Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Κόνων ὁ ἐν Ἰσαυρίᾳ, 5 Μαρτίου

Ὁ ἅγιος Κόνων γεννήθηκε περί τά τέλη τοῦ 1ου αἰώνα μ.Χ. στό χωριό Βαδινή τῆς ἐπαρχίας Ἰσαυρίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἡ ὁποία βρισκόταν ἀνάμεσα στίς ἐπαρχίες Λυκαονία καί Πισιδία, καί περιελάμβανε τά μέρη γύρω ἀπό τό ὄρος Ταῦρος. (Ἀπό τήν ἐπαρχία αὐτή καταγόταν ἡ δυναστεία τῶν Ἰσαύρων, πού βασίλευσε στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τό 717 ἕως τό 797 μ.Χ.). Ὁ Κόνων ἦταν φλογερός καί διαπρύσιος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καί μέ τό φωτεινό παράδειγμά του, τόν ἐμπνευσμένο λόγο του, ἀλλά καί μέ τά θαύματα πού ἐπιτελοῦσε μέ τήν δύναμη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὁδήγησε στήν ἀληθινή πίστη ὄχι μόνον τούς γονεῖς του, Νέστορα καί Νάδα, ἀλλά καί πολλούς ἄλλους εἰδωλολάτρες. Νυμφεύθηκε μιά εὐσεβῆ νέα, ἡ ὁποία ὑπῆρξε συνεργός καί συνοδοιπόρος του στό ἱεραποστολικό ἔργο.
Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Κόνων ὁ ἐν Ἰσαυρίᾳ, 5 Μαρτίου

Κάποια ἡμέρα ὁ Κόνων ἐπισκέφθηκε ἕναν εἰδωλολατρικό ναό, κατάμεστο ἀπό κόσμο, καί ρώτησε ἕνα ἄγαλμα ἐάν εἶναι θεός. Τό δαιμόνιο πού ἦταν μέσα στό ἄγαλμα, πιεζόμενο ἀπό τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ ὁποία ἐνοικοῦσε μέσα στόν ἅγιο, ἀπάντησε ὅτι δέν εἶναι θεός, καί ὅτι μόνος ἀληθινός Θεός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τότε πολλοί εἰδωλολάτρες πίστευσαν στόν λόγο καί βαπτίστηκαν,  μέ ἀποτέλεσμα νά συλληφθῆ ὁ Κόνων καί νά βασανισθῆ σκληρά. Στήν συνέχεια, ὅμως, ἀφέθηκε ἐλεύθερος καί συνέχισε τό ἱεραποστολικό ἔργο του.

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ.

Κατά τούς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας οἱ Χριστιανοί μετέφεραν τήν τιμία Κάρα του στήν Πάφο τῆς Κύπρου, ἡ ὁποία φυλάσσεται μέχρι σήμερα στήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας τῆς Χρυσορροϊατίσσης. Ἐπίσης, στά χωριά Ἀκάμας καί Λέμπα τῆς Πάφου, τιμῶνται δύο Ἱεροί Ναοί στό ὄνομα τοῦ ἁγίου Κόνωνος.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται τήν ἰδιότητα τοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία ἀπέκτησε μέ τήν βάπτισή του, καί οὐσιαστικά διώχνη ἀπό τήν ζωή του τόν Θεό, τόν δημιουργό τῆς κτίσεως, τότε ὑποδουλώνεται στήν κτίση, τήν ὁποία εἰδωλοποιεῖ καί λατρεύει. Δημιουργεῖ ὑποκατάστατα τοῦ Θεοῦ, διάφορα εἴδωλα, τά ὁποῖα μπορεῖ νά εἶναι ὁτιδήποτε, τό ὁποῖο αὐτονομεῖται καί ἀπολυτοποιεῖται, ὅπως π.χ. ἡ οἰκογένεια (σύζυγος-παιδιά), ἡ ἐργασία, τό πολιτικό κόμμα, ἡ ποδοσφαιρική ὁμάδα ἤ ἀκόμη καί ὁ ἑαυτός του, τοῦ ὁποίου οἰκειοποιεῖται τά χαρίσματα, τά ὁποῖα ἐνῶ εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ καί θά πρέπει νά τά διαχειρίζεται μέ τέτοιο τρόπο οὕτως ὥστε νά δοξάζεται ὁ Θεός, τά χρησιμοποιεῖ γιά νά προσπορίζεται ὑλικά ὀφέλη ἤ γιά νά ἀπολαμβάνη τήν κούφια ἀνθρώπινη δόξα. Καί κάθε τί τό ὁποῖο εἰδωλοποιεῖται, στήν πραγματικότητα δαιμονοποιεῖται, ἐπειδή μέσα στά εἴδωλα κρύβονται τά δαιμόνια, τά ὁποῖα δέχονται τήν λατρεία. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος λατρεύη τά παντός εἴδους εἴδωλα, στήν πραγματικότητα λατρεύει τόν διάβολο. Καί εἶναι ὄντως τραγικό, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πλάσθηκε ἀπό τόν Θεό γιά νά βασιλεύη τῆς κτίσεως, νά φθάνη στό σημεῖο, μέ τήν παρά φύση ζωή του, νά ὑποδουλώνεται στήν κτίση, τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο. Καί τό χειρότετερο εἶναι τό νά πιστεύη ὅτι ἡ παρά φύση ζωή τῆς ἁμαρτίας εἶναι φυσικός τρόπος ζωῆς καί νά λέγη, ἀναφερόμενος στήν ἁμαρτία, ὅτι «αὐτά εἶναι φυσικά πράγματα», ἤ νά ὑποστηρίζη ὅτι φυσική ζωή εἶναι τό νά ζῆ μέσα στήν φύση.

 

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται τήν ἰδιότητα τοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία ἀπέκτησε μέ τήν βάπτισή του, καί οὐσιαστικά διώχνη ἀπό τήν ζωή του τόν Θεό, τόν δημιουργό τῆς κτίσεως, τότε ὑποδουλώνεται στήν κτίση, τήν ὁποία εἰδωλοποιεῖ καί λατρεύει.

 

Ἀλλά φυσική ζωή εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό, τήν ὁποία βίωνε ὁ ἄνθρωπος στόν Παράδεισο πρίν τήν πτώση, καί τήν ὁποία ἔχει καί τώρα τήν δυνατότητα νά βιώση μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐπειδή ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπηση, τά Πάθη, τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάστασή Του κατήργησε τά ἔργα τοῦ διαβόλου καί ἔδωσε τήν δυνατότητα στόν πεπτωκότα ἄνθρωπο νά θεραπευθῆ, καί νά γίνη φυσικός ἄνθρωπος, ἤτοι νά ἑνωθῆ μέ τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος, ὅπως τονίζει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ὡς ἄνθρωπος, «εἶναι ὁ μόνος πραγματικός φυσικός ἄνθρωπος, ἐάν ὡς φυσικόν ἄνθρωπον ἐννοῶμεν τόν ζῶντα κατά τόν ἀρχικόν προορισμόν ἄνθρωπον». Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος θεραπεύεται καί γίνεται φυσικός ἄνθρωπος, τότε ὁ λόγος του ἔχει ἐνέργεια, δύναμη, γι’ αὐτό καί ἐμπνέει, στηρίζει, παρηγορεῖ, ἀγγίζει τήν καρδιά καί σταλάζει μέσα της Χάρη, ἐλπίδα, εἰρήνη, γλυκύτητα, καί τέλος τήν μεταποιεῖ, τήν ἀλλοιώνει. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑφίσταται τήν «καλήν ἀλλοίωσιν», τότε γίνεται υἱός τοῦ Θεοῦ κατά Χάριν.

Ὑποστηρίζουν μερικοί ὅτι ὅλοι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ. Αὐτό, ὅμως, δέν εἶναι ἀλήθεια. Δέν εἴμαστε ὅλοι παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ἀσφαλῶς, ἔχουμε τήν δυνατότητα νά γίνουμε παιδιά τοῦ Θεοῦ, μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα, καί στήν συνέχεια μέ τήν μετάνοια καί τήν κατά Χριστόν ζωή. Ὁ Χριστός μακάρισε τούς εἰρηνοποιούς καί εἶπε ὅτι αὐτοί θά ὀνομασθοῦν υἱοί Θεοῦ. Αὐτό φανερώνει ὅτι παιδιά τοῦ Θεοῦ εἶναι μόνον οἱ εἰρηνοποιοί, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν δοχεῖα καθαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀφοῦ πρῶτα ἐβίωσαν ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἀναφέρονται στούς προηγουμένους μακαρισμούς τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή, ταπεινώθηκαν, πένθησαν, ἔκλαψαν γιά τίς ἁμαρτίες τους, ἔγιναν πραεῖς, πείνασαν καί δίψασαν τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί καθάρισαν τήν καρδιά τους ἀπό τά πάθη καί τούς πονηρούς καί ἀκάθαρτους λογισμούς.

Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος τονίζει σαφέστατα ὅτι παιδιά τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτοί πού δέχθηκαν τόν Χριστό καί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀσφαλῶς καί μέ τόν προσωπικό τους ἀγώνα, ἀναγεννήθηκαν πνευματικά. Λέγει: «Εἰς τά ἴδια ἦλθε (ὁ Χριστός), καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον. ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τό ὄνομα αὐτοῦ, οἵ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἀλλ᾿ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν». Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀναφερόμενος στήν θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ, τόν ὁποῖον, ἀφοῦ χάλασαν τήν στέγη, κατέβασαν μπροστά στόν Χριστό γιά νά τόν θεραπεύση, λέγει ὅτι ὁ Χριστός τοῦ συγχώρεσε τίς ἁμαρτίες του καί στήν συνέχεια τόν ἀπεκάλεσε «τέκνον». Τοῦ ἔδωσε, δηλαδή, τό χάρισμα τῆς υἱοθεσίας. Λέγει: «Ὤ μακαρίας προσηγορίας! Τέκνον ἀκούει καί υἱοποιεῖται τῷ οὐρανίῳ Πατρί, καί προσκολλᾶται τῷ ἀναμαρτήτῳ Θεῷ, ἀναμάρτητος παραχρῆμα καί αὐτός γεγονώς διά τῆς τῶν ἡμαρτημένων ἀφέσεως».

Ὅλοι ἔχουμε τήν δυνατότητα νά γίνουμε φυσικοί ἄνθρωποι καί παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ νά τό ἐπιθυμοῦμε καί νά ἀγωνιζόμαστε γι’ αὐτό.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3107