Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Τό ἐλεγκτικό κήρυγμα τῶν γεγονότων
τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Τό πρόβλημα μέ τό κράτος τῶν Σκοπίων ἀποκαλύπτει «ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμούς», ὅπως συμβαίνει μέ κάθε ἀτομική ἤ κοινωνική κρίση. Ἀποκαλύπτει θετικά καί ἀρνητικά χαρακτηριστικά, πάθη καί ἀρετές. Στά ἀρνητικά χαρακτηριστικά μπορεῖ κανείς νά ἐντοπίση ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις, πολιτικούς καί γεωπολιτικούς προσανατολισμούς, παράλογες ἀγάπες καί ἄκριτα μίση, ἀσθένειες πού κατατρῶνε τήν κοινωνία μας, ἀλλά καί πού ἀποδεικνύουν ταυτόχρονα τό πόσο ἄρρωστες εἶναι οἱ διεθνεῖς σχέσεις. Στίς μέρες μας οἱ σκοπιμότητες τῶν ἰσχυρῶν τοῦ χρήματος καί τῆς πολιτικῆς φθάσαμε νά θεωροῦνται αὐτονόητες, ὥστε νά μή κρίνεται ἀναγκαία ἡ συγκάλυψή τους μέ ἀληθοφανεῖς προφάσεις· οἱ ἰδιοτέλειές τους χαρακτηρίζονται φυσιολογικές καί ἡ ἀδιαπραγμάτευτη ἀποδοχή τους θεωρεῖται «πολιτική σύνεση».
Ἐν προκειμένῳ, ὁ «ἀμερικανικός παράγοντας» καί ἡ Ε.Ε. θέλουν, γιά τά συμφέροντά τους, τό κράτος τῶν Σκοπίων μέσα στό ΝΑΤΟ καί τήν Ἑνωμένη Εὐρώπη. Γι’ αὐτό πιέζουν τούς Ἕλληνες πολιτικούς νά φθάσουν σέ μιά «ἀξιοπρεπῆ συμφωνία» μέ τήν νέα «διαλλακτική» κυβέρνηση τῶν Σκοπίων, ἀποδεχόμενοι μιά σύνθετη ὀνομασία, ἡ ὁποία ὁπωσδήποτε θά περιλαμβάνῃ τόν ὅρο «Μακεδονία». Ἡ ἀπαίτησή τους δείχνει ὅτι δέν αἰσθάνονται δίκαιο ἤ ἀναγκαῖο νά πιέσουν τούς Σκοπιανούς νά συμβιβαστοῦν μέ τόν ρεαλισμό τῆς ἱστορίας. Δείχνουν ὅτι δέν τούς ἐνδιαφέρει ἡ ἱστορία, οὔτε οἱ εὐαισθησίες τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, οἱ ὁποῖες ἐνεργοποιοῦνται ἀπό τήν ματωμένη ἐθνική μνήμη του.
Συγκροτήθηκε ἕνα μικρό πολυφυλετικό κράτος, στούς πολίτες τοῦ ὁποίου ἐπιβλήθηκε (μέσω τῆς προπαγάνδας καί τῆς ἐκπαίδευσης) ἰδιαίτερη ἐθνική συνείδηση· τούς ἐπιβλήθηκε νά ἀποτελοῦν ἕνα ἔθνος, «νεογέννητο», χωρίς φυσικούς προγόνους, τό ὁποῖο προῆλθε ἀπό μιά «παραϊστορική γονιμοποίηση», τήν ὁποία ἐπιχείρησε ἐπανειλημμένα ἀπό τόν 19ο αἰώνα ὁ βουλγαρικός ἐπεκτατισμός, ἀλλά ἐμφυτεύθηκε τελικά μετά τόν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέ τήν «τεχνική τοῦ ἀλυτρωτισμοῦ», στό φαντασιακό τοῦ Τίτο, ὁ ὁποῖος ἤθελε νά ἔχη τήν δυνατότητα νά διεκδικῆ ὡς «ἐθνική ἀπαίτηση» ἔξοδο στό Αἰγαῖο. Τώρα μᾶς ζητοῦν (οἱ δυτικοί σύμμαχοί μας, γιά τά συμφέροντά τους) νά υἱοθετήσουμε τό πλαστό ὄνομά του, χωρίς νά θεωροῦν ὡς κάτι σημαντικό τό ὅτι ἔτσι θά ἀποκτήση ὑπόσταση ἡ ἀποσταθεροποιητική προπαγάνδα τοῦ ἀλυτρωτισμοῦ.
Ἄν (καθ’ ὑπόθεση) οἱ κυβερνῆτες καί οἱ κάτοικοι τῶν Σκοπίων δέχονταν ἔμπρακτα (μέ ἀλλαγές στό Σύνταγμα καί στά σχολικά βιβλία) ὅτι εἶναι Σλάβοι, Βούλγαροι ἤ Ἀλβανοί καί ὅτι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος καί ὁ Φίλιππος ὁ Μακεδών ἦταν Ἕλληνες, ἀφοῦ οἱ Μακεδόνες δέν ἀποτελοῦσαν ἰδιαίτερη ἐθνότητα, ἀλλά ἦταν ἑλληνικό φύλο, ἡ λύση γιά τήν ὀνομασία τοῦ κράτους τους «μέ ἔντιμους συμβιβασμούς» θά ἦταν πιό εὔκολη, ὄχι ὅμως καί πάλι λιγότερο ἐπικίνδυνη. Γιατί ὁ δανεισμός καί ἡ σύν τῷ χρόνῳ οἰκειοποίηση ἑλληνικῶν ὀνομάτων δέν μπορεῖ ποτέ νά ἀποκλείσῃ τήν μελλοντική ἐκμετάλλευσή τους σέ ἐπεκτατικές βλέψεις ἐπικουρούμενες ἀπό ἀλυτρωτικές προπαγάνδες.
Αὐτό τό ἀδιέξοδο καί ἡ προσπάθεια ὑπέρβασής του μέ «ριψοκίνδυνους συμβιβασμούς» ἕνωσε τόν κόσμο στήν ὑπεράσπιση τοῦ ὀνόματος τῆς Μακεδονίας, στήν ἀποτροπή τῆς κλοπῆς τοῦ πολιτισμοῦ μιᾶς μεγάλης περιόδου τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας, στήν περιφρούρηση τῶν ἑλληνικῶν ἐδαφῶν ἀπό τόν ἐπεκτατισμό τῶν Σκοπίων μέ τήν καλλιέργεια τοῦ ἀλυτρωτισμοῦ.
Ἄν καί ἡ καθημερινή εἰδησεογραφία ἔχη μιά ἔνταση πού αἰχμαλωτίζει τό ἐνδιαφέρον καί προκαλεῖ τήν κριτική, στήν συνέχεια δέν θά μείνουμε στά τρέχοντα γεγονότα πού δοκιμάζουν τόν ἐθνικό μας βίο. Γι’ αὐτά, ἄλλωστε, ἁρμοδιότεροι εἶναι οἱ ἀπροκατάληπτοι ἱστορικοί, οἱ ἀμερόληπτοι πολιτικοί ἀναλυτές καί οἱ ἔμπειροι στίς διεθνεῖς σχέσεις καί τίς διαπραγματεύσεις πολιτικοί, μέ αὐτονόητη προϋπόθεση τόν γνήσιο πατριωτισμό τους. Ἀπό αὐτό τό σύνθετο ἐθνικό πρόβλημα μᾶς ἐνδιαφέρει τό «πνεῦμα» του, τό «κινητήριο νόημά» του.
Οἱ ὁρατοί παράγοντες αὐτοῦ τοῦ προβλήματος εἶναι: τό κράτος τῶν Σκοπίων, μέ τά ἐσωτερικά προβλήματά του, οἱ μεγάλες δυνάμεις οἱ «δοκοῦ[σ]ες ἄρχειν» στόν πλανήτη, πού προωθοῦν στήν περιοχή μας τά γεωπολιτικά συμφέροντά τους, τό Ἑλληνικό Κράτος μέ ὅλους τούς θεσμούς του, πού βρίσκεται ἀπέναντι σέ μία πρόκληση τῆς «πολιτικῆς ὀρθότητας» καί τῆς ἱστορίας, καί τέλος ἕνα συντριπτικά μεγάλο τμῆμα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ ἐθνική συνείδηση (ἀνεξαρτήτως τοῦ κομματικοῦ προσανατολισμοῦ του) ἐρεθίστηκε, ἔνιωσε ἐθνικά ἀπειλούμενο καί ἀντέδρασε μέ ὀγκῶδες συλλαλητήριο στήν Θεσσαλονίκη.
Θά περιγράψουμε (ὅπως τό ἀντιληφθήκαμε) τό «κινητήριο νόημα» αὐτοῦ τοῦ σύνθετου προβλήματος, κυρίως μέσα ἀπό τό πνεῦμα τῆς λαϊκῆς ἀντίδρασης, γιατί ἔχουμε τήν γνώμη ὅτι εἶναι πολύ ἐπωφελές γιά ὅλες τίς πτυχές τοῦ βίου μας, νά ἀκροασθοῦμε τό ἐλεγκτικό κήρυγμα πού ἐκφέρεται μέσα ἀπό αὐτήν τήν ἀντίδραση.
Πιστεύουμε ὅτι εἶναι δυνατόν νά ἀκούσῃ κανείς ἐποικοδομητικό κήρυγμα καί μέσα ἀπό γεγονότα τοῦ ἀτομικοῦ ἤ κοινοῦ μας βίου. Διότι σέ ὅσους ἔχουν «ὦτα ἀκούειν», τά γεγονότα κηρύττουν. Διατρανώνουν ἀρχές πού δέν ἀφοροῦν μόνον τόν ἐθνικό μας βίο, ἀλλά καί τήν αὐθεντικότητα τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, τήν περιφρούρησή της ἀπό παραχαράξεις, ἀπό τόν «δανεισμό», γιά παράδειγμα, ὀνομάτων πού ὁδηγοῦν, μέ τήν ὁμωνυμία, στήν σύγχυση τῆς ἱστορικῆς Ἐκκλησίας μέ νεοφανῆ θρησκευτικά μορφώματα, τά ὁποῖα «ἀποδέχονται τόν Χριστό ὡς Σωτῆρα», χωρίς ὅμως νά ἀποδέχονται ἀκέραιη τήν ἀποστολική πίστη.
Μέσα στήν ἀντίδραση τοῦ κόσμου γιά τό σκοπιανό ὑπάρχει ἕνας λόγος πού ἀγγίζει τόν πνευματικό μας βίο. Αὐτόν τόν λόγο ὅμως τόν ἀκοῦμε, δηλαδή ἔχουμε «ὦτα ἀκούειν», ὅταν ἀποσποῦμε τήν ἀκοή μας ἀπό τόν θόρυβο τῶν ἐπιπόλαιων συναισθημάτων, τίς ἐφήμερες ἰδιοτέλειες καί ἐπικεντρώνουμε τήν προσοχή μας «ἐν πραΰτητι» στόν «ἔμφυτον λόγον τὸν δυνάμενον», κατά τόν ἀδελφόθεο Ἰάκωβο, «σῶσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν» (1,21)· τόν λόγο πού δόθηκε στήν φύση μας, ὥστε νά εἴμαστε λογικοί καί ὡς ἐκ τούτου ἱκανοί νά διακρίνουμε τό καλό ἀπό τό κακό, τό ἀληθινό ἀπό τό ψεύτικο, τό ὠφέλιμο ἀπό τό βλαβερό. Αὐτός ὁ λόγος σκοτισμένος, πνιγμένος ἀπό τούς λογισμούς τῆς κακίας ἤ ὑπολειτουργεῖ ἤ παραλειτουργεῖ. Δηλαδή, λειτουργεῖ τόσο ἀδύναμα, μιλᾶ τόσο χαμηλόφωνα, πού δέν μπορεῖ νά ἐπιβάλῃ σιγή στόν θόρυβο τῶν παθῶν ἤ, τό χειρότερο, λειτουργεῖ συμφωνώντας καί ἐνισχύοντας τά πάθη. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό «πᾶσαν ρυπαρίαν καὶ περισσείαν κακίας», ὥστε νά δεχθοῦμε τόν ἔμφυτο λόγο μας ἐνεργοποιημένο μέ τήν βοήθεια ἐξωτερικῶν καλῶν ἐπιδράσεων, κυρίως μέ τήν προσεκτική καί ἔμπρακτη ἀκρόαση ἤ μελέτη τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου.
Ἄς θέσουμε ἕνα ἁπλό ἐρώτημα: Πῶς ἐξηγεῖται ἡ ἔκρηξη τοῦ λαοῦ, ἡ ἀκηδεμόνευτη ἔξοδός του σέ συλλαλητήρια; Κατά τήν γνώμη μας ἡ ἁπλή ἀπάντηση εἶναι: Συνειδητοποίησε ἕνα ἱστορικό ψέμα μέ τό ὁποῖο παραπλανᾶται ἕνας ὁλόκληρος λαός καί συγκροτεῖται μέ αὐτό ἡ φανταστική ἐθνική συνείδησή του. Συνειδητοποίησε ὅτι μᾶς ἀπειλεῖ σοβαρά ἕνα ψέμα. Ἀπέκτησε ἀπό τήν ροή τῶν σύγχρονων γεγονότων αἴσθηση τοῦ ἐθνικοῦ κινδύνου ἀπό τόν καλλιεργούμενο ἀλυτρωτισμό ἐντός τῶν ὁρίων τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, ἀλλά καί ἔξω ἀπό αὐτό. Τό θέμα ὅμως δέν εἶναι ἁπλά ἐδαφικό, εἶναι ἱστορικό καί πολιτιστικό. Ὁ λαός κινήθηκε γιατί ἀπέκτησε αἴσθηση τῆς κλοπῆς τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ του. Αἰσθάνθηκε ὅτι μᾶς παίρνουν πράγματα τά ὁποῖα αἰσθανόμαστε ὅτι εἶναι ἰδιοκτησία μας.
Τό ἐλεγκτικό κήρυγμα τῶν γεγονότων εἶναι ὅτι ὁ λαός κινητοποιεῖται μέ ὁμόνοια καί ἤρεμη ἀποφασιστικότητα γιά πράγματα πού εἶναι πιό ψηλά ἀπό τήν ἐφήμερη ὑλική καθημερινότητα, γιά πράγματα πού δίνουν νόημα στήν ἀτομική καί κοινωνική ζωή του. Ἡ κινητοποίηση τοῦ λαοῦ ἔδειξε, ἀκόμη, ὅτι πρός τό παρόν δέν ἀπωλέσαμε τήν ἱστορική μας μνήμη, μέσα στήν ὁποία ὑπάρχει ἕνας ὁλόκληρος διαχρονικός πολιτισμός μέ οἰκουμενικές διαστάσεις, ἀλλά καί μέ συγκεκριμένα ὀνόματα, τά ὁποῖα χαρακτηρίζουν τήν γνησιότητά του ἀπό τήν ἐθνική του προέλευση.
Ὁ ἔλεγχος ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας, λαό καί ἄρχοντες. Νά μήν ἀφήσουμε νά σκοτωθῇ ἡ ἐθνική μας μνήμη ἀπό νεοφιλελεύθερες ἐθνομηδενιστικές ἀπόψεις, γιατί αὐτή ἡ μνήμη εἶναι φορέας ἑνός ζωντανοῦ οἰκουμενικοῦ πολιτισμοῦ, πού δέν πρέπει νά χάσουμε.
Ἄν σκεφτοῦμε λίγο βαθύτερα, πηγαίνοντας τήν μέριμνά μας στήν παράδοση πού δίνει αἰώνιο νόημα στήν ζωή μας, δηλαδή στήν ἀποστολική καί πατερική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τότε τό ἐλεγκτικό κήρυγμα τῶν γεγονότων μᾶς προτρέπει, ποιμένες καί ποιμαινόμενους, μέ ἐνεργό εὐαγγελική πίστη, νά μή δανείζουμε σέ σφετεριστές ὀνόματα πού φέρνουν σύγχυση ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία καί τήν αἵρεση, τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια καί τήν πλάνη, ὅσες ἔξωθεν πιέσεις καί ἄν δεχόμαστε. Γιατί ὅλους, ἀνεξάρτητα ἀπό τό ποῦ πρός τό παρόν βρισκόμαστε, ἡ ἀποδοχή καί ἡ διαρκής ἀφομοίωση τῆς ἀναλοίωτης ἀποστολικῆς καί πατερικῆς ἀλήθειας (ὁ Χριστός, ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας) εἶναι πού μᾶς σώζει καί ὄχι ἡ ἐξίσωση (μέ ὁμωνυμίες) τῆς Μίας Ἐκκλησίας μέ τίς ἑτερόδοξες ὁμολογίες.
- Προβολές: 2768