Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὁσιομάρτυς Ἐφραίμ ὁ ἐν Νέᾳ Μάκρῃ, 5 Μαΐου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὁσιομάρτυς Ἐφραίμ ὁ ἐν Νέᾳ Μάκρῃ, 5 ΜαΐουὉ ἅγιος Ἐφραίμ ἔζησε τόν 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἀπό τήν ἡλικία τῶν 14 ἐτῶν ἐγκαταβίωσε στήν Ἱερά Μονή τοῦ ὄρους τῶν Ἀμώμων, στήν Ἀττική. Ἡ Ἱερά αὐτή Μονή, στίς 5 Μαΐου τοῦ ἔτους 1426, λεηλατήθηκε ἀπό τούς Ἀγαρηνούς, οἱ ὁποῖοι ὑπέβαλαν τόν Ἅγιο σέ ἀπάνθρωπα βασανιστήρια καί φρικτό θάνατο. Τά ἱερά λείψανά του ἦταν κρυμμένα καί ἄγνωστα γιά ἀρκετούς αἰῶνες, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅμως, φανερώθηκαν κατά τά μέσα τοῦ 20οῦ αἰώνα. Φυλάσσονται στήν Ἱερά Μονή του, στήν Νέα Μάκρη Ἀττικῆς, ἀναδίδουν ἄρρητη εὐωδία καί «ἐκβλύζουσιν ἰάματα».

Πολλά ἱστορικά στοιχεῖα γιά τόν βίο καί τήν πολιτεία τοῦ ὁσιομάρτυρος Ἐφραίμ, καθώς καί γιά τό μαρτύριό του δέν ὑπάρχουν. Ὅσα γνωρίζουμε γιά τόν βίο του καί τό μαρτύριό του εἶναι κυρίως τά ὅσα ἀποκαλύφθηκαν ἀπό τόν ἴδιο «κατ’ ὄναρ καί καθ’ ὕπαρ». Ὅμως, ἀδιάψευστος μάρτυρας τῆς ἁγιότητός του εἶναι τά χαριτόβρυτα λείψανά του, διά τῶν ὁποίων ὁ Θεός τελεῖ «ἰάσεις παντοδαπάς» σέ αὐτούς πού καταφεύγουν στόν Ἅγιο καί ἐκζητοῦν τήν βοήθειά του.
Τά χαριτόβρυτα λείψανα τοῦ ἁγίου μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.

Τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων εἶναι ἀναφαίρετος πνευματικός πλοῦτος, εἶναι ἡ ζωντανή παρουσία τῶν ἁγίων μεταξύ μας. Μπορεῖ ἐξωτερικά τά ἱερά λείψανα νά φαίνονται ὡς «ὀστέα γυμνά», εἶναι, ὅμως, ζωντανά καί ἀποπνέουν τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλά καί θεραπεύουν τούς ἀνθρώπους ἀπό ψυχικές καί σωματικές ἀσθένειες. Στήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας τό γεγονός αὐτό, ὅτι, δηλαδή, τά λείψανα τῶν ἁγίων εὐωδιάζουν καί θεραπεύουν τούς ἀνθρώπους, περιγράφεται μέ ὑπέροχο τρόπο. Ἐπίσης, τονίζεται ὅτι αὐτό εἶναι δῶρο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στούς ἁγίους, στόν Ὁποῖον Θεό ἀνήκει ἡ δόξα. Θά θυμήσουμε ἕνα μόνο τροπάριο, τό ὁποῖο ἀναφέρεται στούς Μάρτυρες, ἀλλά, βεβαίως, ἰσχύει γιά ὅλους τούς ἁγίους. Στό τροπάριο αὐτό ὁ ἱερός ὑμνογράφος γράφει: «Δι’ ἐγκρατείας τῶν παθῶν τάς πυριφλέκτους, ἀπονεκρώσαντες ὁρμάς καί τάς κινήσεις, τοῦ Χριστοῦ οἱ μάρτυρες ἔλαβον τήν Χάριν, τάς νόσους ἀποδιώκειν τῶν ἀσθενῶν, καί ζῶντες καί μετά τέλος θαυματουργεῖν, ὄντως θαῦμα παράδοξον! ὅτι ὀστέα γυμνά, ἐκβλύζουσιν ἰάματα, δόξα τῷ μόνῳ Θεῷ ἡμῶν».

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἀναφερόμενος στήν ἁγία Μάρτυρα Ἰουλίττα, λέγει ὅτι «τό τίμιο λείψανό της ἁγιάζει τήν πόλη καί ὅσους προσέρχονται στόν Ναό». Καί προσθέτει ὅτι «ἡ γῆ, ἡ ὁποία μέ τήν ἐκδημία τῆς ἁγίας δέχθηκε τίς εὐλογίες, ἀνέβλυσε ἀπό τά σπλάγχνα της ἁγίασμα», τό ὁποῖο εἶναι «στούς ὑγιεῖς φυλακτήριο καί χορηγία τέρψεως καί στούς ἀρρώστους παρηγοριά». Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει ὅτι «τά ὀστᾶ τῶν ἁγίων ὑποτάσσουν δαίμονας καί βασανίζουν», καί «ἐλευθερώνουν ὅσους ἔχουν δεχθεῖ τά πικρότατα ἐκείνων δεσμά». Καί, μάλιστα, τονίζει ὅτι, ὄχι μόνον τά λείψανα τῶν ἁγίων εἶναι ἱερά καί ἀποτελοῦν πηγή ἰάσεων καί ἁγιασμοῦ, ἀλλά καί τά ἐνδύματά τους, τά ὁποῖα ἁγιάσθηκαν καί αὐτά ἀπό τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἐνοικεῖ καί στήν ψυχή τους καί στό σῶμα τους, γι’ αὐτό καί «εἶναι σεβαστά σέ ὅλη τήν κτίση». Καί ἀναφέρει ἐνδεικτικά τήν μηλωτή τοῦ Προφήτου Ἠλία, διά τῆς ὁποίας ὁ Προφήτης Ἐλισσαῖος ἔλαβε ἀπό τόν Θεό διπλῆ Χάρη, τά ὑποδήματα τῶν Τριῶν Παίδων πού κατανίκησαν τήν φωτιά, τήν ράβδο τοῦ Μωϋσέως, διά τῆς ὁποίας ἔγιναν πολλά θαύματα, τά ἐνδύματα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀλλά καί τήν σκιά τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, πού θεράπευε ὅποιον ἐπεσκίαζε.

Τήν ἴδια ἀλήθεια, ὅτι, δηλαδή, τά λείψανα καί τά ἐνδύματα τῶν ἁγίων εὐωδιάζουν καί θεραπεύουν διά τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἐνοικεῖ σέ αὐτά, τονίζει καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος. Λέγει: «Ὁ Θεόδουλος, μοῦ διηγήθηκε κάτι τέτοιο. Κάποτε, λέγει, ὁ ἅγιος μοῦ δώρισε ἕναν ἀπό τούς χιτωνίσκους του, ἐγώ δέ, ἀφοῦ τόν δέχθηκα μέ πίστη, ἀμέσως ἐκδυόμενος τά ἐνδύματά μου καί ἀποθέτοντας τόν δικό μου χιτώνα, τόν ἐνδύθηκα κατάσαρκα. Ὅταν, λοιπόν, ἦλθα νά πέσω στήν κλίνη μου καί νά δοθῶ στόν ὕπνο, τόσην εὐωδία αἰσθανόμουν σάν ἀπό πολύτιμο μύρο, ὥστε ἀπό τό ἄνοιγμά του νά φέρω μέσα σέ αὐτό τήν κεφαλή μου, γιά νά ἀπολαύω τῆς εὐωδίας καί νά μή χορταίνω ἀπό τήν εὐφροσύνη πού ἀναδιδόταν ἀπό ἐκεῖ. Ἐνῶ δέ τόν ἔπλυνα καί τόν ἐκαθάρισα πολλές φορές, διατήρησε τήν ἴδια εὐωδία, ἕως ὅτου μέ τήν παλαίωσή του κατακόπηκε καί σχίσθηκε σέ λεπτά κομμάτια».

Στήν συνέχεια ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, ἀναφερόμενος στήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, τονίζει ὅτι θά ἀναστηθοῦν, ἀσφαλῶς, τά νεκρά σώματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά τῶν μέν ἁγίων καί τῶν δικαίων τά σώματα θά εὐωδιάζουν καί θά ἀστράφτουν μέσα στό Φῶς, ὅπως καί οἱ ψυχές τους πού θά ἑνωθοῦν μέ αὐτά, ἐνῶ τά σώματα τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν θά ὁμοιάζουν μέ σκοτάδι καί θά ἀποπνέουν δυσοσμία, ὅπως καί οἱ ψυχές τους πού εἶναι καί αὐτές ζοφερές καί ἀκάθαρτες. Λέγει: «Καί τά σώματα ὅπως εἴπαμε ἐπίσης, φθείρονται καί σαπίζουνε, καί τῶν ἁγίων, ἀλλά τέτοια σηκώνονται πού ἔχουν σπαρεῖ, σιτάρι καθαρό, σιτάρι ἁγιασμένο, τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου ἅγια σκεύη. Ἐπειδή ὁλοκάθαρα εἶχαν ζήσει, ξανά τώρα σηκώνονται γεμάτα δόξα καί λάμπουνε κι ἀστράφτουν σάν τό Φῶς τό θεῖο. Σέ αὐτά μέσα οἱ ψυχές τῶν ἁγίων κατοικώντας θά λάμψουν τότε πέρα ἀπό ὅ,τι ὁ ἥλιος κι ὅμοιοι θά γίνουνε μέ τόν Δεσπότη, ἐκείνου πού φυλάξανε τούς θείους Του νόμους». Τῶν δέ ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν τά σώματα, ὅταν θά ἀναστηθοῦν, θά εἶναι «τέτοια κι αὐτά πού εἶχαν σπαρεῖ στή γῆ γεμάτα βόρβορο καί δυσοσμία καί σήψη, βέβηλα σκεύη ἀκάθαρτα, κακίας ζιζάνια, ζόφο γεμάτα, τῆς κακίας καθώς τά ἔργα ἔχουνε πράξει κι ὄργανα ὅλων τῶν κακῶν τοῦ πονηροῦ σπορέα ἔχουν χρηματίσει, καί σηκώνονται ἀθάνατα καί τοῦτα κι ἐνῶ ἀπό πνεῦμα εἶναι, μοιάζουν μέ τό σκότος. Μέ τοῦτα οἱ ἄθλιες ψυχές σάν ἑνωθοῦν, ζοφερές κι αὐτές κι ἀκάθαρτες ὡς εἶναι, θά γίνουν μέ τόν διάβολο ὅμοιες, ἀφοῦ ἔχουν μιμηθεῖ τά ἔργα ἐκείνου».

Ἑπομένως, δέν ὑπάρχουν ἁμαρτωλοί καί ἀναμάρτητοι ἄνθρωποι, ἀλλά μετανοοῦντες καί μή μετανοοῦντες. Οἱ πρῶτοι, καθαρίζονται μέ τήν μετάνοια καί τήν κατά Χριστόν ζωή καί γι’ αὐτό «ἐνοικεῖ» σέ αὐτούς τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ἔτσι, μέ τόν λόγο τους καί τά ἔργα τους σκορπίζουν γύρω τους τήν Χάρη καί τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού παρηγορεῖ καί εἰρηνεύει. Ἐνῶ οἱ δεύτεροι εἶναι ἀκάθαρτοι, ἐξουσιάζονται ἀπό τό πονηρό πνεῦμα, ἤτοι τόν διάβολο, γι’ αὐτό καί ἀναδίδουν τήν δυσωδία τῶν παθῶν, πού προξενεῖ σύγχυση καί ταραχή. Νά μιμηθοῦμε τούς πρώτους.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 650