Ἀναφορά στόν δημόσιο διάλογο γιά τήν Σύνοδο τῆς Κρήτης, μιά ἀπάντηση στόν καθηγητή Θεόδωρο Γιάγκου
Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Διάβασα τό κείμενο τοῦ κ. Θεόδωρου Γιάγκου μέ τίτλο «Πτυχές πού ἀποσιωπήθηκαν στόν δημόσιο διάλογο περί τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου (Β΄ μέρος)», καί τά ὅσα ἀναφέρονται σέ ἐμένα. Παρατηρῶ ὅτι ὁ ἀρθρογράφος λέει μερικές ἀλήθειες, ἀλλά συγχρόνως συγχέει τά πράγματα.
1. Πρός τό τέλος τῶν ὅσων γράφει γιά ἐμένα, ἀναφέρεται στό ὅτι στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ἀνεγνώρισα ὅτι τό κείμενο στό ὁποῖο γινόταν ἀναφορά στό ἀνθρώπινο πρόσωπο συντάχθηκε τό 1986, ὅταν ὁ Μητροπολίτης Περγάμου δέν ἦταν οὔτε Πρόεδρος οὔτε μέλος τῆς διασκέψεως ἐκείνης. Ἀλλά μέχρι νά τό γράψη αὐτό ἀφήνει κάποιο κενό ὡς πρός τήν σκοπιμότητά μου.
Ἀπό τήν ἀρχή τῆς παρεμβάσεώς μου στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης ἐπεσήμανα αὐτήν τήν πραγματικότητα, γιά νά μή δημιουργηθῆ καμμία παρεξήγηση. Εἶπα, δηλαδή, ὅτι τά ὅσα θά ἀνέπτυσσα στήν συνέχεια δέν ἀναφέρονταν στόν Μητροπολίτη Περγάμου Ἰωάννη, ἐπειδή τό 1986 δέν ἦταν Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς οὔτε μέλος. Καί αὐτό τό εἶπα, ἐκτός τῶν ἄλλων, γιατί τά περί προσώπου μέ τήν φιλοσοφική ἔννοια τοῦ ὅρου ἀναπτύχθηκαν ὡς μιά ὁλόκληρη θεολογία ἀπό πολλούς θεολόγους.
2. Ὁ κ. Θεόδωρος Γιάγκου, γράφοντας ἐπιλεκτικά, δέν ἀναφέρθηκε στά ἐπιχείρηματα τά ὁποῖα ἀνέπτυξα στήν Σύνοδο, στήν ὁποία ἀνέφερα τήν ἄποψη τοῦ Λόσκυ ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ποτέ δέν ἀνέπτυξαν τά περί προσώπου στήν ἀνθρωπολογία καί ὅτι αὐτή ἡ ἄποψη ἐπεκράτησε σήμερα ἀπό τήν δυτική φιλοσοφία, σχολαστική καί ὑπαρξιακή, καί τόν Γερμανικό ἰδεαλισμό.
Ἐπίσης, δέν ἀναφέρθηκε στήν ἐπισήμανση πού ἔκανα ὅτι τό κείμενο τοῦ 1986 συνέδεε τό πρόσωπο μέ τό κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωση Θεοῦ, πού θά μποροῦσα νά τό ἀποδεχθῶ, ὅπως σαφῶς τό διδάσκει ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, ἀλλά τό πρόβλημα εἶναι ὅτι στό διάστημα μεταξύ τοῦ 2014 καί 2016 ἀπό τήν εἰδική Διορθόδοξη Ἐπιτροπή Ἀναθεωρήσεως τῶν κειμένων, τό πρόσωπο συνδέθηκε μόνο μέ τό κατ' εἰκόνα καί ἀφαιρέθηκε τό καθ' ὁμοίωση.
Ὁ κ. Γιάγκου στό διάλειμμα τῆς Συνόδου μοῦ ἔδωσε τήν ἐξήγηση ὅτι αὐτό ἔγινε μέ τήν παρέμβαση τῶν Ρώσων. Δέν μέ ἐνδιέφερε ποιός παρενέβη, ξέρω ἄλλωστε μερικές ἄλλες λεπτομέρειες, ἀλλά μέ ἐνδιαφέρει τό ὅτι πράγματι στό κείμενο ὡς πρός τό θέμα αὐτό ὑπῆρξε μιά σημαντική διαφοροποίηση ἀπό τό κείμενο τοῦ 1986.
Διευκρινίζοντας τό θέμα, θέλω νά σημειώσω ὅτι ἀπό ἔρευνα πού ἔχω κάνει, ἔχω διαπιστώσει ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου στήν ἐποχή μας ξεκίνησε ἀπό μιά φιλοσοφική ἀναζήτηση, ἔφθασε στήν Τριαδολογία, ἀπό κεῖ προχώρησε στήν ἀνθρωπολογία καί τελικά κατέληξε στήν Ἐκκλησιολογία, πράγμα τό ὁποῖο δέν γίνεται στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Ἑπομένως, ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου διαφέρει ἀπό ἐποχή σέ ἐποχή, ὁ δέ τρόπος πού χρησιμοποιεῖται σήμερα εἶναι θέμα τῶν τελευταίων δεκαετιῶν. Δηλαδή, τό περιεχόμενο τῆς ἔννοιας του προσώπου ἔχει ἀλλάξει οὐσιαστικά καί αὐτό δέν ἀνιχνεύεται στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τέτοιου εἴδους ἀναγωγές δέν ἐπιτρέπονται ἀπό τήν ὅλη μας ἐκκλησιαστική παράδοση.
3. Μετά τήν ἀνάπτυξη τῶν θέσεών μου, ὁ ἴδιος ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, πρός τιμήν του, πρότεινε νά σβησθῆ ἀπό τό κείμενο ἡ πρόταση τήν ὁποία εἶχε ἐπισημάνει ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἀνέπτυξα στήν παρέμβασή μου, δηλαδή ἡ φράση «... τόσον ὡς συγκεκριμένον φορέα τῆς εἰκόνος τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, ὅσον καί ὡς κοινωνίαν προσώπων ἀντανακλώντων κατά χάριν διά τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους τήν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι ζωήν καί κοινωνίαν τῶν θείων προσώπων,...».
Νομίζω, λοιπόν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐπέτυχε στό θέμα αὐτό, διότι διεγράφησαν ἀπό τό κείμενο ὅλα τά σχετικά περί τῆς ὀντολογίας τοῦ προσώπου στόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο, ὅπως ἀναπτύσσονται ἀπό τήν σύγχρονη φιλοσοφία, καί παρέμεινε μόνον ἡ λέξη πρόσωπο ὡς λέξη χωρίς τήν ἐννοιολογική της διαστρέβλωση.
4. Στό κείμενό μου «Λίγο μετά τήν "Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο"» ἀφοῦ ἐπεσήμανα ἐξ ἀρχῆς ὅτι θά κατέγραφα τίς «πρῶτες παρατηρήσεις μου», «χωρίς νά ἐξαντλῶ τό μεγάλο αὐτό θέμα», ἔγραφα ἐπί λέξει:
«Ὁμίλησα μέσα στά περιοριστικά πλαίσια τοῦ χρόνου γιά τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, τήν Ὀρθόδοξη Διασπορά, τό αὐτόνομο, τήν νηστεία, γιά τίς ἐκκλησιολογικές συνέπειες τῶν μικτῶν γάμων, καί γιά τήν Ἐκκλησία. Μέ τήν πρώτη εὐκαιρία θά δημοσιευθοῦν αὐτές οἱ σύντομες καί περιεκτικές παρεμβάσεις μου. Στήν ἑνότητα αὐτή θά ἐκτεθοῦν τά ὅσα εἶπα γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέ σχέση μέ τούς ἑτεροδόξους, γιατί νομίζω ὅτι αὐτό ἦταν τό κεντρικό θέμα τῆς Συνόδου αὐτῆς».
Κατόπιν τούτου, εἶναι ἐκτεθειμένος ὁ κ. Γιάγκου ὅταν γράφη ὅτι «ουδέποτε όμως πληροφόρησε (ὁ Ναυπάκτου) το ευρύ κοινό την αλήθεια περί του ζητήματος».
Πάντως, κατά τήν διάρκεια τῶν συζητήσεων καί στά ἕξι κείμενα ἐξέθετα τίς ἀπόψεις μου καί φυσικά καί γιά τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, πού θά δημοσιευθοῦν σέ κάποιο ἑπόμενο κείμενο. Ἑπομένως, δέν τελείωσα ἀκόμη τήν καταγραφή τῶν ἀπόψεών μου γιά τήν Σύνοδο αὐτή.
5. Ὁ κ. Γιάγκου προσπαθεῖ νά συνδέση ὅλη τήν κριτική πού ἔκανα γιά τήν φράση «ἀνθρώπινο πρόσωπο» στό κείμενο μέ τήν κριτική πού ἔκανα πρίν λίγους μῆνες στόν Μητροπολίτη Περγάμου. Ὅμως, νομίζω κακῶς μερικοί συνέδεσαν τά δύο θέματα. Πρέπει νά ἐπισημανθοῦν τά ἑξῆς σημεῖα.
Κατ' ἀρχάς δέν συνηθίζω στίς κριτικές μου νά ἀναφέρομαι σέ πρόσωπα, ἐκτός ἀπό μερικές ἐξαιρέσεις, ὅταν τό ἀπαιτῆ ἡ περίσταση. Ἔτσι, μπροστά μου εἶχα ἕνα κείμενο, τό ὁποῖο ἑτοίμασαν οἱ προηγούμενες Ἐπιτροπές καί ἐπρόκειτο νά συζητηθῆ στήν Σύνοδο. Ἑπομένως, ἔκανα κριτική τοῦ κειμένου καί ὄχι τῶν προσώπων πού τό συνέταξαν.
Ἔπειτα, ἡ πρό μηνῶν κριτική πού δημοσίευσα γιά τόν Μητροπολίτη Περγάμου, δέν εἶχε σχέση μέ τά κείμενα τά ὁποῖα ἑτοιμάζονταν γιά τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο πού μέχρι τότε τά ἀγνοοῦσα. Ἦταν μιά ἀνακεφαλαίωση καί συνέχεια ἑνός δημόσιου διαλόγου πού εἶχε ἀρχίσει πρίν χρόνια (τό ἔτος 2012) καί ἀναφερόταν κυρίως σέ ἕνα εἰδικό θέμα, δηλαδή στήν παρερμηνεία συγκεκριμένου χωρίου τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, πού ἔγινε ἀπό τόν Μητροπολίτη Περγάμου, προκειμένου νά δειχθῆ ὅτι δῆθεν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὑποστήριζε ὅτι ὑπάρχει «μία ἐλεύθερη βούληση, αἰώνια, ἀΐδια» τοῦ Πατρός ἤ ἕνα «ἐλεύθερο θέλημα τοῦ Πατρός».
Αὐτό εἶναι ἕνα σημεῖο πολύ σημαντικό, γιατί ἀποδίδει στόν Μέγα Ἀθανάσιο ἀρειανικές ἀπόψεις, πράγμα τό ὁποῖο ἐπεσήμαναν καί ἄλλοι καθηγητές ὅπως: Νίκος Ματσούκας, Γεώργιος Μαρτζέλος, Χρυσόστομος Σταμούλης, π. Νικόλαος Λουδοβίκος κ.ἄ..
6. Πρέπει νά ὑπογραμμίσω δεόντως ὅτι στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης μετά τήν παρέμβασή μου ὁ Μητροπολίτης Κωνσταντίνης Ἀρίσταρχος ἐξ ὀνόματος τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, τοῦ ὁποίου ὁ κ. Γιάγκου ἦταν ἀντιπρόσωπος στήν Εἰδική Διορθόδοξη Ἐπιτροπή Ἀναθεωρήσεως τῶν Κειμένων καί στήν Σύνοδο τῆς Κρήτης εἰδικός σύμβουλος, ἀποδέχθηκε πλήρως τίς ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς πρός τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, πράγμα τό ὁποῖο ἀποκρύπτει ὁ κ. Γιάγκου στό κείμενό του. Εἶπε χαρακτηριστικά:
«Νομίζω ὅτι ἡ συζήτησις καταδεικνύει ὅτι ὑπάρχει πρόβλημα μέ τόν ὅρο ἀνθρώπινο πρόσωπο, καί ἐφ' ὅσον ὑπάρχει μόνον 7 φορές στό κείμενο θά ἦταν προτιμότερο νά ἀπαλειφθῆ, ὅπως ὑποστήριξε ἡ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μετά τῆς ὁποίας ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων καί ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων συμφωνεῖ».
7. Ἐκφράζω τήν βαθυτάτη μου λύπη, γιατί ἄν καί ἀσχολοῦμαι μέ θεολογικά ζητήματα, δυστυχῶς δέν εἶχα τήν πολυτέλεια πού εἶχε ὁ κ. Γιάγκου νά ἔχω πρόσβαση στά κείμενα καί ἰδίως μετά τό 2014, ἐνῶ σέ μένα καί στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας τά τελικά κείμενα περιῆλθαν λίγους μῆνες πρίν τήν «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο», ἀφοῦ ἐν τῷ μεταξύ ὑπεγράφησαν ἀπό τούς Προκαθημένους.
Εἶναι δέ αὐτονόητον ὅτι τό ἐλάχιστο διάστημα τό ὁποῖο μᾶς ἐδόθη μεταξύ τελευταίων ἡμερῶν τοῦ Ἰανουαρίου ἕως τίς ἀρχές Ἰουνίου δέν ἦταν ἀρκετό γιά νά γίνη ἕνας ἀξιοπρεπής θεολογικός διάλογος πάνω σέ θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά ζητήματα.
Ἑπομένως μερικοί ἄς μή μᾶς ἀποδίδουν μομφή, ὅταν μᾶς κρατοῦσαν στό «σκοτάδι».
Δημοσιεύθηκε 21 Σεπτεμβρίου 2016, στό http://www.amen.gr/
Μητροπολίτου Ναυπάκτου: Αναφορά στον δημόσιο διάλογο για τη Σύνοδο της Κρήτης, μια απάντηση στον Καθηγητή Θεόδωρο Γιάγκου
- Προβολές: 6020