Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Ἡ Ρωμανία - Βυζάντιο

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἡ Χριστιανική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ἔζησε πάνω ἀπό χίλια χρόνια καί δημιούργησε ἕναν λαμπρό πολιτισμό πού εἶναι ἀκόμη καί σήμερα ζωντανός, καίτοι δέν ὑφίσταται ἡ κρατική ὀντότητα πού τόν δημιούργησε. Αὐτή εἶναι ἡ ταυτότητά μας καί ἡ δόξα μας.

Ἡ Ρωμανία, ὅπως λεγόταν ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, σήμερα εἶναι γνωστή ὡς Βυζάντιο, πού δέν ὑπῆρξε ποτέ, γιατί ὀνομάστηκε Βυζάντιο ἑκατό σχεδόν χρόνια μετά τήν πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης. Μέχρι τό 1453 λεγόταν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία καί οἱ κάτοικοί της χαρακτηρίζονταν Ρωμηοί ἤ Ρωμαῖοι. Ὑπῆρχε ἕνα ἔθνος τῶν Ρωμαίων μέ πολλές λαότητες.

Ἐπειδή ὅμως ἐπικράτησε νά χαρακτηρίζεται Βυζάντιο, θά χρησιμοποιήσω αὐτόν τόν ὅρο στό ἄρθρο αὐτό γιά νά παρουσιάσω μερικά κομμάτια ἀπό τήν συζήτηση μεταξύ τῆς γνωστῆς Βυζαντινολόγου Ἑλένης Ἀρβελέρ καί τοῦ καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Θάνου Μαρκόπουλου. Πρόκειται γιά μιά συζήτηση μεταξύ δασκάλου καί μαθητοῦ, ἀφοῦ ἡ Ἀρβελέρ ἦταν δασκάλα τοῦ Θάνου Μαρκόπουλου, καί τήν ὁποία συζήτηση διηύθυνε μέ ἐρωτήσεις ὁ Θανάσης Νιάρχος καί δημοσιεύθηκε σέ γνωστή στήλη στήν Ἐφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» τῆς 6-7 Ἀπριλίου 2013.

Θά παρατεθοῦν μερικά σημεῖα κατά ἑνότητες.

Ἡ ταυτότητά μας

Τό Βυζάντιο εἶναι συνέχεια τοῦ ἀρχαίου ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ρώμης καί ἀποτελεῖ τήν ταυτότητά μας, τήν ἱστορία μας καί τήν παράδοσή μας. Χωρίς τό Βυζάντιο δέν ἔχουμε ταυτότητα καί συνέχεια τῆς ἱστορικῆς μνήμης.

«Ξέρω καλά τήν βυζαντινή ἐποχή καί αὐτό εἶναι κάτι πολύ διαφορετικό. Νιώθω, δηλαδή, ὡς συνέχεια ἑνός κόσμου ἑλληνικοῦ, βιωμένου. Θά ἔλεγα ὅτι ἔχω τό Βυζάντιο ὡς βίωμα, δέν ἔχω γνώση γιά τό Βυζάντιο» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

«Ἄν εἶσαι Ἕλληνας, εἶσαι ὑποχρεωμένος νά τό κάνης σήμερα (δηλαδή νά μιλᾶς γιά τό Βυζάντιο), γιατί εἶναι θέμα ταυτότητας. Λένε ὅλοι ὅτι εἴμαστε οἱ ἀπόγονοι τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Γιά νά κάνουμε ὅμως αὐτό τό ἅλμα, ἀπό τήν ἀρχαιότητα ὡς σήμερα, βάλαμε σέ παρένθεση χίλια χρόνια βυζαντινῆς ἱστορίας, χίλια χρόνια ἑνός μείζονος καί ὄχι μόνον ἑλλαδικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Εἴμαστε ὁ μόνος λαός πού δέν ἐλευθέρωσε τήν κοιτίδα, τήν Κωνσταντινούπολη, ἄν καί ἡ Κωνσταντινούπολη διατήρησε τήν γλώσσα καί μᾶς ἔδωσε τήν Ὀρθοδοξία» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

Βυζάντιο-Ρωμανία εἶναι συνέχεια τῆς ἀρχαιότητας, ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἀπόγονοι μόνον τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἀλλά καί τῶν Ρωμαίων, δέν ἔχουμε παπποῦ χωρίς πατέρα. Ἡ παράδοση αὐτή εἶναι ἡ πραγματική ταυτότητά μας.

 

«Θυμᾶμαι τόν καθηγητή μου, τόν Φαίδωνα Κουκουλέ, πού ἔλεγε πώς "ὅ,τι καί ἄν κάνουμε, ἡ συνέχεια ἡ νεοελληνική ἀρχίζει ἀπό τό Βυζάντιο". Ὑπάρχουν δύο πράγματα πού δίνουν τήν νεοελληνική ταυτότητα τοῦ Βυζαντίου. Ἀφ’ ἑνός ἡ Ὀρθοδοξία καί ἀφ’ ἑτέρου οἱ νέοι λαοί, οἱ νεήλυδες, πού ἦρθαν στόν χῶρο τόν ἑλληνοπρεπῆ, δέν λέω τόν ἑλληνικό, λέω τόν ἑλληνοπρεπῆ, αὐτόν πού εἶχε κατά κάποιον τρόπο ἑνοποιηθῆ ἀπό τήν ἀλεξανδρινή κατάκτηση. Ἔτσι ἔγινε, λοιπόν, καί λαοί, ὅπως οἱ Ἀλβανοί, οἱ Σλάβοι κ. ἄ. μπῆκαν στό χωνευτήρι τό ἑλληνικό καί ἔγιναν Ἕλληνες, ἴσως μάλιστα καλύτεροι σέ σχέση μέ τούς ἴδιους τούς Ἕλληνες. Αὐτό εἶναι ὑπόθεση βυζαντινή, δέν εἶναι ὑπόθεση τῆς ἀρχαιότητας. Ἀπό τό Βυζάντιο ἀρχίζει ὁ βίος ὁ καθημερινός. Φτάσαμε ὅμως στήν σχιζοφρένεια νά λέμε ὅτι στά σχολειά μας διαβάζουν τόν Ὅμηρο, τήν Ἀντιγόνη καί τρέχα γύρευε νά καταλάβης τί ἐννοοῦν» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

Ἡ ἀξία τοῦ Βυζαντίου

Τό Βυζάντιο συνδέεται μέ τήν ἀληθινή οἰκουμενικότητα καί πολλά οἰκουμενικά μεγέθη πού τό διαφοροποιοῦν ἀπό τά βαρβαρικά βασίλεια τῆς Δύσης. Τό Βυζάντιο δέν γνώρισε Μεσαίωνα, ὅπως τόν γνωρίζουμε στήν Δύση.

«Εἶχα "σκοτωθεῖ" στό Παρίσι μέ τόν Κορνήλιο Καστοριάδη, βέβαια ὁ ἴδιος ἦταν ἀρχαιομανής, γιατί τό Βυζάντιο ὑπῆρξε πάντοτε γι’ αὐτόν μιά καταπτωτική περίοδος. Τό ἴδιο ἔχουν πάθει καί πολλοί Ἕλληνες πού θεωροῦν τό Βυζάντιο συνώνυμο τοῦ σκοταδισμοῦ. Τώρα ὅμως πού οἱ ξένοι ἔχουν βάλει τό Βυζάντιο στίς μεγάλες ἱστορικές σπουδές καί δέν τό θεωροῦν πιά ἕνα παράρτημα τῆς μεσαιωνικῆς ἱστορίας, ἔχουν ἀρχίσει νά ἀναρωτιοῦνται "τί τρέχει, τί τρέχει;"» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

«Ὑπάρχει ἕνα ἄνοιγμα πρός τό Βυζάντιο ἀπό λαούς πού δέν θά πίστευε κανείς, τοὐλάχιστον ἕως κάποιο διάστημα, ὅτι θά ἦταν δυνατόν νά τούς ἐνδιαφέρη αὐτός ὁ κόσμος. Νά ἀναφέρω ἐνδεικτικά ἕνα ἀκραῖο παράδειγμα, τούς Ἰάπωνες καί τούς Κινέζους. Δέν εἶναι μόνον ὅτι μετέφρασαν στά ἰαπωνικά τήν «Βυζαντινή Ἰδεολογία» τῆς κυρίας Ἀρβελέρ (τό βιβλίο πουλιέται σάν ζεστό κουλούρι), ἀλλά ἔχουμε ἐπιπλέον Κινέζους καί Ἰάπωνες φοιτητές μέ πάθος γιά τίς βυζαντινές σπουδές» (Θάνος Μαρκόπουλος).

«Θυμᾶμαι ἀκόμη τήν συγκίνηση, ὅταν στό πρῶτο μεταπτυχιακό μάθημα μᾶς μίλησε ἡ κυρία Ἀρβελέρ γιά τόν Κοσμᾶ τόν Ἰνδικοπλεύστη, πού εἶχε πεῖ μιά τρομερή φράση, ὅτι "τό ρωμαϊκό ἔθνος, τό κράτος τῆς Ρώμης, δέν πρόκειται νά καταστραφῆ, ἐπειδή εἶναι τό πρῶτο πού πίστεψε στόν Χριστό καί ἐπειδή μέ τό νόμισμά του ἐμπορεύονται πάντα τά ἔθνη". Πρόκειται γιά ἕναν καλόγηρο πού τόν 6ο μ. Χ. αἰώνα ταξίδεψε τήν περιέργειά του ὡς τίς Ἰνδίες» (Θάνος Μαρκόπουλος).

«Τό κυριότερο πού θά ἔπρεπε νά σκεφτόμαστε, ὅταν μιλᾶμε γιά τό Βυζάντιο, εἶναι ὅτι δέν γνώρισε ποτέ Μεσαίωνα. Δέν ὑπάρχει Μεσαίωνας στό Βυζάντιο. Ὅταν μιλᾶμε γιά μεσαιωνική ἱστορία, μιλᾶμε μόνον γιά τήν Δύση. Τί εἶναι Μεσαίωνας; Εἶναι ὅταν χάθηκε ἡ νομισματική ἐμβέλεια, ἀλλά συνέχισαν νά ἔχουν ἐμπόριο πού λειτουργοῦσε ἀνταλλακτικά, δηλαδή εἶδος μέ εἶδος. Καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά ὑπῆρχαν τά βαρβαρικά βασίλεια, δηλαδή οἱ ἐθνότητες. Ἀντίθετα, τό Βυζάντιο εἶχε νόμισμα μέ ὅλη τήν ρήτρα χρυσοῦ πού θέσπισε ὁ Κωνσταντῖνος, τό περίφημο κωνσταντινάτο. Νόμισμα, δηλαδή, διεθνοῦς ἐμβέλειας πού σημαίνει αὐτοκρατορία ("ὅπου γῆ βατή καί ὅπου θάλασσα πλωτή"). Φτάνουμε, ἑπομένως, σέ μιά παγκοσμιότητα, γιατί ἦταν ἡ συνέχεια τῆς Ρώμης, καί σέ μιά οἰκουμενικότητα, γιατί δέχθηκε τόν Χριστιανισμό. Δέν μᾶς ἔφτανε δηλαδή ὅλη ἡ γῆ, πήραμε καί τόν οὐρανό» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

«Τό Βυζάντιο εἶναι ἔθνος Χριστιανῶν. Ὅταν ἕνας Ἄραβας γίνεται Χριστιανός, δέν ἔχει καμιά σημασία τό ὅτι ὑπῆρξε Ἄραβας. Εἶναι Χριστιανός, πάει καί τελείωσε. Ἔθνος Χριστιανῶν τό λέει ὁ Λέων ΣΤ΄ ὁ Σοφός καί γράφει ἀνάμεσα σέ ἄλλα ὅτι "θά πολεμήσουμε γιά τούς ἀλύτρωτους ἀδελφούς. Ὁ Σταυρός πάντα νικᾶ". Ποιό εἶναι μάλιστα τό σύνθημα τοῦ βυζαντινοῦ στρατοῦ; "Ἀήρ", δηλαδή "ἀέρα". Ὅπως ἀκριβῶς φωνάζανε στόν Πόλεμο τοῦ ‘40» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

«Ἀρμένιοι, Ἄραβες, Σλάβοι, Γεωργιανοί, ὅλοι αὐτοί ἔχουν ὡς ἀπαρχή τῆς δικῆς τους ἱστορίας τό Βυζάντιο. Ἡ ἐθνογένεση εἶναι βυζαντινή ὑπόθεση. Ἑπομένως, τό Βυζάντιο εἶναι κάτι πολύ σπουδαῖο σέ σχέση μέ τήν ἀρχαιότητα, γιά ὅλον τόν κόσμο. Νά τό ποῦμε καθαρά: Ἄν ἡ ἀρχαιότητα ἔχη τήν πνευματική ἐμβέλεια, τό Βυζάντιο συνιστᾶ τό ἀδιαπραγμάτευτο τμῆμα τῆς ἱστορίας κάθε λαοῦ τῆς Εὐρώπης» (Θάνος Μαρκόπουλος).

«Πάντως οἱ Βούλγαροι βυζαντινολόγοι, ἀλλά καί ἡ βουλγαρική ἱστορία, θεωροῦν ὅτι ἡ Βουλγαρία εἰσέρχεται στόν εὐρωπαϊκό λεγόμενο κόσμο, ὅταν οἱ Βούλγαροι γίνονται Χριστιανοί χάρη στόν αὐτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (863 μ.Χ.). Εἶναι τότε πού ὁ πασίγνωστος Πατριάρχης Φώτιος (867 μ.Χ.) στέλνει ἕνα γράμμα στόν ἡγεμόνα τῶν Βουλγάρων, τόν Μπόρις, (πού ὅταν βαφτίστηκε πῆρε τό ὄνομα τοῦ νονοῦ του καί ἔγινε Μιχαήλ), καί τοῦ γράφει ὅτι θά πρέπει νά διοικῆ ὡς Χριστιανός βασιλιάς καί ὄχι ὡς ὁποιοσδήποτε βασιλιάς. Πρέπει, δηλαδή, νά εἶναι ἐλεήμων, δίκαιος, φιλάνθρωπος, μιμητής Θεοῦ» (Θάνος Μαρκόπουλος).

Ἡ ἐπίδραση τοῦ Βυζαντίου στήν Εὐρώπη

Ἡ Εὐρώπη δέχθηκε τήν ἐπίδραση τοῦ Βυζαντίου. Βεβαίως, διάφορα γερμανικά φύλα κατέβηκαν στήν Εὐρώπη καί τήν κατέλαβαν, ἀλλά ὑπάρχει βυζαντινή-ρωμαΐικη ὑποδομή, καθώς ἐπίσης μετά τήν πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης πολλοί διανοούμενοι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πῆγαν στήν Εὐρώπη καί βοήθησαν στήν Ἀναγέννηση.

«Ἄν λάβουμε ὑπόψη μας τίς ἐκθέσεις πού γίνονται στήν Εὐρώπη καί στήν Ἀμερική, θά καταλάβουμε ὅτι τό Βυζάντιο εἶναι ἕνα ἀναφαίρετο τμῆμα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Ὅταν πῆγαν οἱ Εὐρωπαῖοι νά κάνουν τό περίφημο μουσεῖο, χωρίς νά βάλουν μέσα τό Βυζάντιο, γιατί ἔλεγαν ὅτι τό Ἰσλάμ καί τό Βυζάντιο εἶναι Ἀνατολή, ἔγραψα ἕνα βιβλίο στά ἀγγλικά πού ἔλεγε ὅτι δέν θά ὑπῆρχε Εὐρώπη, ἄν δέν εἶχε ὑπάρξει τό Βυζάντιο ὡς πρώτη εὐρωπαϊκή αὐτοκρατορία. Ὁ Πώλ Βαλερύ ἔχει γράψει ὅτι «Εὐρώπη εἶναι ὅσοι ἔχουν δεχτεῖ τήν ἑλληνική παιδεία τῆς ἀρχαιότητας, τήν ρωμαϊκή ἐμβέλεια τοῦ νόμου καί τήν πνευματικότητα τοῦ ἰουδαϊκοχριστιανισμοῦ». Δηλαδή, Ἀθήνα, Ρώμη καί Ἱερουσαλήμ εἶναι οἱ τρεῖς πρωτεύουσες τῆς Εὐρώπης. Ποιός ἔχει ὅμως τίς τρεῖς μαζί, καί τήν ἑλληνοσύνη καί τήν χριστιανοσύνη καί τήν ρωμιοσύνη; Μόνον ἡ Κωνσταντινούπολη» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

Νόμισμα

Οἱ μελετητές τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας σημειώνουν ὅτι στό Βυζάντιο ὑπάρχει ἕνα ἰσχυρό νόμισμα πού κρατήθηκε πολλούς αἰῶνες.

«Τό Βυζάντιο εἶχε νόμισμα μέ ὅλη τήν ρήτρα χρυσοῦ πού θέσπισε ὁ Κωνσταντῖνος, τό περίφημο κωνσταντινάτο. Νόμισμα, δηλαδή, διεθνοῦς ἐμβέλειας πού σημαίνει αὐτοκρατορία ("ὅπου γῆ βατή καί ὅπου θάλασσα πλωτή")» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

«Τό 1972, ὅταν δέν ὑπῆρχε ἀκόμα οὔτε εὐρώ οὔτε τίποτα, ἡ κυρία Ἀρβελέρ παρέπεμπε σέ ἕναν ἐρευνητή, τόν Λοπέζ, πού εἶχε πεῖ ὅτι "τό βυζαντινό νόμισμα ἦταν τό δολάριο τοῦ Μεσαίωνα". Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι βυζαντινά νομίσματα βρέθηκαν σέ περιοχές πού εἶναι ἀδύνατον νά τίς φανταστῆ κανείς. Περιοχές πού δέν ἔχουν καμιά σχέση μέ τό Βυζάντιο, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ Κίνα. Ἄφθονα μάλιστα νομίσματα, γιατί τούς λαούς αὐτούς δέν τούς ἐνδιέφερε ἡ ἐπιγραφή πού ἔφερε τό νόμισμα, ἀλλά πόσο ζύγιζε αὐτό καθ’ ἑαυτό. Αὐτό πού τούς ἔνοιαζε ἦταν πιάνοντας τό νόμισμα νά καταλαβαίνουν ἄν πρόκειται γιά νόμισμα ἰσχυρό ἤ ψεύτικο» (Θάνος Μαρκόπουλος).

Ὁ θάνατος τοῦ Βυζαντίου

Ἡ φθορά καί ὁ θάνατος τοῦ Βυζαντίου ἦταν ἀργός καί βασικά προῆλθε ἀπό τήν ἐξασθένισή του λόγῳ τῶν Φράγκων τῶν σταυροφοριῶν πού γίνονται ἀπό τούς Χριστιανούς τῆς Δύσεως καί ἰδίως τήν Δ΄ Σταυροφορία τοῦ 1204. Τότε οἱ Σταυροφόροι κατέλυσαν τήν Αὐτοκρατορία, ἐσύλησαν τούς θησαυρούς τῆς Κωνσταντινούπολης. Ὅταν ἀνακτήθηκε τό ἔτος 1261 ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν σκιά τοῦ ἑαυτοῦ της καί δέν μπόρεσε ποτέ νά ἀνακτήση τίς δυνάμεις της.  «Ἡ μεγάλη ἀναστάτωση ὅμως γίνεται τόν 11ο καί τόν 12ο αἰώνα μέ τίς Σταυροφορίες, μέ τούς ὁμόθρησκους σταυροφόρους» (Ἑλένη Ἀρβελέρ).

«Τό 1453 εἶναι μιά συμβατική χρονολογία θανάτου. Τό Βυζάντιο τῶν τριῶν ἠπείρων καί τῶν πέντε θαλασσῶν τελειώνει τό 1204. Ἄν μποροῦσα νά τό πῶ μεταφορικά, τό 1204 θάβουμε τό Βυζάντιο, ἀλλά τόν τάφο τόν κλείνουμε τό 1453. Τό μεγάλο κακό, λοιπόν, γίνεται τό 1204» (Θάνος Μαρκόπουλος).

Στίς ἀπόψεις τῶν δύο αὐτῶν βυζαντινολόγων μπορεῖ κανείς νά ἔχη τίς δικές του παρατηρήσεις. Ἄν συγκρίνη κανείς αὐτές μέ τίς ἀπόψεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη καί τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ θά μποροῦσε νά τίς συμπληρώση ἤ καί νά βρῆ διαφορές σέ μερικά σημεῖα.

Τό σημαντικό, ὅμως, εἶναι ὅτι τό Βυζάντιο-Ρωμανία εἶναι συνέχεια τῆς ἀρχαιότητας, ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἀπόγονοι μόνον τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἀλλά καί τῶν Ρωμαίων, δέν ἔχουμε παπποῦ χωρίς πατέρα. Ἡ παράδοση αὐτή εἶναι ἡ πραγματική ταυτότητά μας. Δέν πρέπει νά αἰσθανόμαστε ὅτι ἡ ζωή μας ὡς Ἑλλήνων ἀρχίζει τό 1821 ἤ τό 1830, ἀλλά προερχόμαστε ἀπό μακριά.

Τό Ἔθνος μας, τό Ἔθνος τῶν Ρωμηῶν εἶχε ἀναπτύξει πολιτισμό, παιδεία, παράδοση, κοινωνική ζωή, ἀξιόλογη σέ ὅλους τούς τομεῖς καί αὐτό εἶναι τό καύχημά μας. Τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι ἡ Ρωμανία ἀνέδειξε θεολογία, ἐκκλησιαστική ζωή, ἁγίους, οὐρανοπολίτες. Ἔτσι σήμερα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι «τό Βυζάντιο μετά τό Βυζάντιο». Οἱ Ρωμηοί τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καυχῶνται γιά τήν Ρωμαίϊκη καταγωγή τους. Αὐτό τό συναντᾶμε καί σέ πολλούς ἄλλους λαούς.

Δοξάζουμε τόν Θεό γιά τήν ἱστορική μας ταυτότητα.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 4510