Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἁγία Γενοβέφα, 3 Ἰανουαρίου

Ἡ ἁγία Γενοβέφα εἶναι μία ἀπό τίς μεγαλύτερες ὁσιακές μορφές τοῦ 5ου αἰῶνος μ.Χ. Γεννήθηκε στό χωριό Νεμετοδοῦρο, κοντά στό Παρίσι, ἀπό γονεῖς πλούσιους καί εὐσεβεῖς, τόν Σεβῆρο καί τήν Γεροντία. Ἀγάπησε τόν Θεό ἀπό τήν νεαρή ἡλικία της. Μετά τήν κοίμηση τῶν γονέων της ἔγινε μοναχή, καί ἐπειδή δέν ὑπῆρχαν τότε στήν Γαλλία γυναικεῖα Μοναστήρια, παρέμεινε στό σπίτι τῆς ἀναδόχου της, στήν κορυφή ἑνός λόφου ἀπέναντι ἀπό τόν ποταμό Σικουάνα, πού σήμερα φέρει τό ὄνομά της.

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἁγία Γενοβέφα, 3 ἸανουαρίουΖοῦσε μέ αὐστηρή ἄσκηση καί προσευχή, καί κάθε χρόνο ἔμενε ἔγκλειστη ἀπό τά Θεοφάνεια μέχρι τήν Μεγάλη Πέμπτη. Ἕνας ἀπό τούς πολλούς πειρασμούς πού δοκίμασε ἦταν καί ἡ ἀσθένεια πού παρέλυσε τό σῶμα της, τήν ὁποία ἀντιμετώπισε μέ μεγάλη πίστη, θαυμαστή ὑπομονή καί πνευματική ἀνδρεία, εὐχαριστώντας καί δοξολογώντας τόν Θεό. Ὅταν μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ θεραπεύθηκε, τότε συνέχισε μέ μεγαλύτερο ζῆλο τόν πνευματικό ἀγώνα της.

Στόν βίο της, πού γράφηκε ἀπό ἀνώνυμο βιογράφο, δεκαοκτώ χρόνια μετά τήν κοίμησή της, ἀναφέρεται πλῆθος θαυμάτων τά ὁποῖα ἐπετέλεσε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, εὐεργετώντας τούς πάντες χωρίς δακρίσεις. Καταγράφεται ἐδῶ τό πιό συγκλονιστικό: «Κάποτε τήν ἐπισκέφθηκε μία χαροκαμένη μάνα ἡ ὁποία κρατοῦσε τό ἄψυχο σῶμα τοῦ μικροῦ παιδιοῦ της. Ἡ ἁγία τήν συμπόνεσε, κάλυψε μέ τό ἐπανωφόρι της τό σῶμα τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ καί προσευχόταν πολλές ὧρες μέ δάκρυα, μέχρι πού τό παιδί ἀναστήθηκε».

Ἡ φήμη της δέν ἄργησε νά ἐξαπλωθῆ, καί γύρω της συγκεντρώθηκαν πολλές γυναῖκες πού ἐπιθυμοῦσαν τήν ἀφιέρωσή τους στόν Θεό, καί συνεστήθη μιά εὐλογημένη Ἀδελφότητα.

Ἀγαποῦσε πολύ τούς φτωχούς καί πονεμένους ἀνθρώπους, ἰδιαιτέρως δέ τούς φυλακισμένους, οἱ ὁποῖοι ἦταν πολλοί τήν ταραγμένη ἐκείνη ἐποχή, καί ἀρκετούς ἀπό αὐτούς ἔσωσε ἀπό βέβαιο θάνατο, ἐπειδή ὁ Φράγκος βασιλιάς Χιλδερίκος, ἄν καί ἦταν εἰδωλολάτρης, τήν ἐκτιμοῦσε, τήν εὐλαβεῖτο καί καμπτόταν στίς παρακλήσεις της. Κάποτε πληροφορήθηκε ὅτι ὁ βασιλιάς διέταξε νά ἐκτελέσουν φυλακισμένους -αἰχμαλώτους πολέμου- καί ἔτρεξε ἀμέσως στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, βρῆκε, ὅμως, τίς πόρτες κλειστές. Τότε σχημάτισε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί οἱ πόρτες ἄνοιξαν. Πρόφθασε τήν ἐκτέλεση, καί γιά μιά ἀκόμη φορά ὁ βάρβαρος Χιλδερίκος σεβάστηκε τήν ἐπιθυμία της καί σώθηκαν οἱ μελλοθάνατοι.

Ἀξιοσημείωστη εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στυλίτη, γιά τήν ἁγία Γενοβέφα. Κάποιοι ἔμποροι ἀπό τό Παρίσι ἑλκύσθηκαν ἀπό τήν φήμη του καί τόν ἐπεσκέφθηκαν, γιά νά λάβουν τήν εὐλογία του καί νά ἐνισχυθοῦν ἀπό τόν θεόπνευστο λόγο του. Μέ ἔκπληξη, ὅμως, τόν ἄκουσαν νά ζητᾶ τίς προσευχές τῆς ἁγίας Γενοβέφας καί νά τούς προτρέπη νά διαβάζουν τούς «Χαιρετισμούς» της.

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ σέ βαθύ γῆρας.

Ὁ βίος της καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Ὅσοι βρέθηκαν στήν φυλακή, γιά ὁποιονδήποτε λόγο, μακρυά ἀπό τήν οἰκογένειά τους καί τούς ἀνθρώπους πού ἀγαποῦν, αὐτοί καταλαβαίνουν περισσότερο ἀπό ὅλους τούς ἄλλους τό τί σημαίνει ἐλευθερία. Μάλιστα, κάποιοι καλοπροαίρετοι κατάλαβαν ὅτι ὑπάρχει καί μία ἄλλη ἐλευθερία, ἐσωτερική-πνευματική, ἡ ὁποία βιώνεται σέ ὅλες τίς συνθῆκες τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, καί εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ σέ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος μετανοεῖ, προσεύχεται καί ἀγωνίζεται νά νικήση τά πάθη του. Κλεισμένοι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί σέ ἕναν στενό χῶρο, σέ δύσκολες συνθῆκες, ἀντιμετωπίζοντας πολλές φορές βίαιες καί ἐπιθετικές συμπεριφορές, μέσα στόν πόνο τους καί τήν ἀπόγνωσή τους, ξύπνησαν ἀπό τόν λήθαργο τῆς πνευματικῆς ἀδιαφορίας καί ἀναζήτησαν τόν Θεό μέ τήν μετάνοια καί τήν προσευχή, καί ἴσως, σέ αὐτό νά συνετέλεσε καί ἡ ἀνάμνηση παιδικῶν βιωμάτων, καθώς καί συμβουλῶν τῶν γονέων τους ἤ καί κάποιων δασκάλων τους. Καί αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά ἀλλοιωθοῦν ἐσωτερικά ἀπό τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, καί νά γευθοῦν τήν γλυκύτητα τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας, πού εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τήν τυραννία τῶν παθῶν, τοῦ διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας. Καί ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα.

Διάβασα πρίν ἀπό μερικά χρόνια τό βιβλίο πού συνέγραψε μία δικηγόρος, ἡ ὁποία κλείσθηκε στήν φυλακή γιά δυόμιση περίπου χρόνια. Στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου ἐξιστορεῖ τά γεγονότα πού τήν ὁδήγησαν στήν φυλακή, τά ὁποῖα, ὅπως γράφει, ἦταν ἀποτέλεσμα σκευωρίας, καί μεταξύ τῶν ἄλλων φανερώνουν καί τό πῶς πλανᾶται ἑνίοτε ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη, τήν ὁποία ἐκείνη, ὡς δικηγόρος, ὑπηρέτησε καί ὑπηρετεῖ. Στήν συνέχεια περιγράφει τό κλίμα τῆς φυλακῆς, τίς συνθῆκες κράτησής της, τήν ψυχική κατάσταση τῶν συγκρατουμένων της καί τήν συμπεριφορά τῶν δεσμοφυλάκων. Ἀναφέρεται στούς ἀγῶνες της γιά τήν καλυτέρευση τῶν συνθηκῶν κράτησης τῶν φυλακισμένων, ἀλλά καί γιά τήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας στό Ἐκκλησάκι τῶν φυλακῶν κάθε Κυριακή, ὅπως τό προέβλεπε ὁ κανονισμός, καί δέν ἐτηρεῖτο. Κατόπιν κάνει λόγο γιά τίς πνευματικές ἀναζητήσεις της, γιά τήν νοερά-καρδιακή προσευχή της, γιά τήν δύναμη καί τήν Χάρη πού λάμβανε ἀπό τόν Θεό μέ τήν προσευχή. Ὅταν διάβασα τό βιβλίο αὐτό, στήν ἀρχή αἰσθάνθηκα λύπη γιά τίς ἀδικίες, στήν συνέχεια, ὅμως, δοκίμασα εὐχάριστη ἔκπληξη καί θαύμασα γιά τό πῶς ἐνεργεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀνοίγουν τήν καρδιά τους σέ Αὐτόν μέ τήν προσευχή. Ἀντιγράφω ἕνα μικρό, ἀλλά συγκλονιστικό ἀπόσπασμα:

«Ἡ προσευχή θά μέ βοηθήση νά μή λυγίσω ἤ λιποψυχήσω». «Νά ἡ εὐκαιρία πού δέν εἶχα πρίν, λόγω τοῦ τρελοῦ ρυθμοῦ τῆς ζωῆς μου, τῶν εὐθυνῶν καί ὅλων τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς, ἐπαγγελματικῶν, κοινωνικῶν, οἰκογενειακῶν, οἰκονομικῶν». Καί συνεχίζει: «Κάνω ἕνα πρόγραμμα ζωῆς. Προσπαθῶ νά τό ἀκολουθήσω, παρασύρω μαζί μου καί ἄλλες κρατούμενες. Ὅσες θέλουν, ἄς μέ ἀκολουθήσουν. Ὥρα 6 τό πρωί, ξύπνημα. Παίρνουμε ὅλες ἀπό ἕνα κομποσχοίνι γιά τίς καθημερινές μας προσευχές. Τοποθετῶ ἕνα στό ἀριστερό μου χέρι, δίπλα στό ρολόι μου. Κάθε στιγμή τῆς μέρας πού νιώθω τήν ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ (λέγω) «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με. Μετρῶ τίς χάντρες πού ἔχει τό κομποσχοίνι κάθε μέρα καί πιό συχνά στούς διαλογισμούς καί στή πρωινή προσευχή μου». «Ἀφιερώνω χρόνο γιά ἐπίκληση καί εὐχαριστία στόν Θεό γιά τό κάθετι καί κάθε μέρα. Ἔχω πολλές χάντρες νά μετρήσω ... καί ἐπικαλοῦμαι τόν Θεό σέ κάθε μου ἀρνητική σκέψη ἤ λογισμό». Καί καταλήγει: «Μέ τήν ἐπίγνωση τῆς Θείας παρουσίας μέσα μου, ἀποκαλύπτω καί ἀπολαμβάνω τή φυλακή μου»!!

Πράγματι, ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ, σέ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες, μεταβάλλει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου σέ Παράδεισο. Τόν ἐλευθερώνει ἀπό τήν φυλακή τῶν αἰσθήσεων καί τῶν αἰσθητῶν, καί τότε ὁ ἄνθρωπος ἀνακαινίζεται καί ἀνακαλύπτει τήν ἀληθινή ἐλευθερία, «τήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 1386