Skip to main content

Οἱ ποιμαντικές ἐπισκέψεις στίς οἰκίες τῶν Ἐνοριτῶν γιά Ἱερές Ἀκολουθίες.

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Εἰσήγηση στό Στ΄ Ἱερατικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, πού πραγματοποιήθηκε στίς 25 Σεπτεμβρίου 2001, μέ γενικό θέμα: «Ἡ Καθημερινή Ποιμαντική». Δημοσιεύεται μέ ὁρισμένες ἀναγκαῖες διορθώσεις καί συμπληρώσεις.

Σεβασμιώτατε,
Σεβαστοί Πατέρες καί Ἀδελφοί.

Κέντρο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἶναι ὁ Ἱερός Ναός, ὅπου τελοῦνται ὅλα τά βασικά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας (Βάπτισμα, Χρίσμα, θεία Εὐχαριστία) καί ὅπου –κυρίως λόγῳ τῆς θείας Εὐχαριστίας– γίνεται πιό αἰσθητό, ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί ἀπαρτίζουμε ἕνα Σῶμα, τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχει Κεφαλή τόν Χριστό καί εἶναι διαρθρωμένο ἱεραρχικά μέ διακρίσεις χαρισμάτων καί διακονιῶν. Στόν χῶρο αὐτό, στόν Ἱερό Ναό δηλαδή, ἔχει τήν ἕδρα του καί τήν ἀφετηρία του τό ποιμαντικό ἔργο τοῦ Ἱερέως, τό ὁποῖο ἐπεκτείνεται σέ ὅλα τά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν.

Βασικό περιεχόμενο αὐτοῦ τοῦ ἔργου εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς πίστεως καί ὁ ἁγιασμός τοῦ λαοῦ διά τῶν μυστηρίων. Ἡ ἐκκλησιαστική διδασκαλία, ὅπως ἔχει ἐπισημανθῆ, δέν ταυτίζεται μέ τό κήρυγμα· «τό κήρυγμα εἶναι ὁ πρόλογος τῆς διδασκαλίας». Ἐξαγγέλλει ὁρισμένες ἀλήθειες, ὥστε νά προκαλέση τό ἐνδιαφέρον τῶν ἀκροατῶν. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα ἡ διδασκαλία συνεχίζεται μέ τήν προσωπική ἐπικοινωνία τοῦ Ποιμένα μέ τούς πιστούς, κυρίως μέ αὐτούς πού ἐκδηλώνουν ἐνδιαφέρον καί ἐπιζητοῦν συνάντηση μαζί του. Σημαντική ἀφορμή διδασκαλίας –ὄχι ἀπό καθέδρας, ἀλλά μέσα σέ κλίμα εἰλικρινοῦς ἀνθρώπινης ἐπαφῆς– εἶναι ἡ τέλεση μυστηρίων στά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν. Ὅταν κάποιος ζητᾶ νά τελεσθῆ στό σπίτι του Εὐχέλαιο ἤ Ἁγιασμός, σημαίνει ὅτι μέσα στήν καρδιά του ὑπάρχει πόρτα ἀνοιχτή γιά τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ἀκρόαση καί πρόσληψη τοῦ «λόγου τῆς ἀληθείας».

Α. Βασικές ἀρχές τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου τοῦ Πρεσβυτέρου

Πρίν προχωρήσουμε στό θέμα μας θεωροῦμε ἀναγκαῖο νά τονισθοῦν ὁρισμένες βασικές ἀρχές τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου τοῦ Πρεσβυτέρου, πού ἔχουν ἄμεση ἤ ἔμμεση σχέση μέ τήν παρουσία του στά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν.

1. Συντρέχειν τῇ τοῦ Ἐπισκόπου γνώμῃ

Ὁ κατ’ ἐξοχήν Ποιμήν μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος. Ὁ Πρεσβύτερος εἶναι ἱερουργός ὅλων τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐκτός ἀπό τό μυστήριο τῆς Χειροτονίας καί τοῦ Ἐγκαινιασμοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, λόγῳ τοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησιαστική διακονία του δέν ἔχει σχέση μέ τήν συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά μέ τήν διακονία τοῦ λαοῦ μιᾶς ἤδη συγκεκροτημένης Ἐκκλησίας.

Στήν πραγματικότητα ὁ Πρεσβύτερος δέν ἔχει ποίμνη, ἀλλά θυσιαστήριο. Ἡ ποιμαντική διακονία πού ἀσκεῖ στήν Ἐνορία του εἶναι εὐθύνη τοῦ Ἐπισκόπου, γι’ αὐτό πρέπει νά γίνεται μέσα στό πλαίσιο τῆς δικῆς του εὐλογίας καί σύμφωνα μέ τήν δική του γνώμη. Ἡ ὑπακοή στήν γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου δέν εἶναι οὔτε δέσμευση τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πρεσβυτέρου, οὔτε φαλκίδευση τοῦ φρονήματός του, οὔτε καταπίεση τῆς προσωπικότητάς του. Εἶναι ὅρος τῆς φυσικῆς ζωῆς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ τρόπος τῆς εὔρυθμης λειτουργίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, μέσα στό ὁποῖο κατατροπώνεται ὁ πνευματικός θάνατος, δηλαδή ὁ ποικιλόμορφος θανατηφόρος ἑωσφορισμός καί οἱ βεβαιόπιστοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί (λαϊκοί καί κληρικοί) ἀναπνέουν τό πνευματικό ὀξυγόνο τῆς ἐλευθερίας τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.

Ἡ εἰλικρίνεια αὐτῆς τῆς ὑπακοῆς (καί ὄχι ἡ ψυχοφθόρος καταναγκαστική πειθαρχία) διασώζει τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί εὐλογεῖ τό ἔργο τοῦ Ἱερέως. «Ὅθεν πρέπει ἡμῖν», γιά νά χρησιμοποιήσω τόν λόγο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, «συντρέχειν τῇ τοῦ Ἐπισκόπου γνώμῃ». Πρέπει νά συμβαδίζουμε, δηλαδή, μέ τήν γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου. «Καί γάρ Ἰησοῦς Χριστός, τό ἀδιάκριτον ἡμῶν ζῆν (ἡ ἀχώριστη, δηλαδή, ζωή μας) τοῦ Πατρός ἡ γνώμη, ὡς καί οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ κατά τά πέρατα ὁρισθέντες, ἐν Ἰησοῦ Χριστοῦ γνώμῃ εἰσίν», ὅπως γράφει στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή του. Ἡ ἑνότητα τῶν Ἐκκλησιῶν, πού βρίσκονται στά πέρατα τῆς οἰκουμένης, ἑδραιώνεται στήν σύμπτωση ὅλων τῶν Ἐπισκόπων «ἐν Ἰησοῦ Χριστοῦ γνώμῃ» καί ἡ ἑνότητα μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας πραγματοποιεῖται, ὅταν οἱ Πρεσβύτεροι καί οἱ Διάκονοι καί, μέ τήν καθοδήγησή τους, ὁ λαός συμβαδίζουν «τῇ τοῦ Ἐπισκόπου γνώμῃ».

Ἐν τέλει οἱ πάντες, δηλαδή ὁ λαός διά τῶν Πρεσβυτέρων καί οἱ Πρεσβύτεροι διά τῶν Ἐπισκόπων τους ὀφείλουν νά εἶναι ἑνωμένοι «ἐν Ἰησοῦ Χριστοῦ γνώμῃ», ὥστε νά μετέχουν στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Στίς ἀντίθετες περιπτώσεις ἔχουμε σχίσματα καί ἀκαταστασίες, πού ἀποκόπτουν ἀπό τήν Ἐκκλησία αὐτούς πού θέλουν νά στηρίζονται ἐγωϊστικά στήν δική τους ἄποψη, παραθεωρώντας τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων ἤ πηγαίνοντας ἀντίθετα πρός τήν γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου τους, γιά ἐπουσιώδη θέματα, ὅταν αὐτός ὀρθοτομῆ τόν λόγον τῆς ἀληθείας.

Τό «συντρέχειν τῇ τοῦ Ἐπισκόπου γνώμῃ» ἔχει σημαντικές πρακτικές διαστάσεις, πού εἶναι σχετικές μέ τό θέμα μας. Ἐπισκεπτόμενος ὁ Ἱερέας τά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν του, προκειμένου νά τελέση διάφορα μυστήρια, βρίσκεται ἀπέναντι σέ πολλά προβλήματα, ἡ ἀντιμετώπιση τῶν ὁποίων δέν πρέπει νά στηρίζεται σέ προσωπικές ἀπόψεις, ἀλλά στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ διαφύλαξη τῆς ὁποίας μέσα στά νέα κάθε φορά δεδομένα ἤ στίς συγκεκριμένες τοπικές συνθῆκες εἶναι εὐθύνη πρωτίστως τοῦ Ἐπισκόπου.

Θά ἀναφέρω μέ τήν μορφή ἐρωτημάτων δύο προβλήματα, ὡς παραδείγματα, τά ὁποῖα εἶναι πολύ πιθανόν νά συναντήση ἕνας Πρεσβύτερος στό ἁγιαστικό ποιμαντικό του ἔργο:

Τελεῖται Ἁγιασμός σέ σπίτι πού συζῆ ζευγάρι τό ὁποῖο δέν τέλεσε θρησκευτικό Γάμο;

Ἡ ποιμαντική ἀντιμετώπιση τῶν ἀνθρώπων πού δέν τέλεσαν τό μυστήριο τοῦ Γάμου, ἀλλά δείχνουν ὅτι δέν ἀρνοῦνται γενικῶς τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ζητοῦν οἱ ἴδιοι (ὄχι κάποιοι δικοί τους) τήν τέλεση τοῦ Ἁγιασμοῦ, ἀπαιτεῖ λεπτούς χειρισμούς. Δέν πρέπει νά ἀφεθοῦν στήν ψευδαίσθηση ὅτι δέν χωρίζονται ἀπό τήν Ἐκκλησία παραθεωρώντας τό μυστήριο τοῦ Γάμου. Δέν πρέπει, δηλαδή, νά συντελέση ὁ Ἱερέας, μέ τήν τέλεση τοῦ Ἁγιασμοῦ, στήν ψευδῆ ἀντίληψη, ὅτι δέν στεροῦνται τήν ἁγιαστική Χάρη τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε, ἐπίσης, νά ἀπομακρυνθοῦν ἀκόμη περισσότερο ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά νά βοηθηθοῦν νά ἐνταχθοῦν πλήρως σ’ αὐτήν. Νά τούς βοηθήσουμε νά κατανοήσουν τήν μυστηριακή συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν σημασία τοῦ μυστηρίου τοῦ Γάμου γιά τήν κοινή ζωή τους μέσα σ’ αὐτήν. Νά κατανοήσουν ὅτι ὁ Ἁγιασμός τελεῖται ὡς εὐλογία καί ἁγιασμός τοῦ χώρου στόν ὁποῖο θά κατοικήσουν, ὡς ἀνδρόγυνο, μετά τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Γάμου τους.

Τό δεύτερο πρόβλημα: Χρίονται μέ τό λάδι τοῦ Εὐχελαίου πρόσωπα πού δέν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία μας, τά ὁποῖα ἔτυχε νά παρευρίσκονται στό μυστήριο, προσκεκλημένα ἀπό τούς Ἐνορίτες μας;

Αὐτό εἶναι ἕνα πολύ πιθανό ἐνδεχόμενο μέ τήν ἔνταξη πολλῶν ἑτεροδόξων καί ἀλλοθρήσκων οἰκονομικῶν προσφύγων στήν χώρα μας καί στήν περιοχή μας. Σέ τέτοιες περιπτώσεις δημιουργεῖ μεγάλες δυσκολίες ἡ ἀμβλυμένη πίστη στά ὀρθά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας πολλῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, τῶν ὁποίων τά κριτήρια εἶναι κυρίως κοινωνικῆς ἤ ἠθικῆς τάξεως καί ὄχι θεολογικῆς. Πολλοί λένε στόν Ἱερέα: Πάτερ, εἶναι καλός Χριστιανός, πιστεύει. Δέν μετρᾶ γι’ αὐτούς τό ἄν εἶναι Προτεστάντης ἤ Ρωμαιοκαθολικός. Εἶναι πρωτίστως γι’ αὐτούς γείτονας ἤ φίλος καί καλός ἄνθρωπος.

Ἀπαιτεῖ λεπτούς χειρισμούς καί αὐτή ἡ περίπτωση, ὥστε νά μή μεταδοθοῦν μυστήρια (τό Εὐχέλαιο εἶναι μυστήριο) σέ ἀνθρώπους πού δέν εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς νά δημιουργηθῆ ἔνταση ἤ πικρία, ἀλλά καί νά διδαχθοῦν τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι ἡ μετοχή στά μυστήρια δέν εἶναι ἀπροϋπόθετη. Βασική τους προϋπόθεση (ὄχι μοναδική) εἶναι τό Ὀρθόδοξο Βάπτισμα.

Ἡ ὕπαρξη τέτοιων καί παρόμοιων προβλημάτων σημαίνει ὅτι πρέπει ὁ Ἱερέας νά γνωρίζη τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί τίς τοποθετήσεις τοῦ Ἐπισκόπου του σέ βασικά ἐπί μέρους ποιμαντικά θέματα, γιά νά ἐνεργῆ ἀνάλογα καί νά δίνη τίς κατάλληλες ὀρθόδοξες ἀπαντήσεις. Στήν περίπτωση πού τίθεται ἐνώπιόν του κάποιο πρόβλημα, ὅπως τά παραπάνω, γιά τό ὁποῖο δέν γνωρίζει τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, δέν πρέπει νά ἀποφαίνεται ἀμέσως, ἀλλά νά ἀναβάλη μέ διάκριση τήν ἀπάντησή του ἤ τήν ἀποδοχή τῆς πρόσκλησης γιά τέλεση μυστηρίου, μέχρι νά ἐπικοινωνήση μέ τόν Μητροπολίτη του καί νά πάρη ἀπό αὐτόν καθοδήγηση.

Εἶναι πιστεύω φανερό ὅτι ἡ μέριμνα γιά τό «συντρέχειν τῇ τοῦ Ἐπισκόπου γνώμῃ» σέ καθημερινά ποιμαντικά προβλήματα, δίνει τό πραγματικό νόημα στήν σχέση Ἐπισκόπου καί Πρεσβυτέρων. Ὑπερβαίνει τήν ἀναγκαία, δυστυχῶς, διοικητική καί γραφειοκρατική σχέση καί πλουτίζεται ἀπό τήν ποιμαντική μέριμνα γιά τήν σωτηρία τοῦ λαοῦ.

2. Οἱ τελετές ἐν οἴκῳ πρέπει νά παραπέμπουν στήν θεία Εὐχαριστία

Πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μας ὅτι ὅλα τά μυστήρια συνδέονται ἀμέσως ἤ ἐμμέσως μέ τήν θεία Εὐχαριστία καί πρέπει νά παραπέμπουν σ’ αὐτήν. Τά μυστήρια πού τελοῦνται πιό συχνά στά σπίτια εἶναι ὁ Μικρός Ἁγιασμός καί τό Εὐχέλαιο. Καί τά δύο, σύμφωνα μέ τόν καθηγητή Ἰωάννη Φουντούλη, κατ’ ἀρχήν ἦταν συνδεδεμένα τελετουργικά μέ τήν θεία Εὐχαριστία.

Στό Εὐχέλαιο αὐτό εἶναι φανερό ἀκόμη καί σήμερα ἀπό τήν ἐναρκτήρια εὐλογία τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός...», πού ἐκφωνεῖται στήν ἀρχή τῆς μεγάλης συναπτῆς, ἡ ὁποία προηγεῖται τῆς καθαγιαστικῆς εὐχῆς τοῦ Ἐλαίου. Δυστυχῶς, αὐτή ἡ ἐναρκτήρια εὐλογία ἀπουσιάζει ἀπό τό Μικρό Εὐχολόγιο τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας (στίς παλαιότερες ἐκδόσεις), ὅπως ἄλλωστε ἀπουσιάζει ἀπό τό ἴδιο Εὐχολόγιο καί ἡ καθαγιαστική εὐχή τοῦ ὕδατος στήν ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ. (Στίς νεώτερες ἐκδόσεις τοῦ Μικροῦ Εὐχολογίου ἔχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις καί συμπληρώσεις).

Σύμφωνα μέ τήν ἀρχαία τάξη ὁ ἀσθενής ἐρχόταν στόν Ναό προκειμένου νά χρισθῆ μέ τό ἅγιο Ἔλαιο καί κατόπιν νά κοινωνήση κατά τήν θεία Λειτουργία, πού τελειωνόταν στή συνέχεια. Ἐκτός ἀπό τό Εὐχέλαιο, ὅμως, καί ὁ Μικρός Ἁγιασμός ἀρχικά ἦταν συνδεδεμένος μέ τήν θεία Λειτουργία. Συνέπεια αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, σύμφωνα πάντα μέ τόν καθηγητή κ. Ἰωάννη Φουντούλη, εἶναι ἡ καταγραφή στόν κώδικα 105 τῆς Πάτμου, ὡς ἐναρκτήριας εὐλογίας τοῦ Ἁγιασμοῦ τῆς ἐκφώνησης: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...». Ἐπίσης, ὅταν ἀποσπάσθηκε ἀπό τήν θεία Λειτουργία καί ἀναπτύχθηκε αὐτοτελῶς, ἐξ ἐπιδράσεως τῆς προελεύσεώς του, παρενεβλήθη στήν τελετουργική του τάξη ἡ ἐκφώνηση «Ὅτι Ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν...», καθώς καί ὁ τρισάγιος ὕμνος, τά εἰρηνικά, τά ἀναγνώσματα καί, στό τέλος, ἡ ἐκτενής, ὅλα στοιχεῖα εἰλημμένα ἀπό τήν Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων, τό πρῶτο, δηλαδή, τμῆμα τῆς θείας Λειτουργίας.

Ἀνέφερα τό τελετουργικό γιά νά τονίσω ὅτι μέ ὅλα τά κατ’ οἶκον τελούμενα μυστήρια πρέπει νά παραπέμπονται οἱ πιστοί στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Δέν πρέπει νά ἀφήνονται νά ἀναπαύονται στήν ψευδαίσθηση ὅτι ὁ Ἁγιασμός ἤ τό Εὐχέλαιο ἐξαντλεῖ τίς ὑποχρεώσεις τους ὡς μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.

Ὑπάρχουν, δυστυχῶς, πολλοί πού ἔχουν κρατήσει τήν συνήθεια ἀπό τούς παλαιοτέρους νά τελοῦν τό Εὐχέλαιο κατά τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἀλλά δέν δείχνουν τήν ἴδια πιστότητα καί γιά τόν ἐκκλησιασμό κατά τήν κυριακάτικη κυρίως θεία Λειτουργία. Ἐπίσης, θέλουν τόν Ἁγιασμό κατά τήν εἴσοδο στό καινούργιο σπίτι τους, ὄχι μέ εὐχαριστιακό πνεῦμα, μέ διάθεση, δηλαδή, ἀποθέσεως στά χέρια τοῦ Θεοῦ τῆς ζωῆς τους στό νέο σπίτι τους, ἀλλά θέλουν τό μυστήριο γιά νά ἐξορκίσουν τό ἐνδεχόμενο κακό καί νά καταπραΰνουν στήν ψυχή τους τό ἄγχος πού τούς δημιουργεῖ ὁ φόβος πνευματιστικῶν ἐπιβουλῶν· ζητοῦν, δηλαδή, τήν Χάρη τοῦ Ἁγιασμοῦ ὄχι μέ καθαρή πίστη, ἀλλά ὡς μιά ἀπό τίς «τεχνικές μεθόδους» πού ἐπιβάλλει στήν συνείδησή τους ἡ νοοτροπία τῆς μαγείας. Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς δέν ἔχουν οὐσιαστική σχέση μέ τήν θεία Λειτουργία. Καί ἄν κάποτε ἐκκλησιάζονται, βρίσκονται πολύ μακριά ἀπό τό πνεῦμα τῆς Ὀρθόδοξης θείας Λειτουργίας. Γι’ αὐτό εἶναι ἐνδεχόμενο νά ἔχουν ὁρίσει τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου στίς 11 τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς, καί πηγαίνοντας ὁ Ἱερέας στό σπίτι τους νά διαπιστώνη ὅτι ἀπό αὐτούς πού τόν προσκάλεσαν κανένας δέν λειτουργήθηκε. Κι’ αὐτό φυσικά εἶναι κάτι πού δέν τούς κοστίζει, ἀφοῦ πιστοποιοῦν τήν χριστιανικότητά τους μέ τόν Ἁγιασμό πού τέλεσαν καί μέ τήν πιθανή γενναιοδωρία πού ἔδειξαν ἀμείβοντας τόν κόπο τοῦ Ἱερέως.

Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι μέ τά μυστήρια αὐτά διαπορθμεύεται μέσῳ ὑλικῶν στοιχείων ἡ ἰαματική καί ἁγιαστική Χάρη τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο· λύνονται τά ἔργα τοῦ διαβόλου, ἐνισχύονται οἱ ψυχές καί τά σώματα τῶν μετεχόντων, «ἵνα καί διά στοιχείων, καί δι’ ἀγγέλων, καί δι’ ἀνθρώπων, καί διά ὁρωμένων, καί δι’ ἀοράτων δοξάζηται» τό πανάγιο ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως διαβάζουμε στήν εὐχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ.

Ἡ ἀληθινή ὅμως δοξολογία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ δέν εἶναι κάποιες τυπικές τελετουργίες· εἶναι ἡ ζωοποίηση τοῦ «κατ’ εἰκόνα», ἡ καθαρότητα, δηλαδή, τοῦ θεοειδοῦς κατόπτρου τῆς ὑπάρξεώς μας, ὥστε νά κατοπτρίζεται μέσα του καί νά ἀντανακλᾶται στήν δημιουργία ἡ δόξα τῆς θεότητος. Δοξάζεται ὁ Θεός, ὅταν ἡ καθημερινή ζωή μας, τό ἦθος μας, ἡ ἐπιφάνεια, ἀλλά καί τό νοερό βάθος τῆς ὑπάρξεώς μας ἀποκαλύπτουν τόν Θεό. Αὐτό, φυσικά, δέν μπορεῖ νά γίνη, ἄν ὁ Θεός δέν κατοικῆ μέσα μας. Κι’ αὐτή ἡ ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα μας εἶναι ἀδύνατον νά πραγματοποιηθῆ ἔξω ἀπό τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, μέ ὅλες –ἐννοεῖται– τίς προϋποθέσεις πού θέτει γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ὅλη ἡ πατερική μας παράδοση.

Τά κατ’ οἶκον τελούμενα μυστήρια προκαταρτίζουν τούς πιστούς γιά τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Αὐτό τό θεμελιῶδες νόημά τους πρέπει νά μεταδίδεται ἀπό τούς Ἱερεῖς στούς Ἐνορίτες τους.

3. Μετέχουμε στά μυστήρια ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας

Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Ἱερέα στά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν του πρέπει νά ἐμφυσᾶ καί νά ἐνισχύη τήν αἴσθηση ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία ζοῦμε, μεθηλικιωνόμαστε πνευματικά καί σωζόμαστε «σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις». «Ἅγιοι» στόν στίχο αὐτό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀπό τό 3ο Κεφάλαιο τῆς πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῆς, εἶναι ἀφ’ ἑνός μέν ὅλα τά ζῶντα μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί οἱ ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμημένοι φίλοι τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἰδιωτικός χαρακτήρας τῶν μυστηρίων, πού τελοῦνται στά σπίτια, δέν πρέπει νά ἀπομονώνη αὐτούς γιά τούς ὁποίους τελοῦνται ἀπό τό ὑπόλοιπο Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἱερέας πρέπει νά ἑδραιώνη στούς Ἐνορίτες του τήν αἴσθηση, ὅτι μποροῦμε καί μετέχουμε στά μυστήρια αὐτά ἐπειδή εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό αἰσθητοποιεῖται τελετουργικά μέ τήν μνημόνευση πολλῶν Ἁγίων, πού εἶναι τά δοξασμένα μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ὁποίων ζητοῦμε τήν πρεσβεία –πράξη πού σημαίνει ὅτι ἐπιθυμοῦμε νά εἶναι παροῦσα ἡ ἐν οὐρανοῖς Ἐκκλησία· πρέπει, ὅμως, νά ἐπιδιώκουμε νά ἀντιπροσωπεύεται ἱκανοποιητικά καί ἡ ἐν τῷ κόσμῳ ἀγωνιζομένη Ἐκκλησία. Τό κάθε μυστήριο στό σπίτι πρέπει νά εἶναι ἕνα ἐκκλησιαστικό γεγονός καί ὄχι μιά ἰδιωτική τελετή, γι’ αὐτό εἶναι καλό ὁ Ἱερέας νά δημιουργήση στούς Ἐνορίτες του τήν καλή συνήθεια, νά καλοῦν στά μυστήρια πού τελοῦν στά σπίτια τους, φίλους καί γείτονες, ὥστε, παραφράζοντας κάπως τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «διά πολλῶν προσώπων τό εἰς [αὐτούς] χάρισμα διά πολλῶν εὐχαριστηθῇ ὑπέρ [αὐτῶν]».

Β. Ἀκολουθίες πού τελοῦνται στίς οἰκίες τῶν Ἐνοριτῶν

Θά προχωρήσω τώρα σέ ὁρισμένα, κατά τήν γνώμη μου, πρακτικότερα θέματα. Καί πρίν ἀπ’ ὅλα νά ἀναφέρω ποιά συνήθως μυστήρια ἤ ἀκολουθίες καί τελετές καλοῦνται οἱ Ἱερεῖς ἀπό τούς Ἐνορίτες τους νά τελέσουν στά σπίτια τους.

Αὐτά εἶναι:

  1. Ὁ Ἁγιασμός, μέ ἀφορμή εἴτε τήν εἴσοδο σέ νέο σπίτι, εἴτε κατά τήν ἀρχή τοῦ μηνός, εἴτε λόγῳ τοῦ φόβου δαιμονικῶν ἐπιβουλῶν, λόγῳ ἀνεύρεσης «ὑλικῶν μαγείας», ὁπότε συνδέονται μέ τήν ἀνάγνωση τῶν Ἐξορκισμῶν.
  2. Τό Εὐχέλαιο, μέ ἀφορμή κάποια ἀσθένεια ἤ κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, στό πλαίσιο τῆς προετοιμασίας γιά τό Πάσχα. Ὁρισμένοι, μάλιστα, ἴσως ἐξ ἐπιδράσεως τῆς συνήθειας πού ὑπάρχει κατά τήν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τελοῦν τό Εὐχέλαιο καί στίς περιόδους τῶν νηστειῶν τοῦ Δεκαπενταυγούστου καί τῶν Χριστουγέννων.
  3. Ἡ Ἱερά Παράκληση, εὐχές εἰς ἀσθενεῖς καί ἡ ἀκολουθία εἰς ψυχορραγοῦντα. Εἰδικά ἡ τελευταία εἶναι ἀκολουθία ἡ ὁποία σπανιότατα τελεῖται. Εἶναι ἀκολουθία πού δείχνει τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας στήν μετά θάνατον ζωή καί ταυτόχρονα τήν μέριμνά της γιά τήν ἀνακούφιση τῶν ψυχορραγούντων. Ἐνέχει, ὅμως, σοβαρούς κινδύνους. Γι’ αὐτό, ὅταν καλεῖται ὁ Ἱερέας νά τήν τελέση, πρέπει νά εἶναι πολύ προσεκτικός, προκειμένου νά μή δημιουργήση προβλήματα στήν σχέση του μέ τόν ἀσθενή, ὁ ὁποῖος πιθανῶς ἀκούει καί καταλαβαίνει τίς εὐχές καί δέν εἶναι ἀπίθανο νά ξεπεράση τό πρόβλημα καί νά ἐπιζήση.
  4. Σπανιότερες, δυστυχῶς, στίς μέρες μας εἶναι οἱ εὐχές «εἰς γυναίκα λεχώ, τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ τῆς γεννήσεως τοῦ παιδίου αὐτῆς», τῶν ὁποίων ἡ ἀνάγνωση στό σπίτι εἶχε νόημα, ὅταν οἱ τοκετοί γίνονταν στά σπίτια. Εἶναι, πάντως, καλό, ἄν δέν διαβάσθηκαν οἱ εὐχές αὐτές στό Νοσοκομεῖο, νά διαβασθοῦν στό σπίτι, ἔστω καί μέ κάποιες μέρες καθυστέρηση.
  5. Ἡ εὐχή τῆς ὀνοματοδοσίας, πού διαβάζεται τήν ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τήν γέννηση τοῦ παιδιοῦ. Κανονικά ἡ εὐχή αὐτή διαβάζεται στόν Ἱερό Ναό, στόν ὁποῖο (σύμφωνα μέ τό Εὐχολόγιο) προσάγει τό βρέφος ἡ μαία. Γιά πρακτικούς λόγους, ὅσοι γνωρίζουν τήν ὕπαρξη αὐτῆς τῆς εὐχῆς, ζητοῦν ἀπό τόν Ἱερέα νά τήν διαβάση προσερχόμενος στό σπίτι. Μέ τήν εὐχή αὐτή δίνεται στό βρέφος τό ἰδιαίτερο ὄνομά του, ἀλλά καί τό ὄνομα «Χριστιανός»· προσεύχεται μάλιστα ὁ Ἱερέας τό ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου νά μείνη «ἀνεξάρνητο» ἀπό τόν νεογέννητο δοῦλο Του.


Ἡ παρουσία τοῦ Ἱερέα στό σπίτι ἑνός Ἐνορίτη εἶναι ἕνα πολύ σημαντικό γεγονός. Ὁ Ἱερέας, ἀκόμη καί σήμερα, εἶναι γιά τόν λαό μας ἕνα πρόσωπο ἱερό. Ἡ βαθμιαία ἐξασθένηση τοῦ σεβασμοῦ ἀπέναντι σέ ὅ,τι εἶναι ἱερό –γεγονός πού ὀφείλεται στήν πνευματική ἀφυδάτωση τῆς ἐποχῆς μας– ἔχει, ὁπωσδήποτε, ἐπιδράσει καί στή σχέση –κυρίως τῶν νέων– μέ τούς Ἱερεῖς, δέν ἔχει ὅμως σβήσει τελείως τήν παραδοσιακή εὐλάβεια πρός τήν ἱερωσύνη. Αὐτό ἀπαιτεῖ τήν ἰδιαίτερη προσοχή τῶν Ἱερέων. Ἡ εὐλάβεια καί ὁ σεβασμός τῶν ἀνθρώπων δέν μπορεῖ στίς μέρες μας νά εἶναι ἀπαίτηση τῶν Ἱερέων. Ὁ σεβασμός δέν ἐπιβάλλεται, ἐμπνέεται ἀπό τόν τρόπο ζωῆς, ἀπό τήν πολιτεία καί ἀπό ὁλόκληρη τήν ὕπαρξη τοῦ Ἱερέως.

Ὁ Ἱερέας εἶναι εὐχέτης ὑπέρ ὅλης τῆς Ἐνορίας του, ἀλλά ὡς λειτουργός καί ὑπέρ τοῦ σύμπαντος κόσμου. Γι’ αὐτό καί πρέπει νά εἶναι μιά ὕπαρξη προσευχόμενη, πού θά περικλείη μέσα της τά βάσανα καί τά δεινά τοῦ κόσμου, τίς συνέπειες τῆς ἀποστασίας τῶν ἀνθρώπων, τά ὁποῖα θά προσάγη στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄσκηση σέ αὐτή τήν προσευχή συνηθίζει τήν ψυχή νά σκέπτεται τό καλό τοῦ κόσμου χωρίς καμμιά ἰδιοτέλεια. Ἡ ἀνιδιοτέλεια στή σχέση μέ τούς ἀνθρώπους, συνδυασμένη μέ τήν προσευχή ὑπέρ ὅλου τοῦ λαοῦ δημιουργεῖ γύρω ἀπό τόν Ἱερέα ἑλκτική ἀτμόσφαιρα πού προσελκύει τόν εἰλικρινῆ σεβασμό τοῦ κόσμου. Σέ αὐτή τήν βασική πτυχή τῆς ἱερατικῆς διακονίας σημαντικό ρόλο παίζει ἡ προσευχή τοῦ Ἱερέα κατά τήν διάρκεια τῆς τελέσεως διαφόρων μυστηρίων στά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν. Γι’ αὐτό χρειάζεται ἀπό μέρους του μεγάλη προσοχή καί συναίσθηση τῆς ἀποστολῆς του.

Γ. Πρακτικά θέματα γιά οὐσιαστική ποιμαντική παρουσία

Θά προσπαθήσω πολύ σύντομα νά ἐπισημάνω ὁρισμένα πράγματα τά ὁποῖα μποροῦν νά κάνουν οὐσιαστικότερη τήν ποιμαντική παρουσία τοῦ Ἱερέα στά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν του.

1. Βασική προϋπόθεση γιά νά τελεσθῆ ἕνα μυστήριο στό σπίτι κάποιου Ἐνορίτη εἶναι ἡ ποιότητα τῆς πίστης του γιά τό συγκεκριμένο μυστήριο. Μέ αὐτό ἐννοῶ ὅτι πρέπει νά διερευνᾶ ὁ Ἱερέας τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο θέλει νά τελέση τό μυστήριο. Δυστυχῶς, ὅπως ἐπεσήμανα προηγουμένως, πολλοί ζητοῦν τήν τέλεση τῶν μυστηρίων δέσμιοι σέ μιά μαγική νοοτροπία. Θεωροῦν, δυστυχῶς, χωρίς νά τό ὁμολογοῦν, καί τά μυστήρια σάν κάποιες μαγικές πράξεις, πού γίνονται γιά τό καλό, δηλαδή, σάν τελετουργίες πού ἔχουν ἀποτελέσματα ἀνεξάρτητα ἀπό τήν προσωπική τους ζωή καί τήν σχέση πού αὐτοί ἀναπτύσσουν μέ τόν Θεό. Αὐτή ἡ κατηγορία τῶν πιστῶν μέ ἐπιφανειακή ἤ στρεβλή πίστη, εἶναι δυστυχῶς ἐπιρρεπής στήν μαγεία. Καί εἶναι γεγονός ὅτι κάποιες φορές τελοῦνται μυστήρια, ὄχι γιατί τό θέλησαν μόνοι τους αὐτοί πού τά ζητοῦν, ἀλλά γιατί τούς τό εἶπε κάποιος «καλός ἄνθρωπος», πού ἔχει στό σπίτι του εἰκόνες καί καταλαβαίνει τά μάγια πού κάνουν κάποιοι κακοί μάγοι.

Δέν πρέπει οἱ Ἱερεῖς νά γίνονται ἐντολοδόχοι τῶν λεγομένων «λευκῶν μάγων». Ὅταν ἀντιληφθοῦν κάτι τέτοιο –πού δέν εἶναι πολύ σπάνιο– πρέπει μέ ἀγάπη καί, ὅπου χρειάζεται, μέ αὐστηρότητα, νά ἐπισημαίνουν τό μέγεθος τοῦ ἁμαρτήματος καί τούς μεγάλους πνευματικούς κινδύνους πού κρύβει ἡ ἐπικοινωνία μέ αὐτούς τούς πνευματικά ἐπικίνδυνους ἀνθρώπους.

Πολλή προσοχή χρειάζεται, ἐπίσης, ὅταν καλεῖται ὁ Ἱερέας νά διαβάση Ἐξορκισμούς. Πρέπει νά ἐξετάζη τούς λόγους. Καί ἴσως νά εἶναι πιό σημαντική μιά συζήτηση, πού θά ἀνοίξη τίς καρδιές τῶν τρομοκρατημένων ἀνθρώπων, παρά ἡ τυπική ἀνάγνωση τῶν Ἐξορκισμῶν. Δυστυχῶς δέν ἀπουσιάζουν ἀπό τίς μεταμοντέρνες κοινωνίες μας οἱ ἀσκοῦντες τήν μαγεία. Πολλά προβλήματα, ὅμως, πού ἀποδίδονται σέ μάγια καί κακούς καί φθονερούς ἀνθρώπους ὀφείλονται σέ ἀνθρώπινα πάθη, πού κουβαλοῦν μέσα τους αὐτοί πού ζητοῦν τούς Ἐξορκισμούς. Τά πάθη αὐτά δέν θέλουν νά τά παραδεχθοῦν, θέλουν νά τά ἀγνοοῦν. Τά μάγια εἶναι ἕνα ἄλλοθι, γιά νά μήν ἀναγκασθοῦν νά ὁμολογήσουν ὅτι φταῖνε, γιά νά μήν ταπεινωθοῦν, ἐπειδή αἰσθάνονται πολύ βαρύ τό νά μετανοήσουν καί νά ἐξομολογηθοῦν.

2. Πρίν ἀπό τό μυστήριο καί μετά ἀπό αὐτό ἡ ἀτμόσφαιρα πού θά δημιουργῆ ἡ παρουσία τοῦ Ἱερέα, δέν πρέπει νά εἶναι ἄσχετη μέ τήν ἱερότητα τοῦ μυστηρίου. Εἶναι προτιμότερο νά μήν ἀνοίξη κουβέντες μέ ἄσχετα θέματα πρίν ἀπό τήν ἀκολουθία, ἀλλά νά τελέση πρῶτα τό μυστήριο καί μετά νά κουβεντιάση διάφορα θέματα μέ τούς παρόντες· κατά προτίμηση θέματα πού κατέχει καλά καί ἔχουν σχέση μέ τήν ἰδιότητά του. Ἡ συζήτηση πρέπει νά γίνεται μέ ἁπλότητα καί εἰλικρίνεια, μέ μέριμνα νά μή προκαλέση μέ τόν λόγο του τραύματα στούς συνομιλητές του. Πρέπει νά προχωρᾶ μέ διακριτικές ἐρωτήσεις, οἱ ὁποῖες θά τοῦ δίνουν τήν δυνατότητα νά καταλαβαίνη κάπως τήν ἀτμόσφαιρα, τά προβλήματα καί τίς πνευματικές ἀντοχές πού ἔχει ἡ ὁμήγυρη στήν ὁποία βρίσκεται, ὥστε ἀνάλογα νά ἐπεκτείνη τόν λόγο του. Χωρίς νά φαίνεται ὅτι κάνει διδασκαλία –ὁ κόσμος δέν ἀντέχει σήμερα ἠθικοθρησκευτικές διδασκαλίες– μέσα στήν κουβέντα εἶναι καλό νά περνᾶ τό νόημα τοῦ μυστηρίου πού τέλεσε καί νά ἀνατρέπη τυχόν λανθασμένες ἀντιλήψεις πού διαπίστωσε.

Γενικά, ἡ παρουσία του πρέπει νά εἶναι εὐχάριστη, ὄχι προκλητικά ἤ ὑποκριτικά χαρούμενη, ἰδιαίτερα σέ σπίτι πού ἀντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα, ἀλλά μιά ἐνισχυτική, θετική παρουσία, πού θά δίνη ἔμπνευση γιά τήν ζωή, κάτι πού ζητάει κάθε ἄνθρωπος, σάν ἀναπνοή μέσα στά ὀξυμένα προβλήματά του ἤ τήν πεζή καθημερινότητά του.

3. Ὁ λόγος καί ἡ θετική ἐμπνευσμένη παρουσία τοῦ Ἱερέα ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τήν ὀρθή τέλεση τοῦ μυστηρίου. Οἱ προσεκτικές κινήσεις, ἡ κατανυκτική καί εὐκρινής ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, ἡ προσευχητική ψαλμωδία τῶν τροπαρίων –ταπεινά, σχετικά σύντομα, ἀλλά ὄχι βεβιασμένα– δίνουν ἐγκυρότητα στήν παρουσία καί τόν λόγο του. Ὁ Ἱερέας εἶναι κυρίως εὐχέτης –δηλαδή λογική ὕπαρξη προσευχόμενη– δέν εἶναι συζητητής τοῦ αἰῶνος τούτου. Ὁ λόγος του πρέπει νά εἶναι «ἅλατι ἠρτυμένος», καί ὄχι μέ πολιτικολογίες ἤ ἐλαφρούς ἀστεϊσμούς «καρυκευμένος». Τό καλό ἁλάτι στήν προκειμένη περίπτωση εἶναι ἡ ἀτμόσφαιρα τοῦ μυστηρίου, πού πρέπει νά συντηρεῖται ἀπό τήν ἀληθινή ἀγάπη τοῦ Ἱερέα γιά τίς ψυχές τῶν Ἐνοριτῶν του.

Σημαντικό ρόλο στήν ὑποβλητικότητα τῆς τελετῆς τοῦ μυστηρίου παίζει καί ἡ ἐμφάνιση, ἡ ἀμφίεση τοῦ Ἱερέα, τά σκεύη πού θά χρησιμοποιήση, ἀκόμη καί ὁ χῶρος πού θά δεχθῆ νά τελεσθῆ τό μυστήριο. Τό δοχεῖο στό ὁποῖο θά μπῆ τό νερό γιά τόν Ἁγιασμό ἤ τό ἀλεύρι κατά τό Εὐχέλαιο παίζουν ἀνάλογα θετικό ἤ ἀρνητικό ρόλο. Δέν πρέπει νά εἶναι ἀγχώδης καί σχολαστικός σέ τέτοιες λεπτομέρειες, σέ σημεῖο πού νά δημιουργῆ γύρω του ἔνταση καί παράλογο φόβο, ἀλλά οὔτε καί ἀδιάφορος, καταφρονητής αὐτῶν τῶν σημαντικῶν λεπτομερειῶν.

4. Ἕνα τελευταῖο, ὄντως λεπτό θέμα, εἶναι ἡ ἀμοιβή πού δίνουν οἱ Ἐνορίτες στόν Ἱερέα τους, γιά τόν κόπο του πού τέλεσε στό σπίτι τους μυστήριο. Νομίζω ὅτι γιά τό θέμα αὐτό ἀρκεῖ νά θυμόμαστε τήν διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. «Ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ», ἀλλά ὁ Ἀπόστολος, πού τό ἔλεγε αὐτό, ἐπειδή φοβόταν τόν σκανδαλισμό τῶν πιστῶν, ἀντί νά τρέφεται ἀπό τό Εὐαγγέλιο, προτιμοῦσε νά δουλεύη χειρονακτικά γιά νά βγάζη ἔτσι μέ ἄλλο τρόπο τήν δική του τροφή καί τήν τροφή τῶν συνοδῶν του.

Πρέπει νά ὁμολογήσουμε ὅτι παραμονεύει πάντοτε ὁ πειρασμός τῆς σιμωνίας. Δηλαδή, ὁ πειρασμός νά ἀποτιμᾶται μέ χρήματα ἡ Χάρη πού παρέχεται μέσῳ τῶν μυστηρίων. Δέν εἶναι Χάρη τοῦ Ἱερέα. Ἀκόμη καί ἡ ἱερωσύνη μέ τήν ὁποία τελοῦνται τά μυστήρια δέν εἶναι τοῦ Ἱερέα, εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό χρειάζεται πολλή ἐσωτερική προσοχή, κυρίως σέ δύο σημεῖα. Πρῶτον, νά μήν ἐξαρτᾶ ποτέ ὁ Ἱερέας τήν τέλεση τῶν μυστηρίων ἀπό τά χρήματα πού θά εἰσπράξη. Νά μή συνδέη μέσα του τό μυστήριο μέ τήν ἀμοιβή. Οὔτε κατόπιν νά σχολιάζη τό ποσό πού τοῦ ἔδωσαν. Οἱ ἔνδοθεν ἐπαγγελματικοί, περί τῆς τιμῆς τῶν μυστηρίων, λογισμοί δέν μένουν κρυφοί ἀπό τούς Ἐνορίτες του· τούς διαισθάνονται καί δηλητηριάζουν ἤ, τό λιγότερο, ὑποβαθμίζουν τήν σχέση του μαζί τους. Δεύτερον, δέν πρέπει νά ἐνισχύεται ἡ ἀντίληψη ὁρισμένων Χριστιανῶν, ὅτι τό μυστήριο γιά νά «πιάση» πρέπει νά πληρώσουν. Ὁδηγοῦνται ἔτσι σέ σιμωνιακή συνείδηση. Πληρώνουν καί παίρνουν τήν Χάρη τῶν μυστηρίων. Ἡ Χάρη ὅμως εἶναι Χάρη ἐπειδή δίνεται δωρεάν. Ἡ ἀμοιβή πού δίνουν στόν Ἱερέα εἶναι μιά ἑκούσια προσφορά γιά τόν κόπο του, ἕνα δικό τους εὐχαριστιακό ἄνοιγμα ἀντιπροσφορᾶς (καλό εἶναι νά συνδέεται καί μέ κρυφή ἐλεημοσύνη σέ φτωχούς)· ὄχι ὅμως γιά νά «πιάση» τό μυστήριο.

Κλείνοντας πιστεύω ὅτι ὅλο τό νόημα τῆς ποιμαντικῆς παρουσίας τῶν Ἱερέων στά σπίτια τῶν Ἐνοριτῶν τους, ὅταν καλοῦνται νά τελέσουν κάποιο μυστήριο, βρίσκεται στό τέλος τῆς πρώτης εὐχῆς τῶν πιστῶν τῆς θείας Λειτουργίας τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.

«...ἱκάνωσον ἡμᾶς, οὕς ἔθου εἰς τήν διακονίαν σου ταύτην ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματός σου τοῦ Ἁγίου, ἀκαταγνώστως καί ἀπροσκόπτως, ἐν καθαρῷ τῷ μαρτυρίῳ τῆς συνειδήσεως ἡμῶν, ἐπικαλεῖσθαί σε ἐν παντί καιρῷ καί τόπῳ, ἵνα, εἰσακούων ἡμῶν, ἵλεως ἡμῖν εἴης, ἐν τῷ πλήθει τῆς σῆς ἀγαθότητος». Ἀμήν.

  • Προβολές: 1383