Γραπτὰ Κηρύγματα: Οἱ Ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων
Κυριακή 24 Αὐγούστου
Ὁ Χριστός μετά τήν Ἀνάστασή Του ἔδωσε ἐντολή στούς Μαθητές Του νά πορευθοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο καί νά κηρύξουν στούς ἀνθρώπους γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ἀπό Μαθητές τοῦ Χριστοῦ ἔγιναν Ἀπόστολοι. Τούς εἶπε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. κη΄, 19-20). Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἔπρεπε νά μαθητεύσουν ὅλα τά Ἔθνη μέ τό νά τούς βαπτίζουν στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί νά τούς διδάσκουν νά τηροῦν ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἔγινε μετά τήν Πεντηκοστή πού ἔλαβαν τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἀκόμη, καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κλήθηκε ἀπό τόν Χριστό στό ἀποστολικό ἀξίωμα μέ τήν ἐμφάνισή Του σέ αὐτόν. Στήν συνέχεια τό Ἅγιον Πνεῦμα σέ λειτουργική σύναξη τῶν Χριστιανῶν στήν Ἀντιόχεια ἔδωσε ἐντολή νά ξεχωρίσουν τόν Βαρνάβα καί τόν Σαῦλο-Παῦλο νά πορευθοῦν στά Ἔθνη γιά νά κηρύξουν τόν Χριστό (Πρ. ιγ΄, 2-3). Ὁ ἴδιος δέ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει ὅτι ἔλαβε ἀπό τόν Χριστό Χάρη καί ἀποστολή νά κηρύξη «εἰς ὑπακοήν πίστεως ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ» (Ρωμ. α΄, 5). Ἔτσι, οἱ Ἀπόστολοι ἐπορεύθησαν καί ἐκτός τῆς Παλαιστίνης στούς Ἐθνικούς καί «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πρ. α΄, 8). Ὁμιλοῦσαν στούς ἀνθρώπους, ἐκείνους πού πίστευσαν τούς βάπτιζαν καί τούς καθοδηγοῦσαν στό νά τηροῦν τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί νά ζοῦν κατά Χριστόν. Σέ κάθε τόπο ἄρχιζε νά λειτουργῆ ἡ Ἐκκλησία μέ τό Βάπτισμα, τήν θεία Εὐχαριστία, τήν κοινωνία τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του.
Ὅμως, δέν μποροῦσαν νά μένουν μόνιμα σέ ἕναν τόπο, ἐπειδή ἔπρεπε νά κηρύττουν παντοῦ, ἄλλωστε αὐτήν τήν ἐντολή εἶχαν λάβει. Ὁπωσδήποτε εἶχαν μέριμνα γιά τίς Ἐκκλησίες πού δημιουργοῦσαν, τό ζητοῦσαν καί οἱ ἴδιοι οἱ Χριστιανοί, γι’ αὐτό ἔστελναν ἐπιστολές, ἀφ’ ἑνός μέν γιά νά τούς καθοδηγήσουν στήν κατά Χριστόν ζωή, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιά νά ἀπαντήσουν στά ἐρωτήματά τους καί νά ἐπιλύσουν τά προβλήματα πού ἀνέκυπταν στίς πρῶτες αὐτές κοινότητες. Ἔτσι, ἐγράφησαν οἱ Ἐπιστολές ἀπό τούς Ἀποστόλους. Μερικές Ἐπιστολές διασώθηκαν καί συμπεριελήφθησαν στά βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Οἱ Ἐπιστολές αὐτές διακρίνονται ἀπό τούς ἀποστολεῖς τους, δηλαδή τούς Ἀποστόλους Παῦλο, Πέτρο, Ἰωάννη, καί τούς Ἀδελφοθέους Ἰάκωβο καί Ἰούδα. Ἐπίσης, διακρίνονται σέ τρεῖς κατηγορίες: Εἶναι Ἐπιστολές πού ἐστάλησαν σέ συγκεκριμένες Ἐκκλησίες, εἶναι Ἐπιστολές πού ἐστάλησαν σέ συγκεκριμένα πρόσωπα καί εἶναι Ἐπιστολές πού ἐστάλησαν σέ ὅλους τούς Χριστιανούς, ὁπουδήποτε βρίσκονταν, καί χαρακτηρίστηκαν «Καθολικές» Ἐπιστολές. Στήν συνέχεια θά δοῦμε τίς σωζόμενες Ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων Παύλου, Πέτρου, Ἰωάννου, καί τῶν Ἀδελφοθέων Ἰακώβου καί Ἰούδα.
Στήν Καινή Διαθήκη περιλαβάνονται δεκατέσσερεις Ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου Παύλου σέ Ἐκκλησίες, ἤτοι: Πρός Ρωμαίους, δύο πρός Κορινθίους, πρός Γαλάτας, πρός Ἐφεσίους, πρός Φιλιππησίους, πρός Κολοσσαεῖς, δύο πρός Θεσσαλονικεῖς• ποιμαντικές Ἐπιστολές δύο πρός τόν Τιμόθεον, μία πρός τόν Τίτον• ἀκόμη μία πρός Φιλήμονα καί μία Καθολική Ἐπιστολή πρός Ἑβραίους. Ἐπίσης, στήν Καινή Διαθήκη περιλαμβάνονται Ἐπιστολές τοῦ Ἀδελφοθέου Ἰακώβου, δύο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, τρεῖς τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου καί μία τοῦ Ἀδελφοθέου Ἰούδα. Συνολικά στήν Καινή Διαθήκη περιλαμβάνονται εἴκοσι μία (21) Ἐπιστολές. Οἱ Ἐπιστολές αὐτές ἔχουν τόν τύπον τῶν ἐπιστολῶν πού ἔστελναν οἱ ἄνθρωποι τότε. Ἀρχίζουν μέ τήν εἰσαγωγή, ἀκολουθεῖ τό κύριο θέμα πού ἀναπτύσσεται καί τελειώνουν μέ τούς ἀσπασμούς-χαιρετισμούς. Γιά παράδειγμα νά ἀναφερθῆ ἡ πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Στήν ἀρχή ἀναγράφεται ὁ ἀποστολέας: «Παῦλος, δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, κλητός ἀπόστολος, ἀφωρισμένος (ξεχωρισμένος) εἰς εὐαγγέλιον Θεοῦ». Ἔπειτα καταγράφονται οἱ παραλῆπτες: «Πᾶσι τοῖς οὖσιν ἐν ῾Ρώμῃ ἀγαπητοῖς Θεοῦ, κλητοῖς ἁγίοις». Καί ἀκολουθεῖ μία εὐχή: «Χάρις ὑμῖν καί εἰρήνη ἀπό Θεοῦ πατρός ἡμῶν καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ρωμ. α΄, 1-7). Στήν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναπτύσσει τά θέματα πού ἐπιθυμεῖ ἤ εἶναι ἀνάγκη νά γραφοῦν καί στό τέλος γράφονται οἱ χαιρετισμοί: «Ἀσπάσασθε Πρίσκιλλαν καί Ἀκύλαν» κλπ., «ἀσπάζονται ὑμᾶς» καί ἀναφέρονται τά ὀνόματα τῶν συνεργῶν του, καί καταλήγει μέ τήν ἀποστολική εὐλογία: «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετά πάντων ὑμῶν· ἀμήν» (Ρωμ. ιστ΄, 1-24). Σέ αὐτό τό τμῆμα τῶν Ἐπιστολῶν δίνονται σημαντικές πληροφορίες γιά τούς συνεργάτες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τούς γνωστούς του.
Στήν συγκεκριμένη αὐτή Ἐπιστολή, δηλαδή στήν πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή, στό τέλος, στό μέρος πού γράφονται οἱ χαιρετισμοί ὑπάρχει καί μιά παρέμβλητη φράση: «Ἀσπάζομαι ὑμᾶς ἐγώ ὁ Τέρτιος, ὁ γράψας τήν ἐπιστολήν ἐν Κυρίῳ» (Ρωμ. ιστ΄, 22). Ἀπό αὐτό φαίνεται ὅτι ὁ Τέρτιος ἦταν ἕνας «ὑπογραφεύς» τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, δηλαδή ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὑπαγόρευσε τήν ἐπιστολή καί ὁ Τέρτιος τήν κατέγραψε, γι’ αὐτό ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «οὐ μικρόν καί τοῦτο ἐγκώμιον ὑπογραφέα εἶναι Παύλου». Δηλαδή, οἱ Ἀπόστολοι ἤ ἔγραφαν ἰδιοχείρως τίς ἐπιστολές ἤ τίς ὑπαγόρευαν σέ κάποιον, διότι τήν ἐποχή ἐκείνη δέν ὑπῆρχαν τά σύγχρονα σέ μᾶς μέσα γραφῆς. Ὅταν θέλουμε νά δοῦμε τό περιεχόμενο τῶν ἐπιστολῶν, θά ἐντοπίσουμε ὅτι ἡ βασική δομή τους εἶναι αὐτή πού ἀκολουθοῦσαν στό κήρυγμά τους, ὅπως τό βλέπουμε στό κήρυγμα πού ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, τόν Ὁποῖον ἀναφέρουν οἱ Προφῆτες, Αὐτός δίδαξε, ἔπαθε, ἀναστήθηκε καί πρέπει νά πιστεύσουν σέ αὐτόν, ἀφοῦ πρῶτα μετανοήσουν, καί θά δεχθοῦν τό Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἐπί πλέον, ἐπέλυαν διάφορα προβλήματα πού ἀνέκυπταν στίς κατά τόπους Ἐκκλησίες, ἔδιναν τίς κατάλληλες συμβουλές, ἑρμήνευαν ἀκόμη περισσότερο αὐτά πού εἶχαν κηρύξει στίς Ἐκκλησίες, τούς στερέωναν στήν κατά Χριστόν ζωή, ἐπέλυαν ἐρωτήματα πού εἶχαν καί γενικά τούς καθοδηγοῦσαν στήν νέα ζωή τους. Θά καταγράψω ἕνα διάγραμμα βασικῶν θεμάτων πού περιλαμβάνονται στίς Ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων. Τονίζεται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀληθινός Θεός, «ὁ Κύριος τῆς Δόξης» πού ἐμφανιζόταν στούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Ὁποῖος ἐνηνθρώπησε γιά νά νικήση τήν ἁμαρτία, τό κράτος τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου καί ὅτι αὐτός ὁ Χριστός ἀποκαλύφθηκε σέ αὐτούς, ἀφοῦ οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν ζωντανή ἐμπειρία τῆς Θεότητος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι αὐτή ἡ ἴδια ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, τά ὄσα γράφουν εἶναι ἐμπειρικά. Τονίζεται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀνώτερος ἀπό τούς ἀγγέλους, τόν Μωϋσῆ, τούς Ἀρχιερεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τούς Προφῆτες, καί ἡ λατρεία πού Αὐτός ἔφερε εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν λατρεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἔπειτα, παρουσιάζεται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό ἔνδοξο Σῶμα Του, πού σημαίνει ὅτι οἱ Χριστιανοί ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀνήκουν στό Σῶμα Του, ἔχουν ποικίλα χαρίσματα, τά ὁποῖα πρέπει νά προσφέρονται στόν Θεό γιά τήν δόξα Του. Ἀκόμη, ἀναπτύσσεται ἡ διδασκαλία ὅτι ἡ ἔνταξη στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ γίνεται μέ τό Βάπτισμα, τό ὁποῖο εἶναι συμμετοχή στόν θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ὅσοι βαπτίζονται συνδέονται μέ τόν Χριστό, ὅπως τά μέλη στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι καινοί ἄνθρωποι, ἔχουν ἀποβάλει τόν παλαιό ἄνθρωπο μέ τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες του καί ζοῦν τήν νέα ἐν Χριστῷ ζωή. Αὐτή ἡ νέα ζωή λέγεται υἱοθεσία Χριστοῦ καί αὐτό ἐκφράζεται μέ πολλά χαρίσματα, ἤτοι χαρίσματα θεολογίας, προφητείας, θαυματουργίας, καί τό βασικό χάρισμα εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή στήν καρδιά. Ἔτσι, οἱ Χριστιανοί βεβαιώνονταν ἐμπειρικά ὅτι ἦλθε μέσα στήν καρδιά τους ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἐπί πλέον, αὐτό σημαίνει ὅτι ὡς μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ὑποχρέωση νά ζοῦν τήν νέα ζωή, νά αἰσθάνονται τήν κάθε ἁμαρτία ὡς ἁμαρτία στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί γι’ αὐτό πρέπει συνεχῶς νά μετανοοῦν, νά μή δημιουργοῦν σχίσματα στήν Ἐκκλησία καί νά σέβεται ὁ ἕνας τόν ἄλλον, νά ζοῦν κατά Χριστόν. Ἐπίσης, γράφεται ὅτι ὁ Χριστός θά ἔλθη κατά τήν Δευτέρα Του Παρουσία μέσα στήν δόξα Του, θά ἀναστηθοῦν ὅλοι οἱ νεκροί, ὅσοι ζοῦσαν κατά Χριστόν θά συμμετάσχουν μέσα στήν δόξα Του αἰωνίως, στήν Βασιλεία τοῦ Φωτός. Δέν εἶναι δυνατόν νά παρουσιασθοῦν τά βασικά νοήματα τῶν Ἐπιστολῶν τῶν Ἀποστόλων στίς Ἐκκλησίες καί τούς Χριστιανούς, ἀλλά ἐκεῖνο πού πρέπει νά τονισθῆ εἶναι ὅτι εἶναι κείμενα θεολογικά, καρπός ἐμπειρίας τῶν Ἀποστόλων, καί μέ αὐτά ποίμαιναν τούς Χριστιανούς γιά νά ἑνωθοῦν μέ τόν Χριστό ἀπό τώρα καί στούς αἰῶνες.
Αὐτό ἦταν καί τό κήρυγμα τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἰσαποστόλου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πού ἑορτάζουμε σήμερα, τοῦ ὁποίου νά ἔχουμε τίς πρεσβεῖες.
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος
- Προβολές: 12