Skip to main content

Προφῆτες καί ψευδοπροφῆτες

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Κήρυγμα, ἀπομαγνητοφωνημένο, κατά τόν ἑσπερινό τῆς Ἀποτομῆς τῆς κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στήν Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Βομβοκοῦς Ναυπάκτου, 28 Αὐγούστου 2020

Ὁμιλία στὸν Ἑσπερινὸ

κ. Δήμαρχε, κ. Ἀντιδήμαρχοι, τίμιο Πρεσβυτέριο, Χριστοῦ Διακονία, Γερόντισσα τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μονῆς, Εὐλογημένε καί φιλόχριστε λαέ τοῦ Κυρίου

Ἤρθαμε καί φέτος στόν Ἱερό αὐτό Ναό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου, γιά νά ἑορτάσουμε αὐτήν τήν μεγάλη ἑορτή, πού εἶναι καί πένθιμη, ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί χαρούμενη, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἔχουμε ἕναν ἅγιο Προφήτη τόν ὁποῖον τιμοῦμε καί δοξάζουμε. Ἤρθαμε σήμερα σέ αὐτήν τήν ἑορτή τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ.

Ὅταν ἀναφερόμαστε στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, χρησιμοποιοῦμε τρία ἐπίθετα: Προφήτης, Πρόδρομος, Βαπτιστής. Διότι ἦταν Προφήτης, στήν συνέχεια ἦταν Πρόδρομος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή προετοίμασε τόν δρόμο γιά νά ἀρχίση τό ἔργο Του ὁ Χριστός καί, βεβαίως, εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐβάπτισε τόν Χριστό.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ὁ Προφήτης καί Βαπτιστής καί Πρόδρομος ἔχει ἐξέχουσα θέση μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀπό τήν ἄποψη ὅτι εἶναι ὁ τελευταῖος τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ὁ πρῶτος ἀπό τούς Προφῆτες ὁ ὁποῖος ἐγνώρισε κατά σάρκα τόν Χριστό.

Οἱ Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη ἔβλεπαν τόν Ἄσαρκο Λόγο καί μάλιστα ὁμολογοῦσαν καί κήρυτταν ὅτι θά ἔρθη ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, θά γίνη ἡ ἐνσάρκωσή Του καί ἑτοίμαζαν τόν λαό κυρίως μέ τήν μετάνοια. Καί βεβαίως ἔχουμε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πρῶτος πού ἀναγνώρισε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἄσαρκος Λόγος, πού ἔγινε σεσαρκωμένος, ἔγινε ἄνθρωπος γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

 Θά κάνω μία ἀναφορά γιά τό θέμα τῶν Προφητῶν, τί ἀκριβῶς εἶναι οἱ Προφῆτες.

1. Οἱ Προφῆτες καί τό ἔργο τους

Ἡ λέξη Προφήτης παράγεται ἀπό τό πρό καί φημί, δηλαδή σημαίνει προλέγω. Εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι προέλεγαν καί προφήτευαν τά γεγονότα πρίν τήν ἔλευσή τους καί ὅλα στήν συνέχεια φανερώθηκαν καθαρά.

 Ἔχουμε τούς μεγάλους Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη, γιά παράδειγμα τόν Προφήτη Ἡσαΐα, 800 χρόνια πρίν τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τά εἶπε ὅλα καθαρά, γι’ αὐτό καί λέγεται ὁ πέμπτος Εὐαγγελιστής. Εἶπε καθαρά ὅλα ὅσα ἔγιναν μέ τήν Παναγία μας καί στήν συνέχεια μέ τόν Χριστό. Τό ἴδιο συνέβη καί μέ τούς ἄλλους Προφῆτες.

Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀνήκει σέ αὐτήν τήν κατηγορία, ὅπως εἶπα προηγουμένως, μέ τήν διαφορά ὅτι, ἐνῶ οἱ ἄλλοι προφήτευαν ὅτι θά ἔλθη ὁ Ἄσαρκος Λόγος, θά προσλάβη τήν ἀνθρώπινη φύση γιά νά ἀπαλλάξη τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο, ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἔλεγε ὅτι ἦρθε Αὐτός τόν ὁποῖον κήρυτταν οἱ ἄλλοι Προφῆτες.

Τό ἔργο τῶν Προφητῶν ἦταν πάρα πολύ μεγάλο, ὅπως διαβάζουμε τά σχετικά κείμενα καί βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἦταν πάρα πολύ μεγάλο καί θαυμαστό.

Τί σημαίνει προφητεία καί τί σημαίνει προφητικό ἔργο;

Μπορεῖ αὐτό νά τό ἑρμηνεύσουμε ἀπό δύο φράσεις πού συναντοῦμε πολλές φορές στήν Παλαιά Διαθήκη. Οἱ Προφῆτες ἦταν ἄνθρωποι εὐλογημένοι, πού εἶχαν μέσα τους ἐσωτερική καρδιακή προσευχή καί προσεύχονταν στόν Θεό καί Τοῦ ἔλεγαν: «Λάλει, Κύριε, ὅτι ὁ δοῦλος σου ἀκούει» (Α΄ Βασιλ. γ΄, 9-10). Ἦταν δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου, εἶχαν ἐσωτερική νοερά προσευχή, γι’ αὐτό καί ὁ μεγάλος Προφήτης, ὁ Μωϋσῆς, ὅταν εἶχε προβλήματα νά ἐπιλύση στόν λαό, εἰσερχόταν μέσα στήν σκηνή του καί προσευχόταν ἐσωτερικά, μυστικά. Καί ἄκουσε φωνή ἀπό τόν Ἄσαρκο Λόγο πού τοῦ εἶπε: «Τί βοᾷς πρός με;» (Ἔξ. ιδ΄, 15). Δέν φώναζε δυνατά, ἀλλά ἡ προσευχή ἡ ἐσωτερική ἦταν τόσο πολύ δυνατή πού ἐκλήφθηκε ὡς βοή ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. Ἑπομένως, ἡ φράση τήν ὁποία ἔλεγαν ἦταν αὐτή: «Λάλει, Κύριε», πές μου, Κύριε, τό θέλημά σου, ποιό εἶναι τό θέλημά σου «ὅτι ὁ δοῦλος σου ἀκούει», διότι ἐγώ θά εἶμαι δοῦλος δικός σου καί θά διακηρύξω ἔπειτα αὐτό πού λές ἐσύ στόν λαό.

Καί ἐνῶ ἄρχιζαν μέ αὐτήν τήν προσευχή: «Λάλει, Κύριε, ὅτι ὁ δοῦλος σου ἀκούει», στήν συνέχεια ὁμιλοῦσαν στόν λαό καί τί ἔλεγαν; «Τάδε λέγει Κύριος» (ἐνδεικτικῶς: Ἔξ. λβ΄, 27, Ἱερ. β΄, 2, 4, Μαλ. α΄, 4, κ.ἄ.). Δέν ἔλεγαν δικές τους θεωρίες, δέν ἔλεγαν δικές τους γνῶμες καί φιλοσοφίες, δέν ἔλεγαν δικούς τους στοχασμούς, δέν ἔλεγαν δικές τους παραδόσεις, ἀλλά ὁμιλοῦσαν στόν λαό αὐτό τό ὁποῖο τούς ἀπεκάλυπτε ὁ Θεός. Γι’ αὐτό, ὅταν διαβάσουμε τό βιβλίο τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα, θά δοῦμε ὅτι ἀρχίζει μέ τήν φράση: «Ὅρασις, ἥν εἶδεν Ἡσαΐας» (Ἡσ. α΄, 1), ἀλλοῦ λέει «ἐγένετο λόγος Κυρίου» (Ἡσ. λη΄, 4). Ὅρασις, λόγος καί ἀκοή εἶναι ἕνα, γιατί στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ὅλες οἱ αἰσθήσεις γίνονται μία, καί ἡ ὅραση εἶναι ἀκοή καί ἡ ἀκοή εἶναι ὅραση καί ἡ ὅραση καί ἀκοή εἶναι ἁφή καί εἶναι συγχρόνως καί γεύση, δηλαδή ὅλος ὁ ἄνθρωπος ψυχοσωματικά συμμετέχει σέ αὐτήν τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.

Ἄρα οἱ Προφῆτες ἐγνώρισαν τόν Θεό. Δέν εἶχαν φαντασίες οὔτε στοχασμούς περί τοῦ Θεοῦ, γνώριζαν ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί στήν συνέχεια ἔκαναν τήν διάκριση ποιός εἶναι ὁ Θεός, ποιοί εἶναι ψεύτικοι θεοί καί κατηύθυναν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ὁδηγῆται πρός αὐτόν τόν ζωντανό Θεόν. Γι’ αὐτό διαμαρτύρονταν στόν λαό, ὅταν ὁ λαός πίστευε στά εἴδωλα. Ὅταν πίστευαν καί λάτρευαν ξένους θεούς, ἀλλοτρίους θεούς, θεούς δαιμονίων, τότε οἱ Προφῆτες ὕψωναν φωνή διαμαρτυρίας καί προσπαθοῦσαν νά κατευθύνουν τόν λαό πρός τήν ὁδόν Κυρίου. Καί γι’ αὐτό ἐστρέφοντο καί ἐναντίον τῆς ἐξουσίας, ὅταν ἡ ἐξουσία προσπαθοῦσε νά παρασύρη τόν λαό μακριά ἀπό τόν ἀληθινό Θεό.

 Ὁπότε, τό κήρυγμα τό προφητικό ἦταν ἀποκαλυπτικό. Ἀπεκάλυπταν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί οἱ Προφῆτες ἀγωνίζονταν ὥστε ὁ λαός νά τηρήση τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καί πολλές φορές οἱ ἴδιοι ἀπομακρύνονταν, ὅταν ἔβλεπαν ὅτι ὁ λαός στήν συνέχεια ἀκολουθοῦσε τόν Θεό. Ἐκεῖνοι ἀπομακρύνονταν, ὅταν ὅριζαν στήν συνέχεια ἄλλες ἐξουσίες, ὅπως ἔκανε ὁ Σαμουήλ, ὅταν ἀνέδειξε ὡς βασιλέα τόν Δαβίδ. Βεβαίως, οἱ Προφῆτες ἤλεγχαν καί τόν λαό καί τούς ἄρχοντες, ὁσάκις ὁδηγοῦνταν μακριά ἀπό τόν ζῶντα Θεό.

2. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ὡς Προφήτης

Αὐτό τό ἔργο τῶν Προφητῶν τό ἔκανε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, γι’ αὐτό καί λέγεται Προφήτης.

 Ἐγνώρισε τόν Σεσαρκωμένο Λόγο ἀμέσως μέ τήν σύλληψή του, γιατί ὅταν ἡ Παναγία μετά τόν Εὐαγγελισμό κατ’ ἐντολήν τοῦ Ἀγγέλου ἐπῆγε νά συναντήση τήν Ἐλισάβετ, τήν μητέρα τοῦ Προδρόμου, τότε ἡ Ἐλισάβετ ἦταν ἔγκυος ἕξι μηνῶν καί μέσα στήν κοιλία της εἶχε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο ἕξι μηνῶν ἔμβρυο. Καί ὅταν πλησίασε ἡ Παναγία μας, τότε ἐσκίρτησε τό βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει στήν κοιλία της. Δηλαδή, ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὡς ἔμβρυο ἀνεγνώρισε ὅτι αὐτή πού ἔρχεται εἶχε συλλάβει μέσα της ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ τόν Χριστό καί ἐσκίρτησε. Καί ὅπως λένε τά πατερικά κείμενα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἑρμηνεύοντας τά σχετικά βιβλικά κείμενα, ὅπως ἀπεκάλυψε ὁ Ἄγγελος στόν πατέρα του τόν Ζαχαρία, ἔλαβε ὁ Τίμιος Πρόδρομος τό Πνεῦμα τό Ἅγιο «ἔτι ὤν ἐν τῇ κοιλίᾳ τῆς μητρός αὐτοῦ». Ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀνεγνώρισε τόν Χριστό καί στήν συνέχεια μέ τό σκίρτημα ἔκανε καί τήν μητέρα του Προφήτιδα, ὥστε ἐκείνη νά πῆ: «καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» (Ἰω. α΄, 43).

 Ἔτσι ἐγνώρισε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος τόν Χριστό ἐνῶ ἦταν ἔμβρυο ἕξι μηνῶν μέσα στήν κοιλία τῆς μητέρας του. Καί βεβαίως στήν συνέχεια μετά τήν γέννησή του, τριῶν ἐτῶν ἀπό τούς γονεῖς του δόθηκε στήν ἔρημο καί μεγάλωσε ἐκεῖ μέ προσευχή. Διότι δέν ἀναδεικνύονται οἱ Προφῆτες καί οἱ Διδάσκαλοι μέ ἁπλούς ἀνθρώπινους λόγους καί ἀνθρώπινη σοφία. Μεγάλωσε μέσα στήν ἔρημο καί ὅταν ἦρθε ἡ κατάλληλη ὥρα καί ἐκεῖνος ἐγνώριζε, εἶχε Πνεῦμα Θεοῦ μέσα του, τότε βγῆκε στόν κόσμο γιά νά κατηχήση τόν λαό καί νά προετοιμάση τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου. Καί τό κήρυγμά του ἦταν κήρυγμα μετανοίας πού ἔλεγε «Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γάρ ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».

Καί ὅταν ὁμιλοῦσε ὅτι πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐννοοῦσε ἔρχεται ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης. Δέν νοεῖται βασιλεία χωρίς βασιλέα καί δέν νοεῖται βασιλεύς χωρίς βασιλεία. Δέν μπορεῖ κανείς νά γνωρίση τόν Χριστό, ἐάν δέν μετανοήση, δηλαδή ἐάν δέν ἀλλάξη ὅλη του τήν ζωή. Ἐάν ὅλες οἱ δυνάμεις του, τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, δέν μεταμορφωθοῦν καί ἀπό τό παρά φύσιν νά ὁδηγηθοῦν στό κατά φύσιν καί στήν συνέχεια στό ὑπέρ φύσιν, δέν μπορεῖ νά γνωρίση κανείς τόν Χριστό.

 Πόσοι ἄνθρωποι στήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ Τόν ἄκουσαν, Τόν εἶδαν, ἄκουσαν τήν διδασκαλία Του, Τόν εἶδαν νά κάνη θαύματα καί δέν Τόν πίστεψαν; Διότι ὁ Χριστός δέν ἔκανε κήρυγμα καί δέν ἔκανε τήν διδασκαλία ἁπλῶς γιά νά ἱκανοποιῆ τά πάθη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ὅλη ἡ διδασκαλία Του ἦταν γιά νά ὑπερβαίνη κανείς καί νά θεραπεύη τά πάθη. Τό ἴδιο ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι καί στούς Προφῆτες, ἀφοῦ δέν ἀνεγνώριζαν καί πολεμοῦσαν καί τούς Προφῆτες. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἔλεγε συνεχῶς «μετανοεῖτε ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Προετοίμαζε τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου διά τῆς μετανοίας.

Καί ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς –τό βλέπουμε βέβαια καί σέ ἄλλους Εὐαγγελιστές, ἀλλά κυρίως ἐκεῖ τό βλέπουμε μέ λεπτομέρειες– πήγαινε ὁ ὄχλος στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο καί ἐκεῖνος τούς ὁδηγοῦσε στήν μετάνοια. Πήγαιναν οἱ στρατιῶτες καί τούς ἔλεγε νά μήν βιάζουν τό λαό καί νά μή δημιουργοῦν προβλήματα στόν λαό. Πήγαιναν οἱ τελῶνες καί τούς ἔλεγε ὅτι δέν πρέπει νά παίρνουν περισσότερους φόρους ἀπό ὅ,τι πρέπει καί νά μήν πιέζουν τό λαό. Γιατί αὐτό σημαίνει μετάνοια.

 Καί βέβαια ἔφτασε στό σημεῖο ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος νά ἐλέγξη καί αὐτόν τόν Ἡρώδη γιά τήν μεγάλη ἁμαρτία τήν ὁποία εἶχε διαπράξει καί ἕνεκα αὐτοῦ τοῦ ἐλέγχου ὁδηγήθηκε στήν φυλακή καί τόν ἀποκεφάλισαν.

Αὐτός εἶναι ὁ Προφήτης. Ὁ Προφήτης εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού γνωρίζει τόν Χριστό ἐξ ἐμπειρίας καί ὄχι ἐξ ἀναγνωσμάτων καί ὄχι μέσα ἀπό ἀνθρώπινους στοχασμούς. Εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος κηρύττει τήν μετάνοια στόν λαό, τήν ἐπιστροφή πρός τόν Χριστό, ἀνοίγει δρόμους γιά νά συναντήσουν οἱ ἄνθρωποι τόν Χριστό καί δέν κολακεύει τά αὐτιά τῶν ἀνθρώπων, δέν λέει αὐτά τά ὁποῖα θέλουν νά ἀκούσουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά τούς λέει τήν ἀλήθεια τήν ὁποία πρέπει νά ἀκολουθήσουν γιά νά γνωρίσουν καί ἐκεῖνοι τόν Χριστό καί νά εἰσέλθουν στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Καί ὅταν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶδε τόν Χριστό καί τόν βάπτισε καί εἶδε ὅτι τώρα ἀρχίζει πιά τό ἔργο του ὁ Χριστός, τότε σιγά-σιγά ἀπομακρύνθηκε. Δέν θέλησε νά γίνη εἴδωλο, δέν θέλησε νά κρύψη τόν Χριστό ἀπό τά μάτια τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτό καί σέ ὅλους τούς μαθητές του τούς ὑπεδείκνυε νά ἀκολουθήσουν τόν Χριστό. Ἔλεγε: «Ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. α΄, 29). Καί οἱ πρῶτοι μαθητές του Χριστοῦ ἦταν μαθητές τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ, ὁ Ἰωάννης, ὁ Ἰάκωβος, καί τούς ὁδήγησε στόν Χριστό καί ἔλεγε ἐκεῖνον τόν περίφημο λόγο: «Ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι» (Ἰω. γ΄, 30). Αὐτός πρέπει τώρα νά φαίνεται, ἐγώ πρέπει νά φεύγω ἀπό τήν μέση, διότι ἐφόσον ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός καί σᾶς Τόν ἀποκάλυψα καί σᾶς Τόν φανέρωσα, τώρα ἐγώ πρέπει νά ἀπομακρυνθῶ. Ἐγώ δέν εἶμαι ἱκανός, ἔλεγε, νά λύσω τόν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ.

Αὐτοί εἶναι οἱ πραγματικοί Προφῆτες. Αὐτοί εἶναι οἱ πραγματικοί Διδάσκαλοι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὄχι αὐτοί πού στρέφουν τούς ἄλλους πρός τόν ἑαυτό τους, ἀλλά αὐτοί πού εἶναι Διδάσκαλοι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτοί οἱ ὁποῖοι ταπεινώνονται, αὐτοί πού ὑποδεικνύουν τόν Χριστό, αὐτοί πού ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους στήν μετάνοια, αὐτοί πού δέν χαϊδεύουν τά πάθη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά τούς βοηθοῦν στό νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τά πάθη, νά τό πῶ καλύτερα, νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τά πάθη. Εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι στό τέλος τέλος, ὅταν ἐμφανίζεται ὁ Χριστός, φεύγουν στήν ἀφάνεια γιατί τώρα δέν ἔχουν λόγο ὑπάρξεως. Αὐτοί εἶναι οἱ Προφῆτες.

3. Οἱ ψευδοπροφῆτες

Σέ ὅλους τούς αἰώνας, καί στήν ἐποχή μας, ὑπάρχουν καί οἱ ψευδοπροφῆτες. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι πού κάνουν ἐντελῶς τά ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι εἴδαμε ὅτι ἔκαναν οἱ Προφῆτες. Ὑπάρχουν διδάσκαλοι, ὑπάρχουν ἱεροκήρυκες, ὑπάρχουν Κληρικοί, ὑπάρχουν Ἐπίσκοποι οἱ ὁποῖοι στήν πραγματικότητα εἶναι ψευδοπροφῆτες καί ψευδοδιδάσκαλοι

Ἐκεῖνο τό ὁποῖο βλέπουμε στήν ἐποχή μας καί τό βλέπουμε καθαρά καί ὅσοι ἔχουμε νοῦν τό καταλαβαίνουμε ἀκόμη περισσότερο, βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει ἕνα «κίνημα», ἕνα ρεῦμα νά τό πῶ καλύτερα μεταξύ Κληρικῶν περισσότερο, οἱ ὁποῖοι διδάσκουν μέ ἕναν τρόπο δικό τους, διδάσκουν τόν λαό μέ ἕναν προτεσταντικό τρόπο, στόν ὁποῖον ἀναμειγνύεται καί λίγο ἡ ψυχολογία. Τό κέντρον καί ἡ βάση τῆς διδασκαλίας τους δέν εἶναι ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, δέν εἶναι ἡ μετάνοια, δέν εἶναι πῶς θά γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τόν Χριστό, ἀλλά πῶς θά ἰσορροπήσουν ἐσωτερικά. Τό βλέπουμε αὐτό ξεκάθαρα. Εἶναι ἕνα κίνημα προτεσταντικῆς φύσεως χρησιμοποιώντας ἀκόμη καί ψυχολογικούς τρόπους ζωῆς.

Οἱ ἄνθρωποι ἀναπαύονται στήν ἀρχή, βλέπουν τέτοιους κληρικούς καί λένε: «Μπράβο αὐτοί εἶναι σύγχρονοι κληρικοί ὄχι οἱ ἄλλοι οἱ καθυστερημένοι πού μιλᾶνε γιά τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας».

Ἀλλά ἔρχεται ἡ ὥρα, ἀργά ἤ γρήγορα, καί τό εἴδωλο αὐτό καί ὁ ψευδοπροφήτης πού ἔχει προτεσταντικές καί ψυχολογικές ἀρχές καταρρέει. Βεβαίως, φταῖνε καί αὐτοί οἱ διδάσκαλοι, ἀλλά φταίει καί ὁ λαός ὁ ὁποῖος δέν ἔχει τήν διάκριση νά ξεχωρίζη μεταξύ τῶν ἀληθινῶν προφητῶν καί τό ψευδοπροφητῶν.

Καί τί γίνεται; Παρουσιάζονται πολλοί σάν νά εἶναι οἱ πραγματικοί σωτῆρες τοῦ λαοῦ, φαίνεται σάν νά βάζουν κάποιο προσωπεῖο ἐξωτερικά καί μέσα τους ἔχουν ἄλλον ἑαυτό.

4. Ὁ πίθηκος μέ προσωπεῖο ἀνθρώπου

Διάβαζα ἕναν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Νύσσης. Τόν τέταρτον αἰώνα ἔζησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, ἀλλά ὅταν μιλάη γιά τό ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός Χριστιανός λέει ὅτι δέν εἶναι μόνο αὐτός πού ἔχει τό ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ, θά λέγαμε ἐμεῖς σήμερα τό ὄνομα τοῦ διδασκάλου, τό ὄνομα τοῦ Κληρικοῦ, ἀλλά εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος ἔχει καί τήν ζωή τοῦ Προφήτου καί τήν ζωή τοῦ Ἀποστόλου καί τήν ζωή, ὅπως τήν θέλει ὁ Χριστός.

Καί γιά νά τό δείξη αὐτό ἐμφανέστατα, χρησιμοποίησε ἕνα παράδειγμα, τό ὁποῖο ἀνέφερε ὁ Λουκιανός. Θά μποροῦσα νά σᾶς τό πῶ τώρα μέ δικά μου λόγια, ἀλλά θά προτιμήσω νά σᾶς τό διαβάσω μέ μετάφραση, γιατί ἔτσι θά ἀκούσουμε καί τόν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, πού εἶναι ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης:

«Λένε ὅτι ἕνας θαυματοποιός στήν Ἀλεξάνδρεια γύμνασε ἕναν πίθηκο νά ἐπιδίδεται μ' εὐκινησία σέ φιγοῦρες χοροῦ, τοῦ φόρεσε ἕνα προσωπεῖο χορευτῶν (ἀνθρώπων, καί οἱ ἄνθρωποι δέν ἔβλεπαν ὅτι ἦταν πίθηκος, ἀλλά ὅτι ἦταν ἄνθρωπος, γιατί τοῦ ἔβαλε ἐνδύματα ἀνθρώπου) κι ἕνα ροῦχο κατάλληλο γιά τό νούμερό του· τόν συνόδεψε μέ χορό κι ὁ πίθηκος τά κατάφερνε κάνοντας λυγίσματα σύμφωνα μέ τόν ρυθμό τῆς μουσικῆς καί μέ ὅλα αὐτά πού ἔκανε καί ἔπαιζε ἔκρυβε τόν πραγματικό ἑαυτό του. (Δηλαδή, φαινόταν πίθηκος καί ὅλοι παραξενεύονταν πώς εἶναι δυνατόν ἕνας ἄνθρωπος νά κάνη τέτοια νούμερα πού μόνο ἕνας πίθηκος κάνει).

Καί ἐνῶ τό θέατρο ἦταν γοητευμένο ἀπό τό παράξενο θέαμα, ἕνας ἀπό τούς πολύ ἀστείους πού ἦταν ἐκεῖ θέλησε νά δείξη σ' αὐτούς πού παρακολουθοῦσαν μ' ἀνοιχτό τό στόμα ὅτι ὁ πίθηκος ἦταν πραγματικά πίθηκος. Ἐνῶ λοιπόν φώναζαν ὅλοι καί χαλοῦσαν τόν κόσμο μέ τίς ρυθμικές περιστροφές τοῦ πιθήκου πού παρακολουθοῦσε μέ τίς κινήσεις του τό τραγούδι καί τήν μουσική, λένε ὅτι πέταξε στήν ὀρχήστρα μερικούς ξηρούς καρπούς πού ἐρεθίζουν τήν λαιμαργία τῶν ζώων αὐτῶν.

Ὁ πίθηκος τότε χωρίς νά χασομερήση, βλέποντας σκορπισμένα μπροστά στόν χορό τά ἀμύγδαλα ξέχασε καί τόν χορό καί τά χειροκροτήματα καί τό ὡραῖο ροῦχο πού φοροῦσε, καί ὅρμησε στά ἀμύγδαλα φουχτώνοντας μέσα στά χέρια του ὅσα βρῆκε. Καί γιά νά μήν ἐμποδίζη τό προσωπεῖο τό στόμα του, ξεσκίζει τήν παραπλανητική προσωπίδα μέ τά νύχια του καί τήν βγάζει, ὥστε νά προκαλέση ξέσπασμα γέλιου στούς θεατές ἀντί τόν ἔπαινο καί τόν θαυμασμό, καθώς ἐφάνηκε ἀνάμεσα ἀπό τά λείψανα τῆς προσωπίδας ἄσχημος καί κωμικός πίθηκος.

Ὅπως λοιπόν –συνεχίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης– δέν ἔφτασε σ' ἐκεῖνον ἡ μελετημένη καί ἀπατηλή ὄψη γιά νά νομιστῆ ἄνθρωπος, ἀλλά ἡ λαιμαργία του γιά τά ἀμύγδαλα ἀποκάλυψε τήν φύση του, ἔτσι ὅποιοι δέν διαμόρφωσαν ἀληθινά τόν ἑαυτό τους μέ τήν πίστη, θ' ἀποκαλυφθοῦν εὔκολα μέ τά δολώματα τοῦ διαβόλου πώς εἶναι κάτι ἄλλο ἀπό αὐτό πού λένε.

Ἀντί ἑνός ξεροῦ σύκου ἤ ἑνός ἀμύγδαλου ἤ κάτι παρόμοιου, προτείνει στούς λαίμαργους ἡ δόλια ἀγορά τοῦ διαβόλου τήν κενοδοξία, τήν ἀγάπη τῶν τιμῶν, τήν φιλοχρηματία, τήν φιληδονία σάν νά ἦταν ξηροί καρποί καί ὁδηγεῖ στό ν' ἀποκαλυφθοῦν ὅσοι ἔχουν ψυχές πιθήκου, πού μέ προσποιητή μίμηση ὑποκρίνονται τόν χριστιανισμό καί ἀφανίζουν τό προσωπεῖο τῆς σωφροσύνης ἤ τῆς πραότητας ἤ κάποιας ἄλλης ἀρετῆς».

Πόσο σύγχρονο εἶναι αὐτό τό παράδειγμα, ὅπως καί ἄλλα πάρα πολλά παραδείγματα τῶν ἁγίων Πατέρων γιά νά δείξη ποιοί εἶναι οἱ ἀληθινοί Προφῆτες στόν λαό καί ποιοί εἶναι οἱ ψευδοπροφῆτες, ποιοί εἶναι οἱ πραγματικοί Ἀπόστολοι καί ποιοί εἶναι οἱ πραγματικοί θά ἔλεγα ψευδαπόστολοι, ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός Χριστός καί ποιός εἶναι ὁ Ἀντίχριστος.

Ὁπότε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, θά πρέπει νά ἔχουμε μέσα μας κριτήρια διαβάζοντας τά κείμενα, τήν Ἁγία Γραφή καί τῶν ἁγίων Πατέρων, νά ἔχουμε κριτήρια γιά νά ξεχωρίσουμε τήν ἀλήθεια ἀπό τό ψεῦδος, τήν ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη, ὥστε καί ἐμεῖς νά μήν πλανώμαστε, ἀλλά καί νά μή ἀπογοητευόμαστε ἀπό διδασκάλους, οἱ ὁποῖοι φορᾶνε τήν προσωπίδα τοῦ Χριστιανοῦ, ἀλλά ἔχουν ψυχή πιθήκου ἐσωτερικά μέ τά πάθη τά ὁποῖα τούς διακρίνουν.

 Αὐτό τό μήνυμα ἄς πάρουμε ἀπό τήν σημερινή ἑορτή ἐδῶ στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, στήν Βομβοκοῦ: Νά γίνουμε ἀληθινοί Χριστιανοί, ἀληθινοί Μοναχοί, ἀληθινοί Κληρικοί, ἀληθινοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.

  • Προβολές: 1330