρρύθμισης” καί ἡ προσφορά μέσα ἀπό αὐτήν μιᾶς ὁλοκληρωμένης παιδείας ἔχει ἀποτεθεῖ πάνω στούς ὤμους τῶν ἐκπαιδευτικῶν.
- Προβολές: 2986