Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος μάρτυς Νέστωρ, 27 Ὀκτωβρίου

Ὁ μάρτυς Νέστωρ ἔζησε τόν 3ο αἰώνα μ.Χ., ἤτοι στά χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καί τοῦ Μαξιμιανοῦ. Καταγόταν ἀπό τήν Θεσσαλονίκη καί συνδεόταν μέ γνήσια πνευματική φιλία μέ τόν μεγαλομάρτυρα Δημήτριο τόν μυροβλήτη. Μαρτύρησε σέ νεαρή ἡλικία, περίπου δεκαοκτώ ἐτῶν. Τήν δύσκολη ἐκείνη περίοδο τῶν διωγμῶν ἡ Ἐκκλησία ἔχει νά ἐπιδείξη ἀναρίθμητο πλῆθος μαρτύρων, μεταξύ δέ αὐτῶν ἐξέχουσα θέση κατέχει ὁ βιογραφούμενος.

Ἅγιος μάρτυς Νέστωρ, 27 ὈκτωβρίουΤήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ἕνας γιγαντόσωμος βάρβαρος πού ὀνομαζόταν Λυαῖος, ὁ ὁποῖος ἦταν κοινός δολοφόνος, ἀφοῦ φόνευσε πολλούς ἀθώους ἀνθρώπους. Ὅμως, ὁ βασιλιάς Μαξιμιανός χαιρόταν μαζί του, τόν καμάρωνε καί καυχόταν γιά τήν ἀνδρεία του καί τίς νίκες του, ὅπως ἔλεγε. Γι’ αὐτό καί ἡ ἀλαζονία τοῦ Λυαίου δέν εἶχε ὅρια, καί στρεφόταν κατά πάντων, κυρίως δέ ἐναντίον τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἔλεγε ὅτι οἱ Χριστιανοί εἶναι ἀδύναμοι, ὅπως καί ὁ Θεός πού λατρεύουν, καί ὅτι κανείς ἀπό αὐτούς δέν τολμᾶ νά σταθῆ μπροστά του. Ὁ Νέστωρ, πού ἀγαποῦσε πολύ τόν Χριστό, θέλησε νά παλαίψη μέ αὐτόν τόν ἀλαζόνα καί νά τόν ταπεινώση, μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί τήν εὐλογία τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Πῆγε, λοιπόν, στήν φυλακή ὅπου ἐκρατεῖτο ὁ ἅγιος Δημήτριος καί τοῦ ἐκμυστηρεύθηκε τήν σκέψη του. Ὁ ἅγιος Δημήτριος τόν ἐνθάρρυνε καί τοῦ εἶπε ὅτι καί τόν Λυαῖο θά νικήση καί τό αἷμα του θά χύση γιά τόν Χριστό. Τότε εἰσῆλθε στό στάδιο χωρίς φόβο, φώναξε «ὁ Θεός τοῦ Δημητρίου βοήθει μοι» καί νίκησε τόν Λυαῖο. Ὁ Μαξιμιανός γεμάτος θυμό διέταξε νά τόν θανατώσουν, καί τό μανιασμένο πλῆθος τῶν εἰδωλολατρῶν φώναζε «θάνατος στόν νικητή», ἀντί «στέφανος στόν νικητή», ὅπως γινόταν συνήθως. Ὁ Νέστωρ, ὅμως, ἔλαβε τό ἀμάραντο στεφάνι τῆς νίκης ἀπό τόν ἀγωνοθέτη Χριστό, τόν Βασιλέα τῶν βασιλευόντων καί Κύριο τῶν κυριευόντων.

Ὁ βίος του καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.

Πρῶτον. Ὁ Τριαδικός Θεός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός «ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος». Δέν εἶναι ἕνας Θεός ἄγνωστος ἤ μιά ἀφηρημένη ἀπρόσωπη δύναμη, ἀλλά εἶναι «ὁ Θεός τῶν Πατέρων ἡμῶν». Γνωρίζεται ἀπό αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν καί τούς γνωρίζει καί Αὐτός, μεταξύ τους δέ ἀναπτύσσεται προσωπική κοινωνία. Εἶναι Θεός Τρισυπόστατος, ἤτοι ἕνας Θεός ἀλλά τρία Πρόσωπα, ἀλληλοπεριχωρούμενα, καί τό καθένα ἀπό αὐτά ἔχει τό δικό του ὑποστατικό ἰδίωμα, ἤτοι ὁ Πατήρ τό ἀγέννητο, ὁ Υἱός τό γεννητό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα τό ἐκπορευτό. Εἶναι Τρία Πρόσωπα-Ὑποστάσεις, ἀλλά ἕνας Θεός, «μία φύσις, μία θεότης, μία δύναμις», ἤ ὅπως ψάλλουμε στόν Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς, «μία δύναμις, μία σύνταξις, μία προσκύνησις». Καί ὅπως, ἐπίσης, ψάλλουμε στήν ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ τῆς Κυριακῆς, καί συγκεκριμένα σέ τροπάριο τοῦ πλαγίου δευτέρου (πλ.β΄) ἤχου τοῦ Τριαδικοῦ Κανόνος: «Τρεῖς ὑποστάσεις ὑμνοῦμεν θεαρχικάς ἑνιαίας φύσεως ἀπαράλλακτον μορφήν, ἀγαθόν, φιλάνθρωπον Θεόν, τόν πταισμάτων ἱλασμόν ἡμῖν δωρούμενον».

Αὐτός, λοιπόν, ὁ Τριαδικός Θεός δέν εἶναι ἀπρόσωπος, ἀλλά εἶναι προσωπικός Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀποκαλύπτεται σέ αὐτούς πού τόν ἐπικαλοῦνται, καί ἔχουν τήν δυνατότητα νά τόν δοῦν, δηλαδή ἔχουν καθαρή καρδιά καί φωτισμένο νοῦ. Αὐτοί τόν βλέπουν καί συνομιλοῦν μαζί Του, ὅπως συνομιλεῖ κανείς μέ τόν φίλον του. Τόν βλέπουν μέσα στό Φῶς καί φωτίζεται ὅλη ἡ ὕπαρξή τους, καί ἡ ψυχή τους καί τό σῶμα τους.

Ὅλες οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι ἐμφανίσεις τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὅπου, ὅμως, εἶναι ὁ Υἱός ἐκεῖ εἶναι καί ὁ Πατήρ καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, καί ἑπομένως ἔχουμε φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄσαρκος καί ἀποκαλύπτεται καί συνομιλεῖ μέ τούς Προφῆτες, τούς Πατριάρχες καί τούς Δικαίους, ἐνῶ στήν Καινή Διαθήκη εἶναι ὁ σεσαρκωμένος Χριστός, ὁ Ὁποῖος συναναστρέφεται τούς ἀνθρώπους, τούς ὁμιλεῖ, τούς ἀγαπᾶ, τούς εὐεργετεῖ, τούς θεραπεύει. Ὅσοι προσέρχονται σέ Αὐτόν μέ πίστη θεραπεύονται ἀπό σωματικά καί ψυχικά ἀρρωστήματα, ἀναγεννῶνται πνευματικά καί γίνονται «τέκνα Θεοῦ».

Σέ ὅλες τίς ἐποχές οἱ καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι πιστεύουν στόν Χριστό, καί ἀνάλογα μέ τήν δεκτικότητά του ὁ καθένας, δέχονται τήν Χάρη Του. Οἱ «λόγοι τῆς Χάριτος» πού ἐκπορεύονται ἀπό τό στόμα Του καί ἡ παρουσία Του ἐντός τους μεταβάλλουν τήν ὕπαρξή τους σέ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί τότε ἡ καρδιά τους γλυκαίνεται, παρηγορεῖται, λαμβάνει δύναμη, ἀλλοιώνεται ἐσωτερικά, εὐφραίνεται, ἀγάλλεται καί αἰσθάνεται μιά χαρά ἀλλιώτικη, ἀνεκλάλητη, ἐσωτερική, τήν ὁποία κανείς δέν μπορεῖ νά τούς τήν ἀφαιρέση, κατά τόν ἀψευδῆ λόγο Του: «Καί τήν χαρά ὑμῶν, οὐδείς αἴρει ἀφ’ ὑμῶν».

Δεύτερον. Ὁ ἄνθρωπος ὡς λογικό ὄν εἶναι φυσικό νά σκέπτεται, πράγμα πού δέν συμβαίνει μέ τά ἄλογα ζῶα, τά ὁποῖα δέν σκέπτονται γιατί δέν ἔχουν λογική. Ὅμως, τίς διάφορες σκέψεις καί ἀποφάσεις του πρίν τίς πραγματοποιήση θά πρέπει νά τίς θέτη στήν κρίση εἰδικῶν καί ἔμπειρων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι διαθέτουν γνώση καί πείρα σχετική μέ τό θέμα πού τόν ἀπασχολεῖ, καθώς, ἐπίσης, σύνεση καί διάκριση, προκειμένου νά λάβη τήν σωστή συμβουλή, ἀλλά καί τήν ἐπιβεβαίωση τῶν σκέψεων καί τῶν ἀποφάσεών του. Ἔτσι θά ἀποφεύγη τά μεγάλα καί σοβαρά λάθη. Καί ἄν αὐτό πρέπει νά γίνεται σέ θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τήν ἀνθρώπινη γνώση, ἤτοι μέ τά γράμματα, τίς τέχνες, τίς ἐπιστῆμες, τόν ἀθλητισμό κλπ., πολύ περισσότερο θά πρέπει νά γίνεται στήν πνευματική ζωή. Δηλαδή, ὅταν πρόκειται γιά θέματα πνευματικά ἀπό τά ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία του, ἤτοι τό αἰώνιο μέλλον του, τότε ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά προσεύχεται, νά ἐρωτᾶ τόν πνευματικό του πατέρα, καί νά ὑπακούη στόν πρῶτο λόγο του, ἐπειδή σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ πρῶτος λόγος τοῦ πνευματικοῦ εἶναι λόγος Θεοῦ. Ὁ δεύτερος λόγος του, πού δίνεται μετά ἀπό κρίσεις, ἐνστάσεις καί διαπραγματεύσεις, εἶναι ἀνθρώπινος λόγος, γι’ αὐτό καί γίνονται λάθη. Τά πνευματικά λάθη, ὅμως, «πληρώνονται» πολύ ἀκριβά, ἐπειδή λειτουργοῦν οἱ πνευματικοί νόμοι, καί ἑπομένως χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Μέ ἄλλα λόγια, ὅπως στό θέμα τῆς ἐκμάθησης τῆς ἀνθρώπινης γνώσης χρειάζεται σοφός δάσκαλος καί στόν ἀθλητισμό ἔμπειρος προπονητής, ἔτσι καί στά πνευματικά θέματα ἀπαιτεῖται ἔμπειρος καί διακριτικός πνευματικός ὁδηγός, ὁ ὁποῖος θά μπορῆ νά διακρίνη τό γνήσιο ἀπό τό κίβδηλο, τό θεϊκό ἀπό τό δαιμονικό, τήν ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη, καί ἔτσι θά καθοδηγῆ ἀπλανῶς τά πνευματικά του παιδιά.

Μακάρι νά γνωρίσουμε ἐμπειρικά τόν Θεό τῶν Πατέρων μας, νά αἰσθανθοῦμε τήν παρουσία Του μέσα μας καί νά γευθοῦμε τήν γλυκύτητα τῆς ἀγάπης Του.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 1602