Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος μάρτυς Μένιγνος ὁ Κναφεύς, 22 Νοεμβρίου
Ὁ ἅγιος Μένιγνος ἔζησε τόν 3ο αἰώνα μ. Χ., στά χρόνια τοῦ Αὐτοκράτορα Δεκίου. Καταγόταν ἀπό τήν Κολωνία τοῦ Ἑλλησπόντου, ἀπό τήν πόλη Παρείου, πού ὀνομάσθηκε ἔτσι ἐπειδή ἦταν κτίσμα τῶν κατοίκων τῆς νήσου Πάρου, καί βρισκόταν μεταξύ τῆς Κυζίκου καί τῆς Λαμψάκου. Ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ κναφέως, ἤτοι τοῦ λευκαντή, ἐκείνου, δηλαδή, πού πλένει καί λευκαίνει τά ροῦχα. Τήν περίοδο ἐκείνη ξέσπασε μεγάλος διωγμός ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν καί μεταξύ ἐκείνων πού ἔδωσαν τήν ὁμολογία τους γιά τόν Χριστό, καί στήν συνέχεια τήν σφράγισαν μέ τό αἷμα τους ἦταν καί ὁ Μένιγνος. Ὅταν ἄκουσε ὅτι οἱ Χριστιανοί πού ἦταν στήν φυλακή ἐλευθερώθηκαν ὅλοι μέ θαυμαστό τρόπο, ἄρχισε νά ἀνάβη καί νά φουντώνη μέσα του ἡ πίστη. Καί ἐνῶ ἦταν στό ποτάμι καί ἔπλενε τά ροῦχα ἄκουσε φωνή νά τόν καλῆ μέ τό ὄνομά του καί νά τοῦ λέγη: «Μένιγνε, ἔλα σέ μένα καί θά σοῦ δώσω Χάρη πολλή». Ὁ ἅγιος φοβήθηκε καί ταράχθηκε, ἀλλά συνέχισε τήν ἐργασία του. Ὁπότε ἀκούει γιά δεύτερη φορά: «Μένιγνε, ἔλα πρός ἐμένα, καί θά ἀπολαύσης τά ἑτοιμασμένα ἀγαθά σέ ὅσους ἀγαποῦν τό ὄνομά μου». Τότε γεμάτος χαρά ἔφυγε ἀμέσως, παρέδωσε τά πλυμένα ροῦχα καί παρουσιάσθηκε μπροστά στόν ἄρχοντα. Ἀτάραχος καί μέ παρρησία καί θάρρος ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό, λέγοντας στόν ἔπαρχο ὅτι ὁ αὐτοκράτορας δέν εἶναι θεός, ὅπως ἐσύ λέγεις, ἀλλά μόνος ἀληθινός Θεός εἶναι Αὐτός πού λατρεύουν οἱ Χριστιανοί. Αὐτός πού τούς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν φυλακή καί τούς χαρίζει ζωή αἰώνια καί ἀτελεύτητη. Τότε ὑπεβλήθη σέ φρικτά βασανιστήρια, τά ὁποῖα ὑπέμεινε προσευχόμενος καί τέλος τόν ἀποκεφάλισαν.
Οἱ πιστοί μέ πολλές προφυλάξεις πῆραν τό λείψανό του, πού ἐφρουρεῖτο, καί τό ἐνταφίασαν, ὅμως δέν πῆραν τήν κεφαλή του. Τότε ὁ ἅγιος ἐμφανίσθηκε σέ ἕναν ἀπό αὐτούς καί τοῦ εἶπε: «Ἐσεῖς φροντίζοντας νά πάρετε γρήγορα τό λείψανό μου λησμονήσατε καί δέν πήρατε τήν κεφαλή μου, μέ τήν ὁποία ὁμολόγησα τόν Χριστό». Τότε γύρισαν πίσω στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου καί παρά τό ὅτι ἡ νύκτα ἐκείνη ἦταν πολύ σκοτεινή, δέν δυσκολεύτηκαν νά βροῦν τήν ἱερά ἐκείνη κεφαλή, ἀφοῦ ἕνα ἄστρο φωτεινό ἔλαμψε ἐπάνω σέ αὐτήν, καί τήν ἐνταφίασαν μαζί μέ τό ἱερό λείψανο.
Ὁ βίος του καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.
Στό συναξάριο τοῦ ἁγίου διαβάζουμε μεταξύ τῶν ἄλλων καί τούς ἑξῆς στίχους: «Κάραν κναφεῦ Μένιγνε τμηθείς ἐκ ξίφους/Κνάπτεις σεαυτόν. Κἄν ρύπους εἶχες, πλύνῃ». Δηλαδή, ὁ κναφεύς, ἤτοι ὁ λευκαντής Μένιγνος μέ τήν κοπή τῆς κεφαλῆς του μέ τό ξίφος, ἔπλυνε, λεύκανε καί καθάρισε καί τόν ἑαυτό του ἀπό κάθε ρύπο. Ὅπως ἔπλενε, καθάριζε καί λεύκαινε τά ροῦχα, ἔτσι, μέ τήν ὁμολογία του καί τό μαρτύριό του καθάρισε καί λεύκανε καί τόν ἑαυτό του ἀπό τούς ρύπους τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας, τούς ὁποίους ὡς ἄνθρωπος καί αὐτός εἶχε, καί ἔτσι παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καθαρός.
Τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου καθαρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό κάθε ρύπο τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Στό σημεῖο, ὅμως, αὐτό θά πρέπει νά τονισθῆ ὅτι ἐκτός ἀπό τό βάπτισμα τοῦ ὕδατος ὑπάρχει καί τό βάπτισμα τοῦ αἵματος. Ἄλλωστε, πολλοί μάρτυρες ἦταν ἀβάπτιστοι, ἀφοῦ ἦταν εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι τήν στιγμή πού παρακολουθοῦσαν τά μαρτύρια τῶν Χριστιανῶν καί τούς ἔβλεπαν νά τά ἀντιμετωπίζουν μέ πραότητα, ἠρεμία καί ἐσωτερική εἰρήνη, καθώς ἐπίσης ἔβλεπαν καί τά ὅσα θαυμαστά γεγονότα ἐλάμβαναν χώρα, ἐπίστευαν καί ὁμολογοῦσαν καί αὐτοί τήν πίστη τους στόν Χριστό καί ἔχυναν τό αἷμα τους γι’ Αὐτόν. Καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος τούς καθάριζε ἀπό κάθε μολυσμό τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας, καί ἡ ψυχή τους φτερούγιζε στά οὐράνια σκηνώματα καθαρή. Ἀλλά ἐκτός ἀπό τό μαρτύριο τοῦ αἵματος ὑπάρχει καί τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, πού συνίσταται στήν ἐφαρμογή ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία καί τήν ὑπομονή στά λυπηρά γεγονότα τῆς ζωῆς χωρίς γογγυσμό, ἀλλά μέ δοξολογική διάθεση.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως τό βιώνουν οἱ «μάρτυρες τῇ βουλήσει ἄνευ μαστιγῶν καί διωγμῶν». Καί τονίζει ὅτι μαρτύριο τῆς συνειδήσεως εἶναι ὁ συνεχής ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου γιά νά ἐπιτύχη τήν ἐν Χριστῷ τελείωση, καθώς ἐπίσης καί ἡ ὑπομονή στά καθημερινά προβλήματα καί τίς δυσκολίες τῆς παρούσης ζωῆς. Ἀποτέλεσμα δέ τῆς ἀσκητικῆς, ἤτοι τῆς ὁσιακῆς ζωῆς, εἶναι ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ καί ἡ χαρίτωση τῶν ἀσκητῶν μέ τίς δωρεές τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης λέγει ὅτι τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ ἀσκητική ζωή, ἤτοι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν, ἡ προσπάθεια γιά ἔλεγχο τῶν λογισμῶν καί ὁ πόλεμος ἐναντίον τῶν δαιμόνων. Καί ὁ Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, στό βιβλίο του γιά τόν ἅγιο Σιλουανό, ἀναφέρεται σέ ἕναν εὐσεβῆ ἄνθρωπο (προφανῶς στόν ἅγιο Σιλουανό) πού σέ ὅλη τήν ζωή του παρακαλοῦσε τόν Κύριο νά τόν ἀξιώση νά βρῆ μαρτυρικό θάνατο. Πλησίασε, λοιπόν, ἡ ὥρα τοῦ εἰρηνικοῦ του τέλους καί τότε εἶπε μέ θλίψη: «Ὁ Κύριος δέν ἄκουσε τήν προσευχή μου». Μόλις, ὅμως, πρόφερε αὐτές τίς λέξεις πληροφορήθηκε πώς ὅλη ἡ ζωή του ἦταν μαρτυρική, καί ἔτσι ἡ προσευχή του ἔγινε δεκτή». Τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, σέ ἀντίθεση μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος, μπορεῖ νά κρατήση γιά μιά ὁλόκληρη ζωή.
Τό Εὐαγγέλιο εἶναι ἕνα γιά ὅλους. Ἑπομένως, σέ ὅποιο μέρος καί ἄν ζῆ κανείς, ὅποιον τρόπο ζωῆς καί ἄν ἀκολουθῆ, καί ὁποιοδήποτε ἐπάγγελμα καί ἄν ἐξασκῆ, μπορεῖ παράλληλα νά εἶναι μάρτυρας τῆς συνειδήσεως, νά εἶναι κναφεύς-λευκαντής τοῦ ἑαυτοῦ του, καθώς καί τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ὅταν τούς ἀγαπᾶ καί προσεύχεται γι’ αὐτούς. Ὁ ἅγιος Μένιγνος μᾶς προσφέρει τό μήνυμα νά γίνουμε καί ἐμεῖς κναφεῖς τοῦ ἑαυτοῦ μας καί τῶν συνανθρώπων μας. Ἀσφαλῶς, πρῶτα τοῦ ἑαυτοῦ μας, γιατί ποιός μπορεῖ νά βοηθήση τούς ἄλλους νά καθαρθοῦν, ὅταν ὁ ἴδιος δέν εἶναι κεκαθαρμένος ἤ δέν ἀγωνίζεται νά καθαρθῆ; Πρῶτα πρέπει κανείς νά ἀγωνισθῆ ὁ ἴδιος νά καθαρθῆ, προκειμένου νά μπορέση νά καθαρίση καί τούς ἄλλους, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «πρῶτον καθαρθῆναι καί εἶτα καθᾶραι».
Μαρτυρική ζωή σημαίνει παραδεισένια ζωή. Γιατί ὁ Χριστός γλυκαίνει τόν πόνο, στεγνώνει τό δάκρυ, χαριτώνει τόν ἀγωνιστή τοῦ πνευματικοῦ στίβου καί μεταβάλλει τήν καρδιά του σέ παράδεισο, ὅπου βασιλεύει ἡ ἀγάπη, ἡ εἰρήνη, ἡ χαρά.
- Προβολές: 3253