Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ἡ «ἀμετάθετος ἐλπίδα»

Κήρυγμα ἀπομαγνητοφωνημένο. Πλάτανος 23-8-2013

13 08 11Σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιορτάζουμε τὴν μεγάλη γιορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μιὰ μεγάλη Θεομητορικὴ ἑορτή. Λέγεται Θεομητορικὴ ἑορτή, γιατί ἀναφέρεται στὴν Θεομήτορα, τὴν Μητέρα δηλαδή, ἡ ὁποία γέννησε τὸν Χριστό, τὸν Θεό. Δὲν εἶναι ἁπλῶς Χριστοτόκος, ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι αἱρετικοί. Ὑπῆρχε δηλαδὴ μιὰ τάση αἱρετικῶν στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ποῦ θεωροῦσαν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν Θεός, ἀλλὰ ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ὁ Χριστός, καὶ ἑπομένως ἡ Παναγία δὲν ἐγέννησε ἕναν Θεό, ἀλλὰ ἐγέννησε τὸν Χριστό. Ὁ Νεστόριος ἔλεγε ὅτι ἡ Παναγία εἶναι Χριστοτόκος καὶ ἐναντίον τοῦ Νεστοριανισμοῦ συνῆλθε ἡ Γ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος στὴν Ἔφεσσο τὸ 431 μ.Χ. καὶ ἀπεφάσισε ὅτι πράγματι ἡ Παναγία ἐγέννησε τὸν Θεό, γιατί ὁ Χριστὸς εἶχε δύο φύσεις, θεῖα καὶ ἀνθρώπινη φύση καὶ ἑπομένως δὲν πρέπει νὰ λέγεται Χριστοτόκος, ἀλλὰ πρέπει νὰ λέγεται Θεοτόκος, Θεομήτωρ, καὶ ἔτσι ἐπικράτησε νὰ λέγεται ἡ Παναγία μας μέσα στὴν ἱστορία.

Πολλὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ πῆ γιὰ τὴν Θεοτόκο, γιὰ τὴν Παναγία, καὶ γιὰ τὴν γιορτή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου.

Θὰ ἤθελα σήμερα ποῦ ἦρθα στὸν ἱερὸ αὐτὸ Ναὸ καὶ λειτούργησα, ὅπως πάντα κάθε χρόνο, θὰ ἤθελα νὰ μοῦ ἐπιτρέψη ἡ ἀγάπη σας νὰ πὼ λίγα λόγια γύρω ἀπὸ μιὰ φράση ἀπὸ τὸ Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς: «Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα». Δηλαδή, προσευχόμαστε στὴν Θεοτόκο ποῦ εἶναι ἀκοίμητη στὶς προσευχές, προσεύχεται συνεχῶς γιὰ μᾶς, γιατί ὑπερέβη τὸν θάνατο. Δὲν ὑπάρχει στὴν Παναγία μας τώρα, τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἑνοποιημένα. Γι’ αὐτὸ καὶ γίνεται ὑπέρβαση καὶ τοῦ χρόνου καὶ τῆς φύσεως καὶ τοῦ θανάτου. Φυσικά, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος «καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα». Μᾶς προστατεύει, καὶ αὐτὴ ἡ προστασία τῆς Παναγίας μας εἶναι ἡ ἀμετάθετη ἐλπίδα. Ἀκριβῶς σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο θέλω νὰ στρέψω τὴν προσοχή σας:

«Ἀμετάθετος ἐλπίδα».

Καὶ νὰ μιλήσω λίγο γιὰ τὸ θέμα τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀπελπισίας, ποῦ βασανίζει τὸν σημερινὸν ἄνθρωπο.

Τί εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐλπίδα; Ἡ ἐλπίδα εἶναι ἡ προσδοκία ὅτι μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθῇ ἕνα ἔργο θετικό, τὸ ὁποῖο ἔχουμε ἐπιλέξει νὰ κάνουμε στὴν ζωή μας. Ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ ἐλπίδος καὶ πίστεως. Ἐὰν ἡ ἐλπίδα δείχνη μιὰ προσδοκία, ὅτι θὰ ἐκπληρωθῇ κάτι θετικό, ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀκράδαντη βεβαιότητα ὅτι αὐτὸ θὰ πραγματοποιηθῇ ὁπωσδήποτε. Καὶ γι’ αὐτὸ συνδέεται ἡ πίστη μὲ τὰ γεγονότα τοῦ παρελθόντος μὲ τὴν ἐμπειρία τὴν ὁποία ἔχουμε ἀπὸ τὸ παρελθόν, ὁπότε λέμε, ὅπως ἔγινε αὐτὸ στὴν προηγούμενη περίπτωση θὰ γίνη καὶ τώρα. Ἐνῷ ἡ ἐλπίδα εἶναι ἁπλῶς ἡ προσδοκία στὸ μέλλον.

Στὴν συνέχεια ὑπάρχει μιὰ δίδυμη ἀρετὴ ποῦ συνδέεται μὲ τὶς προηγούμενες σὲ ἑνότητα, ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἐὰν ἡ ἐλπίδα εἶναι ἁπλῶς προσδοκία ἑνὸς γεγονότος ὅτι θὰ ἔχη θετικὴ ἐξέλιξη καὶ ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀκράδαντη καὶ ἀκλόνητη βεβαιότητα ὅτι αὐτὴ θὰ πραγματοποιηθῇ, ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἑνότητα. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἐπικοινωνία καὶ ἑνότητα καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης θὰ πὴ ὅτι ὁ ἔρως, δηλαδὴ ἡ ἀγάπη, εἶναι ἡ ἑνοποιὸς ἐνέργεια, διότι μὲ αὐτὴν ἑνώνεται ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἄνθρωπο, μὲ αὐτὴν ἑνώνεται ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, ὁ ἄνθρωπος μὲ τοὺς συνανθρώπους, αὐτὸ γίνεται μέσα ἀπὸ τὴν δύναμη καὶ τὴν ἐνέργεια τῆς ἀγάπης.

Ἄρα, λοιπόν, ἀπὸ μόνη της ἡ ἐλπίδα δὲν ἔχει τόσο μεγάλη σημασία καὶ ἀξία. Τὸ νὰ περιμένη κανεὶς ὅτι κάτι θὰ γίνη καὶ νὰ προσδοκᾶ ὅτι θὰ γίνη κάτι ἀγαθὸ καὶ κάτι καλὸ εἶναι ἕνα στοιχεῖο τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου ποῦ, ἂν δὲν στηρίζεται καὶ δὲν ἐμπνέεται, δὲν καθοδηγῆται καὶ δὲν συνδέεται μὲ τὴν πίστη, μὲ τὴν ἀκλόνητη βεβαιότητα καὶ μὲ τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι «πηγὴ πυρός», εἶναι μιὰ ἐσωτερικὴ φλόγα, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἑνότητα καὶ τὴν ὑλοποίηση αὐτοῦ ποῦ ἐπιθυμεῖ, τότε ἡ ἐλπίδα εἶναι ἁπλῶς ἕνα προσωρινὸ ἀγαθὸ καὶ προσωρινὴ ἀρετή. Πρέπει νὰ συνδέωνται στενότατα ἡ ἐλπίδα, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη.

Καὶ αὐτὸ φαίνεται ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Α' Πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή, ἀφοῦ ἀναφέρεται στὰ διάφορα χαρίσματα τὰ ὁποία ἔχουν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, στὴν συνέχεια λέγει: «νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη» (Α' Κόρ. ἰγ', 13). Τρία, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνα τὰ ὁποία συγκροτοῦν τὸν ἄνθρωπο: ἡ ἐλπίδα νὰ περιμένη κανεὶς καὶ νὰ προσδοκᾶ ὅτι κάτι θὰ γίνη θετικό, ἡ πίστη, ἡ βεβαιότητα, καὶ ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι φωτιὰ ποῦ παρακινεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἑνοποιεῖ ὅλες τὶς δυνάμεις ποῦ ὑπάρχουν μέσα στὴν κοινωνία.

Ἀλλὰ ἐνῷ αὐτὰ τὰ τρία πρέπει νὰ πηγαίνουν πάντοτε μαζί, τελικὰ αὐτὸ ποῦ ἔχει μεγαλύτερη ἀξία εἶναι ἡ ἀγάπη. Λέγει ἕνας ἀρχαῖος ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας, ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς: «Ἡ πίστις ἀπέρχεται, ὅταν αὐτοψία στῶμεν ἰδόντες τὸν Θεόν». Δηλαδή, ὅταν δοῦμε τὸν Θεὸ καὶ αὐτὸ γίνη μὲ αὐτοψία, ὅπως ἔγινε στοὺς ἁγίους, τότε παρέρχεται ἡ πίστη. Ἡ πίστη ἔχει τὴν ἔννοια ὅτι πιστεύω κάτι, δὲν τὸ ἔχω δεί, ἀλλὰ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει. Ὅταν ὅμως οἱ ἅγιοι φθάνουν στὸ σημεῖο νὰ δοὺν τὸ Θεό, τότε δὲν ὑπάρχει πίστη. Καταργεῖται ἡ πίστη. Τότε ὑπάρχει πνευματικὴ γνώση καὶ βεβαιότητα. Στὴν συνέχεια γράφει ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς «Καὶ ἡ ἐλπὶς ἀφανίζεται τῶν ἐλπιζομένων ἀποδοθέντων». Καὶ ὅταν ἐκεῖνα τὰ ὁποία προσδοκοῦμε νὰ ἀπολαύσουμε στὴν ζωὴ γίνωνται πραγματικότητα, τότε καταργεῖται ἡ ἐλπίδα. Ἐλπίζουμε νὰ ἐπιτύχουμε κάτι καὶ ὅταν τὸ ἐπιτυγχάνουμε, σταματάει στὴν πραγματικότητα ἡ ἐλπίδα, διότι τότε ἔχουμε τὴν βεβαιότητα καὶ κυρίως τὴν ἀγάπη, ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἑνοποιός. Καὶ ἔπειτα λέγει ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς «ἀγάπη δὲ εἰς πλήρωμα συνέρχεται καὶ μᾶλλον αὔξεται τῶν τελείων παραδοθέντων...». Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ποῦ δὲν χάνεται ποτέ. Δὲν ἔχει μεταπτώσεις, ἔχει μεταπτώσεις μόνον ἡ συναισθηματικὴ ἀγάπη, ἀλλὰ ἡ θεολογικὴ ἀγάπη εἶναι ἔκφραση τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἔκφραση τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει τέλος, εἶναι βίωμα ἡ ἀγάπη καὶ κίνηση ἡ ἀγάπη, μιὰ συνεχὴς κατάσταση. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ ἐπαναλαμβάνει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής : «Ὁ Θεὸς ἔρως ἐστὶν καὶ ἐραστὸν καὶ ὡς ἔρως κινεῖται πρὸς τὸν ἄνθρωπον καὶ ὡς ἐραστὸν ἑλκύει πρὸς ἑαυτῷ τὰ τοῦ ἔρωτος δεκτικά». Ἄρα ὁ Θεὸς εἶναι ἔρωτας, ἀγάπη καὶ κινεῖται πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ταυτόχρονα εἶναι καὶ ἐραστό, ἑλκύει τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὸν ἑαυτὸ Τοῦ καὶ κυρίως ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶναι δεκτικοὶ αὐτοῦ τοῦ θείου ἔρωτος, τῆς θείας ἀγάπης.

Ὁπότε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γιὰ νὰ ὑπάρχη πραγματικὴ ἐλπίδα καὶ νὰ ἐλπίζουμε πραγματικὰ καὶ αὐτὸ νὰ ζωογονῇ τὸν ἄνθρωπο, πρέπει ἡ ἐλπίδα νὰ συνδέεται μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη, ἀλλιῶς εἶναι κάτι τὸ προσωρινὸ ποῦ ἔρχεται καὶ παρέρχεται καὶ ὁ ἄνθρωπος εὔκολα ὁδηγεῖται στὴν ἀπόγνωση καὶ τὴν ἀπελπισία. Πόσες φορὲς ἢ μᾶλλον τὶς περισσότερες φορὲς στὴν ζωή μας διακατεχόμαστε ἀπὸ τὴν ἀπελπισία καὶ τὴν ἀπόγνωση, καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν αἰσιοδοξία. Καὶ αὐτὸ εἶναι πάρα πολὺ σημαντικό. Οἱ ἄνθρωποι στὴν ἐποχή μας κυρίως διακρίνονται ἀπὸ τὴν ἀπόγνωση, τὴν ἀπαισιοδοξία καὶ τὴν κατάθλιψη. Ἄλλο εἶναι ἡ θλίψη ἡ ὁποία εἶναι παροδικὴ καὶ ἄλλο εἶναι ἡ κατάθλιψη ἡ ὁποία ἔχει καὶ σωματικὲς συνέπειες, βιολογικὲς συνέπειες καὶ ὁ ἄνθρωπος φθάνει, ὅταν ἔχη τὴν κατάθλιψη, σὲ πλήρη ἀκηδία, ἀφροντισιὰ δηλαδὴ τοῦ ἑαυτοῦ του.

Καὶ βρισκόμαστε στὴν ἐποχὴ αὐτὴ ποῦ ὑπάρχει διαδεδομένη πολὺ μεγάλη ἀπελπισία, πολὺ μεγάλη ἀπόγνωση, πολὺ μεγάλη ἀκόμη καὶ κατάθλιψη. Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος λόγῳ τῆς κατάθλιψης ὁδηγεῖται πολλὲς φορὲς καὶ στὴν αὐτοκτονία, στὴν αὐτοχειρία.

Οἱ ἐπιστήμονες ποῦ ἀσχολοῦνται μὲ αὐτὸ τὸ θέμα λένε ὅτι κάθε μέρα στὴν Ἑλλάδα τὰ τελευταῖα χρόνια ἔχουμε δυό-τρεὶς ἀνθρώπους ποῦ αὐτοκτονοῦν. Ἕνα ἑκατομμύριο τὸ χρόνο αὐτοκτονοῦνε σὲ ὅλον τὸν κόσμο ἀπὸ κατάθλιψη κυρίως καὶ ἀπαράκλητη διαγωγή. Καὶ μάλιστα ἡ Παγκόσμια Ὀργάνωση Ὑγείας μᾶς λέγει ὅτι ἕνας στοὺς τέσσερεις ἀνθρώπους σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο μιὰ φορὰ στὴν ζωή τους θὰ ἔρθουν σὲ πλήρη κατάθλιψη καὶ θὰ χρειάζωνται νὰ ἔχουν καὶ ἰατρικὴ περίθαλψη γιὰ νὰ ξεφύγουν ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀπελπισία καὶ τὴν κατάθλιψη.

Φθάνουν δὲ οἱ ἐπιστήμονες, ἀκριβῶς γιατί ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἐλπίδα, ἡ ὁποία συνδέεται στενὰ μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη, νὰ σκιαγραφήσουν τὴν ταυτότητα τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ ποῦ αὐτοκτονεῖ. Πρόκειται γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ζὴ μιὰ διαρκὴ μοναξιὰ καὶ αἰσθάνεται ὅτι δὲν ἔχει τόπο νὰ μείνη σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Διακατέχεται ἀπὸ μιὰ αἴσθηση ὅτι βρίσκεται σὲ μιὰ συναισθηματικὴ ἔρημο, αὐτὸ σημαίνει καὶ πραγματικὴ μοναξιά. Ἡ μοναξιὰ δὲν εἶναι νὰ εἶμαι μόνος μου ἁπλῶς, ἀλλὰ ὅτι οἱ διπλανοὶ μοῦ δὲν μὲ καταλαβαίνουν οὔτε καὶ ἐγὼ μπορῶ νὰ τοὺς καταλάβω. Καὶ ἡ μεγαλύτερη καὶ ἡ φοβερότερη μοναξιὰ εἶναι ἡ δυαδικὴ μοναξιά, δηλαδὴ ἡ μοναξιὰ δύο ἀνθρώπων, συζύγων, ποῦ βρίσκονται συνεχῶς μαζὶ στὸ ἴδιο σπίτι, τρῶνε μαζί, κοιμοῦνται μαζὶ καὶ αἰσθάνονται ἀποξενωμένοι ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἡ δυαδικὴ αὐτὴ μοναξιὰ εἶναι ἡ χειρότερη μορφὴ τῆς μοναξιᾶς.

Ὁπότε ἡ ταυτότητα αὐτοῦ ποῦ ὁδηγεῖται στὴν κατάθλιψη καὶ λόγῳ τῆς κατάθλιψης στὴν αὐτοκτονία, στὴν αὐτοχειρία, εἶναι ὅτι ἔχει μιὰ συναισθηματικὴ μόνωση, μιὰ ἐρήμωση, μιὰ συναισθηματικὴ σύγχυση καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς αἰσθάνεται ὅτι δὲν τὸν χωράει αὐτὴ ἡ ζωή, δὲν τοῦ ἀνήκει αὐτὴ ἡ ζωή, καὶ αἰσθάνεται ὅτι βρίσκεται σὲ μιὰ τέτοια σύγχυση συναισθηματική, διαταράσσεται καὶ ἡ κρίση του, ἡ λογική, ἡ σκέψη καὶ ἡ κρίση, ἡ ὁποία σκέψη εἶναι αὐτὴ ποῦ ὀργανώνει τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. Ὁπότε μιὰ τέτοια συναισθηματικὴ ἐρήμωση ἡ ὁποία διαταράσσει καὶ καταργεῖ καὶ τὸν τρόπο τῆς σκέψεως τοῦ ἀνθρώπου, ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ μιὰ ἀπόγνωση. Δὲν μπορεῖ νὰ καθορίση καὶ νὰ διοργανώση τὴν ζωή του, δὲν μπορεῖ νὰ ξεφύγη ἀπὸ τὰ προβλήματα, νὰ ἀντιμετωπίση τὶς δυσκολίες, δὲν μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίση ἀκόμη καὶ τὸ φρικτὸ μέλλον τὸ ὁποῖο φαίνεται νὰ ἔρχεται καὶ νὰ εἶναι σκληρό, ὁπότε λέγει «δὲν ἔχει νόημα ἡ ζωή μου, ἄρα δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχω».

Νά, λοιπόν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τί μεγάλη ἀξία ἔχει ἡ ἐλπίδα. Γι’ αὐτὸ προσευχόμαστε στὴν Παναγία μας «καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα». Ἀλλά, ὅπως εἶπα προηγουμένως, ἡ ἐλπίδα αὐτή, ἡ ὁποία «οὐ καταισχύνει», δὲν ντροπιάζει τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ εἶναι ὁλοκληρωμένη καὶ νὰ ἔχη μιὰ διαχρονικότητα, καὶ εἶναι πράγματι στοιχεῖο τῆς ὡριμότητος τοῦ ἀνθρώπου, πρέπει ἀπαραίτητα νὰ συνδέεται μὲ τὴν πίστη στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν ἀγάπη, γιατί χωρὶς αὐτὰ τὰ δύο ἡ ἐλπίδα ποῦ εἶναι δύναμη τῆς ψυχῆς μετατρέπεται εὔκολα καὶ γίνεται ἀπόγνωση, ἀπελπισία καὶ κατάθλιψη.

Μιλᾶμε συνέχεια γιὰ τὴν Τρόϊκα. Καὶ βεβαίως ὑπάρχουν πολλὰ προβλήματα τὰ ὁποία ἔχει φέρει στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ἀπὸ πλευρᾶς πνευματικῆς ὑπάρχει μιὰ εὐλογημένη τρόϊκα. Ποιά εἶναι αὐτή; Οἱ τρεὶς αὐτὲς ἀρετές: Ἡ πίστη, ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἀγάπη. Καὶ ὅταν ἔχη κανεὶς αὐτὴν τὴν εὐλογημένη τρόϊκα, δὲν φοβᾶται τίποτε στὴ ζωή του. Μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίση τὰ πάντα καὶ ὅλες τὶς δυσκολίες.

Ἑορτὴ τῆς Παναγίας μας σήμερα νὰ τὴν παρακαλέσουμε, Αὐτὴ ἡ ὁποία εἶναι ἀμετάθετος ἐλπίδα, αὐτὴ ποῦ δίνει πραγματικὴ ἐλπίδα, συνδεδεμένη μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη, νὰ μᾶς δώση αὐτὴν τὴν εὐλογημένη τρόϊκα, ὥστε ὡς ὁλοκληρωμένες ὑπάρξεις καὶ προσωπικότητες, νὰ στεκόμαστε στὰ πόδια μας καὶ νὰ βλέπουμε μπροστὰ πρὸς τὸ μέλλον, πρὸς τὴν δημιουργία, πρὸς τὴν καταξίωση τῆς προσωπικότητός μας. Ἀμήν!

  • Προβολές: 3739