Τά Μοναστήρια τῆς Ναυπακτίας: Ἱερά Μονή Παναγίας Καβαδιώτισσας
Ἀρχιμανδρίτου π. Ειρηναίου Κουτσογιάννη
Στό νοτιοδυτικό ἄκρο τοῦ χωριοῦ Χόμορη τῆς ὀρεινῆς Ναυπακτίας, ἐπάνω σ’ ἕναν ὄμορφο καί γραφικό λοφίσκο, βρίσκεται τό μοναστήρι τῆς Καβαδιώτισσας. Εἶναι ἄγνωστο πότε κτίσθηκε. Ἡ κτιτορική ἐπιγραφή πού εἶναι ἐντοιχισμένη στό Καθολικό ἔχει φθαρῆ. Τό πιθανότερο εἶναι τό μοναστήρι νά κτίσθηκε στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰώνα, ἄν κρίνουμε καί ἀπό τήν χρονολογία 1725 πού ἀναγράφεται στίς προσκυνηματικές εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας στό τέμπλο.
Τό μοναστήρι εἶναι ἀφιερωμένο στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου καί ἑορτάζει στίς 15 Αὐγούστου. Κατά τήν παράδοση ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας προῆλθε ἀπό τό χωριό Καβαδά τῶν Θεσσαλικῶν Ἀγράφων. Κατά μία ἄλλη ἐκδοχή ἡ προσωνυμία Καβαδιώτισσα προέκυψε ἀπό τό τοπωνύμιο “στοῦ Καβαδά”.
Μέ τό Β. Διάταγμα τοῦ 1833 γιά τήν διάλυση τῶν μοναστηριῶν, διαλύθηκε καί ἡ Καβαδιώτισσα. Στίς 20 Δεκεμβρίου 1844 οἱ κάτοικοι τοῦ δήμου Προσχίου, μέ ἀναφορά τους στήν Βουλή, ζήτησαν τήν ἐπαναλειτουργία τοῦ μοναστηριοῦ, χωρίς ὅμως ἀποτέλεσμα.
Ἀπό τά κτίρια τοῦ παλιοῦ μοναστηριοῦ σώζονται μέχρι σήμερα, τό καθολικό καί τό Ἡγουμενεῖο. Τό καθολικό εἶναι ἁπλή βασιλική καί μέ διαστάσεις 10,30 Χ 6,30 μ. Κτίσθηκε τό 1831 ἀπό τόν ἡγούμενο Κύριλλο, “ἐξ ἰδίων του καί ἀπό τήν πατρικήν του περιουσία”, ἀφοῦ ὁ παλιός “ἀσβεστόκτιστος” ναός στά χρόνια της ἐπαναστάσεως ἔπαθε μεγάλες ζημιές. Διαθέτει ξυλόγλυπτο τέμπλο, τοπικά ἐπιχρυσωμένο, μέ πλούσιο φυτικό διάκοσμο καί ἀξιόλογες εἰκόνες τοῦ 18ου αἰώνα. Στήν εἰκόνα τῆς Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή: “ΧΕΙΡ ΔΙΑΜΑΝΤΗ ΑΠΟ ΜΟΡΕΑ 1725”. Ἡ εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἶναι μιά ἰδιαίτερα ἀξιόλογη, πολυπρόσωπη καί δυναμική σύνθεση.
Τό Ἡγουμενεῖο, ἕνα διόροφο κτίριο νότια του Ναοῦ, κτίσθηκε καί αὐτό ἀπό τόν Ἡγούμενο Κύριλλο τό 1819, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ἡ ἐπιγραφή του: “1819 Μοναχός Κύριλλος”.
Ἡ Καβαδιώτισσα ἀπό τά πρῶτα χρόνια της ἱδρύσεώς της ἀπέκτησε περιουσία, κυρίως ἀπό δωρεές καί ἀφιερώσεις Χριστιανῶν. “Επί τῆς ἐπαναστάσεως ἡ κινητή περιουσία ἐλεηλατήθη, ἡ ἀκίνητος ἐχερσώθη ... ”, ὅπως ἄλλωστε συνέβη μέ ὅλα σχεδόν τά μοναστήρια. Μετά τό 1833 τά κτήματά της ἐνοικιάσθησαν.
Στό μοναστήρι ἀνῆκαν καί δύο μετόχια: ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος Βαρένου καί ἡ Ἁγία Τριάδα Χόμορης. Τό λιβάδι Βαρένου πού βρισκόταν μεταξύ των χωριῶν Ἐλευθέριανη καί Πόδου, περιῆλθε στά τελευταῖα χρόνια της Τουρκοκρατίας στήν κυριότητα τῆς Καβαδιώτισσας. Περιελάμβανε κτήματα, σπίτια καί Ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Μετά τήν κατάργηση τῆς μονῆς περιῆλθε στό μοναστήρι τῆς Ἀμπελακιώτισσας. Στόν συνοικισμό τῆς Ἁγίας Τριάδος, δυτικά της Χόμορης, κατά τήν παράδοση στούς βυζαντινούς χρόνους ὑπῆρχε μοναστήρι μέ πολλούς μοναχούς. Κατά τήν Τουρκοκρατία καταστράφηκε καί ἔγινε μετόχι τῆς Καβαδιώτισσας.
Τό μοναστήρι τῆς Χόμορης διέθετε ἐπίσης καί πολλά ἐκκλησιαστικά κειμήλια, τά ὁποῖα μετά τήν κατάργησή του διασκορπίστηκαν στίς μονές Προυσού καί Ἀμπελακιώτισσας, ἐνῶ κάποια παρέμειναν στόν ἐνοριακό Ναό τοῦ χωριοῦ. Πάντως στίς 2 Ἰουνίου 1834 μέ ἀναφορά τους στόν Δημογέροντα τῆς Χόμορης, 12 Χομορίτες ζητοῦν νά ἐνεργήση νά μείνουν “τά λείψανα τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους”, σέ μιά ἀπό τίς ἐκκλησίες τοῦ χωριοῦ. Ἐπίσης στίς 6 Ἰουνίου 1834 οἱ πρόκριτοι τῆς Μεγάλης Λομποτινᾶς (Ἄνω Χώρα) ζητοῦν ἀπό τόν Δημογέροντά τους νά φυλάσσονται σέ μιά ἀπό τίς ἐκκλησίες τοῦ χωριοῦ τούς τά “λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος”, χωρίς ὅμως οἱ ἐνέργειες αὐτές νά φέρουν ἀποτέλεσμα.
- Προβολές: 3571