Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: “Ιδιωτικοποιήσεις” στόν ἐκκλησιαστικό βίο
Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Τά τελευταῖα χρόνια γίνεται διαρκῶς λόγος γιά “ἰδιωτικοποιήσεις”. Μέσα στό πνεῦμα τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς καί τῆς ἐνισχύσεως τῆς ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας στόν οἰκονομικό τομέα, ἀκούγεται συνεχῶς ἡ ἐπιταγή γιά “λιγότερο κράτος”. Ἔτσι, οἱ κυβερνήσεις πού ἐγκολπώνονται αὐτήν τήν ἀρχή μεταβιβάζουν στά χέρια ἰδιωτῶν ἀκόμη καί ἐπιχειρήσεις κοινῆς ὠφελείας, γιατί ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι ἡ ἰδιωτική πρωτοβουλία εἶναι πιό ἀποδοτική.
Δέν εἶναι σκοπός μου νά ἀναλύσω οἰκονομολογικά θέματα, ἄλλωστε δέν διαθέτω τίς ἀπαραίτητες γνώσεις. Θέλω μόνο, πέρνωντας ἀφορμή ἀπό τίς ἰδιωτικοποιήσεις στήν οἰκονομία, νά ἐπισημάνω δύο περιπτώσεις στίς ὁποῖες ἡ ἰδιωτική πρωτοβουλία εἰσδύει σέ νευραγλικούς τομεῖς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου. Δέν θά ἀναφερθῶ στίς ἱεραποστολικές ὀργανώσεις, οὔτε στήν “ἰδιωτικοποίηση” τῶν ἱερῶν μυστηρίων. Οἱ περιπτώσεις πού θά περιγράψω νομίζω ὅτι καλύπτουν καί ὁρισμένους ἀπό τούς λεγόμενους “ἐκκλησιαστικούς” καί κάποιους ἀπό τούς λεγόμενους “παρεκκλησιαστικούς”.
“Κέρδος” ἑνός ποιμένα, πού διακατέχεται ἀπό τό ἱερό πάθος τῆς ἀποστολῆς του, εἶναι ἡ ἀριθμητική αὔξηση τοῦ ποιμνίου του καί ἡ πνευματική ἄνοδός του. Στήν ἐπιδίωξη αὐτοῦ του κέρδους σημαντικό ρόλο παίζει ἡ ποιμαντική πρωτοβουλία του, ἡ ὁποία, ὅμως, δέν πρέπει ποτέ νά εἶναι “ἰδιωτική”• πρέπει πάντα νά εἶναι ἐκκλησιαστική, δηλαδή σύμφωνη μέ τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί τίς θεολογίες τῶν ἁγίων Πατέρων. Δυστυχῶς, ὅμως, στίς μέρες μας, παρουσιάζεται ἕνα εἶδος “ἰδιωτικοποίησης” τῆς ποιμαντικῆς, ἀφοῦ μετατρέπεται ἀπό ἐκκλησιαστική σέ ἀτομική καί ἀπό θεραπευτική σέ ἐπικοινωνιακή, μέ κύριο περιεχόμενο τήν ἀνάπτυξη δημοσίων σχέσεων. Τό κακό, βέβαια, δέν βρίσκεται στίς δημόσιες σχέσεις, ἀλλά στό ὅτι ἡ “ἰδιωτική” πρωτοβουλία τοῦ ποιμένα δέν συντονίζεται μέ τό πνεῦμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως. Σέ αὐτές τίς περιπτώσεις τό ποιμαντικό ἔργο συνήθως ἐξαντλεῖται σέ ἐντυπωσιακές ἐκδηλώσεις καί σέ δηλώσεις προκλητικά φιλελεύθερες ἤ ἐνθουσιαστικά συντηρητικές. Κάποιες φορές, γιά παράδειγμα, διατυπώνονται θέσεις πού προσπαθοῦν νά καλύψουν καί νά νομιμοποιήσουν τά πάθη τοῦ κόσμου ἤ ἀντίθετα προβάλλονται μέσα σέ συναισθηματική φόρτιση “μερίδια ἀλήθειας” πού εἶναι κατανοητά καί ἀποδεκτά ἀπό τόν πολύ κόσμο. Αὐτή ἡ “ἰδιωτική” πρωτοβουλία ὅμως δέν βοηθᾶ τήν Ἐκκλησία. Γιά τήν θεραπεία αὐτῆς τῆς νοοτροπίας προβάλλει ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη γιά ἀθόρυβο ἐκκλησιαστικό ἔργο, στηριγμένο στήν ἀλήθεια τῆς ἀποστολικῆς πίστεως καί ἐμπνευσμένο ἀπό τήν ἀγάπη, χωρίς ἐντυπωσιασμούς, πού θά ἀπαντᾶ σέ ἐσωτερικούς προβληματισμούς καί ἀγωνίες, πού θά ἀνοίγη δρόμους ἐκεῖ πού ὑπάρχουν ἀδιέξοδα, πού θά βοηθᾶ τούς ἀνθρώπους ἐπιδιώκοντας νά μή τό ἀντιλαμβάνονται οἱ βοηθούμενοι, γιατί ὁ σκοπός τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιμαντικῆς δέν εἶναι νά δημιουργήση στρατό ἐντυπωσιασμένων ὀπαδῶν ἤ κοινότητες συναισθηματικά ἐξαρτημένες ἀπό τόν ποιμένα-εὐεργέτη, ἀλλά νά καταρτισθῆ ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, νά βροῦν, δηλαδή, οἱ ἄνθρωποι τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη στό Χριστό, νά θεραπευτοῦν ἀπό τή νόσο τῆς φιλαυτίας καί νά νιώσουν ὅτι ὁ Ναός στόν ὁποῖο τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία εἶναι τό σπίτι τοῦ Πατέρα τους.
Μέσα στό κλίμα τῆς “ἰδιωτικοποιημένης” ποιμαντικῆς ἐντάσσεται καί ἕνα εἶδος “ἰδιωτικοποίησης” τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου. Θά πρέπει νά πῶ ὅτι τόν ὄρο “ἰδιώτης” τόν χρησιμοποιῶ ἐδῶ μέ τό ἁγιογραφικό τοῦ περιεχόμενο. Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τόν καθηγητή π. Ι. Ρωμανίδη, στήν Ἁγία Γραφή “ἰδιώτες” ὀνομάζονται αὐτοί πού δέν ἔχουν λάβει τό βάπτισμα τοῦ Πνεύματος, πού ἔχουν δηλαδή τό νοῦ τούς ἀφώτιστο καί δέν ἐνεργεῖ μέσα τους ἡ ἀδιάλειπτη εὐχή. Τήν “ἰδιωτικοποίηση” τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου μπορεῖ κανείς νά τήν συναντήση στό κήρυγμα, στήν θρησκευτική ἀρθρογραφία, στίς θεολογικές μελέτες, ἀλλά καί στό λόγο πού προσφέρεται μέσα στό πλαίσιο τῆς προσωπικῆς καθοδήγησης. Ὅταν, γιά παράδειγμα, προβάλλονται στό κήρυγμα ἀτομικές ἀπόψεις, πού δέν ἐκφράζουν τήν καθολική πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν, ἐπίσης, τά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων προσεγγίζονται καί ἀναλύονται μέ μόνα ἐφόδια τίς ἱστορικοφιλολογικές γνώσεις τοῦ μελετητῆ ἤ ἀκόμα μέ βάση τίς παρατηρήσεις τῆς οὐμανιστικῆς ψυχολογίας καί κοινωνιολογίας, τότε ὁ ἐκκλησιαστικός λόγος “ἰδιωτικοποιείται”. Τά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων εἶναι θεόπνευστα. Τά κείμενα αὐτά, κατά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, γράφηκαν ἀπό θεόπνευστους συγγραφεῖς καί ἀπαιτοῦν θεόπνευστους μελετητές καί ἀναγνῶστες. Ἡ θεοπνευστία δέν περιορίζεται μόνο στόν συγγραφέα. Ἕνα κείμενο θεόπνευστου συγγραφέα εἶναι πολύ εὔκολο νά παραποιηθῆ ἀπό ἕναν ἀκαθοδήγητο “ἰδιώτη” ἀναγνώστη. Αὐτό συνέβη μέ τούς αἱρετικούς. Οἱ λόγοι τῶν “ἰδιωτών” σκεπάζουν μέ ἀνθρώπινα διανοήματα τόν θησαυρό τῆς πίστεως, τόν παραποιοῦν καί παραπλανοῦν τόν λαό, γι’ αὐτό εἶναι ἡ αἰτία τῆς ταλαιπωρίας καί τῆς διασπάσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πλούσια παραγωγή “ἰδιωτικών” λόγων καί ἡ ὑπερβολική ἐκτίμησή τους σημαίνει θεολογική φτώχεια.
“Το θεμέλιό της ἐκκλησιολογίας τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων”, κατά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, εἶναι “τά διάφορα εἴδη νοερᾶς εὐχῆς στήν καρδιά”. Σύμφωνα μέ τήν ἀποστολική καί πατερική πίστη, τήν ὁποία σαφέστατα διατυπώνει: “Μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ναός τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος εἶναι ἐκεῖνος πού φθάνει στό φωτισμό καί βαδίζει στή θέωση”. Ὁ βαπτισμένος ἐπιδιώκει νά φθάση ἀπό τήν κατάσταση τοῦ “ἰδιώτη” στήν ἐμπειρία τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού ἔλεγε “ἠμεῖς νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν”. Αὐτός πού ἔχει “νοῦν Χριστού” εἶναι ἐκφραστής τοῦ λόγου τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ “ἰδιωτικοί” λόγοι δέν εἶναι λόγοι ἐκκλησιαστικοί, γιατί ἐκπορεύονται ἀπό νοῦ πού δέν μεταμορφώθηκε ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Οἱ “ἰδιωτικοποιήσεις” μπορεῖ νά εἶναι ὠφέλιμες στήν οἰκονομία τοῦ χρήματος, εἶναι, ὅμως, ἐπιβλαβεῖς στήν “οἰκονομία τῆς σωτηρίας”.
- Προβολές: 3175