Skip to main content

Εἰδήσεις - Φωτογραφικὰ στιγμιότυπα Αὔγουστος 1999

“Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἠμῶν ΙΕΡΟΘΕΟΥ, ὅν χάρισαι ταῖς Ἐκκλησίαις Σου,
σῶον, ἔντιμον, ὑγειᾶν, μακροημερεύοντα καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς Σῆς ἀληθείας”

Ἐπί τῇ συμπληρώσει τετραετίας ἀπό τήν ἐκλογήν (19-7-1995), χειροτονία (20-7-1995) καί ἐνθρόνισιν (10-9-1995) τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας, ὅλοι οἱ συνεργάτες τῆς “Ἐκκλησιαστικῆς Παρέμβασης” τοῦ εὐχόμαστε μακράν καί καρποφόρο ποιμαντορία.

***

Με τις κατασκηνώτριες της Β' Κατασκηνωτικής περιόδου

Μέ τίς κατασκηνώτριες τῆς Β' Κατασκηνωτικῆς περιόδου


“Θεοδρομία”, μιά νέα θεολογική παρουσία

Κυκλοφόρησε τό πρῶτο τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ “Θεοδρομία”, πού εἶναι τριμηνιαία ἔκδοση ὀρθοδόξου διδαχῆς τῆς “Ἑταιρείας Ὀρθοδόξων Σπουδών”. Ἡ Ἑταιρεία αὐτή ἱδρύθηκε στή Θεσσαλονίκη πρίν ἀπό ἕνα χρόνο καί ἕνας ἀπό τούς πρώτους στόχους - πού πραγματοποιεῖται μέ τό περιοδικό “Θεοδρομία” - ἦταν ἡ ἔκδοση ἑνός περιοδικοῦ “ὀρθοδόξου προβληματισμοῦ καί πνευματικῆς οἰκοδομής”. Πρόεδρος τῆς Ἑταιρείας καί Διευθυντής τοῦ περιοδικοῦ εἶναι ὁ Πρωτ. π. Θεόδωρος Ζήσης, Καθηγητής στό Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης. Μέσα στούς πολλούς στόχους τῆς Ἑταιρείας εἶναι ἐπίσης ἡ ἔκδοση ἑξαμηνιαίου, καθαρά ἐπιστημονικοῦ θεολογικοῦ περιοδικοῦ, πού θά ἀσχολῆται μέ πατρολογικά καί ἁγιολογικά θέματα. Ἡ ἔκδοση τοῦ περιοδικοῦ αὐτοῦ θά ἀρχίση τό 2000. Τό περιοδικό “Θεοδρομία” πῆρε τό τίτλο του ἀπό τόν προστάτη ἅγιό της Ἑταιρείας Θεόδωρο τόν Στουδίτη. Ὁ μεγάλος ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας “θεοδρομία” ὀνομάζει τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή. Γι’ αὐτό στόν πρόλογο τοῦ περιοδικοῦ ὁ π. Θ. Ζήσης γράφει: “Τό νέο περιοδικό τῆς “Ἑταιρείας Ὀρθοδόξων Σπουδών” δέν ἔχει καμμιά ἄλλη φιλοδοξία ἀπό τό νά κατορθώσει νά ἐπαληθεύσει τό ὄνομά του, νά γίνει πράγματι “Θεοδρομία”, νά ἀκολουθήσει τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως τόν ἐχάραξε ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι “ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή”, καί ὅπως τόν ἐβάδισαν, ἐπί τά ἴχνη Ἐκείνου, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες”.

Τά ἄρθρα τοῦ πρώτου τεύχους ἀγγίζουν σύγχρονα ποιμαντικά καί θεολογικά προβλήματα μέ βάση τήν Ἀποστολική καί Πατερική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι κείμενα πού καταρτίζουν καί καθοδηγοῦν. Παρουσιάζουν τίς διδασκαλίες καί τίς μορφές ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου καί τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης. Τοῦ τελευταίου μάλιστα ἔχουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον τά ἀσκητικά, στά ὁποῖα εἶναι ἀφιερωμένο ἕνα ἄρθρο, ἐπειδή στόν πολύ κόσμο, ὁ λόγιος καί ἅγιος Μητροπολίτης, εἶναι γνωστός μόνον ὡς σχολιαστὴς τοῦ Ὁμήρου. Τό περιοδικό, ὅμως, δέν ἀρκεῖται σ’ αὐτές τίς μελέτες, ἀλλά ἐπεκτείνεται στό σχολιασμό ἐπίκαιρων θεμάτων καί γεγονότων. Στίς μέρες μᾶς τέτοιες θεολογικές παρουσίες εἶναι ἀπαραίτητες, διότι μετά ἀπό μιά ἄνθιση τῶν ὀρθοδόξων θεολογικῶν σπουδῶν τά τελευταῖα εἴκοσι ἤ τριάντα χρόνια περνοῦμε, ὅπως πολλοί διαισθάνονται, σέ μιά κάμψη, πού παρουσιάζει ὁρατό τόν κίνδυνο τῆς ἀλλοιώσεως τῶν ὀρθοδόξων θεολογικῶν κριτηρίων καί τῆς Ἐκκλησιολογίας.

π.Θ.Α.Β.

Ἐγκαίνια Πνευματικοῦ Κέντρου Ἐνορίας Βλαχομάνδρας

Τά ἐγκαίνια τοῦ Πνευματικοῦ Κέντρου τῆς Ἐνορίας Βλαχομάνδρας, τοῦ Δήμου Ναυπάκτου, τελέσθηκαν τήν Κυριακή 11 Ἰουλίου, μετά τό πέρας τῆς Ἀρχιερατικῆς θ. Λειτουργίας. Τό κτίριο κτίστηκε σέ οἰκόπεδο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἄγ. Ἀθανασίου μέ δαπάνες ἐξ ὁλοκλήρου των οἰκογενειῶν Νικολάου καί Ἰωάννη Μητσοπούλου καί τῆς Βασιλικῆς σύζ. Λάμπρου, στήν μνήμη τοῦ Λάμπρου Μητσοπούλου. Ὁ Σεβασμιώτατος στόν χαιρετισμό του, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῶν ἐγκαινίων, “...ἴνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι...” (Τίτ. γ’, 8), ἀναφέρθηκε στήν ἀξία τῆς δωρεᾶς καί στό φιλότιμό των δωρητῶν, στήν σημασία πού ἔχει ἡ προϋπόθεση ἐκζήτησης εὐλογίας γιά κάθε τί πού κάνουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ἐφ’ ὅσον ἐπιθυμοῦμε νά χαρακτηριστῆ τό ἔργο μᾶς ἐκκλησιαστικό καί ὄχι ἰδιωτικό. Ἐπίσης εὐχήθηκε νά ὑπάρξουν μιμητές τῶν δωρητῶν, καί ἀναφέρθηκε στήν ὕπαρξη πολλῶν εὐεργετῶν καί δωρητῶν στήν Ναύπακτο, πού ἔδωσαν τήν περιουσία τους γιά τό κοινό καλό, ὥστε νά μείνη τό μνημόσυνό τους ἄσβηστο στήν κοινωνία, καί κυρίως στήν Ἐκκλησία. Τέλος, ἀφοῦ συγχάρηκε τούς συντελεστές τοῦ ἔργου, μέ πρώτον τόν Ἐφημέριό του χωριοῦ π. Κωνσταντῖνο Κωστούλα, εὐχήθηκε τό ἐγκαινιαζόμενο κατάστημα νά συμβάλη στήν σύσφιξη τῶν σχέσεων τῶν Ἐνοριτῶν. Μίλησαν ἀκόμη ὁ κ. Δήμαρχος Ναυπάκτου, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τά συγχαρητήρια γιά τήν καλή αὐτή προσπάθεια, οἱ Νομαρχιακοί Σύμβουλοι κ. Δημήτριος Σφήκας καί κ. Μπάμπης Κουτσοσπύρος, ὁ Πρόεδρος τοῦ Συλλόγου τῶν ἐν Πάτραις Ναυπακτίων καί ὁ κ. Ἰωάννης Μουτσόπουλος. Στό τέλος τῆς ἐκδήλωσης, παρατέθηκε πλούσια τράπεζα γιά ὅλους τους ἐκκλησιασθέντες, μερίμνη τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου, καί μέ ἐδέσματα πού ἑτοίμασαν οἱ ἐνορίτες τῆς Βλαχομάνδρας. 

 

Γιάννη Γ. Γαϊτάνη: Τὸ Καστέλλι τῶν Πατρών ΡΙΟΝ καὶ τὸ Καστέλλι τῆς Ρούμελης ΑΝΤΙΡΡΙΟΝ

Ἡ προέλευση τοῦ φρουρίου εἶναι αὐστηρῶς τουρκική. Μετά τήν πτώση τοῦ Φρουρίου τῆς Ναυπάκτου, τό ὁποῖο κατεῖχαν μέχρι τό ἔτος 1499 οἱ Ἐνετοί, καί τήν παράδοσή της ἀπό τόν διοικητή Ζουάνο Μόρης στόν Σουλτάνο Βαγιαζίτ, ὁ ὁποῖος αὐτοπροσώπως ἐξεστράτευσε, ὕστερα ἀπό τίς δύο προηγούμενες ἀποτυχημένες ἐπιθέσεις, τό ἔτος 1458 μέ τόν Ἰμέρ Πασά καί τό ἔτος 1497 μέ τόν Μουσταφά, ὁ Σινᾶν Πασάς, διαταχθεῖς, ἀνήγειρε τά δύο Φρούρια Ρίου καί Ἀντιρρίου, πρός ἀσφάλεια τῆς κυριευθείσης πόλεως.

“Ο Βαϊαζίτης γενόμενος τῇ 28 Αὐγούστου 1499 κύριος τοῦ σημαντικωτέρου ἐν Ἑλλάδι προμαχῶνος τῶν Ἐνετῶν (Ναυπάκτου), διέταξεν ἴνα ἐξασφαλισθῆ ἡ εἴσοδος τοῦ κόλπου διά τῆς ἀνεγέρσεως δύο φρουρίων ἐπί τῶν ἀκρωτηρίων Ρίου καί Ἀντιρρίου, ἀναθέσας τήν διεύθυνσιν τῶν ἐργασιῶν τούτων εἰς τόν Σινᾶν Πασάν, βεηλέρβεην τῆς Ἀνατολῆς” (Κ. Σάθα “Τουρκοκρατούμενη Ἑλλάς”, Ἀθῆναι 1869, σέλ. 61).

Ὁ Οὐΐλλιαμ Μίλλερ, ἱστορικός της Φραγκοκρατίας στήν Ἑλλάδα, στό ἔργο τοῦ “Ἱστορία τῆς Φραγκοκρατίας ἐν Ἑλλάδι”, μέτ. Σ. Λάμπρου, Ἀθῆναι, 1909-1910, Β’ σέλ. 234-235), γράφει:

“Ο Σουλτάνος (Βαγιαζίτ Β’) ἐκράτει πλέον τῆς κλειδός τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου καί εἶχε πάραυτα διατάξει νά ἐξασφαλισθῆ ὁ εἴσπλους αὐτοῦ διά τῆς κτίσεως δύο φρουρίων, ἑνός ἐπί ἑκατέρας παραλίας, τοῦ Ρίου καί τοῦ Ἀντιρρίου, ἐκεῖ ὅπου τα Μικρά Δαρδανέλλια, ἔχοντα εὖρος ὀλίγω μεγαλείτερον ἑνός θαλασσίου μιλίου, χωρίζουσι τήν Στερεάν Ἑλλάδα ἀπό τήν Πελοπόνννησον. Ἀπερατώθη δέ ἡ τειχοδομία τῶν φρουρίων τούτων ἐντός τριῶν μηνῶν καῖπερ δέ φθαρέντα ὑπό τῶν πολεμικῶν τυχῶν διεσώθησαν ταῦτα ἔκτοτε μέχρι σήμερον ὡς γραφική ἀνάμνησις τοῦ Βαγιαζίτη Β’”.

Ἡ ἅλωση τῆς Ναυπάκτου ἦταν ἡ αἰτία τῆς πυργώσεως διά φρουρίων τῆς ἀκτῆς Πελοποννήσου καί τῆς αἰτωλικῆς ἀκτῆς. Τό πρῶτο ὀνομάσθηκε Ρίον ἤ Καστέλλι τοῦ Μορέως ἤ Καστέλλι τῶν Πατρών καί τό δεύτερο Ἀντιρριον ἤ Καστέλλι τῆς Ρούμελης. Οἱ ξένοι τα ἔλεγαν Καστέλλια καί οἱ Ἕλληνες Μικρά Δαρδανέλλια τοῦ Ἑλλησπόντου. Ἀπό διάφορες ἐνθυμήσεις, σωζόμενους καί σήμερα κώδικες στό Παρίσι, στήν Βιέννη, στό Σινά, στήν Πάτμον καί σέ διάφορα Μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὅρους (Ἰβήρων, Δειμῶνος, Δοχειαρίου), καταφαίνεται ἡ τουρκική προέλευσή των καί ὄχι ἑνετική, ὅπως κάποιοι ὑποστηρίζουν, παρασυρθέντες ἀπό τά γειτονικά ἑνετικά παράλια. Ἡ πύργωση τοῦ Ἀντιρρίου ἤλεγχε τά ξένα πλοῖα στόν Κορινθιακό ἀποτελεσματικά, μή ὑπαρχούσης τότε τῆς διώρυγας τῆς Κορίνθου, σέ ἀπόσταση ἐνάμιση ναυτικοῦ μιλίου. Πολεμικά πλοῖα ἀπαγορευόταν νά περάσουν τά στενά. Ὁ εἴσπλους ἐπετρέπετο μόνο στά ἐμπορικά πλοῖα τήν ἡμέρα καί κατόπιν ἀδείας των προξενικῶν ἀρχῶν Πατρών. Ἡ τύχη τῶν φρουρίων Ναυπάκτου καί Καστελλίων ἦταν ἐναλλασσόμενη μεταξύ Τούρκων καί Ἐνετῶν. Ἕνεκα τῶν σφοδρῶν συγκρούσεων καί μαχῶν τῶν ἀντιμαχομένων, τά φρούρια ἔπαθαν σημαντικές καταστροφές. Κατόπιν ἐπιτοπίου ἐξετάσεως ἀπό τόν Κορνέρ, σέ ἐπιστολή τοῦ ἀναφέρει ὅτι τά φρούρια Ρίου - Ἀντιρρίου καί τά γειτονικά εἶχαν ἀνάγκη ἐπισκευῆς. Ὁ μηχανικός Λεονάρδο Μάουρο ἀνέλαβε τήν σύνταξη μελέτης ἐπισκευῆς καί ὑπολογισμό τῶν δαπανῶν. Ἐπειδή τό φρούριο Ἀντιρρίου ἦταν κατεστραμμένο, γκρεμίσθηκε ἐκ βάθρων καί κτίσθηκε νέο, ὅπως ἀναφέρει ὁ γεωγράφος Μελέτιος τό ἔτος 1701, καί ὀνομάσθηκε Νεοκάστρο. Κατά τήν δεύτερη τουρκοκρατία τοῦ Μορέως ἔπεσαν τά φρούρια στά χέρια τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι καί πάλι τά ἐπύργωσαν καί ὀχύρωσαν. Ὁ Φελίξ ντέ Μπαζούρ στό βιβλίο τοῦ “Στρατιωτικά Ταξίδια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας” (Παρίσι 1825, σέλ. 66), δίδει μιά ἀκριβῆ καί σύντομη περιγραφή τοῦ Ρίου:

“Το φρούριον τοῦ Ρίου εἶναι ἕνα τρίγωνον παράπλευρον, ἐκ πύργων ὑπονομωδῶν, ἐκ τῶν ὁποίων δύο πλευραί περιβρέχονται ἀπό τήν θάλσσαν, ἐνῶ ἡ τρίτη ἀπομακρύνεται ἐκ τῆς θαλάσσης διά τῆς διατομῆς, ἡ ὁποία ἐπέχει θέσιν τάφρου. Τό δέ φρούριον τοῦ Ἀντιρρίου εἶναι ἕν τραπέζιον, περικλειόμενον ὑπό τῆς θαλάσσης κατά τρεῖς πλευρᾶς καί ὑπερασπιζόμενον κατά τήν τετάρτην πλευράν ὑπό τάφρου ἐπικλείστου”.

Μεγάλες καταστροφές ἔπαθε τό φρούριο Ἀντιρρίου, καθώς καί μεγαλύτερές το τοῦ Ρίου ἀπό τά κανόνια τοῦ Μαιζῶνος, ἡγουμένου ἐκστρατευτικοῦ σώματος Γαλλικοῦ στρατοῦ, τό ὁποῖον κατεδίωξεν ἐκ τῆς Πελοποννήσου τούς Τούρκους καί τόν Ἰμπραήμ. Ὅλες οἱ βλάβες ἐπισκευάσθηκαν ἀπό τούς Γάλλους. Νέα ἔργα ἔγιναν στά φρούρια, γιατί παρατηρήθηκαν ἐλλείψεις ἀπό τούς Τούρκους καί τούς Ἐνετούς, ἀπό Γάλλο μηχανικό. “... Μετεφέραμε στά καλά κανόνια καί μεγάλη ποσότητα βλημάτων κι ἔτσι οἱ Ἕλληνες θά μποροῦν νά ὑπερασπίσουν τά ὀχυρά πού κατέκτησαν μέ τ’ ἅρματα τους” (Ζ. Μανζάρ: “Ἀναμνήσεις ἀπ’ τό Μοριά”, μέτ. Γ. Τσουκαλά, ἔκδ. “Βιβλιοθήκης” ἄρ. 20, Ἀθῆναι 1957, σέλ. 181-182).  Στά νεώτερα χρόνια, μετά τό 1870, τό φρούριο τοῦ Ἀντιρρίου κατεστράφηκε σέ διάφορα σημεῖα ἀπό τούς κατοίκους τοῦ ὁμώνυμου χωριοῦ, γιά τήν κατασκευή τῶν οἰκιῶν τους, ἀπό τίς πέτρες του. Ἡ ζωή τοῦ φρουρίου εἶναι περιπετειώδης καί ἡ προέλευσή του αὐστηρῶς τουρκική. Ἡ κατάστασή τους σήμερα εἶναι καλή καί χρήζει συντηρήσεως ἀπό τήν Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία. Παραμένει πάντοτε “ὡς γραφική ἀνάμνησις τοῦ Βαγιαζίτ Β’” καί “ζζ’ (1499) ἔλαβε (ὁ Βαγιαζίτ Β’) τήν Ναύπακτον ἐν μηνί Αὐγούστω καί τόν Σεπτέμβριον ἐκτίσθηκαν τά νεοκάστρα εἰς τό Στενό, ἡ δέ ἁρμάδα ἐξεχείμασεν εἰς τά Ἄσπρα Ὀσπίτια” (Κῶδιξ Μονῆς Ἰβήρων 388, φ. 41α). Σήμερα ἐντός του φρουρίου στεγάζεται εἰδική Ὑπηρεσία τοῦ Βασιλικοῦ Ναυτικοῦ, ποντίσεως ὑποβρυχίων φραγμάτων.

Σήμ.: εὐχαριστοῦμε τόν Κ. Σ. Κώνσταν γιά τήν παροχή ἀγνώστων στοιχείων.

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

  • Προβολές: 3189