Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Πειρασμοί ἀπ’ τό «πῶς πεθαίνουν οἱ δημοκρατίες»
τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Ὑπάρχει διεθνῶς ἕνας προβληματισμός γιά τήν «διάβρωση τῆς δημοκρατίας», ἡ ὁποία «συντελεῖται ἀνεπαίσθητα» μέσα ἀπό τήν «ἀπρόσκοπτη» λειτουργία ὅλων τῶν δημοκρατικῶν διαδικασιῶν. Τόν προβληματισμό αὐτό μᾶς τόν μεταφέρουν ἔγκυροι ἀρθρογράφοι μεγάλων ἐφημερίδων. Οἱ ἐκλογές στήν Τουρκία, ἀλλά καί κάποια φαινόμενα σέ δημοκρατίες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ἀναζωπύρωσαν τό θέμα. Στοιχεῖα γιά ὅσα θά σημειώσουμε παρακάτω, τά ὁποῖα θά συνοδεύσουμε μέ δικούς μας σχολιασμούς, ἀντλοῦμε ἀπό ἄρθρο τοῦ καθηγητῆ Π.Κ. Ἰωακειμίδη, πού ἔχει τίτλο: «Ἐκλογές στήν Τουρκία ἤ πῶς πεθαίνουν οἱ δημοκρατίες» (Τό Βῆμα, 24.6.2018).
Ἡ ἀναφορά μας στό θέμα αὐτό θεωροῦμε ὅτι μᾶς ἐνδιαφέρει καί ὡς πολίτες τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἀλλά καί ὡς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Ὡς πολίτες μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ σωστή λειτουργία τοῦ δημοκρατικοῦ μας πολιτεύματος, ὥστε μέ ἐλευθερία καί εὐνομία νά διεκπεραιώνῃ ὁ κάθε πολίτης τόν ἐπίγειο βίο του καί τίς ποικίλες δραστηριότητές του. Τό πῶς μᾶς ἐνδιαφέρει ὡς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς θά τό δοῦμε, ἀφοῦ ἀναφέρουμε ὁρισμένα ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα ἀπό τό ἄρθρο πού προαναφέραμε.
Ὁ κ. Π.Κ. Ἰωακειμίδης σέ ὅλο τό ἄρθρο του παρουσιάζει βασικές θέσεις ἀπό «τό πολυσυζητημένο βιβλίο τῶν Steven Levitsky καί Daniel Ziblatt ”Πῶς πεθαίνουν σήμερα οἱ δημοκρατίες”». Ἡ παρουσίαση αὐτῶν τῶν θέσεων εἶχε ὡς ἀφορμή τίς ἐκλογές στήν Τουρκία, ἀλλά καί φαινόμενα διαβρώσεως τῆς δημοκρατίας μέσα στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, καί παρεμπιπτόντως καί στόν δικό μας πολιτικό βίο.
Ἐμεῖς νά θυμίσουμε καθαρά τό τελευταῖο σύμπτωμα διαβρώσεως τῆς δημοκρατίας στόν τόπο μας, χωρίς τυπική παράβαση τῶν κανόνων τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματός μας.
Ἡ ὑπογραφή τῆς συμφωνίας μέ τά Σκόπια ἀπό τόν Πρωθυπουργό τῆς Ἑλλάδος καί τόν Ὑπουργό Ἐξωτερικῶν τῆς Κυβέρνησης, ἐνῷ εἶχε ἐκφράσει τήν ἀντίθεσή του στήν συμφωνία ὁ κυβερνητικός τους ἑταῖρος, καθώς καί τό σύνολο σχεδόν τοῦ ὑπόλοιπου πολιτικοῦ κόσμου, τυπικά ἦταν μιά πράξη στήν ὁποία εἶχε δικαίωμα νά προχωρήσῃ ὁ Πρωθυπουργός, δέν εἶχε ὅμως γι’ αὐτήν τήν κίνησή του τήν νομιμοποίησή του ἀπό τό Κοινοβούλιο, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τήν πλειοψηφία τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος δέν ρωτήθηκε καί ἡ γνώμη του δέν μετρήθηκε μέ δημοψήφισμα. Μιά ἰδέα γιά τήν κάθετη ἀντίθεση μεγάλης μερίδας τοῦ λαοῦ, ὅλων τῶν κομματικῶν ἀποχρώσεων, ἔδωσαν τά ὀγκώδη συλλαλητήρια στήν Θεσσαλονίκη καί τήν Ἀθήνα, ἀλλά καί σέ πολλές πόλεις τῆς Ἑλλάδος. Αὐτή ἡ πράξη μέ ὅλα τά προβλήματα πού δημιουργεῖ αὐτή καθ’ ἑαυτή ἡ συμφωνία, κινεῖ τόν προβληματισμό καί τήν ἀνησυχία πολλῶν γιά τήν λειτουργία τῆς δημοκρατίας, ἡ ὁποία φαίνεται «νομίμως» νά φαλκιδεύεται.
Ὁ κ. Π.Κ. Ἰωακειμίδης παραθέτει ἀπό τό βιβλίο «Πῶς πεθαίνουν σήμερα οἱ δημοκρατίες» τό ἀκόλουθο ἀπόσπασμα: «Οἱ ἀνοιχτές δικτατορίες μέ τήν μορφή τοῦ φασισμοῦ, τοῦ κομμουνισμοῦ ἤ τῆς στρατιωτικῆς διακυβέρνησης ἔχουν ἐξαφανιστεῖ ἀπό τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ πλανήτη. Στρατιωτικά πραξικοπήματα ἤ βίαιες καταλήψεις τῆς ἐξουσίας εἶναι σπάνια φαινόμενα. Οἱ περισσότερες χῶρες διεξάγουν κανονικά ἐκλογές. Ἀλλά οἱ δημοκρατίες πεθαίνουν μέ διαφορετικά μέσα. Μετά τό τέλος τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου οἱ περισσότερες ἀντιδημοκρατικές ἐκτροπές δέν ἔχουν προκληθεῖ ἀπό στρατηγούς ἤ συνταγματάρχες, ἀλλά ἀπό τίς ἴδιες τίς ἐκλεγμένες κυβερνήσεις».
Ὁ ἀρθρογράφος διακρίνει πέντε στάδια στήν μετεξέλιξη μιᾶς δημοκρατικῆς πολιτείας σέ αὐταρχική, χωρίς νά ἀλλάζουν οἱ θεσμοί καί οἱ βασικοί δημοκρατικοί νόμοι: Πρῶτον, εἶναι ἡ χρησιμοποίηση ἁπλοϊκοῦ λαϊκιστικοῦ λόγου γιά νά κερδηθοῦν οἱ ἐκλογές· ὑποσχέσεις γιά τήν θεραπεία ὅλων τῶν προβλημάτων. Δεύτερον, μετά τήν ἄνοδο στήν κυβέρνηση, ἐπιδιώκεται ὁ ἔλεγχος ὅλου τοῦ ἐπικοινωνιακοῦ συστήματος. Τρίτον, ἐπιχειρεῖται μέ συστηματικότητα ὁ ἔλεχγος ὅλων τῶν «δομῶν ἐξουσίας», ὅπως εἶναι ἡ Δικαιοσύνη. Τέταρτον, μεθοδεύεται ἡ ἠθική ὑπονόμευση ὅλων τῶν πολιτικῶν ἀντιπάλων. Πέμπτο, ὅταν πρόκειται νά γίνουν πάλι ἐκλογές, δημιουργεῖται κλίμα κοινωνικοῦ διχασμοῦ. Ἔτσι μέ λαϊκή ἐντολή κυβερνοῦν αὐτοί πού φαλκιδεύουν μέ νομιμότητα τήν λειτουργία τῆς δημοκρατίας.
Γιατί, ὅμως, αὐτές οἱ μεθοδεύσεις μᾶς ἐνδιαφέρουν ὡς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς;
Ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἐνδιαφερόμαστε πρωτίστως νά ὑπάρχῃ δικαιοσύνη καί εἰρήνη στήν Πολιτεία καί σύμπνοια στούς διαχειριστές τῶν ἐξουσιῶν της, ὥστε νά διάγουμε «ἐν τῇ γαλήνῃ αὐτῶν ἤρεμον καί ἡσύχιον βίον», «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καί σεμνότητι», ὅπως εὐχόμαστε στήν Θ. Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Ὅμως, ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί βρισκόμαστε συνήθως ἀντιμέτωποι μέ τρεῖς πειρασμούς, πού σχετίζονται μέ τήν λειτουργία τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος:
Ὁ πρῶτος πειρασμός εἶναι οἱ διενέξεις μεταξύ τῶν ἀρχόντων· ὅταν στίς σχέσεις τους δέν ὑπάρχη γαλήνη, ἀλλά ταραχή, ὁ βίος τῶν πολλῶν δέν μπορεῖ νά εἶναι «ἡσύχιος». Ὁ ἴδιος πειρασμός ὑπάρχει, ὅταν οἱ ἄρχοντες ἔχουν μεταξύ τους συμφωνία, ἄρα καί γαλήνη, ὅμως νομοθετοῦν παρενοχλώντας τήν εὐσέβεια τῶν πιστῶν ἤ τήν κοινή ἀντίληψη τοῦ λαοῦ περί σεμνότητας.
Ἕνας δεύτερος πειρασμός εἶναι ἡ εἰσβολή (φανερά ἤ λανθανόντως) τῶν πολιτικῶν μεθόδων (ἤ μεθοδεύσεων) στήν ἐκκλησιαστική ζωή. Πιό εἰδικά, εἶναι ὁ ἐπηρεασμός τῆς λειτουργίας τοῦ ἱεραρχικοῦ καί συνοδικοῦ πολιτεύματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό ἑλκυστικές «νόμιμες» παραλειτουργίες τῶν πολιτικῶν καί πολιτειακῶν θεσμῶν. Ὅπως στούς κανόνες τῆς δημοκρατίας εἶναι δυνατόν (μέ παραλειτουργίες) νά ἀκυρώνεται τό περιεχόμενό τους, ἐνῶ ἐφαρμόζονται τυπικά, τό ἴδιο στούς κανόνες τοῦ ἱεραρχικοῦ καί συνοδικοῦ πολιτεύματος τῆς Ἐκκλησίας, μπορεῖ ἡ κατά γράμμα ἐφαρμογή κάποιων ἀπό αὐτούς νά σκοτώνῃ τό πνεῦμα ἄλλων σημαντικότερων γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Γιά παράδειγμα, ὁ 6ος Κανόνας τῆς Α΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταλήγει: «κρατείτω ἡ τῶν πλειόνων ψῆφος». Ἄν δέν ληφθῇ ὑπόψη ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο μπῆκε αὐτή ἡ φράση στόν Κανόνα, τότε σέ κάθε τοπική ἤ μεγαλύτερη Σύνοδο, θά πρέπει νά γίνεται ἀπό ὅλους ἀδιαμαρτύρητα δεκτή «ἡ ψῆφος [γνώμη] τῶν πλειόνων», χωρίς νά ὑπολογίζεται τό ἄν αὐτή ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν διδασκαλία τῶν θεοπνεύστων Ἀποστόλων καί ἁγίων Πατέρων ἤ μέ τό «εὐσεβές τῆς Ἐκκλησίας φρόνημα».
Αὐτός ὁ πειρασμός δέν εἶναι φανταστικός. Εἶναι ὁ πλέον ἐπικίνδυνος, ὅπως καί ὁ πλέον ἐνδεχόμενος. Ἄν λάβουμε ὑπόψη μας τό πόσο ἐπέδρασε τό Ρωμαϊκό Δίκαιο, ὡς νομικό παράδειγμα, στήν συγκρότηση τῶν ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, μποροῦμε νά ἀντιληφθοῦμε γενικά τήν δύναμη τοῦ ἐπηρεασμοῦ πού μποροῦν νά ἀσκήσουν τά πολιτικά πράγματα στίς θεσμικές λειτουργίες τῆς Ἐκκλησίας, πιό συγκεκριμένα στίς διοικητικές διαδικασίες τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν. Κι ὅταν μιλᾶμε γιά θεσμικές λειτουργίες, βλέποντας τά πράγματα ἀπό τήν ἀνθρώπινη πλευρά τους, δέν μποροῦμε νά μήν ἐννοοῦμε ταυτόχρονα καί ὡς σκιά τους τίς θεσμικές παραλειτουργίες. Χρειάζεται, βέβαια, νά θυμόμαστε πάντα ὅτι σκιά δημιουργεῖται ἀπό κάποιο σῶμα, ὅταν τό φῶς δέν πέφτη ἐπάνω του κατακόρυφα, ἀλλά τό φωτίζει ἀπό τά πλάγια. Γιά νά μιλήσουμε, λοιπόν, σχηματικά, ἡ ἐφαρμογή τῶν ἱερῶν Κανόνων δημιουργεῖ σκιές παραλειτουργίας, ὅταν δέν ἑρμηνεύονται κατά τήν ἐφαρμογή τους ἀπό τούς δυναμένους μέ τό ἄνωθεν θεῖο φῶς, ἀλλά μέ πλάγιους ἐπίγειους στοχασμούς, πού δέν εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπό φανερές ἤ λανθάνουσες σκοπιμότητες.
Ὁ τρίτος πειρασμός εἶναι τό βάρος πού πέφτει στούς ὤμους τῶν Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν φαλκιδεύονται οἱ δημοκρατικοί θεσμοί μέ εὐλογοφανεῖς προφάσεις καί δημιουργοῦνται πολλά προβλήματα στόν λαό, εἴτε γιατί «δημοκρατικά» περιορίζονται οἱ ἐλευθερίες του, εἴτε γιατί ὠφελοῦνται (οἰκονομικά) οἱ λίγοι καί βλάπτονται οἱ πολλοί, εἴτε γιατί παρενοχλεῖται πολιτιστικά καί πνευματικά ὁ λαός μέ τήν ψήφιση νόμων ἤ καί μέ ἄλλους τρόπους, ὅπως εἶναι ἡ ὀργάνωση «ὑπερήφανων» ἐκδηλώσεων γιά ἀνθρώπους μέ ἰδιαίτερες ἐπιλογές. Σέ τέτοιες περιπτώσεις (πού εἶναι καί σημερινές), ὀφείλουν οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, ὑπό τήν σκέπη «τῆς ψήφου τῶν πλειόνων» τῆς Ἱεραρχίας, νά ἐπεμβαίνουν θεραπευτικά στά πράγματα τῆς κοινωνίας, ὑπερασπιζόμενοι τά στοιχειώδη ἀγαθά τοῦ ἀνθρώπινου βίου: τήν πίστη, τήν σεμνότητα, τήν φυσικότητα, τήν δικαιοσύνη, τήν μέριμνα τῶν ἀδυνάτων, τήν ἐλπίδα στόν ζωντανό Θεό, τό ξύπνημα τῆς ἀνιδιοτέλειας, τῆς ἀγάπης πού δέν ζητᾶ «τά ἑαυτῆς».
Ταυτόχρονα οἱ Ποιμένες ἐπωμίζονται τό δύσκολο ἔργο νά μιλήσουν μέ ἀγάπη σ’ αὐτούς πού ἔχουν θυμό γιά τήν Ἐκκλησία καί τούς ἐκπροσώπους της, νά ἀκούσουν «ἐν πραΰτητι σοφίας» τόν θυμωμένο λόγο τους καί νηφάλια νά διερευνήσουν καί νά βροῦν τίς ἀφετηρίες του, ὥστε κατόπιν διακριτικά νά ἐπιδιώξουν, μέ σύνεση καί ἄνωθεν φωτισμό, τήν θεραπεία τους.
Ἡ Ἐκκλησία θέλει τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου· στήν Πολιτεία, τήν κοινωνία, τήν οἰκογένεια, μέσα σέ κάθε ἄνθρωπο. Στό κοσμικό ἐπίπεδο ἡ εἰρήνη χωρίς δικαιοσύνη καί ἐλευθερία εἶναι πολύ εὐάλωτη. Γι’ αὐτό ὁ «θεσμός τῆς Ἐκκλησίας» πρέπει νά μένῃ ἀνεπηρέαστος ἀπό παραλειτουργίες τῶν κοσμικῶν συστημάτων, ὥστε νά εἶναι πηγή τῆς ἀδιατάραχτης εἰρήνης, πού δίνεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, σέ ὅσους ἀκοῦνε τόν λόγο της καί μετασχηματίζουν πρός αὐτόν τήν ζωή τους.
- Προβολές: 2424