Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὅσιος Σισώης ὁ μέγας, 6 Ἰουλίου
Ὁ ὅσιος Σισώης ἔζησε τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπό τήν Θήβα τῆς Αἰγύπτου. Ἀνήκει στήν πρώτη γενιά τῶν ἀσκητῶν πού ἀκολούθησε τόν Μέγα Ἀντώνιο. Ἀναδείχθηκε μέγας ἀσκητής. Ἔλαμψε μέ τήν πνευματική του σύνεση, τήν ταπεινοφροσύνη, τήν φιλαδελφία καί τό ἐνδιαφέρον του νά ἐπιστρέψη στήν μάνδρα τοῦ Χριστοῦ ἔστω καί ἕναν ἁμαρτωλό. Προσευχόταν συνεχῶς γιά δικαίους καί ἀδίκους, πλούσιους καί φτωχούς, ἄρχοντες καί ἰδιῶτες, κληρικούς καί λαϊκούς καί γενικά γιά ὅλο τόν κόσμο. Ἀναδείχθηκε οὐράνιος ἄνθρωπος καί ἐπίγειος ἄγγελος. Ὁ Χριστός, ὅταν ἦλθε γιά νά παραλάβη τήν ψυχή του τήν στιγμή τῆς ἐξόδου του, τόν ἀπεκάλεσε σκεῦος τῆς ἐρήμου.
«Ἔλεγαν γιά τόν ὅσιο Σισώη ὅτι, ὅταν ἐπρόκειτο νά πεθάνη, καί ἐνῶ εὑρίσκονταν οἱ πατέρες τῆς σκήτης γύρω του, ἔλαμψε τό πρόσωπό του ὅπως ὁ ἥλιος καί εἶπε στούς παρευρισκομένους ὅτι "ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἦλθε". Καί μετά ἀπό λίγο εἶπε: "νά ὁ χορός τῶν Προφητῶν ἦλθε". Καί διπλασιάστηκε ὁ φωτισμός τοῦ προσώπου του καί ἄρχισε νά ὁμιλῆ μέ κάποιους. Τότε τόν ρώτησαν οἱ πατέρες: "μέ ποιόν ὁμιλεῖς πάτερ;". Καί αὐτός τούς ἀπάντησε: "μέ τούς Ἀγγέλους πού ἦλθαν νά παραλάβουν τήν ψυχή μου καί τούς παρακαλῶ νά μέ ἀφήσουν λίγο γιά νά μετανοήσω". Καί λέγουν πρός αὐτόν οἱ πατέρες: "Δέν ἔχεις ἀνάγκη μετανοίας πάτερ". Καί τούς ἀπάντησε ὁ Ἀββάς Σισώης: "ἀλήθεια σᾶς λέγω ὅτι δέν ἔχω βάλει ἀκόμη ἀρχή"! Καί ἔμαθαν πάντες ὅτι ἦταν τέλειος. Καί πάλι ξαφνικά ἔγινε τό πρόσωπό του ὁλόλαμπρο καί ἐφοβήθηκαν ὅλοι, πού ἦσαν κοντά του, καί εἶπε πρός αὐτούς: "Βλέπετε ὁ Κύριος ἦλθε καί λέγει, φέρετέ μου τό σκεῦος τῆς ἐρήμου", καί ἀμέσως παρέδωσε τό πνεῦμα καί γέμισε ὅλο τό κελλί του ἀπό ἄρρητη εὐωδία».
Τόσο ἔνδοξη ἦταν ἡ ἔξοδός του, ὅσο βαθύτατη ἦταν ἡ ταπείνωσή του καί γι’ αὐτό μεγαλειώδης ἡ ζωή του. Ἄλλωστε, ὅλος ὁ ἐπίγειος βίος του ἦταν φιλοσοφία θανάτου. Διασώζεται ἀπό τήν παράδοση καί τήν εἰκονογραφία ἡ ἐπίσκεψη τοῦ ὁσίου στόν τάφο τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. «Ἐκεῖ συνειδητοποίησε βαθύτατα τήν ματαιότητα τῆς ἀνθρώπινης δόξας καί τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας καί θρήνησε γιά τόν θάνατο, τήν κοινή μοίρα τῶν ἀνθρώπων. Τότε φιλοσόφησε γιά τόν θάνατο καί τήν ζωή, τά πρόσκαιρα καί τά αἰώνια».
Στήν συνέχεια θά παρατεθῆ μέρος τῆς θεόπνευστης διδακαλίας του, πού ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἐπίκαιρη καί νά οἰκοδομῆ. Πρόκειται γιά ἀπαντήσεις πού ἔδωσε σέ διαφόρους πού ζητοῦσαν ἀπό αὐτόν λόγο σωτηρίας ἤ τρόπο λύσης τῶν προβλημάτων πού τούς ἀπασχολοῦσαν.
- «Ἐρώτησε κάποιος τόν ὅσιο Σισώη: " Ἐάν κάθομαι στήν ἔρημο καί ἔλθη βάρβαρος πού θέλει νά μέ φονεύση καί ἐγώ καταφέρω νά τόν συλλάβω, νά τόν φονεύσω; Καί τοῦ εἶπε ὁ γέρων: " Ὄχι, ἀλλά παράδωσέ τον στόν Θεό. Διότι ὅποιος πειρασμός ἔλθει στόν ἄνθρωπο, θά πρέπει νά λέγη, τοῦτο συνέβηκε γιά τίς ἁμαρτίες μου. Καί ὅποιο ἀγαθό, νά λέγη, τοῦτο ἔγινε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ"».
- «Ἕνας μοναχός ἐξομολογήθηκε στόν ὅσιο Σισώη: " Ἔπεσα, πάτερ, τί νά κάνω; "Σήκω, τοῦ εἶπε μέ τήν χαρακτηριστική ἁπλότητά του ὁ ἅγιος Γέροντας". "Σηκώθηκα πάτερ, ἀλλά πάλι ἔπεσα στήν καταραμένη ἁμαρτία", ὁμολόγησε μέ θλίψη ὁ ἀδελφός. "Καί τί σέ ἐμποδίζει νά ξανασηκωθῆς; " Ὡς πότε πάτερ;", ρώτησε ὁ ἀδελφός. " Ἕως ὅτου νά σέ βρῆ ὁ θάνατος ἤ στήν πτώση ἤ στήν ἔγερση. Δέν εἶναι γραμμένο, ὅπου σέ βρῶ ἐκεῖ θά σέ κρίνω; Μόνον εὔχου στόν Θεό νά βρεθῆς τήν τελευταία σου στιγμή σηκωμένος μέ τήν ἁγία μετάνοια"».
Πολλοί πληγώνονται ἀπό τά λάθη τῶν ἄλλων σέ τέτοιο βαθμό πού αἰθάνονται μέσα τους νά κοχλάζη ἡ μανία τῆς ἐκδικήσεως. Ἰσχυρίζονται ὅτι δέν μποροῦν νά συγχωρήσουν, ἐπειδή αἰσθάνονται πληγωμένοι ἤ προδομένοι. Βέβαια, τό ἐρώτημα εἶναι τό ἑξῆς: «Εἶναι πληγωμένη καί προδομένη ἡ ἀγάπη τους ἤ ὁ ἐγωϊσμός τους; Γιατί ὅταν κανείς ἀγαπᾶ ἀληθινά δέν μπορεῖ νά μή συγχωρῆ, ἐπειδή δέν ὑπάρχει παράπτωμα, πού νά νικᾶ τήν ἀγάπη. Ἑπομένως, τό πρόβλημα στίς ἀνθρώπινες σχέσεις -μέσα στήν οἰκογένεια καί τήν κοινωνία γενικότερα- εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ὑπαγορεύει τήν ἐπιείκεια καί τήν συγχωρητικότητα. Ὅταν κανείς δέν συγχωρῆ σίγουρα θά ὑποστῆ πτώση, γιά νά ταπεινωθῆ καί νά ἀνανήψη. Ὅποιος πιστεύει στόν Τριαδικό Θεό καί ἔχει ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια καί τήν ἀγάπη Tου, αὐτός δέν ἐκδικεῖται κανέναν, ἀλλά προσεύχεται καί τά ἀναθέτει ὅλα στόν Θεό.
- «Κάποτε ἐπισκέφθηκε κάποιος μοναχός τόν ὅσιο Σισώη καί τοῦ εἶπε: Ἀδικήθηκα ἀπό ἕναν ἀδελφό καί θέλω νά τόν ἐκδικηθῶ. Ὁ ὅσιος τόν παρακαλοῦσε: "Μή τέκνον, ἀλλά ἄφησε στόν Θεό τό ἔργο τῆς ἐκδικήσεως". Αὐτός, ὅμως, ἔλεγε: "Δέν θά παύσω, ἕως ὅτου ἐκδικηθῶ γιά τόν ἑαυτό μου". Τότε τοῦ εἶπε ὁ ὅσιος: "Ἄς προσευχηθοῦμε, ἀδελφέ", καί ἀφοῦ σηκώθηκε ὁ ὅσιος εἶπε: "Θεέ, δέν σέ ἔχουμε πλέον ἀνάγκη νά φροντίζης γιά μᾶς, διότι ἐμεῖς ἐκδικούμαστε μόνοι γιά λογαριασμό μας". Μόλις ἄκουσε τά λόγια αὐτά ὁ ἀδελφός, ἔπεσε στά πόδια τοῦ ὁσίου καί τοῦ εἶπε: "Δέν θά εἶμαι πλέον σέ ἀντιδικία μέ τόν ἀδελφό, συγχώρεσέ με, πάτερ"».
Σίγουρα εἶναι σημαντικό τό ἕνα ἔχη κανείς μνήμη Θεοῦ. Σημαντικότερο, ὅμως, εἶνα τό νά ἔχη ταπείνωση, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό θεμέλιο ὅλων τῶν ἀρετῶν, καί τήν πηγή ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Ὅποιος εἶναι ἀληθινά ταπεινός, αὐτός θεωρεῖ τόν ἑαυτό του κατώτερο ὄχι μόνον ἀπό ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀλλά καί ἀπό αὐτήν τήν ἄλογη κτίση.
- «Κάποιος ἐπισκέφθηκε τόν ὅσιο Σισώη καί τοῦ εἶπε: "Βλέπω, πάτερ, ὅτι ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ παραμένει μέσα μου". Ὁ ὅσιος τοῦ λέγει: "Δέν εἶναι σπουδαῖο τό νά εὑρίσκεται ὁ λογισμός σου στόν Θεό. Σπουδαῖο εἶναι τό νά βλέπης τόν ἑαυτό σου κατώτερο ἀπό ὅλη τήν κτίση. Διότι αὐτό μαζί μέ τόν σωματικό κόπο ὁδηγεῖ στόν τρόπο τῆς ταπεινοφροσύνης"».
Τό πῶς πολιτεύεται κανείς στήν πρόσκαιρη αὐτή ζωή, ἀργά ἤ γρήγορα θά φανερωθῆ. Καί φανερώνεται κυρίως κατά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου του. Ἡ ἔξοδος τῶν ἁγίων εἶναι ἔνδοξη, λαμπρή. Εἶναι ἀληθινό πανηγύρι.
- Προβολές: 3958