Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἡ Νεομάρτυς Χρυσῆ, 13 Ὀκτωβρίου
Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα
Μιά ἀπό τίς πιό λαμπρές σελίδες στήν χρυσή βίβλο τῶν Μαρτύρων ἔγραψαν οἱ Νεομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν κατά τήν σκοτεινή περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, καί τήν φώτισαν καί τήν λάμπρυναν μέ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως καί μέ τό αἷμα τους.
Ἀπό τίς σελίδες τοῦ “Νέου Μαρτυρολογίου” πού συνέγραψε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης παρελαύνει πλῆθος Νεομαρτύρων. Μεταξύ αὐτῶν ἐξέχουσα θέση κατέχει μιά νεαρή κόρη ἀπό τά μέρη τῆς κεντρικῆς Μακεδονίας, καί συγκεκριμένα ἀπό τό χωριό Χρυσή της Ἐπαρχίας Ἀλμωπίας τοῦ Νομοῦ Πέλλης, πού ὀνομάζεται Χρυσή. Ἦταν πράγματι Χρυσή ὄνομα καί πράγμα. Δοκιμάστηκε ὡς “χρυσός ἐν χωνευτηρίω” καί βρέθηκε μέ πίστη εἰκοσιτεσσάρων καρατίων. Λουσμένη στό μαρτυρικό της αἷμα, καθαρή καί λελαμπρυσμένη ἔγινε δεκτή ἀπό τόν οὐράνιο ἀγωνοθέτη “ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας”.
Ἡ ἐξωτερική ζωή τῆς ἦταν ἁπλή, ὅπως ἁπλή ἦταν καί ἡ ἴδια στήν συμπεριφορά καί τούς τρόπους. Ἦταν ὀλιγογράμματη χωριατοπούλα, ἀλλά σοφή κατά Θεόν μέ ζωντανή πίστη καί ἐσωτερική καθαρότητα καί σταθερότητα καταπληκτική. Γεννημένη ἀπό γονεῖς φτωχούς, ἀλλά τίμιους βιοπαλεστές, ἐργαζόταν σκληρά μαζί μέ τίς τρεῖς ἀδελφές της. Ἡ Χρυσή ἦταν πανέμορφη καί στήν ἐξωτερική ὄψη, καί αὐτό γιά ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν δυστύχημα γιά τούς σκλαβωμένος Ἕλληνες, γιατί τίς ὄμορφες κοπέλες τίς ἅρπαζαν οἱ ἀγάδες γιά τά χαρέμια τους ἤ τίς πίεζαν νά ἀλλαξοπιστήσουν καί νά γίνουν σύζυγοί τους. Αὐτό τό δεύτερο συνέβη καί στήν ἁγία Χρυσή. Τήν ὥρα πού μάζευε καυσόξυλα στό βουνό μέ ἄλλες συγχωριανές της, ἕνας τοῦρκος θαμπωμένος ἀπό τήν ὀμορφιά της, τήν ἅρπαξε καί στήν συνέχεια προσπαθοῦσε μέ κάθε τρόπο νά τήν πείση νά ἀλλάξη τήν πίστη της καί νά τόν παντρευτῆ. Ἐπειδή ἔβλεπε ὅτι ἦταν ἀδύνατο νά ἐπιτύχη τόν σκοπό του, ἔστειλε κάποιες τουρκάλες τῆς ἐμπιστοσύνης του, γιά νά τῆς μιλήσουν, ὅπως ξέρουν νά ὁμιλοῦν οἱ γυναῖκες σέ γυναίκα, μέ τήν ἐλπίδα ἴσως μπορέσουν αὐτές νά τῆς ἀλλάξουν τήν γνώμη. Ὅταν ἀπέτυχε καί μέ αὐτόν τόν τρόπο νά τῆς ἀλλάξη τήν γνώμη, ἀνάγκασε μέ ἀπειλές τούς γονεῖς της καί τίς ἀδελφές της νά τήν ἐπισκεφθοῦν γιά νά τήν μεταπείσουν αὐτοί. Τότε ἐκεῖνοι μέ κλάματα καί μοιρολόγια τήν προέτρεπαν νά ἀλλαξοπιστήση ἐξωτερικά γιά νά γλιτώση, ἐνῶ ἐσωτερικά νά ἐξακολουθήση νά παραμένη Χριστιανή. “Αλλά ἡ μεγαλόψυχη Χρυσή τους ἀπάντησε: “Πατέρα ἔχω τόν Κύριό μου Ἰησοῦ Χριστό, μητέρα τήν Κυρία θεοτόκο, ἀδελφούς καί ἀδελφές ἔχω τούς Ἁγίους καί τίς Ἁγίες της Ἐκκλησίας μας” καί στήν συνέχεια τούς ἔδιωξε. Μπροστά στήν σταθερότητα τῆς Χρυσῆς οἱ τοῦρκοι ἀπάντησαν μέ φρικτά βασανιστήρια. Τελικά στίς 13 Ὀκτωβρίου 1795, κατέκοψαν τό σῶμα της μέ μαχαίρια καί ἔτσι πανάξια ἔλαβε τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου ἀπό τόν Νυμφίο Χριστό”.
Ἴσως προκαλεῖ ἐντύπωση ἡ πνευματική ὡριμότης, ἡ σοφία, ἡ σταθερή προσήλωση στήν πίστη τῶν Πατέρων της καί ἡ ἄρνησή της νά παντρευτῆ τόν ἀλλόθρησκο, καθώς καί ἡ συμπεριφορά πρός τούς γονεῖς της, τήν ὁποία, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω, σχολιάζει καί ἐπαινεῖ ὁ μέγας ἐν Ἁγιορειταις ἅγιος Νικόδημος. Ἅς δοῦμε, στήν συνέχεια, ἀναλυτικά τα δύο αὐτά σημεῖα.
Πρώτον, ἀρνεῖται νά παντρευτῆ ἕναν ἀλλόθρησκο, ὅταν ἐκεῖνος τῆς ζητά νά ἀρνηθῆ τήν πίστη καί τίς παραδόσεις μέ τίς ὁποῖες γαλουχήθηκε καί μεγάλωσε. Δέν δελεάζεται ἀπό τά πλούτη καί τήν καλοπέραση, ἀλλά οὔτε πτοεῖται ἀπό τίς φοβέρες, τίς ἀπειλές καί τά ἀπάνθρωπα βασανιστήρια. Εἶναι νέα κοπέλα μέ μέλλον καί μέ ὄνειρα γιά τήν ζωή. Προκειμένου ὅμως νά προδώση ὅ,τι τίμιο ἔχει, τήν ἅγια πίστη, τήν ζωντανή παράδοση, τήν ἴδια τήν ζωή τῆς προτιμᾶ τό μαρτύριο. Τῆς εἶναι ἀδύνατο νά ζῆ πεθαμένη, γι’ αὐτό πεθαίνει γιά νά ζήση. Γιατί ζωή δέν εἶναι ἡ βιολογική ὕπαρξη, ἀλλά ἡ κοινωνία μέ τόν δημιουργό καί τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Τριαδικό Θεό. Ὅποιος γνώρισε τόν Θεό στά ὅρια τῆς προσωπικῆς του ζωῆς καί γεύτηκε τήν ζωοποιό θεία Χάρη αὐτός δέν λογαριάζει θάνατο. Θάνατο θεωρεῖ τόν χωρισμό του ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πλημμυρίζει τήν ψυχή καί τό σῶμα, τότε ὁ ἄνθρωπος μέ τίποτε δέν ἀρνεῖται τήν πίστη του καί θεωρεῖ τό μαρτύριο σάν θεόσταλτο δῶρο. Ὅταν ὅμως ἡ ψυχή δέν ἔχει γευτῆ τήν Χάρη, αὐτό “τό ζῶν ὕδωρ”, τότε κυριαρχεῖται ἀπό τά πάθη καί ἀπό τό πονηρό πνεῦμα, τό ὁποῖο μέσα ἀπό τά πάθη ἐξουσιάζει τό θέλημα τοῦ ἀνθρώπου. Τά μεγαλύτερα πάθη εἶναι αὐτά τῆς φιληδονίας, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς φιλοδοξίας καί στόν βωμό τούς θυσιάζεται, πολλές φορές χωρίς τόν παραμικρό δισταγμό, κάθε ἱερό καί ὅσιο.
Δεύτερον, ἡ ἀπάντηση πού ἔδωσε στούς γονεῖς καί τά ἀδέλφια της, μοιάζει μέ τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, πού ὅταν ὁμίλησε γιά τήν μητέρα καί τά ἀδέλφια Τοῦ εἶπε: “Φίλοι μου καί ἀδελφοί μου εἶναι ἐκεῖνοι πού ποιοῦν τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα μού”. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σχολιάζοντας τήν ἐνέργεια τῆς μάρτυρος νά ἀποπέμψη τούς γονεῖς καί τά ἀδέλφια της, καθώς καί τά σοφά της λόγια λέγει: “Εὖγε τῆς μεγαλοψύχου ἀνδρείας! εὖγε τῆς πρός Θεόν ἀληθινῆς ἀγάπης! εὖγε τῆς σοφῆς διανοίας, τῆς οὔσης οὐρανίων ἐπαίνων ἀξίας! Κατά ἀλήθειαν, ἀδελφοί, ἐπληρώθη εἰς τήν ἁγίαν ταύτην ἐκεῖνο ὁπού εἶπεν ὁ θεῖος Δαβίδ• “ὁ πατήρ μου καί ἡ μήτηρ μου ἐγκατέλιπον μέ, ὁ δέ Κύριος προσελάβετο μέ” (Ψάλμ. κστ’ 10) καί ἐκεῖνο ὁπού εἶπεν ὁ Κύριος, “μή νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί τήν γῆν• οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλά μάχαιραν• ἦλθον γάρ διχᾶσαι ἄνθρωπον κατά τοῦ πατρός αὐτοῦ, καί θυγατέρα κατά τῆς μητρός αὐτῆς καί ἐχθροί του ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοί αὐτού” (Ματθ. 1,34).
Ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία, ἡ σταθερότητα στήν πίστη, ἡ αὐταπάρνηση καί τό γεναῖο φρόνημα τῆς Παρθενομάρτυρος σέ ἡμέρες πονηρές, ὅπως αὐτές πού ζοῦμε, κατά τίς ὁποῖες βσιλεύει ἡ ὑποκρισία, ἡ ἰδιοτέλεια, τό εὐμετάβολο καί ἡ πνευματική ὑποδούλωση στήν χούντα τῶν παθῶν, ἅς εἶναι γιά ὅλους ἐμᾶς φωτεινός ὁδοδείκτης φάρος καί λαμπρό παράδειγμα πρός μίμηση.
- Προβολές: 3038