Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Προφήτης Ὠσηέ, 17 Ὀκτωβρίου

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός:  Προφήτης Ὠσηέ, 17 ὈκτωβρίουὉ Προφήτης Ὠσηέ εἶναι ὁ πρῶτος ἀπό τούς δώδεκα μικρούς λεγόμενους Προφῆτες. Ἔζησε τόν 8ο αἰώνα π.Χ. Καταγόταν ἀπό τό βόρειο βασίλειο, τοῦ Ἰσραήλ, καί ἔδρασε ἐκεῖ τά τελευταῖα χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἱεροβοάμ τοῦ Β΄ (787-747 π.Χ.) μέχρι τήν καταστροφή τοῦ βασιλείου, τό 722 π.Χ. Ἡ ἐποχή στήν ὁποία ἔζησε χαρακτηρίζεται ἀπό τήν κοινωνική ἀνισότητα, τήν ἠθική κατάπτωση καί τήν πολιτική ἀστάθεια ἐξ αἰτίας τῶν πραξικοπημάτων πού ἀκολούθησαν μετά τήν βασιλεία τοῦ Ἱεροβοάμ τοῦ Β΄. Ἡ πολιτική αὐτή ἀστάθεια ἐπιδεινωνόταν ἀπό τήν ἀναζωπύρωση τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν Ἀσσυρίων γιά τήν περιοχή καί τῶν συνεχῶν πολιτικῶν καί στρατιωτικῶν ἐπεμβάσεών τους, πού ὁδήγησαν τελικά στήν κατάλυση τοῦ βορείου βασιλείου.

Τό βιβλίο τοῦ Προφήτου Ὠσηέ περιέχει τό κήρυγμα καί τά βιογραφικά στοιχεῖα του. Ἀρχίζει μέ ἀναφορά στήν ἄτυχη οἰκογενειακή ζωή του. Παντρεύτηκε κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ μιά γυναίκα μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε τρία παιδιά, στήν συνέχεια, ὅμως, αὐτή τόν ἐγκατέλειψε. Παρά ταῦτα ὁ Προφήτης τήν συγχώρησε καί τήν δέχθηκε καί πάλι, μετά ἀπό δοκιμασία. Στήν συνέχεια, περιέχεται στό βιβλίο μιά ἐκτενής προφητεία μέ τήν ὁποία ὁ λαός ἐλέγχεται γιά τήν ἀποστασία του ἀπό τόν Θεό καί ἐξαγγέλλεται καταστροφή, ἡ ὁποία, ὅμως, θά ἀποφευχθῆ, ἐάν ὑπάρξη ἀληθινή μετάνοια.

«Τό οἰκογενειακό δράμα τοῦ Προφήτη τοῦ προσφέρει τό κλειδί γιά τήν ἑρμηνεία τῶν σχέσεων Θεοῦ-Ἰσραήλ. Ὅπως ἡ σύζυγος τοῦ  Ὠσηέ, παρά τήν μεγάλη ἀγάπη πού τῆς ἔδειξε ὁ Προφήτης, τόν ἐγκατέλειψε γιά νά ἐξασφαλίση καλύτερη καί πιό ἄνετη ζωή, ἔτσι καί ὁ Ἰσραηλιτικός λαός ἐγκατέλειψε τόν ἀληθινό Θεό καί ἀναζήτησε ἀσφάλεια καί εἰρήνη στίς συμμαχίες μέ τούς Ἀσσυρίους καί τούς Αἰγυπτίους». Ἐγκατέλειψε τόν Θεό τῶν πατέρων του, στράφηκε στήν εἰδωλολατρεία καί στήριξε τήν ἐλπίδα του στά ὀχυρωματικά ἔργα. «Τά παραπάνω συνιστοῦν γιά τόν Προφήτη ἕνα εἶδος πορνείας, ἡ ὁποία ὀφείλεται στήν ἀδυναμία τοῦ λαοῦ νά συλλάβη τό πραγματικό νόημα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ».

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Πρῶτον. Τό οἰκογενειακό περιβάλλον στό ὁποῖο γεννιέται καί μεγαλώνει κανείς συμβάλλει τά μέγιστα στήν διάπλαση τοῦ χαρακτήρα του, τοῦ τρόπου συμπεριφορᾶς του καί γενικά τῆς ὅλης προσωπικότητάς του. Βέβαια, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει καί τό κοινωνικό περιβάλλον. Ὅταν μέσα στήν οἰκογένεια ὑπάρχη ἀγάπη καί κατά συνέπεια ἁρμονικές σχέσεις καί ἀλληλο-κατανόηση μεταξύ τῶν μελῶν της, τότε αὐτή ἡ ἀγάπη, ὅπως εἶναι φυσικό, διαχέεται καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους, στό κοινωνικό περιβάλλον, τό ὁποῖο ἐπηρεάζεται θετικά. Στήν ἀντίθετη περίπτωση δημιουργοῦνται συγκρούσεις μέσα στήν οἰκογένεια, ἀλλά καί κοινωνική ἀναστάτωση, ἐπειδή οἱ ἐμπαθεῖς ἄνθρωποι ἐπηρεάζουν ἀρνητικά καί τούς κοινωνικούς θεσμούς.

 

Ἡ ἰδιοτέλεια, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ προσκόλληση στούς ἐξωτερικούς τύπους δημιουργοῦν συγκρούσεις, πού φυγαδεύουν τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη ἀπό τήν οἰκογένεια καί τήν κοινωνία.

 

Ἐπίσης, εἶναι σημαντικό τό νά μάθη κανείς νά συγχωρῆ, γιατί ἔτσι δια-σφαλίζεται ἡ ὁμαλή λειτουργία τῆς οἰκογένειας καί τῆς κοινωνίας, καί ἀποφεύγονται συγκρούσεις, οἱ ὁποῖες προκαλοῦνται ἀπό τήν μανία τῆς ἐκδίκησης. Συνήθως, οἱ ἄνθρωποι θέλουμε νά μᾶς ἀγαποῦν οἱ ἄλλοι, νά μᾶς συγχωροῦν ὅταν σφάλλουμε, ἐνῶ ἐμεῖς δέν εἴμαστε πάντοτε πρόθυμοι νά κάνουμε τό ἴδιο, ἀλλά ἀποθηκεύουμε μέσα μας τό δηλητήριο τοῦ μίσους καί τῆς ἐκδίκησης, τό ὁποῖο τελικά μᾶς φθείρει καί μᾶς καταστρέφει. Ὁ Προφήτης Ὠσηέ ἀποτελεῖ πρότυπο ἀνθρώπου πού δέχεται τήν συγγνώμη καί συγχωρεῖ. Ἀλλά θά πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι συγχώρεσε μέν τήν σύζυγό του, ἀφοῦ, ὅμως, πρῶτα τήν δοκίμασε ἄν ὄντως μετανόησε εἰλικρινά, καί ἑπομένως δέν θά ὑπῆρχε κίνδυνος νά ὑποτροπιάση, δηλαδή νά ξανακάνη τά ἴδια. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, ἐπειδή ὅπως στίς σωματικές ἀσθένειες ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς ὑποτροπῆς, ἄν δέν ἔχη ὁλοκληρωθῆ ἡ θεραπεία, τό ἴδιο μπορεῖ νά συμβῆ καί στήν περίπτωση τῶν παθῶν, τά ὁποῖα ὑποτροπιάζουν, ὅταν δέν θεραπεύονται πραγματικά. Γι’ αὐτό καί ὁ ἔμπειρος ἰατρός ὑποβάλλει τόν ἀσθενή σέ ἐπώδυνη πολλές φορές δοκιμασία, προκειμένου νά θεραπευθῆ τελείως.

Δεύτερον. Ὁ ἄνθρωπος δέν πλάσθηκε γιά τά μικρά καί χαμερπῆ, ἀλλά γιά τά μεγάλα καί ὑψηλά. Δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, μέ τήν δυνατότητα νά φθάση στό καθ’ ὁμοίωση, δηλαδή στήν θέωση. Γι’ αὐτό, ὅταν δέν πραγματοποιῆ τόν σκοπό τῆς ζωῆς του, ἤτοι ὅταν δέν ἔχη κοινωνία μέ τόν Θεό, τότε δέν ὑπάρχει κάτι πού νά τόν ἱκανοποιῆ, δέν εὐχαριστιέται μέ τίποτε, δέν τόν χωράει, κυριολεκτικά, ὁ τόπος. Καί ψάχνει νά βρῆ ἐσωτερική πληρότητα καί νόημα ζωῆς στά ὑλικά ἀγαθά καί τίς αἰσθησιακές ἀπολαύσεις, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπογοητεύεται, ἀφοῦ δέν βρίσκει αὐτό πού ἀναζητᾶ. Ἔτσι, καί ὁ ἴδιος ταλαιπωρεῖται, ἀλλά ταλαιπωρεῖ καί τούς ἄλλους. Οἱ περισσότερες συγκρούσεις μέσα στήν οἰκογένεια, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ σμικρογραφία τῆς κοινωνίας, συμβαίνουν ὅταν οἱ σύζυγοι δέν ἀποδέχονται ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὅταν ἡ παρουσία τοῦ ἑνός ἐνοχλῆ τόν ἄλλον ἀντί νά τόν χαροποιῆ, ὅταν θεωροῦν ὅτι τά παιδιά πού ἀπέκτησαν δέν εἶναι αὐτά πού θά ἤθελαν νά ἔχουν ἤ πού θά τούς ταίριαζαν. Ἀντίθετα, ὅταν κανείς ἀποδέχεται καί θεωρῆ τόν σύζυγο ἤ τήν σύζυγο καί τά παιδιά του ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ, καί χαίρεται γι’ αὐτούς, εὐχαριστώντας καί δοξολογώντας τόν Θεό, τότε παραμένει ἤρεμος καί εἰρηνικός.

Ἡ ἰδιοτέλεια, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ προσκόλληση στούς ἐξωτερικούς τύπους δημιουργοῦν συγκρούσεις, πού φυγαδεύουν τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη ἀπό τήν οἰκογένεια καί τήν κοινωνία. Οἱ φαρισαῖοι τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, προσκολλημένοι στό ξηρό γράμμα τοῦ νόμου ἀγνοοῦσαν τό πνεῦμα του, πού εἶναι ἡ ἀγάπη, καί γι’ αὐτό δημιουργοῦσαν πολλά προβλήματα στούς ἀνθρώπους. Τούς φόρτωναν μέ φορτία βαρέα καί δυσβάστακτα, τά ὁποῖα, βέβαια, οἱ ἴδιοι δέν ἐπωμίζονταν οὔτε στό ἐλάχιστο. Ὁ Χριστός, ἀπαντώντας στό ἐρώτημά τους, τό ὁποῖο ἀπηύθυναν στούς μαθητές Του, «γιατί ὁ διδάσκαλός σας τρώγει μαζί μέ τούς τελῶνες καί τούς ἁμαρτωλούς;», τούς εἶπε ὅτι «δέν ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ἰατρό οἱ ὑγιεῖς, ἀλλά οἱ ἀσθενεῖς». Καί στήν συνέχεια, χρησιμοποιώντας τόν λόγο τοῦ Προφήτου Ὠσηέ «ἔλεος θέλω καί οὐ θυσίαν», ἤτοι ἀγάπη θέλω καί ὄχι τυπικές θυσίες, τούς προέτρεψε νά μάθουν τί σημαίνει αὐτός ὁ λόγος, δηλαδή νά μάθουν τήν ἀγάπη.

Ἡ βίωση τοῦ τρόπου ζωῆς πού διδάσκει ἡ Ἐκκλησία ὁδηγεῖ στήν κοινωνία μέ τόν Θεό καί τήν ἀπόκτηση τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἀπό τήν φύση της εἶναι θυσία, προσφορά, ἀλλά καί πηγή ἔμπνευσης, ἐσωτερικῆς εἰρήνης καί πνευματικῆς χαρᾶς.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3793