Skip to main content

Γραπτὰ Κηρύγματα: Τά ποιητικά καί διδακτικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης

Κυριακή 3 Αὐγούστου

Στά προηγούμενα κηρύγματα τῶν Κυριακῶν εἴδαμε μέ συντομία τά ἱστορικά καί προφητικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὅμως, ὅπως τονίσαμε, στήν Παλαιά Διαθήκη συγκαταλέγεται καί μιά κατηγορία βιβλίων πού λέγονται ποιητικά, τά ὁποῖα ἀναφέρονται σέ βιβλία πού εἶναι γραμμένα μέ ποιητικό τρόπο. Στήν κατηγορία αὐτή ἀνήκουν οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαυΐδ, ὁ Ἰώβ, οἱ Παροιμίες τοῦ Σολομῶντος, ὁ Ἐκκλησιαστής, τό Ἆσμα τῶν Ἀσμάτων, ἡ Σοφία Σολομῶντος, ἡ Σοφία Σειράχ, δηλαδή συνολικά ἑπτά (7) βιβλία. Ὅπως ἔγινε μέχρι τώρα, θά γίνη μιά σύντομη ἀνάλυση τῶν ἑπτά αὐτῶν ποιητικῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.

Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά τονισθῆ ὅτι ἡ ποίηση εἶναι τό ἀρχαιότερο λογοτεχνικό εἶδος. Ὁ ἄνθρωπος πρίν νά ἐπινοήση τήν γραφή ἐκφραζόταν μέ θαυμασμό μέ ὕμνους, μέ θρήνους, μέ ξεσπάσματα χαρᾶς. Μετά τήν ἐπινόηση τῆς γραφῆς καλλιέργησε τόν γραπτό πεζό λόγο. Ἔτσι, ὑπάρχει διαφορά μεταξύ ποιητικοῦ καί πεζοῦ λόγου. Τά ποιήματα εἶναι γράμματα μέ στίχους, οἱ λέξεις ἔχουν ρυθμό καί μέτρο, ἐνῶ τό πεζογράφημα ἀποτελεῖται ἀπό προτάσεις πού ἀκολουθοῦν τούς κανόνες τῆς γραμματικῆς καί τά νοήματα καταγράφονται μέ λογική ἀλληλουχία.

Ἔτσι, ἡ Παλαιά Διαθήκη περιλαμβάνει βιβλία πού εἶναι γραμμένα μέ πεζό τρόπο, ἀλλά ἔχει καί βιβλία πού εἶναι γραμμένα μέ ποιητικό τρόπο, ὅπως εἶναι αὐτά πού προαναφέρθηκαν. Ὀνομάσθηκαν ποιητικά βιβλία, διότι ἐκφράζονται μέ ποιητική μορφή. Ἡ ποίηση στήν ἑβραϊκή γλώσσα διακρίνεται σέ τρεῖς κατηγορίες• εἶναι ὁ παραλληλισμός, δηλαδή ἡ σκέψη τῆς πρώτης γραμμῆς ἐπαναλαμβάνεται μέ διαφορετική φρασεολογία στήν ἄλλη γραμμή, ὁ ρυθμός, ὡς πρός τήν προφορά τῶν λέξεων, καί ἡ στροφή μέ ἐπανάληψη λέξεων ἤ φράσεων, ὅπως εἶναι ἡ ἐπωδός.
Θά δοῦμε μέ συντομία τό περιεχόμενο αὐτῶν τῶν ποιητικῶν βιβλίων.

Κατ’ ἀρχάς εἶναι οἱ «Ψαλμοί» τοῦ Δαυΐδ. Πρόκειται γιά ποιήματα μεγάλης ἀξίας πού ἐγράφησαν ἀπό τόν Προφητάνακτα Δαυΐδ καί μερικά ἀπό αὐτά εἶναι μεταγενέστερα. Ἔχει γραφῆ ὅτι, ὅπως ὁ Μωϋσῆς ἔδωκε τήν Πεντάτευχο, δηλαδή πέντε βιβλία, ἔτσι καί ὁ Δαυΐδ ἔδωσε τούς Ψαλμούς, πού κατά μερικούς διακρίνονται σέ πέντε βιβλία, ὅπως καί ἡ Πεντάτευχος, τό πρῶτο εἶναι ἀπό τούς ψαλμούς 1-40, τό δεύτερο ἀπό ψαλμούς 41-71, τό τρίτο ἀπό ψαλμούς 72-88, τό τέταρτο ἀπό ψαλμούς 89-105 καί τό πέμπτο ἀπό ψαλμούς 106-150. Οἱ ψαλμοί αὐτοί δέν εἶναι μόνον ποιήματα πού διαβάζονταν στίς ἱερές ἀκολουθίες, ἀλλά ψάλλονταν μέ συνοδεία ὀργάνων καί ἐκπλήρωναν πολλούς σκοπούς. Δηλαδή ἔκαναν τούς Ἑβραίους νά θυμοῦνται τήν ἱστορία τους μέ δοξολογία στόν Θεό, παρουσίαζαν τήν φυσιολογία τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, δοξολογώντας τόν Θεό, ἀναφέρονται στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καί εἶναι προφητικά, διότι προφητεύουν τά σχετικά μέ τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρονται στήν θεολογία τῆς Ἁγίας Τριάδος, στούς ἀγγέλους, κάνουν λόγο γιά τήν παιδαγωγία τοῦ ἀνθρώπου καί τήν θεραπεία τῶν παθῶν, παρουσιάζουν τήν ἀξία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

Τό βιβλίο τοῦ «Ἰώβ» παρουσιάζει τήν ζωή ἑνός ἀνθρώπου πού πέρασε τρεῖς καταστάσεις στήν ζωή του, ἡ πρώτη ἦταν ἡ πλήρης εὐτυχία, ἡ δεύτερη ἦταν ἡ πλήρης δυστυχία, ἀφοῦ γιά μῆνες ὑπέστη πολλές δοκιμασίες, καί ἡ τρίτη ἦταν ἡ πλήρης ἀποκατάσταση ἀπό τόν Θεό γιά τήν ὑπομονή πού ἐπέδειξε. Ἡ ὅλη πλοκή τῆς ἱστορίας αὐτῆς γίνεται διαλογικά μέ τήν γυναίκα του, κυρίως μέ τούς τρεῖς φίλους του πού ἦλθαν νά τόν ἐπισκεφθοῦν, πού εἶναι, ὄντως, ἕνας τραγικός διάλογος, ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἐλιούς, καί στό τέλος ἡ ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ πού δίνει ἀπαντήσεις σέ ὅλα τά ἐρωτήματα πού ἐτέθησαν. Ἀπό τό βιβλίο αὐτό ἐξάγονται πολλά συμπεράσματα, θεολογικά, κοινωνικά κλπ. Καί, βέβαια, θεωρήθηκε ἀπό τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Ἰώβ ἦταν τύπος τοῦ Χριστοῦ, πού δείχνει καί τούς πειρασμούς πού δέχθηκε στήν ζωή Του, γι’ αὐτό διαβάζεται στήν Ἐκκλησία τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ὁ πρόλογος τοῦ βιβλίου εἶναι γραμμένος σέ πεζό λόγο, καί στήν συνέχεια ὁ μονόλογος καί ὁ διάλογος τοῦ Ἰώβ μέ τούς φίλους του, ἡ ἐπέμβαση τοῦ Ἐλιούς καί ἡ ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ εἶναι γραμμένα σέ ποιητική μορφή.

Τό βιβλίο «Παροιμίες» ἐγράφη ἀπό τόν Βασιλέα Σολομῶντα, ὅπως φαίνεται στόν πρόλογο τοῦ βιβλίου: «Παροιμίαι Σολομῶντος υἱοῦ Δαυΐδ, ὅς ἐβασίλευσεν ἐν Ἰσραήλ». Τό βασικό θέμα τοῦ βιβλίου εἶναι ἡ σοφία, ἡ ὁποία δέν εἶναι φιλοσοφική, ἐπιστημονική, ἀλλά πρακτική ζωή, προκειμένου ὁ ἄνθρωπος νά ζήση καλά, ἀναφέρεται στόν φόβο τοῦ Θεοῦ, στήν εὐλάβεια, κάνει λόγο γιά τήν σοφία καί τήν ἀφροσύνη, τήν δικαιοσύνη καί τήν ἀδικία, τήν εὐσέβεια καί τήν ἀσέβεια, τήν ὑπερηφάνεια καί τήν ταπείνωση, τήν τιμιότητα καί τήν ἀτιμία, τήν ἀγάπη καί τό μίσος, τόν θυμό καί τήν μακροθυμία, τόν πλοῦτο καί τήν πτώχεια, τήν εὐγένεια καί τήν ἀγένεια. Φέρει ἀντιμέτωπους τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, τούς γονεῖς πρός τά τέκνα, τούς βασιλεῖς καί τούς ὑπηκόους, τόν ἄνδρα μέ τήν γυναίκα, τόν κύριο μέ τόν δοῦλο, τόν φίλο μέ τόν ἐχθρό, καί δίνει διάφορες σοφές ἐντολές. Στρέφεται ἐναντίον τῆς κακίας, συνιστᾶ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον, τήν ἐγκράτεια, ὁμιλεῖ γιά τήν ἀνταπόδοση, καί ὅλα αὐτά ἐκτίθενται ὡς γνωμικά μέ τήν μορφή στίχων.

Τό βιβλίο «Ἐκκλησιαστής» εἶναι γραμμένο σέ πεζό καί ποιητικό λόγο, δηλαδή ἡ λογοτεχνική μορφή τοῦ βιβλίου εἶναι μικτή, πεζή καί ποιητική, πού διακρίνονται σαφῶς. Συγγραφεύς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ θεωρεῖται ὁ Βασιλεύς Σολομών, πού τό συνέγραψε στά γεράματά του, ἐνῶ τά ἄλλα δύο, οἱ Παροιμίες καί τό Ἆσμα Ἀσμάτων, ἐγράφησαν κατά τήν ὡριμότητα τῆς ἡλικίας του καί κατά τήν νεανική του ζωή ἀντίστοιχα. Ὁ τίτλος «Ἐκκλησιαστής» προέρχεται ἀπό τό ρῆμα ἐκκλησιάζω πού σημαίνει συγκαλῶ τήν Ἐκκλησία, τόν λαό μέ θρησκευτική ἔννοια. Ἡ ἔκθεση τοῦ περιεχομένου τοῦ βιβλίου δέν εἶναι μεθοδική καί συστηματική, ἀλλά ἀποσπασματική. Ἡ περίληψη τοῦ ἔργου περιέχεται στόν πρόλογο καί τόν ἐπίλογο καί περικλείεται στήν φράση: «Ματαιότητης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Ὅμως, μπορεῖ νά χωρισθῆ σέ τέσσερα μέρη. Τό πρῶτο εἶναι μιά ἐξομολογητική πείρα τοῦ Σολομῶντος σχετικά μέ τήν εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου. Στό δεύτερο μέρος φαίνεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πολύ ἀδύνατος νά ἀποκτήση τήν εὐτυχία μέ τίς δικές του δυνάμεις. Τό τρίτο μέρος καταγράφει μερικούς κανόνες γιά τήν σχετική εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου στήν γῆ. Τό τέταρτο μέρος ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἀληθινή εὐτυχία στήν γῆ συνίσταται στήν ἀπόκτηση τῆς πρακτικῆς σοφίας, πού εἶναι ἡ σύνεση.

Τό βιβλίο «Ἆσμα Ἀσμάτων» εἶναι ἕνα ποίημα, λυρικό ἆσμα καί ὁ πλήρης τίτλος του εἶναι «Ἆσμα Ἀσμάτων, ὅ ἐστι τῷ Σαλωμών». Τό πρῶτο μισό τοῦ τίτλου, «ἆσμα ἀσμάτων» εἶναι ἑβραϊκή περίφραση, ὅπως «τά ἅγια τῶν ἁγίων», «ὁ Βασιλεύς Βασιλευόντων», «ὁ Κύριος Κυρίων» κλπ. πού σημαίνει ὅτι εἶναι τό ὡραιότατον ἆσμα, τό ἀπαράμιλλον ἆσμα. Τό δεύτερο μισό τοῦ τίτλου δηλώνει ὅτι ἐγράφη ἀπό τόν Βασιλέα Σολομῶντα. Τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου ἀναφέρεται στήν ἀγάπη ἑνός νεαροῦ ποιμένος (βοσκοῦ) μέ μιά νεαρά ποιμενίδα (βοσκοπούλα) πού περνᾶ διάφορες φάσεις καί στήν ὅλη πλοκή τοῦ ἔργου συμμετέχουν, ἐκτός ἀπό τούς δύο, οἱ θυγατέρες τῆς Ἱερουσαλήμ καί ἡ παρέμβαση τοῦ Βασιλέως. Ἐδόθηκαν διάφορες ἑρμηνεῖες, ὅπως ἡ ἱστορική, ἡ τυπολογική, ἡ παραβολική, ἡ ἀλληγορική, ἡ ἐκκλησιαστική-ἡσυχαστική. Ἀπό τούς νηπτικούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ἑρμηνεύθηκε τό βιβλίο αὐτό ὡς ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στήν Ἐκκλησία, ὡς ἀγάπη τοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ στόν Θεό μέ τίς ἀνάλογες μεταπτώσεις, ἤτοι πρώτη Χάρη, συστολή Χάριτος καί ἐκ νέου ἔλευση τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Τό βιβλίο «Σοφία Σολομῶντος» ἀναφέρεται στήν «θεία σοφία», τήν «πανάρετον σοφία», ἡ ὁποία διδάσκει τήν πᾶσαν ἀρετήν. Διαβάζοντας κανείς τό βιβλίο αὐτό διακρίνει διάφορα φιλολογικά χαρακτηριστικά, δηλαδή ἔχει ἑβραϊκή, ἀλλά καί ἑλληνική ἔκφραση. Μερικοί θεωροῦν ὅτι ἡ ἰδέα τοῦ βιβλίου προέρχεται ἀπό τόν Σολομῶντα, ἀλλά μετασκευάστηκε ἀπό κάποιον μεταγενέστερο πού γνώριζε ἐξ ἴσου καί τήν ἑλληνική γλώσσα. Τό βιβλίο διαιρεῖται σέ δύο μέρη. Τό πρῶτο μέρος εἶναι γενικό καί θεωρητικό, στό ὁποῖο παρουσιάζεται ἡ σοφία καί τά εὐχάριστα ἀποτελέσματά της, καί τό δεύτερο μέρος ἐκθέτει τά θαυμαστά ἔργα τῆς σοφίας σέ ὁρισμένα γεγονότα τῆς Ἰσραηλιτικῆς ἱστορίας σέ ἀντίθεση μέ τήν εἰδωλολατρία.

Τό βιβλίο «Σοφία Σειράχ» ἀνήκει στά ποιητικά καί σοφιολογικά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί ἐγράφη ἀπό κάποιον πού ἦταν κάτοικος τῆς Ἱερουσαλήμ, μέλος τῆς τάξεως τῶν γραμμάτων. Αὐτός ἐπιδόθηκε στήν μελέτη τῶν Γραφῶν, ταξίδευσε σέ ξένες χῶρες, συναναστράφηκε μέ ἀνθρώπους ὅλων τῶν κοινωνικῶν τάξεων, ἔπειτα ἐγκαταστάθηκε στήν Ἱερουσαλήμ, ὅπου ἄνοιξε Σχολή καί δίδασκε τούς συμπατριῶτες του τήν Ἁγία Γραφή καί τήν ἠθική. Σκοπός τοῦ βιβλίου εἶναι νά προφυλάξη τούς Ἰουδαίους ἀπό τούς κινδύνους ἀπό τίς εἰδωλολατρικές ἐπιδράσεις ἄλλων λαῶν καί νά τούς συστήση νά παραμείνουν στήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Γιά τόν σκοπό αὐτόν ἐκθέτει τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ στήν φύση καί τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ, καί καλεῖ τούς συνετούς ἀνθρώπους νά ἐφαρμόσουν αὐτήν τήν διδασκαλία. Τό βιβλίο αὐτό, ὅπως βλέπουμε στήν 39η ἑορταστική ἐπιστολή τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, τό χρησιμοποιοῦσε ἡ Ἐκκλησία, μεταξύ τῶν ἄλλων, γιά τήν διαπαιδαγώγηση τῶν Κατηχουμένων. Στήν ἐπιστολή αὐτή γράφει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὅτι ἐκτός ἀπό τά κανονικά βιβλία, ἔχουν θεσπισθῆ ἀπό τούς ἁγίους Πατέρας νά ἀναγινώσκονται σέ ἐκείνους πού θέλουν νά κατηχηθοῦν στόν λόγο τῆς εὐσεβείας καί αὐτά εἶναι ἡ Σοφία Σολομῶντος, ἡ Σοφία Σειράχ, ἡ Ἐσθήρ, ἡ Ἰουδίθ, ὁ Τωβίας, ἡ λεγομἐνη Διδαχή τῶν Ἀποστόλων καί ὁ Ποιμήν.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι κατάλληλη γιά τήν διδασκαλία τῶν κατηχουμένων, ἀλλά καί ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν γιά νά μάθουμε τήν προϊστορία μας.

Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ

  • Προβολές: 14