Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Ἡ ἀνθρώπινη ζωή

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἔχουμε διάφορα προβλήματα στήν ζωή μας, ἀλλά παραβλέπουμε τό μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ πού δόθηκε σέ μᾶς καί αὐτό εἶναι ἡ ζωή. Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τήν βιολογική ζωή καί στήν συνέχεια, μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα, μᾶς ἔδωσε καί τήν ἐν Χριστῷ πνευματική ζωή. Πρόκειται γιά ἕνα θαυμάσιο δῶρο πού ἔχει μεγάλη ἀξία ἀπό πλευρᾶς θεολογίας, ἀλλά καί ἐπιστήμης.

Μερικές σύντομες θέσεις πάνω στό θέμα αὐτό θά καταθέσω στήν συνέχεια.

1. Θεολογία καί Ἐπιστήμη

Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ὡς ἀντικείμενο τήν γνώση τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπο, οὐσιαστικά θεολογία εἶναι τό λέγειν περί τοῦ Θεοῦ, ἀλλά γιά νά ὁμιλήση κανείς γιά τόν Θεό πρέπει νά Τόν γνωρίση. Ὅπως ὁ βιολόγος, καί μάλιστα ὁ μοριακός βιολόγος ὁμιλεῖ γιά τό κύτταρο, ἀφοῦ πρῶτα τό δεῖ μέ τό ἠλεκτρονικό μικροσκόπιο καί διαπιστώση τήν μηχανική λειτουργία του, ἔτσι καί ὁ θεολόγος πρέπει νά γνωρίση τόν Θεό, μέ τήν διαφορά ὅτι χρησιμοποιεῖ ἕνα ἄλλο ὄργανο πού εἶναι ὁ νοῦς καί διαφέρει ἀπό τήν λογική, τήν φανταστική καί διανοητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς.

Οἱ πραγματικοί θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι οἱ Πατέρες της, ὁμιλοῦν γιά τό τί εἶναι ὁ Θεός, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πῶς δημιουργήθηκε ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό, ποιός εἶναι ὁ προπτωτικός καί μεταπτωτικός ἄνθρωπος, τί εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός καί πῶς ὁ ἄνθρωπος θά γνωρίση τόν Θεό καί θά ἑνωθῆ μαζί Του.

Πάνω στά θέματα αὐτά οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν γράψει πολλά, γιά τήν συνύπαρξη ψυχῆς καί σώματος, γιά τήν σύλληψη καί γέννηση τοῦ ἀνθρώπου, γιά τήν ἀνάπτυξή του καί κυρίως γιά τόν σκοπό τῆς δημιουργίας του. Γιά ὅλα αὐτά συνεδύαζαν τίς ἀποκεκαλυμμένες ἀλήθειες, τίς ὁποῖες ἐξέφραζαν μέ τήν ἐπιστημονική γνώση τῆς ἐποχῆς τους. Γι’ αὐτό ἐξετάζουμε τούς λόγους τους, βλέπουμε τό βαθύτερο νόημά τους καί τούς μεταφέρουμε στήν ἐποχή μας, συνδυάζοντάς τους μέ τίς σύγχρονες ἐπιστημονικές γνώσεις, χωρίς, ὅμως, νά νοθεύουμε τό θεολογικό τους νόημα.

Ἡ σύγχρονη μοριακή βιολογία καί ἡ γενετική μηχανική ἔκαναν μεγάλες προόδους, στόν τομέα αὐτό. Ἐρεύνησαν θαυμαστῶς τόν τρόπο γονιμοποιήσεως τοῦ ὠαρίου, τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἐμβρύου, τήν λειτουργία τοῦ ὑποκυτταρικοῦ κόσμου, πού οἱ ἄνθρωποι τῶν προηγουμένων χρόνων οὔτε κἄν μποροῦσαν νά διανοηθοῦν.

Ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι θεολόγοι καί Κληρικοί γνωρίζουμε τόν θεολογικό πατερικό λόγο γιά τά θέματα αὐτά καί ἔχουμε τήν δυνατότητα, χωρίς νά ἀλλοιώσουμε τόν λόγο αὐτόν, νά τόν ἐξηγήσουμε μέ τά δεδομένα τῆς σύγχρονης βιολογίας, ἀλλά καί τῆς βιοηθικῆς, καί κάνουμε λόγο γιά Βιοηθική καί Βιοθεολογία.

Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι σέ ἕνα Διεθνές Ἐπιστημονικό Συνέδριο πού ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη τό ἔτος 2000, ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, στήν ἀρχή τῆς τρίτης χιλιετίας, ἔγινε ἀναφορά στό Συνέδριο γιά τό θέμα πού μᾶς ἐνδιαφέρει. Γράφεται:

«Οὐδείς δύναται νά ἀμφισβητήση ὅτι τό "μυστήριον" τῆς ζωῆς ἀπό τοῦ κυτταρικοῦ σταδίου μέχρι τοῦ σχηματισμοῦ συνθέτου ὀργανισμοῦ περιστρέφεται πέριξ τῆς ἐννοίας τῆς "ὑπάρξεως". Ἑπομένως, ἡ κίνησις εἶναι στάδιον ἀναπτύξεως ἑνός ἐξ ἀρχῆς αὐτονόμου ζωντανοῦ ὀργανισμοῦ, μιᾶς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως, ἡ ὁποία οὕτως ἤ ἄλλως θά ὁλοκληρωθῆ εἰς μεταγενέστερον χρονικόν στάδιον. Κατά συνέπειαν δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι συμφώνως πρός τήν Ὀρθόδοξον πίστιν ἡ ἄμβλωσις εἶναι πρᾶξις πολλαπλῶς ἀπευκτέα. Ἡ λῆψις προνοιακῶν καί ὑποστηρικτικῶν μέτρων, πέραν τῆς βελτιώσεως τῆς ποιότητος τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, παρέχει καί προοπτική βελτιώσεως τοῦ προβλήματος τῆς ὑπογεννητικότητος».

2. Θεολογικές καί βιολογικές ἀρχές

Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου συνδέεται στενότατα μέ τήν ψυχή• δέν ὑπάρχει ζωή χωρίς ψυχή καί ψυχή χωρίς ζωή. Ἡ ψυχή εἶναι δημιούργημα τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ καί αὐτή ζωοποιεῖ τό συνημμένο μέ αὐτήν σῶμα.

Μέ τήν γονιμοποίηση τοῦ πρώτου κυττάρου ὑπάρχει ὄχι μόνον ζωή, ἀλλά καί ψυχή. Στήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία γίνεται λόγος γιά ὕπαρξη ψυχῆς ἐξ ἄκρας συλλήψεως, δηλαδή ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συλλήψεως τοῦ ἀνθρώπου, τῆς γονιμοποιήσεως τοῦ ὠαρίου τῆς γυναίκας, ἀφοῦ «ἐν τῇ συλλήψει ἐμψύχωται», καί ὅταν μέ τόν θάνατο παύη νά ὑπάρχη ζωή, τότε φεύγει καί ἡ ψυχή, ἡ ὁποία ἐξακολουθεῖ νά ζῆ, ἐκτός τοῦ σώματος.

Ἡ ἀνθρώπινη ζωή εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, εἶναι καρπός τῆς ζωοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει: «Τό τεκεῖν ἄνωθεν ἔχει τήν ἀρχήν ἀπό τῆς τοῦ Θεοῦ προνοίας, καί οὔτε γυναικός φύσις, οὔτε συνουσία, οὔτε ἄλλο οὐδέν αὔταρκες πρός τοῦτό ἐστιν».

Οἱ ἐπιστήμονες στό θέμα αὐτό διετύπωσαν πολλές ἀπόψεις, ὅτι ὡς ἀρχή τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἐμφάνιση τοῦ ζυγωτοῦ στήν μήτρα, ὅτι ἀρχή τῆς ζωῆς εἶναι ἡ διαφοροποίηση τῶν βλαστοκυττάρων ἤ ἡ δημιουργία νευρικοῦ στελέχους κατά τήν 14η ἡμέρα ἀπό τήν γονιμοποίηση τοῦ ὠαρίου, δηλαδή κατά τούς ἐπιστήμονες δέν συμπίπτει ἡ γονιμοποίηση μέ τήν σύλληψη.

Ὅμως, κατά τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἡ ἀρχή τῆς ζωῆς προσδιορίζεται κατά τήν στιγμή τῆς γονιμοποιήσεως τοῦ ὠαρίου. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο στήν Ἐκκλησία ἑορτάζουμε τά γεγονότα τῆς συλλήψεως τῆς ἁγίας Ἄννης, τῆς μητέρας τῆς Παναγίας, τῆς συλλήψεως τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου.

Ἔπειτα, μέ τήν σύλληψη τοῦ ἀνθρώπου συνδέεται καί ἡ δημιουργία. Τά βλαστοκύτταρα ἔχουν μέσα τους μιά «ὁρμή», ἀφοῦ στήν ἀρχή διπλασιάζονται χωρίς νά διαφοροποιοῦνται, στήν συνέχεια ἀπό τήν 14η ἡμέρα ἀρχίζουν νά διαφοροποιοῦνται καί ἀρχίζει ἡ διαδικασία τῆς ὀργανογένεσης, μέχρις ὅτου ὁλοκληρωθῆ ὅλος ὁ ὀργανισμός τοῦ ἐμβρύου καί μεγαλώνει τό ἔμβρυο μέχρι τόν τοκετό.

Πρόκειται γιά μιά θαυμαστή δημιουργία, ἡ ὁποία κατά τήν Ὀρθόδοξη θεολογία γίνεται μέ τήν δημιουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τίποτε δέν αὐτονομεῖται ἀπό τόν Θεό.

Ἐμεῖς τό ἔχουμε συνηθίσει καί τό θεωροῦμε φυσικό τό γεγονός αὐτό, ἀλλά, ὅμως, πρόκειται γιά ἕνα μυστήριο. Οἱ Πατέρες ἐκπλήσσονται, ὅταν ἀναλογίζονται αὐτό τό μυστήριο.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐρωτᾶ: «Τίς ἡ μίξις ἡμῶν; τίς ἡ κίνησις; πῶς τό ἀθάνατον τῷ θνητῷ συνεκράθη; πῶς κάτω ρέω καί ἄνω φέρω; πῶς ἡ ψυχή περιγράφεται; πῶς ζωήν δίδωσι, καί πάθους μεταβάλλεται; πῶς ὁ νοῦς καί περιγραπτός καί ἀόριστος, ἐν ἡμῖν μένων καί πάντα ἐφοδεύων τάχει φορᾶς καί ρεύσεως; (πάντα παρακολουθεῖ μέ τήν ταχεία κίνηση καί ροή του;). Πῶς μεταλαμβάνει λόγῳ καί μεταδίδεται, καί δ’ ἀέρος χωρεῖ, καί μετά τῶν πραγμάτων εἰσέρχεται; πῶς αἰσθήσει κοινωνεῖ καί συστέλλεται ἀπό τῶν αἰσθήσεων; καί ἔτι πρό τούτων, τίς ἡ πρώτη πλάσις ἡμῶν καί σύστασις ἐν τῷ τῆς φύσεως ἐργαστηρίῳ; καί τίς ἡ τελευταία μόρφωσις καί τελείωσις; τίς ἡ τῆς τροφῆς ἔφεσις καί διάδοσις;».

Πέρα ἀπό τήν σύλληψη κάθε ἀνθρώπου, τήν ὀργανογένεσή του καί τήν ὁλοκλήρωσή του ἡ γέννησή του εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ἡ ἴδια ἡ ζωή εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεολογία αὐτή φαίνεται καθαρά στίς εὐχές πού ἔχουν περιληφθῆ στίς ἀκολουθίες πού συνέταξε ἡ Ἐκκλησία καί διαβάζονται κατά τήν ὄγδοη ἡμέρα ἀπό τήν γέννηση τοῦ βρέφους, κατά τήν τεσσαρακονθήμερη εἴσοδό του στόν Ναό καί κατά τήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος.

Ἤδη αὐτό φαίνεται καί στίς εὐχές τοῦ γάμου, κατά τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία εὔχεται ἐπανειλημμένως μέ τό «Εὐλόγησον, αὐτούς Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν» καί «δός αὐτοῖς καρπόν κοιλίας, καλλιτεκνίαν, ὁμόνοιαν ψυχῶν καί σωμάτων... Δώρησαι αὐτοῖς σπέρμα στάχυος, ἵνα πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες, περισσεύσωσιν εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν καί σοί εὐάρεστον, καί ἴδωσιν υἱούς τῶν υἱῶν αὐτῶν ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης αὐτῶν».

Βέβαια, δέν εἶναι εὐλογία μόνον ἡ βιολογική ζωή, ἀλλά καί ὅλη ἡ ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, ὡς κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕνα ζῶο, ἀλλά, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶναι «ζῶον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον καί ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον καί πέρας τοῦ μυστηρίου τῇ πρός Θεόν νεύσει θεούμενον».

Ἕνας ἀποστολικός Πατέρας τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ., ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος Ἐπίσκοπος Λουγδούνου (Λυῶνος) ἀναφέρεται σέ αὐτήν τήν ἀρχή πού ἔβαλε ὁ Θεός μέσα στόν ἄνθρωπο. Γράφει: «Ἔδει δέ τόν ἄνθρωπον πρῶτον γενέσθαι καί γενόμενον αὐξῆσαι, καί αὐξήσαντα ἀνδρωθῆναι, καί ἀνδρωθέντα πληθυνθῆναι, καί πληθυνθέντα ἐνισχῦσαι, καί ἐνισχυθέντα δοξασθῆναι καί δοξασθέντα ἰδεῖν τόν ἑαυτοῦ δεσπότην». Ἡ εὐλογία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά αὐξηθῆ ἀπό τήν σύλληψή του καί νά δῆ τόν Θεό, νά γίνη κατά Χάριν Θεός.

Τό Διεθνές Ἐπιστημονικό Συνέδριο πού ἔγινε τό 2000 στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅπως προαναφέρθηκε, στό μήνυμά του μεταξύ ἄλλων διαλαμβάνει: «Ἡ βιογενετική δέν πρέπει νά κινῆται ἁπλῶς καί μόνον εἰς τό πνεῦμα τοῦ Ἀσκληπιοῦ καί τοῦ Ἱπποκράτους, ἀλλά νά λαμβάνη σοβαρῶς ὑπ’ ὄψιν της καί τάς θεμελιώδεις ἀρχάς τοῦ Εὐαγγελίου. Δέν πρέπει νά ἀπολεσθῇ ὁ ἀνθρωπολογικός καί φιλάνθρωπος χαρακτήρ κατά τάς σχετικάς ἐρεύνας καί ἐφαρμογάς».

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐξαντλεῖται στήν βιολογική του ζωή, στό «εἶναι», ἀλλά ἐπεκτείνεται στό «ἀεί εἶναι».

Ὁ Προφητάναξ Δαβίδ γράφει σέ ἕναν Ψαλμό του: «Τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνῄσκῃ αὐτοῦ; ἤ υἱός ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν; ἠλάττωσας αὐτόν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καί τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν» (Ψαλμ. 8, 5-6). Ὁ ἄνθρωπος εἶναι λίγο μικρότερος ἀπό τούς ἀγγέλους, καί τόν στεφάνωσε ὁ Θεός μέ δόξα καί τιμή.

Αὐτόν τόν ἄνθρωπο ὑπηρετοῦν οἱ ἐπιστήμονες ἰατροί ἀπό τήν σύλληψή του, καί ἐμεῖς οἱ Κληρικοί, ὡς ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, τήν πνευματική του ὁλοκλήρωση.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 1319