Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ἅγιοι Λουκιλλιανός, Παύλη καί τά νήπια Κλαύδιος, Ὑπάτιος, Παῦλος καί Διονύσιος, 3 Ἰουνίου

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς:  Ἅγιοι Λουκιλλιανός, Παύλη καί τά νήπια Κλαύδιος, Ὑπάτιος, Παῦλος καί Διονύσιος, 3 ἸουνίουὉ ἅγιος Λουκιλλιανός ἔζησε τόν 3ο αἰώνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπό τήν Νικομήδεια καί ἦταν ἱερέας τῶν εἰδώλων. Καί ἐνῶ τά περισσότερα χρόνια τῆς ζωῆς του κύλισαν μέσα στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρείας, στάς δυσμάς τοῦ βίου του ἀξιώθηκε νά δῆ τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης νά ἀνατέλλη μέσα στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς του, νά τοῦ φωτίζη τό σκότος, καί νά τόν ἀναγγενᾶ. Ἐπειδή ἦταν ἀγαθός καί καλοπροαίρετος ἄνθρωπος, δέχθηκε τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, γνώρισε τό Φῶς τό ἀληθινό, τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος κατηύθυνε τά διαβήματά του «πρός ἐργασίαν τόν ἐντολῶν Του». Ὅταν ἄκουσε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καί τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου» καί «ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή», τότε ἔγινε μέσα του ἰσχυρός σεισμός, ὁ ὁποῖος γκρέμισε σάν χάρτινο πύργο τίς εἰδωλολατρικές του πεποιθήσεις καί τοῦ ἄνοιξε τόν δρόμο πρός τήν «ἀλήθεια καί τήν ζωήν». Ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ τοῦ «διήνοιξεν τόν νοῦν» καί ἔτσι μπόρεσε νά διακρίνη τό φῶς ἀπό τό σκοτάδι, τήν ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη, τό γνήσιο ἀπό τό κάλπικο. Ζήτησε νά μάθη περισσότερα γιά τήν ἀληθινή πίστη, καί μετά τήν κατήχηση καί τήν βάπτισή του ἔγινε διαπρύσιος κήρυκας τοῦ Εὐαγελίου. Συνελήφθη, ὁμολόγησε μέ παρρησία τήν πίστη του στόν Χριστό καί μετά τά σκληρά βασανιστήρια στά ὁποῖα ὑπεβλήθη, ρίχθηκε στήν φυλακή. Ἐκεῖ  συνάντησε τέσσερα νήπια, τόν Κλαύδιο, τόν Ὑπάτιο, τόν Παῦλο καί τόν Διονύσιο, τά ὁποῖα προφανῶς συνελήφθησαν μαζί μέ τούς γονεῖς τους. Καί ἐπειδή ἔλεγαν συνεχῶς ὅτι εἶναι Χριστιανοί, γι’ αὐτό τά φυλάκισαν καί στήν συνέχεια τά ἀποκεφάλισαν. Ἔτσι, συγκαταλέχθηκαν καί αὐτά στόν χορό τῶν μαρτύρων.

Ἡ Παύλη ἦταν «γυνή ἀνδρεία», Χριστιανή παρθένος, ἡ ὁποία τόλμησε καί περισυνέλεξε τό σῶμα τοῦ μάρτυρος Λουκιλλιανοῦ, ὅταν τόν ἀποκεφάλισαν, καί τό ἐνταφίασε. Ὅταν ἔγινε ἀντιληπτή ἡ πράξη της συνελήφθη, ὁμολόγησε μέ παρρησία τήν πίστη της καί ὑπέμεινε μέ θαυμαστή ὑπομονή τά ἀπάνθρωπα βασανιστήρια, καθώς καί τόν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο, καί ἔτσι ἔλαβε καί αὐτή τό ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Γιορτάζουν δέ καί οἱ ἕξι τήν ἴδια ἡμέρα.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τους μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό ἐκ τοῦ μηδενός, «ἐκ μή προϋπαρχούσης ὕλης», γιά νά ζῆ αἰώνια μέσα στήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Καί δέν ἐπανέρχεται στήν ἀνυπαρξία μετά τόν θάνατό του, ἀλλά ἐξακολουθεῖ νά ζῆ, ἀφοῦ ἡ ψυχή του εἶναι ἀθάνατη -ὄχι βέβαια ἀπό τήν φύση της, ἀλλά ἐπειδή ἔτσι τό θέλει ὁ Θεός- καί τό σῶμα του θά ἀναστηθῆ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

 

Ὁ σύγχρονός μας ἅγιος Παΐσιος, ὅπως καί πολλοί ἄλλοι ἅγιοι, ἀξιώθηκε νά δῆ τήν Παναγία, καί ἁγίους καί νά συνομιλήση μέ αὐτούς. Μεταξύ τῶν ἁγίων πού τοῦ ἐμφανίσθηκαν συγκαταλέγεται καί ὁ ἅγιος Λουκιλλιανός.

 

Ὁ θάνατος δέν εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Καί ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του, τά Πάθη, τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάστασή Του ἐπάτησε τόν θάνατο καί κατήργησε «τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστι τόν διάβολον», καί ἔτσι ἔδωσε τήν δυνατότητα στόν ἄνθρωπο νά βιώση ἀπό τόν παρόντα βίο τήν αἰώνια ζωή, ἡ ὁποία συνδέεται μέ τήν γνώση τοῦ Θεοῦ καί τήν ἕνωση μαζί Του. Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν δυνατότητα μέ τήν μυστηριακή ζωή, τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία καί τήν προσευχή, νά νικήση τά πάθη του, τόν διάβολο καί τόν θάνατο καί μετά τήν ἔξοδό του ἀπό τόν παρόντα βίο νά βιώση, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, τό «ἀεί εὖ εἶναι» καί ὄχι τό «ἀεί φεῦ εἶναι», ἤτοι νά βιώση τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ ὡς φῶς πού θά τόν φωτίζη (Παράδεισος), γιά τήν ἐσωτερική του καθαρότητα, καί ὄχι ὡς φωτιά πού θά τόν καίη (Κόλαση), λόγῳ τῆς ἀμετανοησίας του καί τῆς ἐσωτερικῆς του ρυπαρότητας.

Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, μετά τήν ἔξοδό τους ἀπό τόν παρόντα βίο ζοῦν μέσα στό Φῶς τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύουν καί προστατεύουν ὅσους προσεύχονται καί ἐκζητοῦν τίς πρεσβεῖες τους, ἀλλά καί ἐμφανίζονται καί συνομιλοῦν μέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν τήν δυνατότητα νά τούς δοῦν καί νά τούς ἀκούσουν. Ὁ σύγχρονός μας ἅγιος Παΐσιος, ὅπως καί πολλοί ἄλλοι ἅγιοι, ἀξιώθηκε νά δῆ τήν Παναγία, καί ἁγίους καί νά συνομιλήση μέ αὐτούς. Μεταξύ τῶν ἁγίων πού τοῦ ἐμφανίσθηκαν συγκαταλέγεται καί ὁ ἅγιος Λουκιλλιανός, ὁ ὁποῖος τόν ἐπισκέφθηκε μαζί μέ τόν ἅγιο Παντελεήμονα. Ὅταν ὁ ἅγιος Παΐσιος μετακόμισε  στό κελλί «Παναγούδα», στό ὁποῖο πέρασε τά τελευταῖα χρόνια τοῦ ἐπιγείου βίου του, τήν πρώτη ἡμέρα δέν πρόλαβε νά βγάλη τά βιβλία του ἀπό τά κουτιά. Καί τό βράδυ, ἐπειδή δέν εἶχε ἠλεκτρικό ρεῦμα, ἔψαξε μέ τόν φακό, ἀλλά δέν μπόρεσε νά βρῆ τό μηναῖο τοῦ Ἰουνίου, γι’ αὐτό καί ἔκανε τίς ἀκολουθίες του μέ κομποσχοίνι. Καί ἐπειδή ἤθελε νά προσευχηθῆ στούς ἁγίους πού γιόρταζαν ἐκείνη τήν ἡμέρα (3 Ἰουνίου), καί δέν θυμόταν ποιοί εἶναι αὐτοί, γιά νά τούς ἀναφέρη ὀνομαστικά, τούς μνημόνευσε ἁπλῶς ὡς ἁγίους τῆς ἡμέρας.

Κάποια στιγμή ἐκεῖ πού προσευχόταν τόν ἐπισκέφθηκε στό κελλί του ὁ ἅγιος Παντελεήμων συνοδευόμενος ἀπό κάποιον ἄλλον ἅγιο, τόν ὁποῖο ὁ ἅγιος Παΐσιος δέν γνώριζε. Καί ὅταν ἐρώτησε τό ὄνομά του, ἐκεῖνος ἀπάντησε Λουκιλλιανός. Ὁ ἅγιος Παΐσιος τόν ἐρώτησε καί πάλι λέγοντάς του, «Λουκιανός»; Ἐκεῖνος ἐπανέλαβε τό ὄνομά του, ἀλλά ἐπειδή καί πάλι δέν ἔγινε ἀντιληπτό ἀπό τόν ἅγιο Παΐσιο, ὁ ὁποῖος κατάλαβε ὅτι τοῦ εἶπε «Λογγίνος», τότε ὁ ἅγιος Λουκιλλιανός τό ἐπανέλαβε ἀργά καί συλλαβιστά. Ὅταν, ἀργότερα, ὁ ἅγιος Παΐσιος διάβασε τόν βίο τοῦ μάρτυρος αὐτοῦ ἔμεινε ἔκπληκτος, ἀλλά χάρηκε καί ἀπό τό γεγονός ὅτι στό παλαιό συναξάριο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων ἀναγραφόταν ὅτι ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Λουκιλλιανοῦ ἐπιτελεῖτο τήν 27η Φεβρουαρίου, ἡμέρα κατά τήν ὁποία τοῦ ἐμφανίσθηκε ἡ ἁγία Μεγαλομάρτυς Εὐφημία.

Ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό ἐκφράζεται μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του, ὅπως τό εἶπε ὁ Ἴδιος: «Ἐάν ἀγαπᾶτέ με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε». Καί ἡ φιλία μέ τήν Θεοτόκο καί τούς ἁγίους πραγματοποιεῖται μέ τήν προσευχή σέ αὐτούς, ἀλλά καί μέ τήν ἐναρμόνιση τοῦ βίου καί τῆς πολιτείας μας σύμφωνα μέ τόν δικό τους βίο καί τήν δική τους πολιτεία. Καί γιά νά χρησιμοποιήσω τόν λόγο τοῦ ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, μέ τήν ρύθμιση τῆς πνευματικῆς κεραίας μας, οὕτως ὥστε νά ἐκπέμπη στό ἴδιο μῆκος κύματος μέ τούς ἁγίους.

Ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει ποτέ τά δημιουργήματά του, πολύ δέ περισσότερο τόν ἄνθρωπο, πού τόν δημιούργησε μέ ἰδιαίτερη φροντίδα, καί προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά τόν ὁδηγήση στήν μετάνοια καί τήν σωτηρία, ἀρκεῖ, βέβαια, νά τό θέλη καί ἐκεῖνος, καί νά ἀνταποκρίνεται στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3436