Κύριο ἄρθρο: Ἡ «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή» καί ἡ «καθ’ ἡμᾶς Δύση»
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Οἱ ἔννοιες ἀνατολή καί δύση εἶναι πρωτίστως γεωγραφικές, πού δηλώνουν σέ ποιό γεωγραφικό τόπο εἶναι μιά Χώρα, ἕνα Κράτος. Αὐτό προσδιορίζεται μέ τήν ἀνατολή καί τήν δύση τοῦ ἡλίου. Καθώς ἡ γῆ περιστρέφεται γύρω ἀπό τόν ἄξονά της, φαίνεται ὅτι ἀνατέλλει ὁ ἥλιος, πού στέλλει τό φῶς σέ ὅλο τό πλανητικό μας σύστημα, καί δύει ὁ ἥλιος, καί ἐπέρχεται τό σκοτάδι. Οἱ Χῶρες πού εἶναι πρός τήν πλευρά τοῦ ἀνατέλλοντος ἡλίου λέγονται ἀνατολικές καί οἱ Χῶρες πού βρίσκονται πρός τήν δύση τοῦ ἡλίου λέγονται δυτικές.
Βεβαίως, αὐτή ἡ γεωγραφική διάκριση ὑφίσταται καί σέ κάθε Χώρα ἤ Κράτος, ὁπότε γίνεται λόγος γιά ἀνατολικές καί δυτικές περιοχές τοῦ Κράτους, ὅπως ἐπίσης τό ἴδιο γίνεται γιά κάθε χῶρο. Μέ αὐτήν τήν προοπτική καί ὁ ναός στόν ὁποῖο προσευχόμαστε καί τελοῦμε τά ἅγια Μυστήρια ἔχει ἀνατολικό προσανατολισμό, γιατί ἀπό ἐκεῖ ἀναμένουμε τόν Χριστό, πού εἶναι ἡ πραγματική Ἀνατολή Ἀνατολῶν, καί ἀπό τήν δυτική πύλη τοῦ Ναοῦ ὁδεύουμε πρός ἀνατολάς, στό ἱερό θυσιαστήριο, τό ὁποῖο στήν πραγματικότητα εἶναι τό κεντρικό σημεῖο τοῦ Ναοῦ.
Ὅμως, οἱ ὅροι ἀνατολή καί δύση ἔχουν προσλάβει καί πολιτιστικό περιεχόμενο, ἀνάλογα μέ τούς πολιτισμούς πού ἐπικράτησαν στίς διάφορες περιοχές. Ὁ Πατριάρχης Ἀβραάμ, ἀπό τήν Χαλδαία, κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἦλθε στήν Παλαιστίνη, σέ αὐτόν ἀποκαλύφθηκε ὁ ζωντανός Θεός, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Ἄσαρκος Λόγος, ὅπως ἔγινε καί στούς ἀπογόνους του. Οἱ Ἰσραηλίτες γνώρισαν τόν ἀληθινό Θεό, Τόν διέκριναν ἀπό ψευδεῖς Θεούς καί ἡ κατάληξη ἦταν ὁ Χριστός νά ἐνανθρωπήση ἀπό τήν Παρθένο Μαρία, νά γεννηθῆ στήν Παλαιστίνη καί ἐκεῖ νά διδάξη, νά θαυματουργήση, νά πάθη, νά σταυρωθῆ, νά ἀποστείλη τό Ἅγιον Πνεῦμα καί νά δημιουργηθῆ ἡ Ἐκκλησία, τό Σῶμα Του, πού ἐπεκτάθηκε σέ ὅλο τόν κόσμο, στήν ἀνατολή, τήν δύση, τόν βορρᾶ καί τόν νότο.
Ἐπί πλέον στήν ἀνατολή δημιουργήθηκε ἕνας πολιτισμός, ἀναπτύχθηκε ἡ γνώση, σέ πολλά ἐπιστημονικά θέματα τῆς ἐποχῆς, ὅπως στήν ἀστρονομία, τήν γεωμετρία, τά μαθηματικά κλπ. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦλθαν σέ ἐπικοινωνία μέ αὐτούς τούς ἀνατολικούς λαούς, προσέλαβαν μερικές γνώσεις, τίς ὁποῖες ὅμως ἐπεξεργάσθηκαν διανοητικά καί ἔτσι ἀναπτύχθηκε ἡ φιλοσοφία. Σέ αὐτό συνετέλεσε τό εὔκρατο κλίμα πού ὑπῆρχε στόν ἑλλαδικό χῶρο, ἡ διαμόρφωση τοῦ ἐδάφους καί τά ἰδιαίτερα χαρίσματα τῶν Ἑλλήνων. Μέ τήν φιλοσοφία δόθηκε ἄνθηση καί στήν θρησκεία, ὁπότε ἀναπτύχθηκαν διάφορες θρησκευτικές ἀντιλήψεις ἀπό τήν φιλοσοφία μέχρι τόν νεοπλατωνισμό.
Μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο θρησκευτικῶν φαινομένων, ἀναπτύχθηκε ἡ προσωκρατική φιλοσοφία, ἡ κλασσική μεταφυσική καί ὁ νεοπλατωνισμός. Ὅλοι ἀναζητοῦσαν τόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά τελικά οἱ Πατριάρχες τῶν Ἑβραίων καί οἱ Προφῆτες πού εἶχαν αὐθεντική ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν πίστη, τήν ἁπλότητα, τήν ἀρετή, προετοίμασαν καλύτερα τό Ἰσραηλιτικό ἔθνος, ὥστε αὐτό νά συντελέση στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δείχνει ὅτι ἡ θεολογία ὡς ἀποκάλυψη καί φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν φιλοσοφία, ἡ ὁποία προσπαθεῖ μέ τήν λογική νά κατανοήση τόν Θεό, καί μέ τήν θεολογία ἀποκτᾶ κανείς γνώση τοῦ Θεοῦ.
Ἐμεῖς, ὡς Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι εἴμαστε διφυής λαός, δηλαδή ἔχουμε μέσα μας ὑπόγεια ἀνατολικά ρεύματα, ἀλλά καί ἐπιφανειακά δυτικά ρεύματα. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἰσχύει ἀπόλυτα τό σύνθημα «ἀνήκουμε στήν Δύση», οὔτε τό σύνθημα «ἀνήκουμε στήν Ἀνατολή», ἀλλά εἴμαστε οἰκουμενικοί καί συνδεόμαστε μέ διαφόρους ζωντανούς πυρῆνες θεολογίας καί πολιτισμοῦ πού ὑπάρχουν στήν Ἀνατολή καί τήν Δύση.
Ἐπίσης, ὅταν κάνουμε λόγο γιά ἀνατολή ἀπό γεωγραφικῆς, πολιτιστικῆς καί θρησκευτικῆς πλευρᾶς συμπεριλαμβάνουμε καί ἄλλες θρησκευτικές ἀντιλήψεις ὅπως εἶναι ὁ Ἰνδουϊσμός, ὁ Ζωροαστρισμός, ὁ Κομφουκιανισμός, ὁ Βραχμανισμός, ὁ Βουδισμός κλπ., οἱ ὁποῖες ἀντιλήψεις ἔχουν μιά διαφορετική ἑρμηνεία περί τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, πολύ διαφορετική ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό, τόν Μουσουλμανισμό, καί τόν Χριστιανισμό. Μπορεῖ νά δῆ κανείς μερικά κοινά σημεῖα, ἀφοῦ κοινή εἶναι ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ δημιουργία του, ἀλλά ὑφίστανται μεγάλες διαφορές.
Ὑπάρχει μιά θεωρία περί πολιτισμοῦ, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ γένεση καί ἡ μετάδοση τοῦ πολιτισμοῦ ἀκολουθεῖ τήν φαινομενική κίνηση τοῦ ἡλίου. Ὅπως ὁ ἥλιος φαίνεται νά κινῆται ἀπό ἀνατολάς πρός τήν δύση ἔτσι κινοῦνται καί τά πολιτιστικά καί θρησκευτικά ρεύματα. Ὁπότε, ἀπό τήν ἀνατολή μεταφέρθηκαν πρός τήν δύση, διά τῶν ἀνθρώπων, ὅλα τά πολιτιστικά ρεύματα καί οἱ πολιτιστικές καί θρησκευτικές ἀντιλήψεις, πού σημαίνει ὅτι ἡ δύση ὀφείλει πολλά στήν ἀνατολή. Ὅλα τά σύγχρονα πολιτιστικά καί θρησκευτικά ρεύματα πού κυριαρχοῦν στήν δύση ἔχουν σχέση μέ τά ρεύματα καί τίς ἀντιλήψεις τῆς ἀνατολῆς.
Αὐτό πού λέγεται ἀνατολή καί αὐτό πού λέγεται ἀνατολικός κόσμος δέν εἶναι ἑνιαῖα. Συνήθως, κάνουμε διάκριση μεταξύ «Ἄπω Ἀνατολῆς» καί «Ἐγγύς Ἀνατολῆς». Σήμερα, στήν «Ἄπω Ἀνατολή» κυριαρχεῖ ὁ Ἰνδουϊσμός, Βεδισμός, Βραχμανισμός, Βουδισμός μέ τήν ἰδιαίτερη φιλοσοφία καί θεολογία τους, πού προϋποθέτουν μιά ἄλλη ἀνθρωπολογία, καί στήν «Ἐγγύς (σέ μᾶς) Ἀνατολή» ἐπικρατεῖ κυρίως ὁ Ἰουδαϊσμός καί ὁ Ἰσλαμισμός-Μουσουλμανισμός. Ὅμως, σέ αὐτόν τόν χῶρο τῆς Ἄπω καί τῆς Ἐγγύς Ἀνατολῆς ὑπῆρχε πολύ περισσότερο παλαιότερα, ἀλλά καί σήμερα, ἔστω σέ μειωμένα ποσοστά, καί ὁ Χριστιανισμός.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός σέ αὐτούς τούς χώρους συνδέθηκε μέ τόν Ἑλληνισμό, ὁ ὁποῖος Ἑλληνισμός διαδόθηκε ἐκεῖ πρίν τόν Χριστιανισμό, ἀπό τίς ἀποικίες, τόν Μέγα Ἀλέξανδρο καί τούς Ἑλληνιστές, ἀλλά καί ἀπό τήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία πού εἶχε ἐξελληνισθῆ. Ἔτσι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως οἱ Πατέρες τοῦ 4ου αἰῶνος, χρησιμοποίησαν τήν ἑλληνική ὁρολογία γιά νά διατυπώσουν τήν ὀρθόδοξη ἀποκαλυπτική ἐμπειρία, καί βεβαίως γιά νά ἀντιμετωπίσουν τούς ἀρχαίους αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐξελληνίσει τόν Χριστιανισμό. Αὐτή ἡ ἑνότητα μεταξύ Χριστιανισμοῦ καί Ἑλληνισμοῦ, πού ἐκφράσθηκε στούς χώρους πού ἐπικράτησε ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, ὀνομάστηκε Ρωμηοσύνη, καί ὅσοι τήν ἐξέφραζαν ὀνομάστηκαν Ρωμαῖοι-Ρωμηοί.
Ἑπομένως, στόν ὅρο «Ἄπω Ἀνατολή» κυριαρχοῦν εἰδωλολατρικές ἀντιλήψεις, καί στόν ὅρο «Ἐγγύς Ἀνατολή» (Μικρά Ἀσία, Παλαιστίνη) κυριαρχεῖ ὁ Ἰουδαϊσμός καί ὁ Ἰσλαμισμός, καί μέ τόν ὅρο «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή» ἀποδίδεται ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός, πού βιώθηκε στήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, τῆς ὁποίας ἀπόγονοι εἴμαστε ἐμεῖς. Ἔτσι, ὅταν ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί χαρακτηριζόμαστε ὡς ἀνατολικοί ἐννοοῦμε τήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή», ὄχι τήν «Ἄπω Ἀνατολή», οὔτε τήν «Ἐγγύς Ἀνατολή», ἀλλά τήν Ἀνατολή, ὅπως τήν προσδιορίζουμε ἐμεῖς, καί τήν διαφοροποιοῦμε ἀπό τήν Ἀνατολή ὅπως τήν γνωρίζουν οἱ δυτικοί.
Προηγουμένως ἀναφέρθηκε ὅτι σύμφωνα μέ τήν θεωρία τῶν πολιτισμῶν, ὁ πολιτισμός κινεῖται ἀπό ἀνατολάς πρός δυσμάς, πράγμα πού σημαίνει ὅτι ὅλα αὐτά τά πολιτιστικά καί θρησκευτικά ρεύματα μεταφέρθηκαν καί στό δυτικό μέρος τῆς γῆς, ὅπως καί στήν συνέχεια καί δυτικά πολιτιστικά ρεύματα κινοῦνται καί πρός ἀνατολάς μέ τά σημερινά δεδομένα.
Ἔτσι, στήν δύση μεταφέρθηκε ἡ ὀρθόδοξη ρωμαίϊκη παράδοση, ἀφοῦ ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ἄρχιζε ἀπό τήν σημερινή Πορτογαλία καί ἔφθανε μέχρι τήν Μέση ἤ Ἐγγύς Ἀνατολή. Ὁ Χριστιανισμός διαδόθηκε σέ ὅλους τούς δυτικούς λαούς. Ὅμως, ἀργότερα διάφορα βαρβαρικά φῦλα, κυρίως γερμανικά, τά ὁποῖα δέχθηκαν ἐπιδράσεις Χριστιανικές, ἄλλοτε ἀρειανικές καί ἄλλοτε ὀρθόδοξες, κατέβηκαν ἀπό Βορρᾶ πρός τόν Νότο καί τελικά κυρίευσαν τό δυτικό τμῆμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί ἐπέβαλαν τήν δική τους παράδοση καί ἐν πολλοῖς κατέστρεψαν μέ τήν βία Ναούς καί μνημεῖα πολιτιστικά καί θρησκευτικά.
Ὅπως ἐξελίχθηκαν τά γεωπολιτικά συμφέροντα καί οἱ πολιτικές πού ἀπορρέουν ἀπό αὐτά, πρέπει νά συνεργαζόμαστε μέ τούς δυτικούς λαούς, συμμετέχοντας στούς ὀργανισμούς τῶν δυτικῶν Κρατῶν, ἀλλά τελικά ἀπό πλευρᾶς πολιτιστικῆς καί θεολογικῆς ἡ ταυτότητά μας προσδιορίζεται καί ἐκφράζεται ἀπό τήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή» καί τήν «καθ’ ἡμᾶς Δύση». Αὐτό τό «καθ’ ἡμᾶς» εἶναι ἡ οὐσία τῆς ὑπάρξεώς μας.
Ἔτσι, ὅπως χρησιμοποιοῦμε τόν ὅρο «ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή», μποροῦμε νά χρησιμοποιοῦμε καί τόν ὅρο «ἡ καθ’ ἡμᾶς Δύση», δηλαδή νά δηλώνουμε τό πολιτιστικό ἐκεῖνο μέρος πού δέν ἐπηρεάσθηκε ἀπό τά θρησκευτικά ρεύματα τῆς «Ἄπω Ἀνατολῆς» καί ἀπό τήν νοοτροπία τῶν Φράγκων κατακτητῶν τοῦ δυτικοῦ τμήματος τῆς παλαιᾶς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.
Πολλοί, καίτοι δέν ἀγνοοῦν τά γεγονότα πού ἔχουν σχέση μέ τήν κάθοδο τῶν γερμανικῶν φύλων, κυρίως τῶν Φράγκων, πού κατέκτησαν τήν δυτική Εὐρώπη, ἰσχυρίζονται ὅτι δέν μποροῦμε νά κάνουμε λόγο σήμερα γιά Ρωμαίους καί Φράγκους στήν Δύση. Καί ὅμως, ὅταν μελετήση κανείς προσεκτικά τήν διαφορά μεταξύ τῶν Βορείων καί Νοτίων λαῶν τῆς Εὐρώπης, καθώς ἐπίσης καί τήν νοοτροπία τῶν ἀνθρώπων πού κατοικοῦν σέ ὅλα τά Κράτη τῆς σύγχρονης Εὐρώπης, ὅπως ὅταν μελετήση κανείς ἐπισταμένως καί τά ἰδεολογικά κινήματα πού ἀναπτύχθηκαν στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο, θά διαπιστώση ὅτι ὑπάρχει ἡ διαφορά μεταξύ ὀρθοδόξων Ρωμαίων καί αἱρετικῶν Φράγκων. Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἀντικείμενο τοῦ παρόντος ἄρθρου, πράγμα τό ὁποῖο ἔκανα σέ ἄλλα κείμενά μου.
Τό σημαντικό εἶναι ὅτι ὑφίστανται οἱ ὅροι «ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή» καί ἡ «ἡ καθ’ ἡμᾶς Δύση». Ἐμεῖς, ὡς Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι εἴμαστε διφυής λαός, δηλαδή ἔχουμε μέσα μας ὑπόγεια ἀνατολικά ρεύματα, ἀλλά καί ἐπιφανειακά δυτικά ρεύματα. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἰσχύει ἀπόλυτα τό σύνθημα «ἀνήκουμε στήν Δύση», οὔτε τό σύνθημα «ἀνήκουμε στήν Ἀνατολή», ἀλλά εἴμαστε οἰκουμενικοί καί συνδεόμαστε μέ διαφόρους ζωντανούς πυρῆνες θεολογίας καί πολιτισμοῦ πού ὑπάρχουν στήν Ἀνατολή καί τήν Δύση. Γι’ αὐτό δέν μποροῦν νά μᾶς καταλάβουν οἱ ἡγέτες τῶν δυτικῶν Κρατῶν, ἀλλά οὔτε καί ἐμεῖς μποροῦμε νά τούς καταλάβουμε.
Στό ἐρώτημα, λοιπόν, τί εἴμαστε: ἀνατολίτες ἤ δυτικοί, μποροῦμε νά δώσουμε τήν ἀπάντηση πού ἔδωσε ὁ ἅγιος Σάββας, πρῶτος Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Σέρβων, τόν 12ο -13ο αἰώνα.
«Στήν ἀρχή εἴχαμε σαστίσει. Ἡ Ἀνατολή μᾶς θεωροῦσε ὅτι ἀνήκουμε στήν Δύση, ἐνῶ ἡ Δύση μᾶς κατέτασσε στήν Ἀνατολή. Μέσα στήν σύγχυση αὐτή τῶν ἰδεῶν μερικοί ἀπό ἐμᾶς ἐκτίμησαν λανθασμένα τήν θέση μας καί ἰσχυρίζονταν μεγαλοφώνως ὅτι δέν ἀνήκουμε σέ καμμία πλευρά. Ἐνῶ ἀπό τούς ὑπόλοιπους μερικοί ἔλεγαν ὅτι ἀνήκουμε ἀποκλειστικά στήν μία πλευρά καί οἱ ἄλλοι στήν ἀντίθετη. Ἐγώ ὡστόσο λέγω ὅτι ἡ Μοίρα μᾶς ἔταξε νά εἴμαστε γιά τήν Δύση ἡ Ἀνατολή καί γιά τήν Ἀνατολή ἡ Δύση καί νά ἀναγνωρίζουμε πάνω ἀπό τίς κεφαλές μας μόνον τήν ἐπουράνιο Ἱερουσαλήμ καί ἐδῶ στήν γῆ κανέναν».
Ἡ δύσκολη κατάσταση πού διερχόμαστε σήμερα ὡς λαός καί ὡς Κράτος, ὅπου γίνεται συζήτηση γιά τό ποῦ ἀνήκουμε, ἄν εἴμαστε Εὐρωπαῖοι ἤ Ἀνατολίτες, ἄν ἀνήκουμε στήν Ἀνατολή ἤ στήν Δύση, δημιουργεῖ ἔντονο προβληματισμό. Πάνω στό θέμα αὐτό πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὅπως ἐξελίχθηκαν τά γεωπολιτικά συμφέροντα καί οἱ πολιτικές πού ἀπορρέουν ἀπό αὐτά, πρέπει νά συνεργαζόμαστε μέ τούς δυτικούς λαούς, συμμετέχοντας στούς ὀργα-νισμούς τῶν δυτικῶν Κρατῶν, ἀλλά τελικά ἀπό πλευρᾶς πολιτιστικῆς καί θεολογικῆς ἡ ταυτότητά μας προσδιορίζεται καί ἐκφράζεται ἀπό τήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή» καί τήν «καθ’ ἡμᾶς Δύση». Αὐτό τό «καθ’ ἡμᾶς» εἶναι ἡ οὐσία τῆς ὑπάρξεώς μας. Καί πάνω ἀπό τίς κεφαλές μας δεχόμαστε «μόνον τήν ἐπουράνιο Ἱερουσαλήμ καί ἐδῶ στήν γῆ κανέναν».
Αὔγουστος 2015
- Προβολές: 5554