Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοὶ: Προϋποθέσεις γιά νά δεχθοῦμε τόν Χριστό

τοῦ Πρωτ. Θωμᾶ Βαμβίνη

Τό ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πλούσιο σέ ἐκκλησιολογικό ὑλικό. Τά Δεσποτικά καί Θεομητορικά γεγονότα, ἀλλά καί οἱ μνῆμες τῶν ἁγίων, μᾶς δείχνουν τό χριστολογικό θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἀφετηρία της, τήν ἐν τῷ κόσμῳ ζωή της, πρό καί μετά τήν σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, μέ τήν προβολή τοῦ βίου καί τῆς πολιτείας τῶν ζωντανῶν μελῶν της, δικαίων, Προφητῶν, Ἀποστόλων, ἁγίων Πατέρων, ὁσίων καί μαρτύρων τῆς πίστεως, πού μᾶς ἐξαγγέλλουν, μέ πολλά τεκμήρια, τήν ἐπηγγελμένη προοπτική της.  

Ὁ «μήν Ἰούνιος», μέ τήν εὐαισθησία πού μᾶς ἐπέβαλε ἡ συγκυρία τῶν συνοδικῶν διαβουλεύσεων, μᾶς ἀποκάλυψε στά συναξάρια καί τήν ὑμνολογία του κοίτασμα πολύτιμης ἐκκλησιολογικῆς διδασκαλίας. Παρακάμπτοντας τίς μεγάλες ἑορτές τοῦ Πεντηκοσταρίου καί τίς ἀποστολικές ἑορτές Πέτρου καί Παύλου καί τῆς Σύναξης τῶν ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων, θά σταθοῦμε σέ ἕνα ἐκκλησιολογικό κοίτασμα, πού δέν εἶναι τόσο ἐμφανές, εἶναι ὅμως πολύ σημαντικό, γιατί μέσα ἀπό τήν πατερική ἐπεξεργασία τῶν στοιχείων του μπορεῖ κανείς νά καρπωθῆ βασικές προϋποθέσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Διαβάζουμε, λοιπόν, στό μηναῖο τοῦ Ἰουνίου: «Τῇ 24ῃ τοῦ αὐτοῦ μηνός, τό  Γενέθλιον ἑορτάζομεν τοῦ τιμίου καί ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου». Στό σύντομο συναξάριο πού ἀκολουθεῖ, τό ὁποῖο συνοπτικά ἀναφέρεται στήν «ἐξ ἐπαγγελίας» γέννηση τοῦ Προδρόμου, σέ ἕνα σημεῖο γράφει: «Διό καί Ἄγγελοι τοῖς ἀνθρώποις σήμερον συναγάλλονται, καί πᾶσα κτίσις χαρᾶς καί εὐφροσύνης πεπλήρωται». Ἡ γέννηση τοῦ Προδρόμου ἑνώνει στήν χαρά καί τήν ἀγαλλίαση ἀγγέλους καί ἀνθρώπους, ὅλη τήν ὁρατή καί ἀόρατη κτίση, ὅλη τήν ὁρατή καί ἀόρατη Ἐκκλησία, τήν Μία Ἐκκλησία ἀγγέλων καί ἀνθρώπων.

Ἡ ἀόρατη Ἐκκλησία στήν ὁποία ἀναφερόμαστε δέν εἶναι ἡ ἀσαφής ἀόρατη ἐκκλησία τῶν Προτεσταντῶν, ἡ ὁποία σύμφωνα μέ τήν Αὐγουστιαία Ὁμολογία δέν ἔχει συγκροτημένη ἱεραρχική δομή, ἀλλά ἀπαρτίζεται ἀπό κάποιους ἐκλεκτούς, πού γνωρίζει μόνον ὁ Θεός, οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν σέ ὅλες τίς ὁρατές «ἱστορικές ἐκκλησίες» ὅλων τῶν ἐποχῶν. Δέν διαχωρίζουμε τήν ἀόρατη Ἐκκλησία ἀπό τήν ὁρατή, τήν πνευματική ἀπό τήν ἱστορική διάστασή της. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία. Δέν ἀσχολούμαστε οὔτε μέ τό ψευδοπρόβλημα τῆς ταύτισης ἤ τῆς μή ταύτισης τῶν κανονικῶν καί τῶν χαρισματικῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ὑπάρχει ἡ σύμπασα κτίση. Ἡ Οἰκουμένη ὑπάρχει γιατί θέλει ὁ Θεός νά ὑπάρχη, καί ἡ θέλησή Του εἶναι οὐσιώδης ἄκτιστη ἐνέργεια. Δέν εἶναι ὅμως ὅλη ἡ Οἰκουμένη Ἐκκλησία. Δέν εἶναι οἱ Ἰνδουϊστές, οἱ Βουδιστές, οἱ Μουσουλμάνοι μέλη τῆς Μίας Ἁγίας Ἐκκλησίας, καί ἄς ὑπάρχουν ἐπειδή θέλει ὁ Θεός ὡς αὐτεξούσιοι ἄνθρωποι νά ὑπάρχουν καί ἐνεργεῖ γιά νά ὑπάρχουν.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μυστήριο. «Συνδεδεμένη μέ τόν Χριστό καί ἀποτελοῦσα τό Σῶμα Του, δέν εἶναι μιά ἀνθρώπινη ὀργάνωση, ἀλλά ὁ Θεανθρώπινος Ὀργανισμός. Συγχρόνως ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι, ὅπως συνήθως λέγεται, τό μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τό πραγματικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ οἱ Χριστιανοί, πού εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι τά πραγματικά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ»(Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος). Στήν Μία Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός, ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας», οἱ ἄγγελοι, τά πνεύματα τῶν ἁγίων, τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐσεβῶς κεκοιμημένων καί ὅλοι οἱ ζῶντες, πού ἔλαβαν τό ὀρθόδοξο Βάπτισμα καί ἀγωνίζονται νά ζοῦν σύμφωνα μέ τήν ὁμολογία πού ἔδωσαν διά τοῦ ἀναδόχου τους πρίν ἀπό τήν βάπτισή τους, ἀναζωπυρώνοντας μέ τήν ἄσκηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν τήν χάρη τῶν μυστηρίων πού δέχθηκαν.

Εἶναι χαρακτηριστικό ἕνα τροπάριο τό ὁποῖο ἀναφέρεται στήν Μία, ὁρατή καί ἀόρατη Ἐκκλησία, στό ὁποῖο ὁ ὑμνωδός λέει ὅτι μέ τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ «μία ποίμνη γέγονεν Ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, καὶ μία Ἐκκλησία». Τήν ἴδια ἀλήθεια διατυπώνει ὁ συναξαριστής τῆς Ἐκκλησίας στό Γενέθλιο τοῦ Προδρόμου. Μᾶς δείχνει ὅτι, ὅπως ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ ἀγάλλονται μέ τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, παρομοίως ἀγάλλονται μέ τόν Πρόδρομο τοῦ Χριστοῦ, τόν «κατασκευαστή» τῆς ὁδοῦ Του πρός τούς ἀνθρώπους, αὐτόν πού προετοίμασε τόν λαό, ὥστε νά γίνη ἱκανός νά ἀκούση τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί νά τόν δεχθῆ ὡς Θεό ἀληθινό. Γι’ αὐτό, σύμφωνα μέ τόν ὑμνωδό, ὁ βλαστός τοῦ Ζαχαρία «εὐφραίνει νοητῶς, τὰς διανοίας τῶν πιστῶν».

Ὁ Πρόδρομος Ἰωάννης προετοίμαζε τούς ἀνθρώπους νά δεχθοῦν τό βάπτισμα τοῦ Πνεύματος καί νά γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Στήν δράση του μπορεῖ νά δῆ κανείς τίς προϋποθέσεις τῆς εἰσόδου στήν Ἐκκλησία, τίς προϋποθέσεις γιά νά δεχθῆ κανείς καί νά κρατήση ἐνεργοῦσα τήν χάρη τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος. Αὐτά πού δίδασκε στό λαό τοῦ Ἰσραήλ τά χρειάζεται καί ὁ λαός τῆς Ἐκκλησίας. Ἀποτελοῦν ἀφυπνιστικές ὑπομνήσεις γιά τήν διαφύλαξη τοῦ μεγάλου θησαυροῦ τοῦ ὀρθοδόξου Βαπτίσματος, τό ὁποῖο (οἱ πολλοί) λάβαμε «ὡς ἀναισθητοῦντα βρέφη», χωρίς ἴσως νά τό ἐνεργοποιήσουμε μέ τήν ἐν Χριστῷ ζωή μας.

Στό τρίτο κεφάλαιο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου περιέχεται τό κήρυγμα τοῦ Προδρόμου. Ὁ Εὐαγγελιστής ἀνατρέχει στόν προφήτη Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος «οὐκ ἠγνόησε τῶν Ἰωάννου κηρυγμάτων τόν σκοπόν»(ἅγιος Κύριλλος), γι’ αὐτό ἔλεγε: «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Ἡ πνευματική πορεία τῶν Ἰσραηλιτῶν ἔμοιαζε μέ πορεία σέ κάποιους δύσβατους δρόμους, πού ἀνέβαιναν σέ βουνά καί κατηφόριζαν σέ φαράγγια καταλήγοντας σέ γκρεμούς. Αὐτό συνέβαινε «διά τό κρατεῖσθαι τόν ἁπάντων νοῦν κοσμικαῖς ἐπιθυμίαις» (ἅγιος Κύριλλος). Τό κήρυγμα τοῦ Προδρόμου, πού καλοῦσε σέ μετάνοια, προμήνυε ὅτι μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ θά γεμίσουν καί θά καλυφθοῦν τά φαράγγια καί θά χαμηλώσουν τά βουνά καί θά γίνη ὁ δρόμος εὐθύς καί λεῖος, δηλαδή ὁμαλός. Αὐτή, ὅμως, ἡ εὐκολία τῆς ὁδοῦ (τό «ἐλαφρό φορτίο») ἀφοροῦσε μόνον ὅσους θά δέχονταν τόν Χριστό. Γι’ αὐτό ὁ Τίμιος Πρόδρομος καλοῦσε τόν λαό, ὄχι ἁπλῶς νά μετανοήση, ἀλλά νά δώση καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας, πρῶτος ἀπ’ τούς ὁποίους, κατά τόν ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας, εἶναι «ἡ εἰς Χριστόν πίστις» καί μαζί μέ αὐτήν «ἡ εὐαγγελική πολιτεία», καί γενικά τά ἀντίθετα πρός τήν ἁμαρτία ἔργα τῆς δικαιοσύνης.

Γι’ αὐτό ὁ Πρόδρομος ἐφιστοῦσε τήν προσοχή τῶν Ἰσραηλιτῶν σέ τρία πράγματα. Πρῶτον, νά μήν ἐπαναπαύονται στό ὅτι εἶναι ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ. Νά μήν ὑπερηφανεύονται, δηλαδή, γιά τήν καταγωγή τους, γιά τούς προγόνους τους, ἀλλά νά ἔχουν τήν ἀρετή, τήν πίστη καί τά ἔργα τοῦ Ἀβραάμ. Διότι «τήν ἐν ἤθει καί τρόποις συγγένειαν ζητεῖ ὁ Θεός». Δεύτερον, τούς ἐπεσήμαινε ὅτι ἤδη «ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται». Τούς δημιουργοῦσε ἱερή ἀνησυχία καί θεραπευτικό φόβο. Ἡ κοφτερή σάν πέλεκυς ὀργή ἔλεγε ὅτι εἶναι κοντά στήν ρίζα τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ἡ ἀποκοπή, δηλαδή, τοῦ λαοῦ ἀπό τίς εὐλογίες τῶν Δικαίων καί τῶν Προφητῶν καί οἱ ταλαιπωρίες πού θά ἀκολουθήσουν αὐτήν τήν ἀποκοπή εἶναι κοντά. Ἡ «ἀξίνη» ὅμως, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος, δέν χτυποῦσε τήν ρίζα, ἀλλά ἦταν κοντά στήν ρίζα, ἐπειδή τελικά κόπηκαν κάποια κλαδιά, ἀλλά τό δένδρο τοῦ Ἰσραήλ δέν ξερριζώθηκε. Σώθηκε τό ὑπόλειμμα τοῦ λαοῦ, οἱ Ἀπόστολοι καί τά μέλη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, πού ξεπέρασαν τήν σκιά τοῦ νόμου, κατήργησαν τούς τύπους καί ἀναγνώρισαν στόν Χριστό τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ. Καί τρίτον, τούς ἔδειχνε πρακτικά τί σημαίνει ἄσκηση τῆς μετανοίας: «Ὁ ἔχων δύο χιτῶνας» νά δίνῃ «τῷ μὴ ἔχοντι», καὶ αὐτός πού ἔχει φαγητά νά κάνη τό ἴδιο. Οἱ τελῶνες νά μήν εἰσπράττουν ἀπό πλεονεξία πέρα ἀπό τό διατεταγμένο κέρδος καί οἱ στρατιῶτες νά μή συκοφαντοῦν καί νά μήν ἐκβιάζουν κανένα, ἀλλά νά ἀρκοῦνται στούς μισθούς τους. Κήρυττε φιλαλληλία, συμπάθεια, δικαιοσύνη· φυσικές ἀρετές στόν λογικό ἄνθρωπο.

Μέ αὐτά ὁ Πρόδρομος τούς βοηθοῦσε νά μήν εἶναι νωθροί στήν πίστη καί τήν ἀρετή. Τούς ξυπνοῦσε τήν συνείδηση, τούς ξεθόλωνε τόν νοῦ καί τούς ἄναβε τόν πόθο γιά τόν ἐρχόμενο Μεσσία.

Κι ἐμεῖς δέν ἀρκεῖ νά λεγόμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί νά μιλοῦμε μέ πομπώδεις ἐκκλησιαστικές ἐκφράσεις, ὑπερηφανευόμενοι (λεκτικά) γιά τήν θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων μας. Χρειάζεται νά ἔχουμε τό ἦθος, τόν τρόπο καί τήν πίστη τῶν ἁγίων Πατέρων μας. Νά μή τούς συντηροῦμε στίς βιβλιοθῆκες ὡς θαυμαστά μουσειακά ἐκθέματα τοῦ ἐνδόξου παρελθόντος μας, ἀλλά νά τούς προσλαμβάνουμε ὡς φορεῖς τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, ἀπεσταλμένους τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχουν «ρήματα ζωῆς».

Πιό σημαντικό ἀπό τό νά στοχαζόμαστε δικανικά ἤ κοινωνιολογικά γιά τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά μελετοῦμε τόν προδρομικό τρόπο πού μᾶς ἱκανώνει νά δεχθοῦμε τόν Χριστό ὡς Θεό καί νά γίνουμε ἐνεργά μέλη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματός Του.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 3004