Φιλοκαλικές Σελίδες - Μιλητουπόλεως Ἱερόθεος (1874 -†1956) - Μέρος Γ'
Φιλοκαλικές Σελίδες
Ὁ «Ἁγιορείτης Δεσπότης» - μέρος Γ΄
Σέ προηγούμενα τεύχη (270 Φιλοκαλικές Σελίδες - Μιλητουπόλεως Ἱερόθεος (1874 -†1956) - Μέρος Α', 271 Φιλοκαλικές Σελίδες - Μιλητουπόλεως Ἱερόθεος (1874 -†1956) - Μέρος Β') οἱ «Φιλοκαλικές Σελίδες» ἀσχολήθηκαν μέ τήν μεγάλη μορφή τοῦ «Ἁγιορείτου Δεσπότη», τοῦ Ἐπισκόπου Μιλητουπόλεως Ἱεροθέου, μία ἀσκητική φυσιογνωμία τοῦ 20οῦ αἰώνος πού δέν πέρασε ἀπαρατήρητη οὔτε ἀπό τούς συνασκητές της Ἁγιορεῖτες μοναχούς, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τούς ἐν τῷ κόσμῳ Χριστιανούς πού κατά καιρούς συνανεστράφη.
Κάτι πού προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση περατώνοντας τόν βίο τοῦ Ἱεράρχου εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Ἱερόθεος "ἀπετάγη" τά τῆς Ἀρχιερατικῆς του διακονίας καί τῆς δυναμικῆς Ποιμαντικῆς του δράσεως, ἄθελά του μέν, μέ πολύ μεγάλη ἁπλότητα δέ, καί δίχως νά χάση χρόνο ἐπεδόθη στήν ἄσκηση τῆς μοναχικῆς πολιτείας.
Δ΄. ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΠΡΟΓΟΝΟΙ
Ὅπως γράφτηκε καί παραπάνω, ὁ Ἱερόθεος ἐδιδάχθη τά τῆς μοναχικῆς ἡσυχίας μαθήματα ὑπό τοῦ ὁσιωτάτου Γέροντος Ἀρσενίου, τοῦ Κτίτορος τῆς ἐν νήσῳ Χάλκῃ Σκήτεως τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος. Ὁ δέ πατήρ Ἀρσένιος ὑπό τοῦ μεγάλου νηπτικοῦ πατρός Εὐστρατίου τοῦ Καισαρέως. Ὅπως θά φανῆ καί στήν συνέχεια, ἡ πνευματική κληρονομιά τοῦ Ἱεροθέου δικαιολογεῖ πλήρως τήν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ἁγία βιοτή του.
α) Ὁ πατήρ Ἀρσένιος
Ὁ Γέρων Ἀρσένιος, κατά κόσμον Ἀναστάσιος, κατήγετο ἐκ Πλατάνου τῶν Γανοχώρων Θράκης. Ἐγεννήθη τό ἔτος 1840 ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς. Μόλις δέ ἐτελείωσε τό Σχολεῖον τῆς πατρίδος του, ἐπόθησε τόν ἀπράγμονα καί μονήρη βίον. Σκέφθηκε νά μεταβῆ εἰς Ἅγιον Ὄρος. Ἐπειδή δέ ἄμεσος συγκοινωνία μεταξύ Γανοχώρων καί Ἁγίου Ὄρους δέν ὑπῆρχε, τῇ εὐλογίᾳ καί συγκαταθέσει τῶν γονέων του, κατέφυγεν εἰς τό ἐν Φαναρίῳ τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μετόχιον τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπως ἐκεῖθεν κατευθυνθῇ εἰς τόν Ἁγιώνυμον Τόπον. Ὁ ἐκεῖ "μετοχιάρης" βλέπων τά σωματικά καί πνευματικά χαρίσματα τοῦ ὑποψηφίου Μοναχοῦ καί ἰδίᾳ τήν σεμνότητα, ἐπιμέλειαν καί ὑπακοήν αὐτοῦ, ἀντί νά κατευθύνῃ αὐτόν τό ταχύτερον εἰς Ἅγιον Ὄρος, ἐκράτησεν αὐτόν παρ' ἑαυτῷ ὡς ὑποτακτικόν ἐπί τριετίαν ὅλην φοιτῶντα εἰς τό Σχολεῖον τοῦ Φαναρίου καί διακονοῦντα ἐν τῷ Μετοχίῳ. Ὁ Ἀναστάσιος τά τρία αὐτά ἔτη γνώρισε πολλούς σεβάσμιους ἐξ Ἁγίου Ὄρους Προϊσταμένους καί Ἀσκητές καί ὠφελήθηκε πολύ.
Ἐκεῖ εὑρισκόμενος ὁ τά καλά ζηλῶν Ἀναστάσιος ἐπληροφορήθῃ ὅτι ἐν τῇ Χάλκῃ ὑφίστατο Σωματεῖον εὐσεβῶν ἀσκητῶν, τούς ὁποίους συνεκέντρωσεν ὁ διάσημος Πνευματικός Εὐστράτιος ὁ Καισαρεύς ὅστις ἠναγκάσθη νά ἐγκαταλείψῃ τό Ἅγιον Ὄρος καί νά πήξῃ τήν ἀσκητικήν αὐτοῦ φωλεάν ἐν τῇ μυροβόλῳ Χάλκῃ.
Ὁ Ἀναστάσιος ἐνθουσιασμένος μετέβη εἰς Χάλκην καί ἐν ταπεινώσει καί ἐξομολογήσει παρεκάλεσεν τόν Εὐστράτιον, ὅπως κατατάξῃ καί αὐτόν ἐν τοῖς ὑποτακτικοῖς αὐτοῦ. Ὑπό τοῦ Εὐστρατίου δέ ἐπί πενταετίαν ὅλην διαπαιδαγωγούμενος ὂχι μόνον ἐτελειοποιήθη ἐν τῇ Μοναχικῇ ἀσκήσει, ἀλλά καί ἐπεδόθη εἰς μελέτην ὅλων τῶν Πατερικῶν βιβλίων, τῶν ὁποίων συνήθως χρῆσιν ποιοῦνται οἱ καλοί Πνευματικοί.
Ὁ πατήρ Ἀρσένιος καίτοι δέν ἔλαβε συστηματικήν σχολικήν μόρφωσιν, οὐχ ἧττον, διά πᾶν Θεολογικόν, Κανονικόν καί ἐν γένει ἐκκλησιαστικόν ζήτημα, εἶχε πάντοτε τήν ὀρθήν καί τήν ὀρθόδοξον ἄποψιν ἀντιπροσωπεύουσαν γνώμην.
Ὁ Γέρων Εὐστράτιος μετά τριετῆ δοκιμασία τόν ἔκειρε μοναχό μετονομάσας αὐτόν Ἀρσένιον. Τό 1862 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος ὑπό τοῦ τότε Μυριοφύτου, Γρηγορίου τοῦ Φωτεινοῦ.
Ἐπειδή δέ ἐν τῷ μοναδικῷ Ναΐσκῳ (τῆς συνοδείας) τῷ περικλειομένῳ ἐν τῇ πενιχρᾷ καί ἄνευ ἀμμοκονίας κατεσκευασμένῃ Κέλλᾳ τοῦ Πνευματικοῦ Εὐστρατίου, μικρῶν διαστάσεων καί ὕψος δύο τό πολύ μέτρων μέ κλίσην πρός τό ἱερόν, εἰς τρόπον ὥστε ὁ καθ' ἑκάστην σχεδόν λειτουργῶν καί μεταλαμβάνων τῶν Τιμίων Δώρων Πνευματικός ἠδυνάτει νά στέκη ὄρθιος καί εἶχε πάντοτε κεκλιμένην τήν κεφαλήν ἄνωθεν τῆς ἐπί τοῦ Ἀνατολικοῦ τοίχου προσκεκολλημένης Ἁγίας Τραπέζης δέν ἦτο δυνατόν νά λειτουργῇ καί ὁ νεοχειροτόνητος Ἱερεύς (Ἀρσένιος), προσελήφθη ὡς Ἐφημέριος τῆς Ἐμπορικῆς Σχολῆς Χάλκης ἐν τῷ Ἱερῷ Ναῷ τῆς Παναγίας Καμαριωτίσσης ὑπό τοῦ τότε Διευθύνοντος τήν Σχολήν Κεφαλλῆνος Ἀρχιερέως κυροῦ Ἀνθίμου τοῦ Μαζαράκη.
Τό ἔτος 1863, ἔτος τῆς ἐν Κυρίῳ ἀναπαύσεως τοῦ μακαρίας μνήμης Εὐστρατίου Πνευματικοῦ, ἐπειδή ἐν τῇ Κέλλᾳ τοῦ Εὐστρατίου ἐγκατεστάθη ὁ πρεσβύτερος τῶν ὑποτακτικῶν αὐτοῦ Μοναχός Μακάριος, ὁ Ἄνθιμος ὑπεστήριξε τόν πατέρα Ἀρσένιον, ἵνα θέσῃ τῷ 1868 τόν θεμέλιον λίθον τῆς μικρῶν διαστάσεων καί πενιχρᾶς Σκήτης αὐτοῦ ἐπί τῆς κορυφῆς λοφίσκου. Πρωτοβουλίᾳ δέ καί συστάσει τοῦ Σεβασμιωτάτου κυροῦ Ἀνθίμου τοῦ Μαζαράκη ὁ Ναΐσκος τῆς Σκήτης ἐτιμήθη εἰς ὂνομα τοῦ πολιούχου Ἁγίου τῆς μεγαλυτέρας τῶν Ἑπτανήσων Νήσου Κερκύρας Ἁγίου Σπυρίδωνος.
Ὁ πατήρ Ἀρσένιος διά τῆς γλυκείας αὐτοῦ μορφῆς, τῆς ἠπιότητος τοῦ χαρακτῆρος του καί τῆς ἀγάπης καί προθυμίας, ὅπως παρηγορῇ τούς παραμυθίας δεομένους καί ἀπαλλάσῃ διά τῆς ἐξαγορεύσεως τοῦ ρύπου τῶν ἁμαρτιῶν τά ναυάγια τῆς κοινωνίας, ἀνέπτυξε τοιοῦτον πνευματικόν βίον καί ἀπέκτησε τοιαύτην δεξιότητα πρός τό ἑλκύειν καί ὁδηγεῖν τούς ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν, ὥστε ὂχι μόνον οἱ κάτοικοι τῶν Πριγκηποννήσων, ἀλλά καί οἱ ὁμογενεῖς Κων/πόλεως ἐπεσκέπτοντο αὐτόν συχνά, ὅπως εὕρωσι παρηγορίαν καί ψυχικήν ἀνακούφισιν.
Ὁ πατήρ Ἀρσένιος ἔχαιρε τοῦ σεβασμοῦ τῶν διακυβερνώντων τάς τύχας τῆς Τουρκικῆς Αὐτοκρατορίας. Χαρακτηριστικό εἶναι τό γεγονός ὅτι, ὅταν τό ἔτος 1894 ἡ Σκήτη τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος κατεδαφίσθηκε ἀπό φοβερό σεισμό, ὁ Σουλτάνος Ἀβδούλ-Χαμίτ προσέφερε 200 χρυσές λίρες Τουρκίας πρός ἐπιδιόρθωσιν τῶν προσγινομένων αὐτῇ ζημιῶν.
Ὁ σεβαστός τοῖς πᾶσι πατήρ Ἀρσένιος κατά Δευτέραν, Τετάρτην καί Παρασκευήν τηροῦσε Ἐνάτη καθ' ἥν ἀκολουθῶν τοῖς ἴχνεσι τοῦ μεγάλου Γέροντός Του μετά τῶν ὑποτακτικῶν Του, μετά πολυώρους προσευχάς καί ὁλοήμερον σωματικήν ἐργασίαν, μόνον τό ἑσπέρας μετά τόν ἑσπερινόν καί τό ἀπόδειπνον ἐμονοσίτουν ξηροφαγοῦντες καί ὑδροποτοῦντες. Τάς δέ ὑπολοίπους ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος δίς μέν τῆς ἡμέρας μετέχοντες τραπέζης, μή ἐσθίοντες ὅμως μήτε κρέας, μήτε οἶνον πίνοντες, πλήν ἐλαίου, ὅπερ μετεχειρίζοντο μόνον κατά τό Σάββατον καί τήν Κυριακήν ἐκ σεβασμοῦ πρός τούς σχετικούς Ἀποστολικούς Κανόνας.
Ὁ Γέρων Ἀρσένιος παρέδωκε τήν ἁγίαν αὐτοῦ ψυχήν τήν 2αν Φεβρουαρίου 1906 ἐν εἰρήνῃ καί ἐν μέσῳ εὐλογιῶν καί υἱϊκῶν δακρύων ὅλων τῶν κατοίκων τῆς Χάλκης. Ἀξίζει να σημειωθῆ ὅτι ὁ πατήρ Ἀρσένιος ἀπεβίωσε τήν ἴδια ἡμέρα πού ἐκοιμήθη καί ὁ πνευματικός του πατήρ Εὐστράτιος.
Τοσαύτη ὑπῆρξεν ἡ φήμη τοῦ Ἀρσενίου, ὥστε ἡ ἱερά σκήτη νά γνωρίζεται ὡς "ὁ Ἀρσένιος".
β) Ὁ Πνευματικός Εὐστράτιος
Ὁ μεγάλος ἡσυχαστής πατήρ Εὐστράτιος γεννήθηκε στήν Τραπεζοῦντα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας περίπου τό ἔτος 1783. Σέ ἡλικία μόλις ὀκτώ ἐτῶν, προσῆλθε στήν Μονή Σουμελᾶ, κοντά στήν γενέτειρά του, ὅπου εὑρίσκεται ἡ φημισμένη θαυματουργός εἰκών τῆς Θεομήτορος. Ἐκεῖ δέχθηκε τό Σχῆμα, ἔζησε εἴκοσι ἔτη, καί ἔλαβε τό ἀξίωμα τοῦ ἱεροδιακόνου καί τοῦ ἱερέως. Ζῶντας στό κοινόβιο ἄκουγε γιά τά μαρτύρια τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκοντο κάτω ἀπό τόν δύσκολο τουρκικό ζυγό, καί πολύ λυπόταν. Οἱ Τοῦρκοι βασάνιζαν ἀλύπητα τούς χριστιανούς καί, μέ στόχο νά ξερριζώσουν τόν χριστιανισμό τόν ὁποῖο μισοῦσαν, τούς σκότωναν.
Ὁ π. Εὐστράτιος ἄρχισε νά παρακαλῆ τόν Κύριο γιά ἕνα ἀπό τά τρία χαρίσματα: ἤ νά δεχθῆ τό μαρτύριο γιά τόν Χριστό, ἤ νά ἐξαγοράση τούς χριστιανούς ἀπό τήν δουλεία, ἤ νά εἰσέλθη στήν ὁδό τοῦ ἀσκητικοῦ βίου, καί ὁ Κύριος τοῦ ἐξεπλήρωσε τήν παράκλησι. Ἐπειδή τόν κατέτρωγε ἡ λύπη γιά τά βάσανα τῶν χριστιανῶν, σκεπτόταν πῶς νά τούς βοηθήση· γι’ αὐτό ἐταξίδευσε στήν Κωνσταντινούπολι.
Ἐκεῖ προσπάθησε νά πείση τούς Ἕλληνες προεστούς να βοηθήσουν τούς Χριστιανούς μάρτυρες. Μετά τήν ἄρνησή των ἀπευθύνθηκε στίς Ἑλληνίδες γυναῖκες τῶν πλουσίων αὐτῶν ἐμπόρων καί προεστώτων. Ἐπί μία ὀκταετία ὁ Γέροντας ἀφιερώθηκε στήν ἀπελευθέρωση Χριστιανῶν. Ὅλη αὐτή τήν περίοδο ὁ π. Εὐστράτιος ἔτρωγε μία φορά τήν ἑβδομάδα, τό Σάββατο, καί ἐξηγόρασε συνολικῶς ἐννιακοσίους ἀνθρώπους.
Οἱ Τοῦρκοι τόν κατεδίωξαν καί ὁ π. Εὐστράτιος ξέφυγε ἀρκετές φορές θαυματουργικῶς. Βλέποντας ὅτι δέν μπορεῖ νά συνεχίση τό ἔργο του ἀνεχώρησε γιά τά Ἱεροσόλυμα, ὅπου καί ἔζησε περί τά δέκα ἔτη στήν ἀσκητική Λαύρα τοῦ ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου καί ὁ Πατριάρχης τοῦ ἀνέθεσε τό διακόνημα τοῦ Πνευματικοῦ.
Ἡ παρενόχλησις ἐκείνων πού ζητοῦσαν τίς πνευματικές του συμβουλές καί νουθεσίες τόν ἀνάγκασε νά ἀναζητήση ἡσυχαστικότερον καί μοναχικότερον βίο. Ἔτσι βρέθηκε στά ἡσυχαστικά Καυσοκαλύβια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἀνεκάλυψε τήν ἐπιθυμητή του ἡσυχία. Συνδέθηκε στενά μέ τόν ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Διονυσίου Στέφανο, ἄνθρωπο ἀνωτέρου πνευματικοῦ βίου. Τό ἔτος 1834 ὁ π. Εὐστράτιος, ὁ ἡγούμενος Στέφανος, ὁ Διονυσιάτης μοναχός Παντελεήμων καί ὁ ἐνάρετος καί λόγιος ἱεροκήρυξ Λεόντιος Καισαρεύς ὁ Ξενοφωντινός συνέταξαν αἴτησι πρός τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, στήν ὁποία ἐξηγοῦσαν τούς λόγους τῆς ἀτάκτου ἰδιορρύθμου ζωῆς, ἀλλά καί τήν ἁγιότητα τοῦ κοινοβιακοῦ τυπικοῦ, τό ὁποῖο ὥρισαν οἱ ἅγιοι καί Θεοφόροι Πατέρες, κτίτορες τῶν ἁγιορειτικῶν μοναστηριῶν• τόν παρεκάλεσαν δέ, μέ τήν πνευματική ἐξουσία πού ἔχει, νά εἰσαγάγη τό κοινοβιακό σύστημα σέ ὅλα τά μοναστήρια τοῦ Ἄθωνος.
Ὁ ἡσυχαστής Εὐστράτιος ἔζησε ὡς Καυσοκαλυβίτης μόλις τριάμισι ἔτη ἀφοῦ ἡττήθηκε ἐν τῷ ἱερῷ ἀγῶνι, ὅν ἀνέλαβεν μετά τῶν ἀνωτέρω πατέρων, ὅπως εἰσαγάγωσι τόν κοινοβιακόν βίον καί εἰς τάς ἰδιορρύθμους Μονάς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, εἰς τρόπον ὥστε τό μόνον ἁρμόζον τοῖς Μοναχοῖς Κοινοβιακόν Πολίτευμα κατά τό πρότυπον τῶν μεγάλων διαμορφωτῶν τοῦ Μοναχικοῦ βίου ἐν Ἀνατολῇ τοῦ ἱεροῦ Παχουμίου καί τοῦ Μ. Βασιλείου, νά ἐπικρατήσῃ ἀπ' ἄκρου εἰς ἄκρον ἐν Ἁγίῳ Ὄρει καί ἐκλείψει ὁ ἰδιόρρυθμος βίος, ὁ μηδεμίαν σχέσιν ἔχων πρός τάς κατ' ἐξοχήν Μοναχικάς ἀρετάς τῆς ὑπακοῆς καί ὑποταγῆς, ἠναγκάσθη νά ἐγκαταλείψῃ τό Ἅγιον Ὄρος καί νά πήξῃ τήν ἀσκητικήν αὐτοῦ φωλεάν ἐν τῇ μυροβόλῳ Χάλκῃ.
Ἐκεῖ στό σπήλαιο-κελλί του εἶχε τό ἑξῆς τυπικό:
Καθημερινῶς ἔκανε τρεῖς χιλιάδες μετάνοιες, κυρίως τήν νύκτα. Ἀφιέρωνε ἀρχικῶς δύο ὧρες στήν νοεροκαρδιακή προσευχή καί κατόπιν ἄρχιζε τίς μετάνοιες• συνέχιζε πάλι τήν νοερά προσευχή ἤ τήν μελέτη καί τελείωνε μέ μετάνοιες. Ἀντικαθιστώντας τό ἕνα μέ τό ἄλλο, πάντα συμπλήρωνε τόν συγκεκριμένο ἀριθμό τῶν μετανοιῶν του καί αὐτό τό τυπικό ἐφήρμοζε σχεδόν ἕως τό τέλος τῆς ζωῆς του• μόλις ἑπτά μῆνες πρό τῆς ἐκδημίας του τό ἐγκατέλειψε, ἐπειδή ἡ ἀσθένεια τόν ἐμπόδιζε ὅλο καί περισσότερο.
Ὅσοι ζοῦσαν κοντά του καί ἔμαθαν γιά τούς ἀγῶνας του, ἀποροῦσαν πολύ πῶς μπορεῖ τόσο ἀδύνατος καί ἡλικιωμένος ἄνθρωπος νά κάνη τρεῖς χιλιάδες μετάνοιες· ἄν καί συνεχῶς καλλιεργοῦσε τήν νοερά προσευχή, δέν ἄφηνε καί τούς πρακτικούς ἄθλους.
Ἡ σπηλιά τοῦ Γέροντος ἔμοιαζε περισσότερο μέ τάφο παρά μέ κατοικία· ἦταν πάντα σκοτάδι καί τό παραθυράκι της μονίμως καλυμμένο μέ χονδρή κουρτίνα· ἐν τούτοις, ὁ ἔνοικός της οὔτε γιά τό Πάσχα δέν ἕβγαινε. Κάποια φορά ὁ μοναχός Ἄνθιμος ρώτησε:
- Πάτερ, πῶς μπορεῖς καί ζῆς σέ τόσο στενή καί σκοτεινή φυλακή;
- Μᾶς περιμένει ὁπωσδήποτε φυλακή, ἀπήντησε ὁ Γέροντας· ἤ ἡ πρόσκαιρη ἐδῶ ἤ ἡ αἰωνία ἐκεῖ. Ἄν δέν ζήσωμε στήν στενότητα καί στό σκοτάδι ἐδῶ, θά ζήσωμε ἐκεῖ.
Κάθε νύκτα ἀγρυπνοῦσε καί κάθε ἡμέρα, τήν ἐνάτη ὥρα τό πρωΐ, τελοῦσε τήν θεία λειτουργία στήν ἐκκλησία-σπηλιά του, γιά τήν ὁποία σπανίως ἐγνώριζε κάποιος ἀπό τούς μαθητάς του. Μόλις τελείωνε, συνήθως καθόταν σέ μιά γωνιά γιά νά ἀναπαυθῆ• σταύρωνε τά χέρια στό στῆθος καί μισοκοιμόταν ἐπάνω σέ δέρμα γίδας. Τέτοια ἀνάπαυσις διαρκοῦσε λίγο περισσότερο ἀπό μία ὥρα.
Οἱ μαθηταί του πήγαιναν στό κελλί του γιά τήν ἀγρυπνία μόνο τίς Κυριακές καί τίς ἑορτές, αὐτός δέ τούς ἔλεγε μερικές φορές:
- Δέν εἶναι ἀπαραίτητη σέ μένα ἡ άγρυπνία, ἀλλά τήν τελῶ μόνο γιά σᾶς, γιά νά μήν πέσετε σέ ραθυμία.
Στήν σπηλιά τοῦ Γέροντος καρέκλα δέν ὑπῆρχε, ἔτσι οἱ μαθηταί δέν κάθονταν, καί ἐξ αἰτίας τῆς χαμηλῆς ὀροφῆς μέ δυσκολία ἄντεχαν τό σκύψιμο. Ἀλλά ἀμέσως, πρίν ἐξαντληθοῦν ἐντελῶς, ἔπαιρναν δύναμι καί συνέχιζαν τήν ἀγρυπνία. Τό ἴδιο συνέβαινε καί μέ τίς μετάνοιες καί τά ἄλλα ἀθλήματα• τήν στιγμή τῆς μεγαλυτέρας κοπώσεως τούς διαπερνοῦσε κάποια δύναμις καί τούς ἐνίσχυε.
Ὁ Γέροντας ὅλη τήν νύκτα παρέμενε ὄρθιος· μόνο μερικές φορές ἀκουμποῦσε τά χέρια στήν πατερίτσα, ἀλλά δέν ἐκύρτωνε· σάν ἀναμμένο κερί παρίστατο ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καί τά δάκρυά του κυλοῦσαν στό χῶμα σάν δύο ρυάκια. Εἶχε μεγάλο χάρισμα δακρύων· μερικές φορές, καθώς διάβαζε κάποιο τροπάριο στήν Παναγία ἤ σέ Ἅγιο, ἤ τήν μεγάλη δοξολογία, τά δάκρυα ἀνέβλυζαν ἀπό τά μάτια του σάν ἀπό πηγή.
Ἀρκετόν καιρόν πρίν ἀπό τόν θανατό του εἶπε στόν μοναχό Ἄνθιμο πώς τοῦ δόθηκε τέτοια προσευχή, ὥστε καί κατά τήν ὥρα τοῦ ὕπνου ἡ καρδιά του νά προσεύχεται. ’Έτσι στόν μακαριστό Γέροντα ἐκπληρώθηκε ἡ ρῆσις τοῦ Σολομῶντος: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ». Αὐτό εἶναι ἡ κληρονομία ὅσων ἐγκαρδίως ἐκζητοῦν τόν Κύριο, οἱ ὁποῖοι τόν εὑρίσκουν στήν καρδιά τους σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσί Του: «Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσωμεν». Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά προσέχη κανείς πολύ, ὥστε νά μήν περιφρονήση κάποιον πτωχό, ἄν εἰλικρινῶς σέβεται τό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ὁ Γέροντας προσηύχετο ὡς ἑξῆς: Καθιστός ἤ ὄρθιος, ἔκλινε τήν κεφαλή λίγο πρός τό στῆθος καί πρόφερε σιγά, μέ κατάνυξι καί προσοχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», προσηλώνοντας τόν νοῦ στά λόγια τῆς προσευχῆς καί συγκρατῶντας τήν ἀναπνοή, ὥστε αὐτή νά ἐναρμονίζεται μέ τήν κίνησι τοῦ νοῦ.
Μία φορά, περιμένοντας τήν Λαμπρή, οἱ ὑποτακτικοί του ἤθελαν νά ἀγοράσουν τυρί καί τόν ρώτησαν.
- Ἀδελφοί, ἀπήντησε, τό τυρί φέρει μέσα του τήν εὐχαρίστησι· καί ὅποιος τρώγει γλυκιά τροφή, στερεῖται τοῦ δώρου τῶν δακρύων!
Ὁ γέρων Εὐστράτιος ἦταν γνωστός γιά την διορατικότητά του• ὅσα δέ ἔλεγε, ὅλα ἐπραγματοποιῶντο μέχρι λεπτομερείας. Εἶχε ἐπίσης τό χάρισμα νά θαυματουργῆ. Στό βιβλίο τοῦ Ρώσου ἱερομονάχου Ἀντωνίου «Ἁγιορεῖτες Πατέρες τοῦ ΙΘ΄ αἰῶνος» μνημονεύεται καί ἕνα περιστατικό μέ τόν μαθητή τοῦ π. Εὐστρατίου καί Πνευματικό πατέρα τοῦ Μιλητουπόλεως Ἱεροθέου, Ἀρσένιο, πού δείχνει τήν βεβαιότητα πού εἶχαν οἱ ἐν Κωνσταντινουπόλει γιά τήν ἁγιότητα τοῦ Πνευματικοῦ.
Ὁ Γέροντας εἶχε μεταξύ τῶν μαθητῶν καί κάποιον ἀπό πλούσιο σπίτι, μέ τό ὄνομα Ἀρσένιος, τοῦ ὁποίου ἡ ἀνηψιά ἦταν παντρεμένη μέ σπουδαῖον ὑπάλληλο τοῦ Πατριαρχείου. Ὁ π. Ἀρσενιος ἐπήγαινε μέ πρόσκλησι τῆς ἀνηψιᾶς, μερικές φορές στό σπίτι τους γιά πνευματική συζήτησι. Φαίνεται ὅμως ὅτι αὐτό δέν ἄρεσε στόν σύζυγό της, ὁπότε δέν ἤθελε νά τούς ἐπισκέπτεται ὁ μοναχός· γιά νά μήν προσβάλη ὅμως τήν γυναῖκα του, δέν τόν ἔδιωχνε. Μετά ἀπό κάποιο χρονικό διάστημα πέθανε ὁ γιός τους καί ὁ σύζυγος τό ἐχρησιμοποίησε αὐτό ὡς ἀφορμή γιά νά τερματισθοῦν οἱ ἐπισκέψεις τοῦ π. Ἀρσενίου. Ἄρχισε νά διαδίδη τότε ὅτι μέ μάγια θανάτωσε τόν γιό του, καί ζήτησε ἀπό τήν Σύνοδο νά τόν καλέσουν καί νά τόν κλείσουν στήν φυλακή. Ὅλοι οἱ ἀρχιερεῖς ἐσιώπησαν ἀλλά ἕνας, για νά ἀρέση στόν πατέρα τοῦ παιδιοῦ, εἶπε:
-Ναί, πρέπει νά φυλακισθῆ• καί ἀπευθυνόμενος στόν ὑπηρέτη συνέχισε: Ὁδηγῆστε τον ἐδῶ!
Ἔστειλαν καβάσηδες γιά νά φέρουν τόν π. Ἀρσένιο. Ὅταν τόν ὡδήγησαν στό Πατριαρχεῖο, τοῦ ἐξήγησαν τό παράπτωμά του, καί ὁ ἴδιος ἀπήντησε:
-Εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός καί ἔφυγα στήν ἔρημο γιά νά θρηνήσω τά ἁμαρτήματά μου, ἀλλά κανενός εἴδους μάγια δέν γνωρίζω!
Τήν ἴδια στιγμή ἔπεσε φοβερή ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ καί στούς δύο, καί στόν ἀρχιερέα καί στόν ὑπάλληλο. Ὁ ἀρχιερεύς ἔκραξε τρεῖς φορές: Ἄχ, ἄχ, ἄχ: καί ἄφησε τό πνεῦμα του, τοῦ δέ ὑπαλλήλου ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς. Τότε ὅλα τά μέλη τῆς Συνόδου ὁμοφώνως εἶπαν:
- Στεῖλτε τον στό μοναστήρι του τό συντομώτερο. Γιά τήν προσβολή στόν γέροντα Εὐστράτιο, θά ἀνοίξη ἡ γῆ καί θά μᾶς καταπιῆ!
Ὁ π. Εὐστράτιος τελοῦσε τήν θεία λειτουργία κάθε ἡμέρα καί μόνον δύο ἔτη πρό τοῦ θανάτου του ἄφησε αὐτόν τόν κανόνα. Στήν σπηλιά του ἀνατολικῶς εἶναι κτισμένη ἐκκλησία, δηλαδή μόνον ἱερό, στό ὁποῖο ὑπῆρχε θρόνος στό βαθούλωμα τοῦ βράχου, θυσιαστήριο στόν ἴδιο τόν βράχο καί βορείως νιπτήρας καί θυμιατήριο. Ἐκεῖ ὁ γέρων Εὐστράτιος καθημερινῶς τελοῦσε τήν ἀγρυπνία του καί τό πρωῒ τήν θεία λειτουργία. Στήν νοτία πλευρά ἀπό τό κατώφλι, σέ μία γωνία ἦταν τοποθετημένο κρεββάτι καί δίπλα στό μικρό παραθυράκι μερικά βιβλία, πού ὁ ἴδιος διαβαζε τήν ἡμέρα. Δέν τόν ἔβλεπαν πῶς κοιμᾶται, ἐπειδή κοιμόταν μόνον τό πρωΐ, ὄρθιος ἤ καθιστός· ἀμέσως μετά ἤ θά ἔκανε μετάνοιες ἤ θα ἄρχιζε τό διάβασμα.
Ἐδίδασκε τούς μαθητάς να τελοῦν τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες χωρίς χαλάρωσι καί νά παρατείνουν τόν συγκεκριμένο χρόνο. Ὅταν σέ κάποιον παρατηροῦσε πνευματική ἄνοδο ἤ ἐπιτυχία, τοῦ ἐπέτρεπε νά ἀσχοληθῆ μέ τήν νοερά προσευχή, ἀλλά σταδιακῶς καί ὄχι διά μιᾶς.
- Εἶναι ἀπαραίτητο, ἔλεγε, νά προσέρχεται ὁ καθένας στίς ἀκολουθίες, ἀλλά ὅλα αὐτά εἶναι φύλλα, ἐνῶ εἶναι ἀναγκαῖο νά στολίσωμε τό δένδρο καί μέ καρπούς. Τόν καρπό γεννᾶ ἡ νοερά προσευχή, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ σέ δάκρυα· τά δάκρυα εἶναι ὁ καρπός. Ὁ μοναχός πρέπει πάντα νά κλαίη!
Ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας, ὅταν προσηύχετο, εἶχε μανδήλι στήν πατερίτσα, ὅπου ἔσταζαν σάν ρυάκια τόσο ἄφθονα δάκρυα, ὥστε δέν πρόφθανε νά τά σκουπίση ἤ, καλύτερα, δέν μποροῦσε νά τά προσέξη, καθώς βρισκόταν σέ κατάστασι πνευματικῆς ἀνυψώσεως. Συχνά οἱ μαθηταί του παρατηροῦσαν πώς οὔτε ἔνοιωθε οὔτε ἔβλεπε ὅ,τι συνέβαινε γύρω του καί περί αὐτοῦ δέν μιλοῦσε σέ κανέναν· οὔτε οἱ μαθηταί τολμοῦσαν νά τόν ἐρωτήσουν, ἐνῶ καταλάβαιναν σέ ποιά κατάστασι βρισκόταν.
Σέ κάποιους λαϊκούς προέλεγε γεγονότα πού ἐπρόκειτο νά συμβοῦν. Ὅταν ὅμως ὅλα ἐκπληρώνονταν καί ἐκεῖνοι μιλοῦσαν γιά τό προφητικό του χάρισμα, ὁ ἴδιος ἐκάλυπτε τόν ἑαυτό του λέγοντας στούς μαθητάς:
-Αὐτό τό λέγουν οἱ κοσμικοί· ἄς λέγουν. Ἐσεῖς μήν πιστεύετε. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος στήν σημερινή ἐποχή νά ἔχη τό χάρισμα τῆς προφητείας καί νά προβλέπη τό μέλλον;
Προσπαθοῦσε πολύ νά τούς πείση ὅλους πώς τίποτε δέν ἔχει καί τίποτε δέν γνωρίζει.
Ὁ Κασσανδρείας Εἰρηναῖος γράφει περί τοῦ Γέροντος Εὐστρατίου:
Ὁ Πνευματικός Εὐστράτιος ἓνεκα τῶν πολλῶν αὐτοῦ μελετῶν καί τῆς ἁγιότητος τοῦ βίου του, τόσον καλῶς κατενόει τούς περί τόν Μοναχικόν βίον ἀπασχοληθέντας ἀρχαίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί τόσον προσιταί εἰς αὐτόν εἶχον καταστῆ αἱ βαθεῖαι καί δυσνόητοι ἔννοιαι τῶν μυστικῶν ἡμῶν Θεολόγων, ὥστε τά δυσνόητα χωρία Ἰσαάκ τοῦ Σύρου ἡρμήνευε μετά πλείστης εὐχερείας ὁ Πνευματικός Εὐστράτιος, διότι ἔζη καί ἐπολιτεύετο ἐν τῷ πνεύματι τῶν ἐννοιῶν ἐκείνων.
Ἐπιλογικά
Ὁ Ἐπίσκοπος Μιλητουπόλεως Ἱερόθεος, ἄφησε μνήμη ὁσίου ἀνδρός καί μεγάλου ἀσκητοῦ τῶν ἡμερῶν μας. Εἶναι πνευματικὸς ἐγγονός τοῦ ἱερομονάχου Εὐστρατίου τοῦ Πνευματικοῦ, τοῦ μεγάλου ἀσκητοῦ τῆς νήσου Χάλκης (τοῦ ὁποίου ὁ βίος εἶναι πράγματι θαυμαστός, βίος μεγάλου νηπτικοῦ πατρός), μέσω τοῦ ἁξίου μαθητοῦ του ἱερομονάχου Ἀρσενίου. Ἡ πνευματική κληρονομιά πού μεταλαμπαδεύθηκε μέσω τοῦ Ἀρσενίου στόν Ἱερόθεο δικαιολογεῖ πλήρως τήν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ἁγία βιοτή τοῦ Ἐπισκόπου. Θά μπορούσαμε καί ἐμεῖς νά ἐπαναλάβουμε μετά τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου τά περί τοῦ ὁσίου Μακαρίου Νοταρά λεχθέντα: «παρέδωκεν εἰς χεῖρας τοῦ πλάστου τό ἱερόν του πνεῦμα καί συναριθμήθη μετά τῶν ἱεραρχῶν ὁ ἱεράρχης, μετά τῶν ἀσκητῶν ὁ ἀσκητής».
Τοῦ καρτερικοῦ καί ἀπερίττου Γέροντος, τοῦ τόσας ὑπηρεσίας εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ὂρος τό Ἃγιον προσενεγκόντος, τοῦ πράγματι ὡς μοναχοῦ τόν βίον αὐτοῦ βιώσαντος, Ἁγίου Μιλητουπόλεως, κυροῦ Ἱεροθέου τοῦ Ἁγιορείτου αἰωνία ἡ μνήμη!-
- Προβολές: 1990