Τό Χρηματιστήριο καί ὁ θησαυρός τῆς καρδιᾶς
Ἡ Ἐκκλησία συνδέεται μέ τήν “οἰκονομία τῆς σωτηρίας” καί ὄχι μέ τήν οἰκονομία τοῦ χρήματος. Ἐνδιαφέρεται γιά τό πῶς ὁ κόσμος θά ἀπολαύση τούς καρπούς τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι γιά τό πῶς ὁ λαός τῆς Ἑλλάδος θά αὐξήση τά κέρδη του στό Χρηματιστήριο. Ὅμως, ἀπό τήν στιγμή πού ἡ “οἰκονομία τοῦ χρήματος”, μέσα ἀπό τίς διακυμάνσεις τοῦ Χρηματιστηρίου μετατρέπεται σέ “ὑπαρξιακό προβλημα” πολλῶν βαπτισμένων ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ὁ θεσμός τοῦ Χρηματιστηρίου γίνεται αἰχμηρό ποιμαντικό πρόβλημα, πού χρήζει διακριτικῆς καί κριτικῆς ἀντιμετωπίσεως.
Τό Χρηματιστήριο εἶναι ἕνας θεσμός πού ἔχουν ἀνάγκη οἱ μεγάλες ἐπιχειρήσεις προκειμένου νά ἀντλοῦν κεφάλαια γιά τίς ἐπενδύσεις τους, ἀποφεύγοντας τόν δανεισμό ἀπό τίς τράπεζες καί τήν ἐξάντληση τῶν παλαιῶν κερδῶν τους. Τό δάνειο χρειάζεται ἐπιστροφή καί ἡ χρήση τῶν παλαιῶν κερδῶν γιά τίς νέες ἐπενδύσεις ἐλαττώνει τά ἀποθέματα. Ἀπό τό Χρηματιστήριο τά κεφάλαια ἀντλοῦνται δωρεάν. Χρηματοδότες τῶν ἐπιχειρήσεων εἶναι οἱ ἐπενδυτές, αὐτοί πού ἀγοράζουν τίς μετοχές τους ἀπό τό Χρηματιστήριο.
Ἄν τά πράγματα σταματοῦσαν μέχρι ἐδῶ δέν θά ὑπῆρχε μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα μέ ἠθικές καί πνευματικές παραμέτρους. Ἕνας πού ἔχει κάποιες οἰκονομίες, ἐρευνᾶ τήν ἀγορά, μαθαίνει γιά ἑταιρεῖες πού ἔχουν καλή προοπτική καί γίνεται μέτοχός τους. Μέσα στό πλαίσιο τῆς ζωῆς τοῦ παρόντος αἰῶνος κάτι τέτοιο δέν μπορεῖ νά εἶναι ἐξ’ ὁρισμοῦ καταδικαστέο. Ἀποτελεῖ τήν κατά κόσμον φρονιμάδα, ἡ ὁποία δέν ἀποκλείει τήν πνευματική πρόοδο τοῦ ἀνθρώπου. Ὅμως, τά πράγματα δέν σταματοῦν μέχρι ἐδῶ.
Οἱ τιμές τῶν μετοχῶν στό Χρηματιστήριο δέν ἐξαρτῶνται μόνο ἀπό τήν ὑγεία τῆς ἑταιρείας ἤ ἀπό τήν οἰκονομική πραγματικότητα τῆς χώρας, ἀλλά καί ἀπό πολλούς ἄλλους ἀστάθμητους παράγοντες, οἱ ὁποῖοι προσδίδουν στή διαδικασία τοῦ Χρηματιστηρίου τά χαρακτηριστικά ἑνός τυχεροῦ παιχνιδιοῦ. Ὅπως ἔχει παρατηρηθεῖ “ἡ ἐξέλιξη τοῦ δείκτη (δηλαδή τοῦ μέσου ὄρου τῶν τιμῶν πού ἔχουν οἱ μετοχές, σέ κάθε στιγμή τῆς ἡμέρας πού λειτουργεῖ τό Χρηματιστήριο) ἔχει ὅλα τα χαρακτηριστικά του “τζόγου”: ὁ καθένας στοιχηματίζει γιά ἕνα ἀπροσδιόριστο μέλλον, ὅπως στό ΠΡΟΠΟ ἤ στό ΛΟΤΤΟ. Δέν ὑπάρχει, δηλαδή, λογική σ’ αὐτή τήν ἐξέλιξη. Ἕνα ἀπό τά διασημότερα βιβλία περί τοῦ Χρηματιστηρίου στόν κόσμο εἶναι τό A Random Walk Down WaII Street, στό ὁποῖο ὁ ἀμερικανός συγγραφέας Burton Malkiel ἀποδεικνύει ὅτι, μακροχρόνια, ὁ καλύτερος τρόπος γιά νά προβλέψη κάποιος τή μελλοντική τιμή μιᾶς μετοχῆς, μέ βάση τή σημερινή τιμή της, εἶναι νά παίζη ἀπολύτως τυχαία, π.χ. ρίχνοντας ζάρια”. Ὁ νόμος τῆς προσφορᾶς καί τῆς ζήτησης, οἱ πραγματικές ἤ οἱ κατασκευασμένες πληροφορίες πού δημιουργοῦν κατάλληλο, γιά ὁρισμένους, κλίμα στή “χρηματιστηριακή ἀγορά” καί ἡ ἐκζήτηση τοῦ κέρδους, ὄχι στό τέλος τοῦ ἔτους ἀπό τά κέρδη τῆς ἑταιρείας, ἀλλά ἀπό τήν πώληση τῆς μετοχῆς σέ τιμή μεγαλύτερη ἀπό τήν τιμή πού ἀγοράσθηκε, καθιστοῦν τό Χρηματιστήριο χῶρο εὐνοϊκό γιά τήν καλλιέργεια καί ἀνάπτυξη τῆς κερδοσκοπίας καί ὅλων των παθῶν μέ τά ὁποῖα αὐτή συνδέεται.
Μαζί μέ τήν καλλιέργεια αὐτῶν τῶν παθῶν ἀναφάνηκε τόν τελευταῖο καιρό καί μιά ἄλλη κοινωνική ἀρρώστια.
Στήν περίοδο τῆς μεγάλης ἀκμῆς τοῦ Χρηματιστηρίου 1998-1999, πού εἴχαμε αὔξηση 85% καί 102% τό χρόνο ἀντίστοιχα, οἱ ἐπενδυτές πλούτισαν χωρίς νά κάνουν τίποτα. Ἁπλῶς κάθονταν καί παρακολουθοῦσαν τήν περιουσία τούς -τήν ἀξία τῶν μετοχῶν τους- νά αὐξάνεται. Αὐτό ἀποτελεῖ πρόκληση γιά τούς ἐργαζομένους, πού δουλεύουν ὅλο το χρόνο γιά νά πάρουν μιά αὔξηση 2%. Βέβαια, τίποτα δέν ἐμπόδιζε καί δέν ἐμποδίζει κάποιον νά ἐργάζεται καί ταυτόχρονα νά ἐπενδύη. Τό μεγάλο κέρδος του, ὅμως, δέν τό ἀναμένει ἀπό τήν ἐργασία του, γιατί αὐτό εἶναι φυσικῶς ἀδύνατο, τό ἀναμένει ἀπό τό Χρηματιστήριο. Αὐτό ἀποτελεῖ ἀπαξίωση τῆς ἐργασίας. Αὐτή ἡ ἀπαξίωση δημιούργησε σέ πλατιά λαϊκά στρώματα τήν ἐντύπωση ὅτι ἡ ἐργασία εἶναι γιά τά “κορόιδα”. Ἔτσι, πουλήθηκαν κτήματα καί κοπάδια γιά νά ἀγορασθοῦν μετοχές, οἱ ὁποῖες μέχρι τά μέσα του Μαρτίου τοῦ 2000 ἔγιναν ὅλες ἀέρας, σκορπώντας τήν ἀπόγνωση σέ πολλούς μικροεπενδυτές.
Θά κλείσουμε τό σχόλιό μας μέ μιά παρατήρηση πού δέν εἶναι στενά χρηματιστηριακή• ἔχει σχέση μέ τήν γνώση πού ἀποκτᾶ κανείς γιά τόν τόπο πού φυλάσσει τόν θησαυρό τῆς καρδιᾶς του. “Όπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμών”. Πολλοί, λοιπόν, δυσανασχετοῦν ὅταν ἀκοῦν θεολογικά κηρύγματα -κηρύγματα πού ἀναλύουν τό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας- λέγοντας ὅτι δέν τά καταλαβαίνουν. Πολλοί μαθητές δυσκολεύονται μέ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἰσχυριζόμενοι ὅτι ἔχει δύσκολες ἔννοιες. Πράγματα πού ἕνας ἁπλός πιστός τα γνωρίζει ἀπό τήν καθημερινή ἀναστροφή του μέ τά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας καί τήν προσευχή, γιά πολλούς, πού μπορεῖ νά ἔχουν κάποια μόρφωση, θεωροῦνται “βαριά πράγματα”. Τό θέμα δέν εἶναι διανοητικό• εἶναι καρδιακό. Εἶναι το πού βρίσκεται ἡ καρδιά. Βλέπουμε τόν τελευταῖο καιρό ἀνθρώπους μέ μικρή μόρφωση νά μελετοῦν οἰκονομικές ἐφημερίδες, νά γνωρίζουν οἰκονομικούς ὅρους καί νά συζητοῦν θέματα τοῦ Χρηματιστηρίου, πού ἀπαιτοῦν ἀνώτερη οἰκονομολογική ἐκπαίδευση. Ἔχουν γι’ αὐτά τά πράγματα ἐνδιαφέρον• ἐκεῖ βρίσκεται ὁ θησαυρός τῆς καρδιᾶς τους. Αὐτά, λοιπόν, καταλαβαίνουν. Τά ἄλλα εἶναι “βαριά πράγματα”.
Κ.Θ.Α.
- Προβολές: 2591