Skip to main content

Γεγονὸς καὶ σχόλιο: Τά βιβλία καί ἡ θνητότητά μας

Διάβασα ἕνα μικρό ἄρθρο τοῦ Γιώργου Σιακαντάρη πού εἶναι δρ. Κοινωνιολογίας (Τό Βῆμα 31-7-2022, Νέες Ἐποχές), πού ἔχει μιά σκέψη τήν ὁποία δέν εἶχα σκεφθῆ μέχρι τώρα, ἄν καί τό ζοῦσα ἔντονα στήν πράξη, ὅτι τά βιβλία πού ἀγοράζουμε καί θέλουμε νά διαβάσουμε καί δέν τό κατορθώνουμε, μᾶς δείχνουν τήν θνητότητά μας, ὅτι, δηλαδή, καταλαβαίνουμε ὅτι περνᾶ ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας καί συνειδητοποιοῦμε ὅτι εἴμαστε θνητοί.

Κατ’ ἀρχάς σημειώνει ὅτι, σύμφωνα μέ τίς ἔρευνες, ἕνας στούς δύο Ἕλληνες δέν διαβάζει κανένα βιβλίο τόν χρόνο, καί τό 40% ἕνα ἕως τρία βιβλία τόν χρόνο. Μόνο τό 10% στήν Ἑλλάδα διαβάζει περισσότερα βιβλία τόν χρόνο.

Ἔπειτα, σημειώνει ὅτι, ὅποιος εἶναι βιβλιόφιλος προμηθεύεται ἕνα βιβλίο πού θέλει νά διαβάση, στήν συνέχεια ἀποκτᾶ μεγάλο ἄγχος «γιά τό ποῦ θά χωρέσουν καί πότε θά τά διαβάσει». Ἀπό τήν μικρή του ἡλικία συγκεντρώνει βιβλία πού τά θεωρεῖ ὡς σπουδαῖα καί τά ἄφησε στήν ἄκρη γιά νά τά διαβάση μέ τήν πρώτη εὐκαιρία, ὕστερα προστέθηκαν ἄλλα βιβλία νεώτερα πού τά θεωρεῖ πιό ἐνδιαφέροντα.

Ὅλα αὐτά τά βιβλία τοποθετοῦνται στίς βιβλιοθῆκες ἀναμένοντας τήν ἀνάγνωσή τους, ἔπειτα καλύπτονται ἀπό νεώτερα βιβλία. Ὁπότε, «δέν τοῦ κάνει ἡ ψυχή νά βγάλει κανένα ἀπό τίς βιβλιοθῆκες. Οὔτε τά παλιά οὔτε τά καινούργια. Ἔ, κάποια στιγμή τά ἀγαπημένα βιβλία τῆς νιότης του σκεπάζονται ἐντελῶς ἀπό τά νεότερα ἀγαπημένα. Τοῦ μένει μετά νά «θυμᾶται» πώς ἀπό πίσω εἶναι οἱ παλιές "ἀγάπες"».

Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ὅτι περνᾶ πολύ γρήγορα ὁ χρόνος τῆς ζωῆς του «ἀπό τά μάτια καί τό μυαλό του». «Ὅσο κυλᾶ ὁ χρόνος καί τά βιβλία προστίθενται, συνειδητοποιεῖ τήν θνητότητά του. Ὅσο καί νά διαβάζει, τά ἀδιάβαστα βιβλία του αὐξάνονται μέ γεωμετρική πρόοδο».

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔτσι καταλαβαίνει ὅτι περνᾶ ὁ χρόνος καί ὅτι τά βιβλία του δηλώνουν τήν θνητότητά του. Ὁπότε, «τά βιβλία εἶναι οἱ φωτογράφοι τῆς ψυχῆς του (τοῦ ἀνθρώπου) καί οἱ βιβλιοθῆκες οἱ ληξίαρχοί του», πού δείχνουν ὄχι μόνον τήν ἡλικία του, ἀλλά καί τίς ἐπιθυμίες του μέσα στήν πορεία τοῦ χρόνου. Φυσικά, ἀναπτύσσεται καί ἡ μελαγχολία ἀπό τό πέρασμα τοῦ χρόνου, καί τήν ἀποτυχία στίς πρῶτες «ἀγάπες» του, στά βιβλία πού προμηθεύτηκε κάποτε καί παραμένουν ἀδιάβαστα σάν καί τά ἴδια νά τοῦ παραπονοῦνται.

Πράγματι, ἐρωτική εἶναι ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τά βιβλία, καί ἡ μή πραγματοποίηση αὐτῆς τῆς ἐπιθυμίας του τόν γεμίζει μέ θλίψη καί ἀπόγνωση, δηλαδή συμπορεύεται ἡ χαρά τῆς συνάντησης μέ τόν συγγραφέα κάθε βιβλίου μέ τήν ἀπόγνωση τῆς ἀποτυχίας.

Αὐτό πού αἰσθάνεται ὁ ἀναγνώστης ὡς πρός τήν θνητότητά του, τό αἰσθάνεται καί ὁ συγγραφέας πού γράφει βιβλία γιά νά διατυπώση τίς μυστικές του ἐπιθυμίες καί συνήθως βιώνει τήν ὑπέρβασή τους ἀπό νέες ἐπιθυμίες, μέ ἀποτέλεσμα κάποτε νά πεθαίνη ἀφήνοντας μισοτελειωμένο ἕνα καινούργιο ἔργο του.

Αὐτά σημαίνουν ὅτι τά βιβλία μᾶς κάνουν νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι εἴμαστε θνητοί, ἀλλά τουλάχιστον νά διαβάζουμε βιβλία πού μᾶς δίνουν νόημα ζωῆς, τό ὁποῖο ὑπερβαίνει τόν χρόνο καί τόν θάνατο.

Ν. Ι.
Σεπτέμβριος 2022

ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΟ

  • Προβολές: 978