Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Μιά εὐοίωνη ἀλλαγή σέ σχολικό βιβλίο
Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Φέτος γιά πρώτη φορά διδάσκεται στήν 3η τάξη τοῦ Ἑνιαίου Λυκείου τό μάθημα τῆς Ἱστορίας τῶν Ἐπιστημῶν καί τῆς Τεχνολογίας. Εἶναι ἕνα μάθημα ἀπαραίτητο γιά τήν ὁλοκλήρωση τῆς γενικῆς παιδείας τῶν ἀποφοίτων του Λυκείου, πού ἔλειπε ἀπό τό ἑλληνικό σχολεῖο.
Ἀπό τό βιβλίο αὐτό θέλω νά σχολιάσω δυό σημαντικές θέσεις του, οἱ ὁποῖες, παρά τό ὅτι χρειάζονται κάποιες συμπληρώσεις καί διευκρινίσεις, σηματοδοτοῦν μιά εὐοίωνη ἀλλαγή σέ θεμελιώδεις ἱστορικές ἀπόψεις, πού κατά πάγιο τρόπο ἐπαναλαμβάνονταν στά σχολικά βιβλία καί μετέδιδαν στούς Ἕλληνες μαθητές μιά στρεβλή εἰκόνα τῆς Χριστιανικῆς καί πιό εἰδικά της ἑλληνορθόδοξης παράδοσης.
Οἱ συγγραφεῖς, στήν εἰσαγωγή τοῦ βιβλίου, κάνουν γνωστό στούς μαθητές καί στούς διδάσκοντες καθηγητές, ὅτι, μαζί μέ τήν παρουσίαση τῆς ἱστορίας τῶν ἐπιστημόνων καί τῶν ἰδεῶν τους, θά ἀναδείξουν “καί ὁρισμένες ἀπό τίς θέσεις ἐκεῖνες, μέ τίς ὁποῖες συμφωνοῦν σήμερα οἱ περισσότεροι ἱστορικοί της ἐπιστήμης”. Οἱ θέσεις πού θέλω στή συνέχεια νά σχολιάσω εἶναι οἱ ἀκόλουθες: Ἡ πρώτη λέει “ὅτι ἡ σχέση ἀνάμεσα στή θρησκεία καί τήν ἐπιστήμη εἶναι ἐξαιρετικά σύνθετη καί, ἑπομένως, δέν εἶναι δυνατόν νά κατανοηθεῖ μέσα ἀπό δίπολά του τύπου “συντηρητική θρησκεία - προοδευτική ἐπιστήμη””. Ἡ δεύτερη σημαντική θέση εἶναι “ὅτι ὁ Μεσαίωνας δέν ὑπῆρξε ἡ “σκοτεινή” περίοδος τῆς ἱστορίας, ὅπως χαρακτηριζόταν παλαιοτερα”.
Γιά πολλά χρόνια μέσα στά σχολικά βιβλία ὑπῆρχε ἡ ἄποψη, ὅτι κατά τόν “σκοτεινό Μεσαίωνα” εἶχε σταματήσει κάθε πρόοδος τῆς φιλοσοφίας καί τῆς ἐπιστήμης καί ὁ κόσμος εἶχε βυθισθεῖ στήν ἀπαιδευσία καί τή δεισιδαιμονία. Ὑποστηριζόταν ὅτι ἡ κυριαρχία τῆς Χριστιανικῆς πίστης εἶχε ἀνακόψει τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος, στρέφοντας τά ἐνδιαφέροντα τοῦ κόσμου ἀλλοῦ. Χαρακτηριστικό δεῖγμα αὐτῆς τῆς νοοτροπίας ἀποτελεῖ τό βιβλίο τῆς Ψυχολογίας τῆς 2ας τάξεως τοῦ Λυκείου, τό ὁποῖο μέ τό παλαιό σύστημα ἀποτελοῦσε ἕνα ἀπό τά ὑποχρεωτικά μαθήματα τοῦ Λυκείου. Στό κεφάλαιο γιά τήν ἱστορική ἐξέλιξη τῆς Ψυχολογίας ἀναφέρει: “Ἡ πρόοδος τῆς ἐπιστήμης γενικά καί ὄχι μόνο της Ψυχολογίας ἀνακόπτεται κατά τό Μεσαίωνα, ὅταν ἡ πίστη ὑποκαθιστᾶ τήν ἀναζήτηση τῆς γνώσης. Μέ τήν κυριαρχία τῆς ἐκκλησίας καί τήν ἐπιβολή τῆς θρησκευτικῆς ὀπτικῆς του κόσμου, οἱ ἀπόψεις περί ψυχῆς παίρνουν κυρίως ἠθικές διαστάσεις. Ἡ συμπεριφορά περιγράφεται μέ ὅρους τῆς ἠθικῆς φιλοσοφίας. Ὑποστηρίζεται τότε ὅτι τό ψυχικό μέρος τοῦ ἀνθρώπου δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τή φυσική του ὑπόσταση, μέ τίς λειτουργίες τοῦ ἐγκεφάλου καί τοῦ νευρικοῦ συστήματος. Γι’ αὐτό, ὅταν οἱ ἄνθρωποι παρουσίαζαν ψυχικές διαταραχές, τούς ἀντιμετώπιζαν σάν δαιμονισμένους, κατοικημένους δηλαδή ἀπό τό διάβολο καί τούς φυλάκιζαν ἤ τούς ἔκαιγαν ζωντανούς στήν πυρά”. Κάτω ἀπό τό κείμενο, μάλιστα, ὑπάρχει εἰκόνα ψυχικά ἀσθενοῦς, ὁ ὁποῖος δεμένος σέ ξύλο ρίχνεται στήν πυρά. Οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου τῆς Ψυχολογίας δέν κάνουν τήν διευκρίνιση, ὅτι ὅλα αὐτά τά φοβερά καί ἀπάνθρωπα συνέβαιναν στήν ἐκβαρβαρισμένη δυτική Εὐρώπη καί ὅτι στό Ἀνατολικό Ρωμαϊκό Κράτος - τό λεγόμενο Βυζάντιο - βιωνόταν ἄλλης ποιότητας πολιτισμός καί ἄλλη πίστη, μέ μεγάλη εὐαισθησία ἀπέναντι στόν ὁποιοδήποτε πάσχοντα καί βαθύ σεβασμό στήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Ὁ ἐκχριστιανισμένος Ἑλληνισμός, ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός τοῦ “Βυζαντίου”, ἔτρεφε τόν λαό μέ τήν πατερική σοφία καί παράδοση, τήν ὁποία, ὅπως φαίνεται, ἀγνοοῦσαν οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου τῆς Ψυχολογίας. Ἄν τήν γνώριζαν, θά ἤξεραν ὅτι ἡ ἀνθρωπολογία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τίς ἀπόψεις πού αὐτοί παρουσιάζουν ὡς “Ἐκκλησιαστικές”. Θά ἤξεραν, γιά παράδειγμα, ὅτι κατά τούς νηπτικούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μιά ἀπό τίς αἰτίες τῶν λογισμῶν τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ κράση τοῦ σώματος καί ὅτι ἡ ψυχή πάσχει μαζί μέ τό σῶμα, ὅταν αὐτό νοσεῖ, καί τό σῶμα συμμετέχει στίς ἐμπειρίες τῆς ψυχῆς.
Σκοπός μου, ὅμως, δέν εἶναι νά σχολιάσω αὐτό τό κείμενο. Τό ἀνέφερα ἁπλά καί μόνο γιά νά φανῆ ἡ διαφορά τῶν ἀπόψεών του μέ τό καινούργιο βιβλίο τῆς Ἱστορίας τῶν Ἐπιστημῶν καί τῆς Τεχνολογίας, τό ὁποῖο βασίζεται - ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ συγγραφεῖς του - σέ σύγχρονες ἔρευνες.
Στό βιβλίο αὐτό ἡ ἄποψη ὅτι ὁ Μεσαίωνας ἦταν “σκοτεινός” λέγεται ὅτι ὀφείλεται σέ προκατάληψη. Πρέπει νά ἐπισημανθῆ, ὅμως, ὅτι οἱ συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου ἀπορρίπτουν τόν χαρακτηρισμό “σκοτεινός Μεσαίωνας”, ἐπειδή ἐπικεντρώνουν τήν μελέτη τους, γιά τήν περίοδο ἀπό τόν 6ο ἕως τόν 13ο αἰώνα, στό “Βυζάντιο”, τό ὁποῖο, ὅπως καί οἱ σύγχρονοί του Ἄραβες, ὄχι μόνο μελετοῦσε, διατηροῦσε καί μετέδιδε τίς γνώσεις πού κληροδότησε ἡ ἀρχαιότητα, ἀλλά παρουσίασε καί πρωτότυπες δικές του συνεισφορές “στήν κατεύθυνση τόσο τοῦ ἐμπλουτισμοῦ ὅσο καί τῆς γόνιμης κριτικῆς καί ὑπέρβασης μερικῶν πλευρῶν τῆς ἀρχαίας κληρονομιάς”. Ἡ φραγκοκρατούμενη Εὐρώπη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης βρισκόταν στό σκοτάδι τῆς ἀπαιδευσίας καί δεισιδαιμονίας. Περνοῦσε τούς σκοτεινούς χρόνους τῆς ἱστορίας της. Ὅσον ἀφορᾶ, λοιπόν, στήν ἐπιστήμη, πρέπει νά εἰπωθῆ, ὅτι ὁ Μεσαίωνας ἦταν σκοτεινός γιά τήν δυτική Εὐρώπη, ὄχι ὅμως καί γιά τό “Βυζάντιο”. Αὐτή ἡ διευκρίνιση δέν γίνεται στό βιβλίο.
Κάτι ἄλλο ἐπίσης πού δέν διευκρινίζεται εἶναι, ὅτι τό πρόβλημα τῶν σχέσεων θρησκείας καί ἐπιστήμης, λύνεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη στάση ἀπέναντι στήν ἐπιστήμη• γι’ αὐτό ἄλλωστε δέν ὑπάρχει “σκοτεινός Μεσαίωνας” στό Ἀνατολικό Ρωμαϊκό Κράτος (Βυζάντιο). Στό βιβλίο τῆς Ἱστορίας τῶν Ἐπιστημῶν καί τῆς Τεχνολογίας τό θέμα αὐτό ἀντιμετωπίζεται μέ ἀφορμή τήν καταδίκη του Γαλιλαίου ἀπό τήν Ἱερά Ἐξέταση. Ἀφοῦ παρουσιάζεται ὅλο το ἱστορικό της καταδίκης, σημειώνεται: “ὁ Γαλιλαῖος δέ βρέθηκε σέ ἀντίθεση μέ τό σύνολο τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπῆρχαν πολλοί ἀνώτεροι καί κατώτεροι κληρικοί, πού κατά καιρούς ἦταν σύμμαχοί του. Μάλιστα, σέ ὁρισμένες περιπτώσεις τόν ὑποστήριξε καί ὁ ἴδιος ὁ Πάπας. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, δέν ἦταν λίγες οἱ περιπτώσεις φιλοσόφων καί ἀστρονόμων πού ἦταν ἐναντίον τού”. Ὁπότε, τό συμπέρασμα πού βγαίνει εἶναι, ὅτι δέν μποροῦμε νά ἑρμηνεύουμε ὅλα τα γεγονότα μέσα ἀπό τό σχῆμα “προοδευτικοί ἐπιστήμονες - συντηρητική ἐκκλησία”. Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ ἐξ ὁρισμοῦ νά ταυτίζεται μέ τήν συντήρηση καί οἱ ἐπιστήμονες μέ τήν πρόοδο.
Αὐτό τό συμπέρασμα εἶναι πολύ σημαντικό, θά τολμοῦσα νά πῶ, ὅτι εἶναι ἀνατρεπτικό της μέχρι τώρα κρατούσης νοοτροπίας. Διαφαίνεται, ὅμως, μέσα στήν ὅλη προβληματική του βιβλίου μιά προσπάθεια ἀθωώσεως τοῦ Παπισμοῦ γιά τήν Ἱερά Ἐξέταση καί τήν πνευματική δικτατορία πού ἐπέβαλε. Γιά νά εἶμαι πιό ἀκριβής, πρόκειται μᾶλλον γιά μιά προσπάθεια νά τονισθοῦν σέ ὅλους τους ἐμπλεκόμενους παράγοντες τά θετικά τους στοιχεῖα καί νά ὑποβαθμισθοῦν τά ἀρνητικά. Αὐτό ἔχει κάποιο παιδευτικό χαρακτήρα, ἀδικεῖ, ὅμως, τήν ἀλήθεια, τήν ὁποία χρειαζόμαστε πιό πολύ. Ἡ ὁριοθέτηση τῶν σχέσεων Χριστιανικῆς πίστης καί Ἐπιστήμης, γίνεται μέσα ἀπό τήν διδασκαλία τῶν ὀρθοδόξων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν διπλή μέθοδο γνώσεως• μέ ἄλλη μέθοδο γνωρίζουμε τήν κτίση καί μέ ἄλλη τό Θεό. Αὐτή ἡ διπλή μεθοδολογία δέν ἐπιτρέπει τήν ἐμφάνιση καρκινωμάτων, ὅπως ἡ Ἱερά Ἐξέταση, οὔτε δημιουργεῖ τίς προϋποθέσεις ἐκδηλώσεως μαχητικῆς ἀθεΐας. (Σημαντικές γιά τά θέματα αὐτά εἶναι οἱ ἐργασίες τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καί τοῦ Μητροπολίτου μας κ. Ἱεροθέου).
Εἶναι πάντως σημαντικό το ὅτι μέσα ἀπό τήν ἔρευνα, ἡ ὁποία ἔχει ἀκόμη πολύ δρόμο, καταργοῦνται προκαταλήψεις, πού διέβαλαν τό “Βυζάντιο” καί τήν Χριστιανική πίστη ὡς αἰτίες παρακμῆς καί σκοταδισμοῦ. Τό λυπηρό, βέβαια, εἶναι ὅτι ὅλη ἡ ἑνότητα πού ἀναφέρεται στήν ἐπιστήμη τοῦ “Βυζαντίου” τέθηκε ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἐκτός ἐξεταστέας ὕλης γιά τίς ἐξετάσεις τοῦ Ἰουνίου. Πράγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ πλειονότητα τῶν μαθητῶν δέν θά διαβάση οὔτε τίς ἐπικεφαλίδες της.
- Προβολές: 2941